Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2016

Η ΝΕΑ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΕΛΛΑΔΑ (ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ) Δ/ΣΜΟΣ ΕΣΔΔΑ 2016






  •   Το ενημερωτικό αυτό σημείωμα απευθύνεται στα μέλη των αρμοδίων κοινοβουλευτικών επιτροπών και έχει ως στόχο την υποβοήθηση του έργου τους στη βουλή. Συζητήθηκε και εγκρίθηκε από την Επιστημονική Επιτροπή του Γραφείου σε συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε στις 17/01/2014.
  •  Οι εξελίξεις στην ΕΕ και την Ευρωζώνη ορίζουν σε μεγάλο βαθμό το νέο θεσμικό πλαίσιο, σαφώς πιο περιοριστικό από αυτό του 2010, εντός του οποίου θα κινούνται πλέον οι εθνικές κυβερνήσεις και συνεπώς και η ελληνική πολιτική. Έτσι, στο μέλλον, ανεξάρτητα αν υπογραφεί νέο μνημόνιο (όπως κι έγινε με το τρίτο μνημόνιο), θα πρέπει να κινείται εντός των νέων κανόνων οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Επίσης, θα πρέπει να υπογράψει με τα άλλα κράτη μέλη πάσης φύσεως «συμβατικές διευθετήσεις».
  •   Από το 2014 και μετά βρισκόμαστε σε μια διαφορετική ΕΕ και Ευρωζώνη δηλαδή σε μια νέα κατάσταση συλλογικής εποπτείας για τη δημοσιονομική της πολιτική και στενότερης συνεργασίας για τη γενικότερη οικονομική της πολιτική.
  •   Το παρόν σημείωμα προϋποθέτει ότι η Ελλάδα παραμένει στη ζώνη του Ευρώ ή ότι υπάρχει ευρεία πολιτική συναίνεση για να αποφευχθεί η επιστροφή στη δραχμή.
  • Η ΟΝΕ δεν ικανοποίησε τελικά τα κριτήρια μιας άριστης νομισματικής περιοχής καθώς (α) η Ελλάδα συμμετέχει μεν στους νέους κανόνες συνεργασίας αλλά δεν είναι σε θέση να ασκήσει σημαντική επιρροή (β) η Ελλάδα ζητά τη χρηματοδοτική συνδρομή άλλων κρατών μελών αλλά δεν έχει επιδείξει ένα ιστορικό συμμόρφωσης σε πολλά από εκείνα που υπέγραψε. Επομένως: για να παραμείνει η χώρα στην Ευρωζώνη οριοθετούνται πλέον με διαφορετικό τρόπο από το παρελθόν οι δυνατότητές της λόγω των θεσμικών (και άλλων) εξελίξεων.

  • Πριν την κρίση του 2008 είχε διαμορφωθεί ένα σύστημα κανόνων και διαδικασιών για τη «δημοσιονομική πειθαρχία» και (χαλαρότερο) συντονισμό της γενικής οικονομικής πολιτικής. Βασικοί άξονές του ήταν οι διατάξεις της ΣΕΕ/ΣΛΕΕ (Συνθήκη της Λισαβόνας), όμως, το σύστημα αυτό χαρακτηρίστηκε από τη μέτρια αποτελεσματικότητά του. Ήδη πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008/9 και την ύφεση που τη συνόδευσε, το σύστημα αποδείχθηκε ανεφάρμοστο όταν Γαλλία και Γερμανία επέβαλαν το 2005 αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) για να αποφύγουν τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.  Επομένως, τα κράτη μέλη δεν είχαν προετοιμαστεί για την περίπτωση αντιστροφής της οικονομικής συγκυρίας, έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα για την εφαρμογή αντικυκλικής πολιτικής σε περιόδους ύφεσης. Όλα αυτά προκάλεσαν και τη δυσπιστία των αγορών έναντι των ευάλωτων κρατών μελών της Ευρωζώνης. Οι δημοσιονομικές επιδόσεις των ευρωπαϊκών κρατών δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες του ΣΣΑ πριν την κρίση του 2008/9 καθώς οι εθνικές κυβερνήσεις δεν αποδέχθηκαν πραγματικά τους περιορισμούς του και ενώ το ΣΣΑ περιείχε διαδικασίες ελέγχου και επιβολής ποινών αποδείχθηκαν και αυτές αναποτελεσματικές. Ακόμα, αναδείχθηκε μια ακόμα αδυναμία του συστήματος: δεν διέθετε μηχανισμούς αντιμετώπισης κρίσεων και εξισορρόπησης των οικονομικών εξελίξεων των κρατών μελών. Τέλος, ήταν εμφανής η αποτυχία των αγορών να διαφοροποιήσουν τις εκτιμήσεις κινδύνου ανάλογα προς τις αποκλίνουσες δημοσιονομικές εξελίξεις σε καθένα από τα κράτη μέλη της Ζώνης του Ευρώ.
  • Μετά την κρίση και αρχής γενομένης από την ελληνική κρίση χρηματοδότησης του 2009/10, το σύστημα διακυβέρνησης άλλαξε, έγινε πολυπλοκότερο: (α) τροποποιήθηκε το ΣΣΑ με μία δέσμη οδηγιών και έναν κανονισμό (six-pack) (β) ιδρύθηκαν νέοι μηχανισμοί στήριξης κρατών μελών (αρχικά το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοδοτικής Σταθερότητας (EFSF), σήμερα ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM, ΕΜΣ) (γ) υιοθετήθηκε ένα «δημοσιονομικό σύμφωνο» (Fiscal Compact) (δ) εντάθηκε η οικονομική συνεργασία (και αμοιβαία εποπτεία) σε ζητήματα γενικότερης οικονομικής πολιτικής (Euro-Plus-Pact) που όμως παραμένει χαλαρή (ε) ενισχύθηκε η κεντρική εποπτεία των εθνικών προϋπολογισμών (two-pack) και (στ) τροποποιήθηκαν οι κανονισμοί των διαρθρωτικών ταμείων ώστε να συνάδουν προς τη νέα λογική[1]
  •  
  • Το νέο σύστημα αμοιβαίας εποπτείας διαφέρει σημαντικά από το προηγούμενο (προ κρίσης). Γίνεται πιο δεσμευτικό και συνδυάζεται με αυστηρότερες κυρώσεις και ευκολότερες διαδικασίες επιβολής τους. Ταυτόχρονα διευρύνθηκε σημαντικά το αντικείμενο της εποπτείας. Τώρα, πέρα από δημοσιονομικές στοχεύσεις περιλαμβάνει και τις γενικότερες μακροοικονομικές ανισορροπίες. Κάθε κράτος αξιολογείται με βάση ένα κατάλογο δεικτών για την εξέλιξη των αγορών, των πιστώσεων προς τον ιδιωτικό τομέα, της ανεργίας, του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, του κόστους, των τιμών κ.λπ. Δημιουργήθηκαν δύο αλληλένδετα πεδία συνεργασίας: δημόσια οικονομία και οικονομική/κοινωνική πολιτική. Το νέο σύστημα λειτουργεί και προληπτικά καθώς διάφορα προγράμματα τα οποία είναι υποχρεωμένα τα κράτη μέλη να καταρτίζουν («σύγκλισης», «σταθερότητας» και «προσαρμογής») προηγούνται των εθνικών προϋπολογισμών και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την κατάρτιση του ετήσιου προϋπολογισμού, στο συντονισμό αυτό, ενισχύεται η εποπτική λειτουργία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής παρόλο που το τελικό λόγο έχουν τα Συμβούλια.
  •  
  • Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας συμπληρώνει το οπλοστάσιο της ΕΕ (αριθμητικοί περιορισμοί, νέες διαδικασίες λήψης αποφάσεων, κυρώσεις) για τη δημοσιονομική πειθαρχία και αποτελεσματικότερο συντονισμό της οικονομικής πολιτικής των κρατών μελών. Κατέχει ισχυρή θέση στο Ευρωπαϊκό Σύστημα, είναι ένας δημόσιος χρηματοδοτικός θεσμός όπως το ΔΝΤ, εξουσιοδοτήθηκε με διεθνή σύμβαση να δανείζει μία χώρα που αδυνατεί πλέον να δανεισθεί από τις διεθνείς αγορές με ανεκτά επιτόκια και βρίσκεται στα πρόθυρα χρεοκοπίας, αλλά η βοήθεια είναι με όρους οικονομικής πολιτικής.   Να σημειωθεί ότι η χρηματοοικονομική ρευστότητα του ΕΜΣ είναι της τάξης των 500 δις το οποίο γεγονός δημιουργεί κίνδυνο για την Ευρώπη καθώς διαφαίνεται ότι διαθέτει ανεπαρκείς πόρους σε περίπτωση που χρειαστεί να παρέμβει σε περισσότερες και μεγαλύτερες χώρες της ΕΕ.
  •  Η κριτική αμφισβητεί την αποτελεσματικότητα των νέων κανόνων όσο και τους στόχους καθώς (α) τα χρέη εξακολουθούν να αυξάνονται (β) σύμφωνα με τον Robert Barro, το υψηλό δημόσιο χρέος αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει σε υψηλότερη φορολογία η οποία θα μειώσει το δυναμικό της οικονομικής ανάπτυξης (γ) οι νέοι στόχοι είχαν υψηλό κόστος λόγω της πτώσης του ΑΕΠ που προκάλεσαν δραματική αύξηση ανεργίας (δ) η πτώση του ΑΕΠ έχει ως αποτέλεσμα τη δυσκολία επίτευξης μεταρρυθμίσεων και μιας όχι προσωρινής αλλά διατηρήσιμης ισορροπίας των προϋπολογισμών με εξάλειψη πρωτογενών ελλειμμάτων (φαινόμενο της «χιονοστιβάδας»).  Η αρνητική επίπτωση που έχουν στο ΑΕΠ εξουδετέρωσε τα οφέλη από τη μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Για τους λόγους αυτούς, ερευνητικά κέντρα όπως ΔΝΤ και ΟΟΣΑ υποστηρίζουν ότι η πολιτική αυτή και οι στόχοι της θα πρέπει να αναθεωρηθούν καθώς υποδεικνύουν: (α) διαγραφή χρεών (β) ευέλικτα προγράμματα που να ανταποκρίνονται στα ιδιαίτερα οικονομικά δεδομένα των κρατών (γ) περισσότερο επεκτακτική πολιτική στις χώρες χωρίς δημοσιονομικά προβλήματα όπως η Γερμανία, ώστε το βάρος της προσαρμογής να μην πέφτει μόνο στις υπερχρεωμένες χώρες.
  •  Από τα παραπάνω συνάγεται ότι δεν λύθηκε τελικά το ζήτημα του χρέους της Ελλάδας, της Πορτογαλίας κ.α. Κράτη μέλη όπως η Ελλάδα (με το δημόσιο χρέος να παραμένει στα δυσθεώρητα ύψη του 170%) δεν έχουν την παραμικρή δυνατότητα να μειώσουν τα χρέη στο επίπεδο που απαιτούν οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες αποκλειστικά μόνο με εθνικές προσπάθειες. Η «τυφλή» λιτότητα απλά θα επιδεινώσει την κρίση και δεν θα λύσει το πρόβλημα της υπερχρέωσης.

  • Οι νέοι περιορισμοί για την ελληνική δημοσιονομική πολιτική έχουν ως εξής: (1)  κάθε κράτος μέλος θεσμοθετεί και τηρεί τον κανόνα του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού (χρυσός κανόνας): περιορίζει δηλ τη δυνατότητα των κρατών μελών να αναλαμβάνουν νέα χρέη, όσες χώρες έχουν λόγο χρέους προς ΑΕΠ άνω του 60% οφείλουν να μειώνουν το υπερβάλλον χρέος κατά 1/20 ανά έτος, αυτό σημαίνει ότι οι χώρες αυτές θα πρέπει όχι μόνο να έχουν ισοσκελισμένους αλλά πλεονασματικούς προϋπολογισμούς, αν δεν επιτυγχάνεται αυτό επιβάλλεται πρόστιμο 0,2% του ΑΕΠ και διακόπτεται η χορήγηση πόρων από τα ευρωπαϊκά ταμεία, ο κανόνας αυτός οφείλουν τα κράτη να τον εισάγουν στην εθνική τους νομοθεσία έως 1/1/14, σε εξαιρετικές καταστάσεις («βαθιάς ύφεσης») επιτρέπονται προσωρινές αποκλίσεις από τον κανόνα (2) κάθε κράτος μέλος αποφασίζει μεσοπρόθεσμους στόχους (Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής τετραετούς διάρκειας, το οποίο θα επικαιροποιείται), το Μεσοπρόθεσμο αυτό θα προβλέπει, ανάμεσα σε άλλα ενδεικτικούς ή δεσμευτικούς στόχους για τα ελλείμματα ή πλεονάσματα της γενικής κυβέρνησης και δεσμευτικές ανώτατες δαπάνες των Υπουργείων, οι εθνικοί προϋπολογισμοί θα πρέπει να κινούνται σύμφωνα με αυτό (3) κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει πολιτικές που οδηγούν σε διατηρήσιμα αποτελέσματα (λέγε μεταρρυθμίσεις βλ. σημεία 7 και ιι (4) εθνικός νόμος θα πρέπει να προβλέπει μηχανισμό αυτόματης διόρθωσης τυχόν αποκλίσεων από δημοσιονομικούς στόχους (5) ο προϋπολογισμός θα υπόκειται σε προληπτική εποπτεία μέσα από την πολύπλοκη διαδικασία του «ευρωπαϊκού εξαμήνου», η διαδικασία αυτή έχει στόχο να εμποδίσει τη μετάδοση σε άλλα κράτη μέλη των συνεπειών που έχουν οι «κακοσχεδιασμένες» εθνικές πολιτικές, η αξιολόγηση στο ευρωπαϊκό εξάμηνο θα γίνεται με βάση ενός καταλόγου δεικτών (6) η πορεία εκτέλεσης των προϋπολογισμών θα ελέγχεται στενότερα από την Επιτροπή επομένως η εκάστοτε κυβέρνηση θα βρίσκεται σε μια συνεχή διαδικασία διαβούλευσης (7) τα συμβαλλόμενα κράτη που υπόκειται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος θα πρέπει να συμφωνούν με την Επιτροπή «πρόγραμμα δημοσιονομικής και οικονομικής εταιρικής σχέση» που θα περιλαμβάνει και λεπτομερή προγράμματα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ώστε να διασφαλισθεί μια διαρκής μείωση υπερβολικών ελλειμμάτων (8) ο εθνικός προϋπολογισμός θα πρέπει να ελέγχεται από ανεξάρτητες εθνικές αρχές, όπως είναι τα λεγόμενα «δημοσιονομικά συμβούλια» και ειδικά γραφεία προϋπολογισμού που υπάγονται στα εθνικά κοινοβούλια και όχι στην κυβέρνηση (9) κάθε χώρα θα υπάγεται σε καθεστώς «ενισχυμένης εποπτείας» όταν προσφεύγει στη χρηματοδοτική στήριξη του ΕΜΣ (10) η σύναψη μνημονίου συνεννόησης προβλέπεται γενικά για κάθε δάνειο που θα χορηγείται από τον ΕΜΣ, ο ΕΜΣ μπορεί να αναθέτει στην Επιτροπή, σε συνεργασία με ΕΚΤ και όπου αναγκαίο με ΔΝΤ, να διαπραγματεύεται ένα μνημόνιο συνεννόησης που θα καθορίζει λεπτομερώς τους όρους οικονομικής πολιτικής, επίσης, τα κράτη μέλη «χωρίς μνημόνιο» θα υπογράφουν «νομικά δεσμευτικές συμφωνίες» με την Επιτροπή αν αντλούν πόρους από το ΕΜΣ (11) καθιερώθηκε η «διαδικασία υπερβολικών ανισορροπιών» για την έγκαιρη αντιμετώπιση μακροοικονομικών ανισορροπιών που μπορεί να αποτυπώνονται στο εξωτερικό ισοζύγιο και άλλα μεγέθη. Αφετηρία ήταν τα συνεχή προβλήματα που προκύπτουν από μεγάλες και κατά περίπτωση διευρυνόμενες διαφορές στην ανταγωνιστικότητα των εθνικών οικονομιών και σε άλλα μακροοικονομικά μεγέθη, οι δημοσιονομικές ανισορροπίες υποκρύπτουν βαθύτερα προβλήματα (ιδιωτικά χρέη, οικιστικές φούσκες, ταχύτερα αυξανόμενες τιμές κλπ) (12) εφαρμόζεται η «ανοικτή μέθοδος συντονισμού», τα κράτη μέλη καταρτίζουν κάθε χρόνο προγράμματα δράσεων που στο τέλος ενσωματώνονται σε άλλα που προβλέπονται σε διαφορετικού κανονισμούς (13) προβλέπεται εμπλοκή του ΔΝΤ σε αμιγώς ενωσιακούς κανονισμούς (14) η νέα «αιρεσιμότητα» στα διαρθρωτικά ταμεία, η Ελλάδα αντλεί πόρους από όλα τα διαρθρωτικά ταμεία ώστε να ανακάμψει η αγορά εργασίας και στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας (15) νέα διαδικασία επιβολής κυρώσεων, κάθε κράτος μέλος μπορεί να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αν εκτιμά ότι άλλο κράτος δεν τηρεί τις δεσμεύσεις του Συμφώνου.

Πηγή: https://www.google.gr/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&cd=2&ved=0ahUKEwjyteLu0_rOAhXJtBQKHbFwAIgQFggiMAE&url=http%3A%2F%2Fwww.pbo.gr%2FDesktopModules%2FEasyDNNNews%2FDocumentDownload.ashx%3Fportalid%3D3%26moduleid%3D5207%26articleid%3D1092%26documentid%3D1085&usg=AFQjCNHeZ3m-NuAs9wf6nl1_L2HkUTiuDQ&sig2=PBiG_a8cdOVGxkZGEUi2jA&cad=rja

[1] Η Ελλάδα ήταν η αφορμή της κρίσης της Ευρωζώνης, όχι η αιτία της. Η αιτία βρίσκεται στο ότι  η Ευρωζώνη είναι μια πλήρης νομισματική ένωση, αλλά μια ατελής οικονομική και δημοσιονομική ένωση κρατών-μελών με διαφορετικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά, μια ένωση των ώριμων οικονομιών του Ευρωπαϊκού Βορρά και των λιγότερο ώριμων οικονομιών του Ευρωπαϊκού Νότου. Η τρέχουσα κρίση είναι κατά ένα μικρό μόνο ποσοστό κρίση δημοσίου χρέους, και αυτό αφορά κυρίως την Ελλάδα και την Πορτογαλία. Η ξέφρενη οικονομική δραστηριότητα και η τεχνική άνοδος των τιμών στην Ισπανία και στην Ιρλανδία, ο υπερδανεισμός των επιχειρήσεων στην Ιταλία, η άρνηση της Γερμανίας να αυξήσει την εσωτερική της ζήτηση  ώστε να διευκολύνει τις εισαγωγές από τις χώρες του Νότου, η πτώση της ανταγωνιστικότητας των χωρών της περιφέρειας έδειξαν ότι αιτίας της ήταν επίσης η κρίση του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας, του τραπεζικού συστήματος αρκετών χωρών – μελών καθώς και κρίση ελέγχου και εποπτείας από τις δημοσιονομικές και νομισματικές αρχές της Ευρωζώνης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πριν την κρίση δεν είχε ακόμη διαμορφώσει μια συνολική πολιτική οικονομικής διακυβέρνησης, ένα νέο τρόπο αντιμετώπισης των ανισοτήτων μεταξύ του αναπτυγμένου κεντρικού πυρήνα και της λιγότερο ανεπτυγμένης περιφέρειάς της, δεν είχε ακόμη διαμορφώσει πολιτικές που θα κατανέμουν κατά το δυνατόν ισόρροπα τις ωφέλειές της σε όλα τα μέλη. Μια οικονομία, μια αγορά, ένα νόμισμα και μια συνεχώς στενότερη συνεργασία δεν είναι δυνατά όταν ταυτόχρονα υπάρχουν 19 κυβερνήσεις που παίρνουν σχετικές αποφάσεις, 19 διαφορετικά επιτόκια, 19 διαφορετικά καθεστώτα και 19 διαφορετικά δημόσια χρέη. Το όλο σύστημα καθίσταται όλο και πιο δυσκίνητο και δεν είναι σε θέση να πραγματοποιήσει το στόχο μιας ευρύτερης κοινής οικονομικής πολιτικής. Αρχή της συνθήκης είναι ότι στο πλαίσιο της ΟΝΕ κάθε χώρα ευθύνεται μόνον για τις δικές της υποχρεώσεις και δεν είναι υποχρεωμένη να καλύψει τις υποχρεώσεις άλλων κρατών. Η κρίση όμως έδειξε ότι τα μέλη της Ευρωζώνης αναγκάστηκαν να εφεύρουν τρόπους για να ατονήσει ο κανόνας των Συνθηκών για την αποκλειστική ευθύνη του κάθε κράτους και στην περίπτωση της Ελλάδας επινόησαν τη χρηματοδότησή της μέσω διμερών δανείων, στην περίπτωση της Πορτογαλίας και Ιρλανδίας, τη δημιουργία ενός προσωρινού μηχανισμού σταθεροποίησης ο οποίος μετέπειτα πήρε μόνιμη μορφή.  Η Ένωση βρίσκεται πια σε «διαδικασία μετάβασης». Η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι όλο και περισσότερο αναγκαία επειδή η παγκοσμιοποίηση, έχει αυξήσει κατά πολύ την ικανότητα των αγορών να κατευθύνουν και να αποφασίζουν την πολιτική.  Η ισορροπία μεταξύ εξουσίας αγορών και εξουσίας κρατικών θεσμών δεν υπάρχει πια, οι αγορές έχουν κερδίσει έδαφος. Χρειάζεται πια μηχανισμός που θα καταπολεμά τη διεθνή κερδοσκοπία. Η πολιτική ένωση είναι αναγκαία. Εάν οι χώρες που βρίσκονται σε κρίση είχαν διατηρήσει το νόμισμά τους θα ήταν σε θέση να το υποτιμήσουν ώστε να γίνουν πάλι ανταγωνιστικές, αυτό δεν είναι πια εφικτό, τα κράτη σε κρίση πρέπει να εφαρμόσουν για πολύ χρόνο μια αυστηρή πολιτική λιτότητας και εκτεταμένες διαρθρωτικές αλλαγές. Βέβαια, μια υποτίμηση δεν σημαίνει ότι δεν θα έφερνε και περιοριστική πολιτική καθώς ο πληθωρισμός που ακολουθεί την υποτίμηση ακυρώνει τα κέρδη της χώρας. Βλ. Κώστα Σημίτη «Οι προοπτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης σήμερα» http://www.constitutionalism.gr/simitis-europunion/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου