Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2015

ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΤΥΠΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ (ΑΠΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, Α ΤΟΜΟΣ, ΡΑΙΚΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ)



Ο όρος Σύνταγμα έχει δύο έννοιες: την ουσιαστική και την τυπική.
Το Σύνταγμα υπό ουσιαστική έννοια είναι ο θεμελιώδης νόμος και έτσι διακρίνεται σαφώς από τους υπόλοιπους νόμους, που ονομάζονται κοινοί.
Η ουσιαστική διάκριση μεταξύ Συντάγματος και νόμων ανάγεται ήδη από τον Αριστοτέλη ο οποίος διέκρινε στα «Πολιτικά» του την «πολιτείαν» από τους «νόμους». Αυτός όρισε το ουσιαστικό Σύνταγμα (την «πολιτείαν») ως τους κανόνες που ρυθμίζουν τις αρχές, την κατανομή των εξουσιών, το ανώτατο όργανο και το σκοπό του κράτους.  Ο αριστοτέλειος ορισμός επικράτησε και κρατεί κατά βάση στην σύγχρονη επιστήμη όμως δεν ταυτίζεται με τον ορισμό του Συντάγματος υπό ουσιαστική έννοια που επικρατεί στον ελλαδικό χώρο. Ο κρατών ορισμός είναι ευρύτερος του αριστοτέλειου γιατί περιλαμβάνει και τα ατομικά δικαιώματα και στενότερος γιατί δεν περιλαμβάνει το σκοπό του κράτους.
Η προστασία των ατομικών δικαιωμάτων και η αρχή της διάκρισης των λειτουργιών αποτελούν τα δύο κλασικά συστατικά στοιχεία του Συντάγματος ενός φιλελεύθερου κράτους δικαίου. Το ουσιώδες αυτό περιεχόμενο διακήρυξε ήδη το άρθρο 16 της γαλλικής Διακηρύξεως των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων το 1789. Επίσης, ο σκοπός του κράτους με τον οποίο ασχολείται η γενική Πολιτειολογία και η Πολιτική Επιστήμη αναφέρεται μόνο στο προοίμιο των ισχυόντων συνταγμάτων ορισμένων κρατών.
Ο Αριστοτέλης ταύτισε το ουσιαστικό σύνταγμα με το πολίτευμα. Η αντίληψη αυτή υιοθετήθηκε και από την σύγχρονη επιστήμη. Από την ίδια αντίληψη φαίνεται ότι αναχωρούσε και η Α Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων που συνήλθε στην Αρχαία Επίδαυρο (1821-1822) ονομάζοντας το Σύνταγμα «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδας».  Το δεύτερο σύνταγμα του Αγώνα που ψηφίστηκε από την Β Εθνοσυνέλευση (1823) στο Άστρος Κυνουρίας ονομάστηκε «Νόμος της Επιδαύρου». Τον όρο «Σύνταγμα» χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το Σύνταγμα της Τροιζήνας που ψηφίστηκε από την Γ Εθνοσυνέλευση (1827) το οποίο ονομάστηκε «Πολιτικό Σύνταγμα της Ελλάδος».
Παρά την ταύτιση ουσιαστικού συντάγματος και πολιτεύματος ο κρατών ορισμός του πρώτου περιέχει και τη μορφή του πολιτεύματος βλ. άρθρα 1-2 του ισχύοντος Συντάγματος  που έχουν τον τίτλο «Μορφή του πολιτεύματος».
Το Σύνταγμα υπό τυπική έννοια είναι ο θεμελιώδης νόμος του Κράτους που είναι γραπτός και έχει αυξημένη τυπική δύναμη απέναντι στους κοινούς νόμους. Από τον ορισμό προκύπτουν δύο ουσιώδη εννοιολογικά στοιχεία: η γραπτή διατύπωση και η αυξημένη τυπική δύναμη. Αντίθετα είναι αμφίβολο αν η αυστηρότητα του συντάγματος είναι ουσιώδες εννοιολογικό στοιχείο του συντάγματος υπό τυπική έννοια.  Κατά την κρατούσα άποψη το τυπικό σύνταγμα ταυτίζεται με το γραπτό και κατά άλλη άποψη  η αυστηρότητα του συντάγματος δεν είναι αναγκαίο στοιχείο της τυπικής έννοιας του. Η τυπική έννοια του συντάγματος θεωρείται ως η μοναδική νομική έννοια αυτού γιατί αυτή εξασφαλίζει την υπεροχή του.
Το τυπικό σύνταγμα μπορεί να αποτελείται  από ένα ενιαίο κείμενο ή από περισσότερα κείμενα. Ο τύπος του ενιαίου επικρατεί στα σύγχρονα κράτη. Μη ενιαίο σύνταγμα είναι για παράδειγμα το ισχύον ομοσπονδιακό σύνταγμα της Αυστρίας το οποίο αποτελείται από το Συνταγματικό νόμο του 1820 και από άλλα κείμενα ακόμη και του περασμένου αιώνα που έχουν συνταγματική ισχύ και επίσης το ισχύον Σύνταγμα της Σουηδίας που αποτελείται από το συνταγματικό κείμενο του 1975, το Νόμο περί διαδοχής και το Νόμο περί της ελευθερίας του τύπου.
Ως ιστορικό παράδειγμα μη ενιαίου Συντάγματος μπορεί να αναφερθεί το Σύνταγμα ης Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας που αποτελείτο από τρεις συνταγματικούς νόμους του 1875.
Ο τύπος του ενιαίου συντάγματος επικράτησε από πάντα στην χώρα μας, η αρχή όμως αυτή παραβιάστηκε επανειλημμένα με τη διατήρηση σε ισχύ των ψηφισμάτων και των συντακτικών πράξεων που αποτελούσαν και εξακολουθούν να αποτελούν το «Παρασύνταγμα».
Η ουσιαστική και η τυπική έννοια δεν ταυτίζονται. Γιατί από τη μία μεριά το σύνταγμα υπό τυπική έννοια δεν περιλαμβάνει μόνο κανόνες του ουσιαστικού συντάγματος αλλά και κανόνες που αναφέρονται σε άλλους κλάδους (δημοσίου και ιδιωτικού) και από την άλλη οι κανόνες του συνταγματικού δικαίου δεν περιέρχονται αποκλειστικά στο συνταγματικό κείμενο, αλλά και σε άλλα νομοθετικά κείμενα ή ακόμα και σε έθιμα.
Έτσι στο ισχύον Σύνταγμά μας περιλαμβάνονται κανόνες που αναφέρονται στο Εκκλησιαστικό, το Δικονομικό, το Διοικητικό και το Ιδιωτικό Δίκαιο. Αντίθετα δεν περιέχονται σε αυτό οι κανόνες του συνταγματικού δικαίου περί της εκλογής βουλευτών, περί λειτουργίας βουλής, περί ευθύνης ΠτΔ και οργάνωσης & λειτουργίας του ΑΕΔ που θεσπίζονται κάθε φορά με νόμους  και προκειμένου για τη λειτουργία της βουλής, με τον Κανονισμό της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου