ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
Ο Θ δωρίζει στον ανεψιό του Α ένα συλλεκτικό αυτοκίνητο με την απαγόρευση να το μεταβιβάσει περαιτέρω σε τρίτον παρά μόνο στον πρωτότοκο γιο του Α, τον Γ, και στη συνέχεια του το παραδίνει.
Μετά από ένα έτος ο Α, ευρισκόμενος σε οικονομική ανάγκη πωλεί και μεταβιβάζει το αυτοκίνητο στον Β αντί 120.000 ευρώ.
2) Απαιτείται τύπος για τις δικαιοπραξίες που καταρτίστηκαν μεταξύ Θ και Α αφενός και Α και Β αφετέρου και ποιά η συνέπεια αν όπου αυτός απαιτείται, δεν τηρηθεί;
3) Είναι έγκυρη η απαγόρευση μεταβιβάσεως και ποιες συνέπειες έχει ως προς τους Α και Β;
4) Αν ο Β εσφαλμένα θεώρησε ότι το συλλεκτικό αυτοκίνητο ήταν μοντέλο έτους 1948 (μεγαλύτερης αξίας) ενώ στην πραγματικότητα ήταν μοντέλο έτους 1951 (μικρότερης αξίας), μπορεί να αποδεσμευθεί από τη σύμβαση πώλησης και αν ναι, πως;
Απάντηση (παιδιά άνοιξα τον Αστικό Κώδικα και απάντησα μόνη μου σαν να ήμουν σε εξετάσεις_όποιος θέλει συμπληρώνει ή σχολιάζει):
1) Μεταξύ Α και Β καταρτίστηκαν 3 δικαιοπραξίες. Μία ενοχική και δύο εμπράγματες. Αρχικά, καταρτίστηκε η ενοχική σύμβαση της πώλησης (ΑΚ 513) με την οποία ο πωλητής Α υποσχέθηκε να μεταβιβάσει την κυριότητα του πράγματος (το συλλεκτικό αυτοκίνητο στην προκειμένη περίπτωση) και ο αγοραστής Β υποσχέθηκε να πληρώσει το τίμημα που συμφωνήθηκε ήτοι 120.000 ευρώ. Εν συνεχεία, ακολούθησε η μεταβίβαση της κυριότητας του κινητού πράγματος (συλλεκτικού αυτοκινήτου) από τον Α στον Β (ΑΚ 1034) και η μεταβίβαση της κυριότητας του κινητού πράγματος (χρήματα) από τον Β στον Α (ΑΚ 1034). Η σύμβαση της πώλησης είναι ενοχική και υποσχετική δικαιοπραξία ενώ η μεταβίβαση της κυριότητας είναι εμπράγματη και εκποιητική. Η ουσιώδης διαφορά μεταξύ των δύο δικαιοπραξιών είναι ότι με την ενοχική δικαιοπραξία δεν χρειάζεται εκείνος που υπόσχεται να είναι κύριος του πράγματος και επιπλέον δεν μεταβάλλεται η περιουσιακή του κατάσταση ενώ αντιθέτως, με την εμπράγματη δικαιοπραξία εκείνος που μεταβιβάζει την κυριότητα πράγματος πρέπει να είναι κύριος, να έχει δηλαδή εξουσία διαθέσεως και επιπλέον με την εμπράγματη δικαιοπραξία μεταβάλλεται η περιουσιακή του κατάσταση (μειώνεται).
2) Σύμφωνα με τα οριζόμενα του άρθρου 158 ΑΚ η τήρηση τύπου για τη δικαιοπραξία απαιτείται μόνο όπου το οριζει ο νόμος. Ο νόμος στις διατάξεις του άρθρου 498 ΑΚ ορίζει ότι η σύμβαση της δωρεάς (ΑΚ 496) όσον αφορά τα κινητά πράγματα ισχυροποιείται όταν συνοδεύεται με την παράδοση αυτού. Σύμφωνα με το πρακτικό ο δωρητής Θ παρέδωσε το αμάξι στον δωρεοδόχο Α και συνεπώς η δωρεά του συλλεκτικού αυτοκινήτου είναι ισχυρή. Ως προς το δεύτερο μέρος του ερωτήματος, όσον αφορά τις δικαιοπραξίες μεταξύ Α και Β, πώλησης (ΑΚ 513) και μεταβίβασης κυριότητας κινητού πράγματος (ΑΚ 1034) δεν απαιτείται να περιβληθούν με συμβολαιογραφικό τύπο.
3) Στο ανωτέρω πρακτικό έχουμε δωρεά υπό τρόπο (ΑΚ 503) όπου ο δωρητής Θ έχει θέσει ένα όρο στη σύμβαση της δωρεάς και συγκεκριμένα ζήτησε να μη μεταβιβαστεί το αυτοκίνητο σε τρίτο πρόσωπο παρά μόνο στον πρωτότοκο γιο του Α, Γ. Όμως, ο δωρεοδόχος Α και όντας ευρισκόμενος σε οικονομική ανάγκη μετά από ένα έτος πώλησε και μεταβίβασε στον Β το συλλεκτικό αυτοκίνητο. Η συμπεριφορά του αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί αχάριστη απέναντι στον θείο του και δωρητή Θ ούτε μπορεί να θεωρηθεί κοινωνικά αποδοκιμαστέα με τρόπο τέτοιο ώστε ο δωρητής να ζητήσει την ανάκληση της δωρεάς (ΑΚ 505). Συνεπώς, οι έννομες συνέπειες επήλθαν με τη σύμβαση της πώλησης και κύριος του συλλεκτικού αυτοκινήτου είναι ο Β.
4) Αν κατά την κατάρτιση δικαιοπραξίας η δήλωση βουλήσεως δεν συμφωνεί με την πραγματική βούληση του δηλούντος Β, λόγω ουσιώδους πλάνης, τότε ο τελευταίος δικαιούται να ζητήσει ακύρωση της σχετικής δικαιοπραξίας (ΑΚ 140 επ.). Ειδικά επί δικαιοπραξίας που αφορά σε πώληση κινητού μεγάλης αξίας, ως ουσιώδη πλάνη νοείται και η πλάνη περί την ιδιότητα του αυτοκινήτου ως χρονολογία κατασκευής. Συγκεκριμένα η ιδιότητα αυτή (της χρονολογίας κατασκευής) σύμφωνα με το πρακτικό είναι τόσο σπουδαία που αν ο Β την εγνώριζε δεν θα προέβαινε στην κατάρτιση της σύμβασης πώλησης. Στην προκειμένη περίπτωση ο Β εσφαλμένα θεώρησε ότι το συλλεκτικό αυτοκίνητο ήταν μοντέλο έτους 1948 (μεγαλύτερης αξίας) ενώ στην πραγματικότητα ήταν μοντέλο έτους 1951 (μικρότερης αξίας) και σύμφωνα με την ΑΚ 140 έχει δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση της δικαιοπραξίας. Η ακύρωση της δικαιοπραξίας λόγω πλάνης επέρχεται με δικαστική απόφαση (ΑΚ 154), παράγει όμως όλες τις έννομες συνέπειες της μέχρι την έκδοση αυτής. Μόλις εκδοθεί η δικαστική απόφαση, η ακυρώσιμη δικαιοπραξία εξομοιώνεται με την εξαρχής άκυρη (ΑΚ 184) και θεωρείται σαν να μην έγινε (ΑΚ 180). Ο πλανηθείς υποχρεούται να ανορθώσει τη ζημία που προξένησε η ακύρωση (ΑΚ 145) εκτός αν ο ζημιωθείς γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την πλάνη.
Φιλικά,
4) Αν κατά την κατάρτιση δικαιοπραξίας η δήλωση βουλήσεως δεν συμφωνεί με την πραγματική βούληση του δηλούντος Β, λόγω ουσιώδους πλάνης, τότε ο τελευταίος δικαιούται να ζητήσει ακύρωση της σχετικής δικαιοπραξίας (ΑΚ 140 επ.). Ειδικά επί δικαιοπραξίας που αφορά σε πώληση κινητού μεγάλης αξίας, ως ουσιώδη πλάνη νοείται και η πλάνη περί την ιδιότητα του αυτοκινήτου ως χρονολογία κατασκευής. Συγκεκριμένα η ιδιότητα αυτή (της χρονολογίας κατασκευής) σύμφωνα με το πρακτικό είναι τόσο σπουδαία που αν ο Β την εγνώριζε δεν θα προέβαινε στην κατάρτιση της σύμβασης πώλησης. Στην προκειμένη περίπτωση ο Β εσφαλμένα θεώρησε ότι το συλλεκτικό αυτοκίνητο ήταν μοντέλο έτους 1948 (μεγαλύτερης αξίας) ενώ στην πραγματικότητα ήταν μοντέλο έτους 1951 (μικρότερης αξίας) και σύμφωνα με την ΑΚ 140 έχει δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση της δικαιοπραξίας. Η ακύρωση της δικαιοπραξίας λόγω πλάνης επέρχεται με δικαστική απόφαση (ΑΚ 154), παράγει όμως όλες τις έννομες συνέπειες της μέχρι την έκδοση αυτής. Μόλις εκδοθεί η δικαστική απόφαση, η ακυρώσιμη δικαιοπραξία εξομοιώνεται με την εξαρχής άκυρη (ΑΚ 184) και θεωρείται σαν να μην έγινε (ΑΚ 180). Ο πλανηθείς υποχρεούται να ανορθώσει τη ζημία που προξένησε η ακύρωση (ΑΚ 145) εκτός αν ο ζημιωθείς γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την πλάνη.
Φιλικά,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου