ΘΕΜΑ: ΓΡΑΠΤΟ ΚΑΙ ΑΓΡΑΦΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ.
Γραπτό
λέγεται το Σύνταγμα που οι κανόνες που περιέχει βρίσκονται αποτυπωμένοι σε ένα
ή περισσότερα κείμενα, τα οποία έχουν πανηγυρικό χαρακτήρα και θεσπίζονται
συνήθως με τρόπο συστηματικό σε ένα ενιαίο συνταγματικό κείμενο. Η ιδέα ενός
γραπτού συντάγματος πρωτοεμφανίστηκε την εποχή του Διαφωτισμού και απέβλεπε αρχικά
τον περιορισμό της απόλυτης και αυθαίρετης εξουσίας του μονάρχη και αξιώνοντας
αργότερα την εγκατάσταση μιας εξουσίας περιορισμένης ή οριοθετημένης.
Έτσι,
η συνταγματική ιδέα ταυτίστηκε ιστορικά με την αξίωση θέσπισης γραπτού
κειμένου, στο οποίο να περιέχονται οι θεμελιώδεις αρχές οργάνωσης της κρατικής
εξουσίας, με σκοπό τον περιορισμό και την ορθολογική άσκησή της. Συνδέθηκε με
τις θεωρίες του κοινωνικού συμβολαίου (Hobbes, Locke)
και γενικότερα με τις φιλελεύθερες αντιλήψεις της εποχής που απέβλεπαν στην
εγκαθίδρυση μιας εξουσίας πολιτικής, χωρισμένης τυπικά από την εκκλησιαστική
και την οικονομική, κοσμικής, βασισμένης στη θέληση των ανθρώπων και όχι του
Θεού, οργανωμένης ορθολογικά, μέσα από πάγιους και τυπικούς κανόνες δικαίου και
κυρίως μιας εξουσίας οριοθετημένης και περιορισμένης από τις εγγυήσεις των
δικαιωμάτων ελευθερίας.
Η
ιστορική σημασία του συνταγματισμού έχει εντοπιστεί πάντως στο γεγονός ότι με
τη θέσπιση γραπτού συντάγματος, την καθιέρωση της αρχής της διάκρισης των
εξουσιών και την κατοχύρωση των ατομικών δικαιωμάτων εγκαθιδρύονται
«περιορισμοί», τίθενται «όρια», ορθώνονται «φραγμοί» στην άσκηση της κρατικής
εξουσίας, έτσι ώστε να αποτρέπονται οι κίνδυνοι κρατικών αυθαιρεσιών.
Στην
Ελλάδα, το Σύνταγμα του 1844 αποτέλεσε σύνταγμα – συνάλλαγμα δηλαδή
προϊόν συμφωνίας του βασιλιά με το έθνος, ως ένα είδος συμβολαίου. Με τη θέση
του σε ισχύ του εν λόγω συντάγματος ξεκίνησε στην χώρα μας η περίοδος της
συνταγματικής μοναρχίας. Στο πολίτευμα αυτό ο βασιλιάς εξακολουθούσε να κατέχει
τις περισσότερες κρατικές εξουσίες, σε αντίθεση όμως με την απόλυτη μοναρχία
βασιλεύει εντός των ορίων που του θέτει το σύνταγμα. Παρόλο που ο Όθωνας δεν
σεβάστηκε πάντοτε αυτά τα όρια, η περίοδος της απόλυτης μοναρχίας είχε παρέλθει
ανεπιστρεπτί.
Η
ιστορία της Αγγλίας είχε μια ιδιαίτερη βαρύτητα στην ανάπτυξη όχι μόνο του
κοινοβουλευτισμού αλλά και της συνταγματικής ιδέας, διότι εκεί εμφανίστηκαν,
ουσιαστικά, τα πρώτα συνταγματικά κείμενα με τα οποία αναγνωρίστηκαν ατομικά
δικαιώματα (Magna
Charta
1215, Petition of
Rights
1689)
και εκεί θεσπίστηκαν τα προσωρινά κείμενα της πουριτανικής επανάστασης (Agreement
of
People
1649, Instrument
of
Government
1653).
Αν και δεν είχαν το μεγαλείο ούτε την ολοκληρωμένη διατύπωση της Διακήρυξης της
Ανεξαρτησίας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής του 1776 ή της περίφημης
γαλλικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη το 1789,
συνέβαλαν ωστόσο πρωταρχικά στην καθιέρωση της σύγχρονης έννοιας του
Συντάγματος, η οποία βρήκε όμως την πρώτη ολοκληρωμένη μορφή της στο γραπτό
και τυπικό Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Η υιοθέτηση του αμερικανικού Συντάγματος του
1787 από τη Ομοσπονδιακή Συνέλευση των Πολιτειών και η έγκρισή του από τις 13
πρώτες Πολιτείες αποτελεί γεγονός χωρίς ιστορικό προηγούμενο, δεδομένου ότι
ήταν η πρώτη φορά που μια χώρα προικιζόταν με γραπτό και τυπικό κείμενο, στο
οποίο διατυπώνονταν οι θεμελιώδεις αρχές διακυβέρνησης της χώρας και το οποίο
έπαιρνε τη μορφή ενός θεμελιώδους νόμου του κράτους.
Το
γραπτό Σύνταγμα αντιδιαστέλλεται προς το άγραφο. Άγραφο είναι το Σύνταγμα του οποίου οι κανόνες είναι κυρίως
εθιμικοί. Η οργάνωση και η λειτουργία των πολιτικών θεσμών βασίζεται σε πρακτικές,
παραδόσεις και συνήθειες με μακρά διάρκεια και συνεχή επανάληψη, οι οποίες
χαίρουν πολιτικής αποδοχής και συναίνεσης και επιβάλλονται για αυτό το λόγο και
στους φορείς της κρατικής εξουσίας με τρόπο πειθαναγκαστικό, ως κανόνες
εθιμικοί. Τέτοιο Σύνταγμα διαθέτει η Μ. Βρετανία, αν και οι εθιμικοί κανόνες
συμπληρώνονται με πράξεις γραπτές συνταγματικού περιεχομένου, όπως η Magna Charta (Χάρτης
των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) του 1215, ο κατάλογος των δικαιωμάτων του 1689
κ.α. Το βρετανικό σύνταγμα είναι κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά, εθιμικό.
Η
Magna
Charta
θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά έγγραφα στην ιστορία της δημοκρατίας. Αρχικά
γράφτηκε λόγω διαφωνιών μεταξύ του Πάπα Ιννοκεντίου του Γ’, του βασιλιά Ιωάννη
της Αγγλίας και των Άγγλων βαρόνων σχετικά
με τα δικαιώματα του βασιλιά. Η Magna Charta ζητούσε
από τον βασιλιά να αποκηρύξει κάποια δικαιώματά του, να σεβαστεί τις νομικές
διαδικασίες και να αποδεχτεί ότι θα δεσμεύεται από τους νόμους και θα
προστάτευε δικαιώματα των υπηκόων του βασιλιά, ιδιαίτερα από την παράνομη
φυλάκιση.
Βιβλιογραφία:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου