Παρασκευή 23 Μαρτίου 2018

ΘΕΩΡΙΑ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ: ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΣ ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ


Προβληματισμοί σε ζητήματα γενικού ποινικού δικαίου: αντικειμενικός αιτιώδης σύνδεσμος

Αφορμή του προβληματισμού συνιστά το εξής σχολικό παράδειγμα: ο Α πυροβολεί τον Β για να τον σκοτώσει, ο Β όμως δεν πεθαίνει ακαριαία, αλλά  τραυματίζεται σοβαρά. Κατά τη διακομιδή του Β στο νοσοκομείο με ασθενοφόρο, αυτό συγκρούεται με άλλο όχημα με αποτέλεσμα το θάνατο του Β.
Το ανωτέρω παράδειγμα μας φέρνει αντιμέτωπους με το θεμελιώδες ζήτημα του ποινικού δικαίου, την αναζήτηση της αιτιώδους συνάφειας, άλλως του αντικειμενικού αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και του αποτελέσματος. Ακόμη και αν επιτεύχθηκε ο εγκληματικός σκοπός του δράστη, για τον οποίο άλλωστε προέβη στην εγκληματική συμπεριφορά του, τον πυροβολισμό του θύματος, δεν είναι δεδομένη η ευθύνη του για την τέλεση του ολοκληρωμένου εγκλήματος. Πως ανευρίσκεται, λοιπόν, η συνδρομή του αιτιώδους συνδέσμου;
Σύμφωνα με την κρατούσα θεωρία για την εξεύρεση του αιτιώδους συνδέσμου στο ποινικό δίκαιο, τη θεωρία του ισοδυνάμου των όρων, κάθε όρος που δεν μπορεί να υποτεθεί ότι λείπει, χωρίς να συναπολείπεται και το συγκεκριμένο αποτέλεσμα, είναι αιτιώδης ως προς το αποτέλεσμα, όλοι δε οι αιτιώδεις όροι που συνέβαλαν με οποιονδήποτε τρόπο στην επέλευση αυτού είναι μεταξύ τους ισοδύναμοι. Με βάση τη θεωρία αυτή, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι η συμπεριφορά του Α ήταν αιτιώδης ως προς το αποτέλεσμα του θανάτου του Β, διότι αν δεν είχε πυροβολήσει τον Β, δε θα είχε καταλήξει ο τελευταίος στο ασθενοφόρο και άρα δε θα πέθαινε εξαιτίας του τροχαίου αφού δε θα ήταν παρών στη θανάσιμη σύγκρουση. Είναι όμως ο θάνατος του Β έργο της συμπεριφοράς του Α; Και αν η πρώτη και «αυθόρμητη» προσέγγιση οδηγεί τον αναγνώστη σε καταφατική απάντηση, ας αναλογισθούμε το εξής παράδειγμα: ο Α τραυματίζει όλως ελαφρά το Β, κατά λάθος αυτή τη φορά και ο Β αποφασίζει να επισκεφθεί το νοσοκομείο για προληπτικό έλεγχο, προτού όμως προλάβει να φτάσει, εμπλέκεται σε σοβαρό τροχαίο δυστύχημα και πεθαίνει.
Μήπως διευρύνεται, λοιπόν, υπερβολικά το αξιόποινο του Α αν αναγνωρίσουμε ότι πραγματώνει την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας είτε εκ προθέσεως είτε εξ αμελείας, αντίστοιχα, στα ανωτέρω παραδείγματα; Με άλλα λόγια, επιχειρώντας μια γενική διατύπωση του προβληματισμού: πότε το αποτέλεσμα συνιστά πραγματικά έργο του δράστη, έργο της δικής του συμπεριφοράς; Προς την κατεύθυνση εξεύρεσης μιας δικαιότερης λύσης, έχουν υποστηριχθεί αρκετές θεωρίες που τοποθετούν, πλάι στο φυσιοκρατικό κριτήριο της θεωρίας του ισοδυνάμου των όρων, αξιολογικής χροιάς κριτήρια. Αξιοσημείωτη στο πεδίο αυτό είναι η θεωρία του αντικειμενικού καταλογισμού, σύμφωνα με την οποία εκτός από την αιτιότητα, για να αναχθεί η απαξία του αποτελέσματος στη συμπεριφορά που το προκάλεσε αιτιωδώς, απαιτείται και συνάφεια κινδύνου, δηλ. απαιτείται το αποτέλεσμα να συνιστά πραγμάτωση ενός νομικά σημαντικού κινδύνου, εκείνου εξαιτίας του οποίου είναι άδικη η συμπεριφορά του δράστη. Τέτοια συνάφεια δεν συντρέχει όταν το αποτέλεσμα οφείλεται στην τύχη, σε συμπεριφορές τρίτων ή του ίδιου του παθόντος που θέτουν διαφορετικούς κινδυνογόνους παράγοντες οι οποίοι εν τέλει πραγματώνονται στο αποτέλεσμα, ήταν όμως εκτός της δυνατότητας ελέγχου του δράστη.
Με βάση τις ανωτέρω σκέψεις οδηγούμαστε στο τελικό συμπέρασμα ότι λόγω έλλειψης συνάφειας κινδύνου, το αποτέλεσμα του θανάτου του Β δεν μπορεί να καταλογισθεί αντικειμενικά στη συμπεριφορά του Α, ο οποίος ευθύνεται μόνο για την απόπειρα του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως.

Ειρήνη Μακρυκώστα,
Δικηγόρος, ΜΔΕ Ποινικών Επιστημών &
Εγκληματολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου