!Ιδιωτικό
Δίκαιο: σύνολο κανόνων που ρυθμίζουν έννομες
σχέσεις μεταξύ ιδιωτών, δηλ. μεταξύ προσώπων που δεν ασκούν στη συγκεκριμένη
περίπτωση κρατική εξουσία,αλλά συμμετέχουν ως ίσοι στις έννομες σχέσεις. Κύριοι
κλάδοι του : Αστικό, Εμπορικό, Εργατικό Δίκαιο και Δίκαιο Πνευματικής
Ιδιοκτησίας.
!Αστικό Δίκαιο:
Κλάδος του Ιδιωτικού Δικαίου, που περιέχει κανόνες για τη ρύθμιση εννόμων
σχέσεων προσώπων που ενεργούν ως ιδιώτες. Ο Αστικός Κώδικας, η κύρια
νομοθετική έκφραση του Αστικού Δικαίου, διαιρείται στα εξής βιβλία: Γενικές
Αρχές (άρθρα 1-286), Ενοχικό Δίκαιο (287-946), Εμπράγματο Δίκαιο (947-1345),
Οικογενειακό Δίκαιο (1346-1709) και Κληρονομικό Δίκαιο (1710-2435).
!Γενικές Αρχές:
Κλάδος του Αστικού Δικαίου, που περιέχει γενικούς κανόνες, οι οποίοι ισχύουν
για όλες τις αστικές έννομες σχέσεις και εφαρμόζονται και στους υπόλοιπους
κλάδους του Αστικού Δικαίου.
!Καλή πίστη:
η ευθύτητα, εντιμότητα και ειλικρίνεια που πρέπει να τηρεί κανείς στις
συναλλαγές και γενικότερα στην κοινωνική συμβίωση.
!Χρηστά ήθη:
οι κρατούσες αντιλήψεις του μέσου, χρηστού και δίκαιου ανθρώπου για το ποια
συμπεριφορά ανταποκρίνεται στις επιταγές της κοινωνικής ηθικής ~ οι επιταγές
της κρατούσας κοινωνικής ηθικής, η οποία γίνεται αποδεκτή σε μια ορισμένη
εποχή, σε έναν ορισμένο τόπο και από έναν ορισμένο κύκλο προσώπων.
!Συναλλακτικά
ήθη: οι συνηθισμένοι στις συναλλαγές τρόποι
συμπεριφοράς, οι οποίοι ακολουθούνται σε ορισμένο τόπο, κατηγορία συναλλαγών ή
επαγγελματικό κύκλο.
4ΠΡΟΣΩΠΑ
(Φυσικά - Νομικά)
!Ικανότητα
Δικαίου: η ικανότητα να είναι κανείς υποκείμενο
δικαίου, φορέας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, δηλ. πρόσωπο.
!Πρόσωπο
(Φυσικό & Νομικό): το υποκείμενο στο οποίο αναφέρεται η
λειτουργία του Δικαίου. Το πρόσωπο είναι υποκείμενο δικαιωμάτων, υποχρεώσεων
και εννόμων καταστάσεων.Το πρόσωπο στο Αστικό Δίκαιο μπορεί να είναι: Φυσικό
(δηλ. κάθε άνθρωπος) και Νομικό: α) ένωση προσώπων για
την επιδίωξη ορισμένου σκοπού (σωματείο), β) σύνολο
περιουσία που έχει ταχθεί στην εξυπηρέτηση ορισμένου σκοπού, που απέκτησε
προσωπικότητα με την τήρηση των όρων που αναγράφει ο νόμος (ίδρυμα -
πρβλ. ΑΚ 61).
!Κατοικία:
το πρόσωπο έχει κατοικία στον τόπο της κύριας και μόνιμης εγκατάστασής του.
Κανένας δεν μπορεί να έχει συγχρόνως περισσότερες από μία κατοικίες. Για τις υποθέσεις που αναφέρονται στην άσκηση του
επαγγέλματος λογίζεται ως ειδική κατοικία του προσώπου ο τόπος όπου
ασκεί το επάγγελμά του (ΑΚ 51).
!Ιθαγένεια:
ο νομικός δεσμός ενός προσώπου με ορισμένη Πολιτεία, αποτελεί σημαντικό
στοιχείο εξατομίκευσης του προσώπου.
!Ικανότητα για
δικαιοπραξία: η ικανότητα του ανθρώπου να μετέχει ο
ίδιος στη δημιουργία και αλλοίωση εννόμων σχέσεων και συγκεκριμένα να
καταρτίζει αυτοπροσώπως δικαιοπραξίες.
!Kριτήρια
περιορισμού της ικανότητας για δικαιοπραξία: η
ηλικία και η υγεία (σωματική και πνευματική) - πρβλ. ΑΚ 128,129,131,134,135,136
.
!Δικαστική
συμπαράσταση: έχει δύο μορφές:
α)Στερητική Δικαστική Συμπαράσταση:
η κατάσταση στην οποία τίθεται με δικαστική απόφαση ορισμένο πρόσωπο και κατά
τη διάρκεια της οποίας είναι ανίκανο για μερικές (μερική) ή όλες
(πλήρης) τις δικαιοπραξίες, ενώ το αντιπροσωπεύει ο δικαστικός
συμπαραστάτης του.
β) Επικουρική Δικαστική Συμπαράσταση:
η κατάσταση στην οποία τίθεται με δικαστική απόφαση ορισμένο πρόσωπο και κατά
τη διάρκεια της οποίας δεν μπορεί να επιχειρήσει ορισμένες (μερική)
ή οποιαδήποτε (πλήρης) δικαιοπραξία, χωρίς την προηγούμενη
συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη.
4ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
!Έννομη σχέση:
η σχέση ενός προσώπου προς ένα άλλο πρόσωπο ή προς ένα πράγμα, η οποία
ρυθμίζεται από το Δίκαιο.
!Θεσμός:
σύνολο σχέσεων και καταστάσεων, οι οποίες γίνονται αποδεκτές και ρυθμίζονται
από το δίκαιο - που τις ανάγει σε έννομες - και στις οποίες αναγνωρίζεται από
την κοινωνία κάποια ιδιαίτερη σημασία.
!Δικαίωμα:
η εξουσία που απονέμεται από το Δίκαιο σε ένα πρόσωπο για την ικανοποίηση
εννόμων συμφερόντων του.
!Διακρίσεις
δικαιωμάτων: οι κυριότερες:
i)Εξουσιαστικά(παρέχουν
εξουσία πάνω σε πράγμα ή άλλο αγαθό) και διαπλαστικά(παρέχουν τη
δυνατότητα μονομερούς μεταβολής πάνω σε έννομη σχέση ή κατάσταση)
ii)Απόλυτα(όλοι
οφείλουν να απέχουν από κάθε προσβολή τους - ισχύουν erga omnes) και σχετικά(συγκεκριμένο
πρόσωπο υποχρεώνεται σε συγκεκριμένη πράξη, παράλειψη ή ανοχή)
iii)Eνοχικά,
εμπράγματα, οικογενειακά, κληρονομικά
iv)Aμεταβίβαστα(δεν
μπορούν να μεταβιβασθούν) και μεταβιβαστά(μπορούν να
μεταβιβασθούν)
v)Προσωποπαγή(ανήκουν
πάντα σε ορισμένο δικαιούχο) και πραγματοπαγή(ανήκουν στον
εκάστοτε κύριο ή νομέα ενός πράγματος)
vi)Διαιρετά(μπορούν
να ανήκουν σε περισσότερα πρόσωπα από κοινού κατά ιδανικά μέρη) και αδιαίρετα(δεν
μπορούν να διαιρεθούν κατά ιδανικά μέρη)
vii)Κύρια(υπάρχουν
αυτοτελώς) και παρεπόμενα(εξαρτώνται από ένα κύριο δικαίωμα)
viii)Περιουσιακά,
προσωπικά, μικτά
κλπ.
!Κτήση
δικαιώματος: σύνδεση του δικαιώματος με το φυσικό ή
νομικό πρόσωπο, το οποίο αποτελεί τον φορέα του.
!Άσκηση
δικαιώματος: η χρησιμοποίηση από τον δικαιούχο της
εξουσίας που του παρέχει το δικαίωμα.
!Αποδυνάμωση
δικαιώματος: ο αποκλεισμός άσκησης του δικαιώματος,
επειδή ο δικαιούχος για μεγάλο χρονικό διάστημα αδιαφόρησε για την τύχη του και
ανέχτηκε αντιτιθέμενες σ`αυτό καταστάσεις.
!Κατάχρηση
δικαιώματος: η άσκηση ενός δικαιώματος κατά τρόπο
αντίθετο στην καλή πίστη, τα χρηστά ήθη ή με τρόπο που υπερβαίνει τον κοινωνικό
και οικονομικό του σκοπό.
!Έννομο
συμφέρον: το συμφέρον εκείνο του προσώπου, το
οποίο προστατεύεται μεν από το δίκαιο, χωρίς να ανάγεται όμως σε δικαίωμα,
καθώς δεν είναι εξοπλισμένο με την εξουσία ικανοποίησης του περιεχομένου του.
!Αξίωση:
"το δικαίωμα να απαιτήσει κάποιος από άλλον μια πράξη ή μια
παράλειψη". Η αξίωση είναι είδος δικαιώματος, όμως η έννοια του
δικαιώματος είναι ευρύτερη από αυτή της αξίωσης καθώς από ένα δικαίωμα μπορούν
να απορρέουν περισσότερες ή και καμία αξιώσεις.
!Αγωγή:
το δικαίωμα του προσώπου να ζητήσει από την Πολιτεία δικαστική βοήθεια. Είναι
δικαίωμα Δημοσίου Δικαίου και υποχρεώνει την Πολιτεία να παράσχει δικαστική
προστασία. Προστατεύεται από το Σύνταγμα (άρθρο 20).
!Ένσταση:
-με την ουσιαστική έννοια: ένα μέσο άμυνας κατά την άσκηση μιας
αξίωσης, που συνίσταται στην εξουσία εκείνου κατά του οποίου ασκείται η αξίωση
να αρνηθεί την πράξη ή παράλειψη που αξιώνει απ`αυτόν ο δικαιούχος.
-με τη δικονομική έννοια:
διαδικαστική πράξη, η άσκηση της οποίας αποβλέπει στην απόκρουση της αγωγής και
υπεράσπιση του εναγομένου.
!Αυτοδικία:
(στο Αστικό Δίκαιο) ικανοποίηση μιας αξίωσης από τον δικαιούχο
αυτοδύναμα και χωρίς τη βοήθεια της αρχής, εφ`όσον πληρούνται οι προϋποθέσεις
που θέτει η ΑΚ 282.
!Άμυνα:
(στο Αστικό Δίκαιο) η υπεράσπιση που επιβάλλεται σε κάποιον, για να
αποτρέψει παρούσα και άδικη επίθεση εναντίον του ίδιου ή τρίτου (ΑΚ 284).
!Κατάσταση
Ανάγκης: (στο Αστικό Δίκαιο) καταστροφή
ξένου πράγματος εφ`όσον είναι αναγκαία για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος
που απειλεί δυσανάλογα μεγαλύτερη ζημία αυτού που επιχειρεί την καταστροφή ή
άλλου (ΑΚ 285).
!Διάθεση:
η πράξη του δικαιούχου που έχει σαν συνέπεια μια μεταβολή, που συνίσταται στην
απόσβεση, μεταβίβαση, αλλοίωση ή επιβάρυνση ενός υφισταμένου δικαιώματος.
!Παραγραφή:
ο θεσμός του Δικαίου, σύμφωνα με τον οποίο μια αξίωση παύει να είναι δικαστικά
επιδιώξιμη, επειδή ο δικαιούχος παρέλειψε να την ασκήσει εντός ορισμένου
χρονικού διαστήματος που ορίζεται από το νόμο. Με τη συμπλήρωση του χρόνου
παραγραφής δεν αποσβήνεται η αξίωση, αλλά ο οφειλέτης μπορεί να αρνηθεί την
παροχή.
!Αποσβεστική
προθεσμία: το χρονικό διάστημα, μέσα στο οποίο
πρέπει να ασκηθεί το δικαίωμα και με την άπρακτη παρέλευση του οποίου το
δικαίωμα αποσβήνεται.
4ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΕΣ
!Δικαιοπραξία:
"δήλωση βουλήσεως που κατευθύνεται στην παραγωγή κάποιου εννόμου
αποτελέσματος, το οποίο επέρχεται, γιατί το θέλησε ο δηλών" (Μπαλής).
Δικαιοπραξία είναι το πραγματικό, το οποίο περιέχει δήλωση (ή πράξη)
βουλήσεως και το οποίο αναγνωρίζεται από το νόμο ως λόγος για να επέλθει η
έννομη συνέπεια που θέλησε ο δικαιοπρακτών. Ως πραγματικό εννοείται το σύνολο
των γεγονότων, από τα οποία ο νόμος εξαρτά ορισμένη έννομη συνέπεια
(Γεωργιάδης).
!Δήλωση
βουλήσεως: εξωτερίκευση ορισμένης βουλήσεως, έτσι
ώστε να καταστεί γνωστή και να παραχθούν τα έννομα αποτελέσματα που
προβλέπονται από το νόμο.
!Οιονεί
δικαιοπραξία: η εξωτερίκευση βουλήσεως, η οποία έχει
ως αποτέλεσμα την επέλευση ορισμένης έννομης συνέπειας, ανεξάρτητα από το αν ο
πράττων την επεδίωξε, μόνο επειδή αυτό προβλέπεται νομοθετικά.
!Δικαιοπρακτική
παράλειψη: παράλειψη δικαιοπρακτικής δήλωσης
βούλησης, η οποία εξομοιώνεται από το νόμο ως προς τα αποτελέσματα με ενέργεια
δικαιοπραξίας.
!Προϋποθέσεις
του κύρους της δικαιοπραξίας:
προϋποθέσεις που πρέπει να υπάρχουν κατά την κατάρτιση της
δικαιοπραξίας, για να είναι αυτή έγκυρη.
!Όροι του
ενεργού της δικαιοπραξίας: όροι που πρέπει να
συντρέξουν μετά την κατάρτιση της δικαιοπραξίας, για να αποκτήσει
αυτή ενέργεια.
!Τύπος:
το μέσο με το οποίο απαιτείται μερικές φορές - από το νόμο ή με τη συμφωνία
των μερών - να εξωτερικεύεται η δήλωση βουλήσεως.
!Απευθυντέα
δήλωση βουλήσεως: η δήλωση βουλήσεως που αποκτά νομική
ισχύ από τη στιγμή που θα περιέλθει στο πρόσωπο στο οποίο απαιτείται να
απευθυνθεί.
!Διακρίσεις
δικαιοπραξιών: οι κυριότερες:
i)Μονομερείς
(περιέχουν τη δήλωση βουλήσεως ενός μόνο προσώπου) και πολυμερείς
(περιέχουν περισσότερες δηλώσεις βουλήσεως)
ii)Απευθυντέες(απαιτείται
η περιέλευση της δήλωσης βούλησης σε κάποιο πρόσωπο) και μη απευθυντέες
(δεν απαιτείται αυτή η περιέλευση)
iii)Εν
ζωή (οι συνέπειες επέρχονται όσο ζει ο δικαιοπρακτών) και αιτία
θανάτου (οι συνέπειες επέρχονται μετά το θάνατο του δικαιοπρακτούντος)
iv)Ενοχικές
(μεταβιβάζεται, αλλοιώνεται ή καταργείται ενοχικό δικαίωμα) και εμπράγματες
(μεταβιβάζεται, αλλοιώνεται ή καταργείται ενοχικό δικαίωμα). Οι ενοχικές
δικ. είναι ταυτόχρονα υποσχετικές(ιδρύεται ενοχική υποχρέωση
και το αντίστοιχο δικαίωμα), ενώ οι εμπράγματες εκποιητικές(μεταβιβάζεται,
αλλοιώνεται ή καταργείται δικαίωμα).
v)Επιδοτικές(με
περιουσιακή μετακίνηση)και μη επιδοτικές(χωρίς περιουσιακή
μετακίνηση)
vi)Τυπικές(απαιτείται
τύπος) και άτυπες(δεν απαιτείται τύπος)
viι)Αμφοτεροβαρείς(δημιουργείται
υποχρέωση και στα δύο μέρη)και ετεροβαρείς(μόνο στο ένα μέρος)
viii)επαχθείς(η
επίδοση γίνεται με αντάλλαγμα) και χαριστικές(χωρίς αντάλλαγμα). κλπ
!Σύμβαση:
η πολυμερής δικαιοπραξία, που περιέχει τις δηλώσεις βουλήσεως δύο ή
περισσοτέρων προσώπων, οι οποίες είναι μεταξύ τους ενάντιες, συμπίπτουν όμως ως
προς το επιδιωκόμενο έννομο αποτέλεσμα.
!Ανυπόστατη
δικαιοπραξία: όταν λείπει κάποιο από τα στοιχεία της
νομοτυπικής μορφής της. Είναι ανύπαρκτη ως δικαιοπραξία και δεν παράγει κανένα
έννομο αποτέλεσμα.
!Άκυρη
δικαιοπραξία: έχει μεν την εξωτερική μορφή της
δικαιοπραξίας, αλλά εξ`αιτίας ελαττώματος που υπάρχει σε αυτή δεν παράγει τα
έννομα αποτελέσματα που επιδιώκει η δήλωση βούλησης, παρά μόνο αυτά που παράγει
απ`αυθείας ο νόμος. Λόγοι ακυρότητας είναι:
α) η έλλειψη δικαιοπρακτικής ικανότητας
(ΑΚ 128 επ.)
β) η έλλειψη τύπου (ΑΚ 159)
γ) η αντίθεση στο νόμοè
απαγορευμένη δικαιοπραξία (ΑΚ 174)
δ) η αντίθεση στα χρηστά ήθηè
ανήθικη δικαιοπραξία (ΑΚ 178-179)
ε) η εικονικότηταè
εικονική δικαιοπραξία (ΑΚ 138-
φαινομενική δήλωση βούλησης)
!Επικύρωση
δικαιοπραξίας: η επικύρωση άκυρης δικ. ισχύει σαν νέα
κατάρτισή της.
!Ακυρώσιμη
δικαιοπραξία: η δικαιοπραξία που λόγω ελαττώματος (ΠΛΑΝΗ-ΑΠΑΤΗ-ΑΠΕΙΛΗ)
μπορεί να ακυρωθεί δικαστικώς (άρα όχι αυτοδικαίως), οπότε εξομοιώνεται
με την εξ`υπαρχής άκυρη.
!Αίρεση
αναβλητική: όρος που προστίθεται στη δικαιοπραξία,
σύμφωνα με τον οποίο η επέλευση των αποτελεσμάτων της αναβάλλεται έως το
χρονικό σημείο που θα συμβεί και εφ`όσον συμβεί γεγονός μελλοντικό και αβέβαιο.
!Αίρεση
διαλυτική: όρος που προστίθεται στη δικαιοπραξία,
βάσει του οποίου τα αποτελέσματα της δικαιοπραξίας παράγονται αμέσως, ανατρέπονται
όμως και επανέρχεται αυτοδικαίως η προηγούμενη κατάσταση , όταν και εφ`όσον
συμβεί γεγονός μελλοντικό και αβέβαιο,από το οποίο και αυτή εξαρτήθηκε.
!Άμεση
αντιπροσώπευση: η παρεχόμενη σε κάποιον (αντιπρόσωπο)
δυνατότητα να εκφράσει δήλωση βούλησης στο όνομα άλλου (αντιπροσωπευομένου),
μέσα στα όρια εξουσίας αντιπροσώπευσης, η οποία ενεργεί αμέσως υπέρ και κατά
του αντιπροσωπευομένου (ΑΚ 211).
!Πληρεξουσιότητα:
η δικαιοπραξία με την οποία παρέχεται από τον αντιπροσωπευόμενο στον
αντιπρόσωπο η εξουσία αντιπροσώπευσης (ΑΚ 216).
!Συναίνεση:
συγκατάθεση τρίτου που είναι απαραίτητη (κατά το νόμο) για να καταστεί έγκυρη
μία δικαιοπραξία και παρέχεται πριν την κατάρτιση της δικαιοπραξίας (ΑΚ 236).
!Έγκριση:
η συγκατάθεση που παρέχεται μετά την επιχείρηση της δικαιοπραξίας (ΑΚ 238).
Εφ`όσον στο νόμο δεν ορίζεται το αντίθετο, ανατρέχει στο χρόνο της
δικαιοπραξίας.
4Ενοχικό
κ` Εμπράγματο Δίκαιο
!Ενοχή:
η σχέση με την οποία ένα πρόσωπο έχει υποχρέωση προς ένα άλλο σε παροχή. Η
παροχή μπορεί να συνίσταται και σε παράλειψη (ΑΚ 287).
!Αδικοπραξία:
Η παράνομη και υπαίτια (με δόλο ή αμέλεια, ανάλογα με τις
ειδικότερες ρυθμίσεις του νόμου) συμπεριφορά (ΑΚ 914).
!Υπαιτιότητα (στο
Αστικό Δίκαιο):
α) Αμέλεια:
η μη καταβολή της απαιτούμενης στις συναλλαγές επιμέλειας. Διακρίνεται σε: ελαφριά
και βαριά.
β) Δόλος:
η επιδίωξη του αποτελέσματος της συμπεριφοράς εν γνώσει των εννόμων συνεπειών.
Διακρίνεται σε: άμεσο και ενδεχόμενο.
!Αποζημίωση: η
αποζημίωση καλύπτει (ανάλογα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του νόμου) την Θετική
Ζημία και το Διαφυγόν Κέρδος. Θετική ζημία είναι η
μείωση της υπάρχουσας περιουσίας του δανειστή (ΑΚ 298), ενώ αποθετική ζημία
ή διαφυγόν κέρδος είναι το κέρδος που κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων
θα αποκτούσε.
!Υπερημερία:
- Του οφειλέτη: η κατάσταση στην οποία περιέρχεται ο οφειλέτης
ληξιπρόθεσμης παροχής, αν προηγήθηκε δικαστική ή εξώδικη όχληση του δανειστή
(ΑΚ 340).
-
Του δανειστή: η κατάσταση στην οποία περιέρχεται ο δανειστής, αν δεν
αποδέχεται την πραγματική και προσήκουσα παροχή που του προσφέρεται (ΑΚ 349).
!Καταβολή:
υλική πράξη προς εκπλήρωση της παροχής και ικανοποίηση του δανειστή κατά το
σκοπό της ενοχής. Η ενοχή αποσβήνεται με καταβολή (ΑΚ 416).
!Ενοχή εις
ολόκληρον: η ενοχική σχέση, στην οποία οφειλέτες
είναι πρόσωπα περισσότερα από ένα και το καθένα από αυτά ευθύνεται για το
σύνολο της ενοχής και όχι κατ`ισομοιρία. Συνεπώς, ο δανειστής μπορεί να
στραφεί εναντίον οποιουδήποτε οφειλέτη και να απαιτήσει ολόκληρη την παροχή. Οι
μετέπειτα σχέσεις μεταξύ των οφειλετών (αναγωγή εκείνου που κατέβαλε εναντίον
των άλλων) ρυθμίζονται ειδικά στο νόμο. Η ενοχή εις ολόκληρον μπορεί να
χαρακτηρισθεί ως ανεπιεικής ως προς τους οφειλέτες ρύθμιση, και γι`αυτό πρέπει
να εφαρμόζεται μόνον εκεί όπου ρητά επιβάλλει ο νόμος.
!Δωρεά:
η ενοχική σύμβαση, με την οποία παρέχεται σε κάποιον ένα περιουσιακό
αντικείμενο, αν η παροχή γίνεται με συμφωνία των μερών χωρίς αντάλλαγμα (ΑΚ
946).
!Πώληση:
η ενοχική σύμβαση με την οποία ο πωλητής αναλαμβάνει την υποχρέωση να
μεταβιβάσει την κυριότητα του πράγματος ή το δικαίωμα (που αποτελούν το
αντικείμενο της πώλησης) και να παραδώσει το πράγμα και ο αγοραστής έχει την
υποχρέωση να πληρώσει το τίμημα που συμφωνήθηκε (ΑΚ 513).
!Μίσθωση
πράγματος: η ενοχική σύμβαση, με την οποία ο
εκμισθωτής αναλαμβάνει την υποχρέωση να παραχωρήσει στο μισθωτή τη χρήση του
πράγματος για όσο χρόνο διαρκεί η σύμβαση και ο μισθωτής να καταβάλει το
συμφωνημένο τίμημα (ΑΚ 574).
!Σύμβαση
εργασίας: η ενοχική σύμβαση με την οποία ο
εργαζόμενος έχει υποχρέωση να παρέχει για ορισμένο ή αόριστο χρόνο την
εργασία του στον εργοδότη και αυτός να καταβάλει το συμφωνημένο μισθό.
Σύμβαση εργασίας υπάρχει και όταν ο μισθός υπολογίζεται κατά μονάδα της
παρεχόμενης εργασίας ή κατ`αποκοπήν, αρκεί ο εργαζόμενος να προσλαμβάνεται ή να
απασχολείται για ορισμένο ή για αόριστο χρόνο (ΑΚ 648).
!Σύμβαση έργου:
η ενοχική σύμβαση, με την οποία ο εργολάβος έχει την υποχρέωση να εκτελέσει
το έργο και ο εργοδότης να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή (ΑΚ 681).
!Σύμβαση
εντολής: η ενοχική σύμβαση με την οποία ο εντολοδόχος
έχει την υποχρέωση να διεξαγάγει χωρίς αμοιβή την υπόθεση που του
ανέθεσε ο εντολέας (ΑΚ 713).
!Πράγμα:
ενσώματο, απρόσωπο, αυθύπαρκτο αντικείμενο, δεκτικό ανθρώπινης εξουσίασης. Τα
πράγματα διακρίνονται σε: α)κινητά και ακίνητα (ΑΚ 948), β)αντικαταστατά
και μη αντικαταστατά (ΑΚ 950), γ)αναλωτά και μη αναλωτά (ΑΚ 951). Τα
πράγματα μπορεί να είναι και συστατικά ή παραρτήματα (ΑΚ 953&956), καρποί
και ωφελήματα (ΑΚ 961&962), εκτός συναλλαγής και κοινόχρηστα (ΑΚ
966&967).
!Εμπράγματα
δικαιώματα: είναι 4 (κυριότητα, δουλείες,
ενέχυρο και υποθήκη) και παρέχουν εξουσία άμεση και εναντίον όλων πάνω στο
πράγμα (ΑΚ 973).
!Νομή:η
φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα(κατοχή,αν αυτή ασκείται με διάνοια κυρίου)-ΑΚ
974.
!Κυριότητα:
η αναγνωριζόμενη από το νόμο άμεση, απόλυτη και καθολική εξουσία πάνω στο
πράγμα.
!Δουλεία:
το περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα πάνω σε ξένο πράγμα, που παρέχει στο
δικαιούχο την εξουσία να αποκομίζει κάποια ή κάποιες ωφέλειες από την ουσία του
πράγματος. Οι δουλείες διακρίνονται σε προσωπικές και πραγματικές (ΑΚ 1118
& 1142).
4Οικογενειακό
κ` Κληρονομικό Δίκαιο
!Γάμος:
σύμβαση που ιδρύει μία μόνιμη συμβίωση ανάμεσα σε πρόσωπα διαφορετικού
φύλου.
!Διαθήκη:
η διάταξη τελευταίας βούλησης του κληρονομουμένου. Αποτελεί μονομερή μη
απευθυντέα δικαιοπραξία.
!Νόμιμη μοίρα:
το ελάχιστο κληρονομικό δικαίωμα που έχουν οι μεριδούχοι στην κληρονομία, ακόμα
και παρά τη θέληση του κληρονομουμένου, και αντιστοιχεί στο μισό της εξ
αδιαθέτου μερίδας. Μεριδούχοι είναι οι κατιόντες και οι γονείς του κληρονομουμένου,
καθώς και ο σύζυγος που επιζεί , οι οποίοι θα είχαν κληθεί ως εξ αδιαθέτου
κληρονόμοι.
!Εξ αδιαθέτου
διαδοχή:η εξ αδιαθέτου διαδοχή επέρχεται από
το νόμο στις εξής περιπτώσεις:
α) όταν δεν
υπάρχει διαθήκη ή όταν η διαδοχή από διαθήκη ματαιωθεί ολικά ή μερικά (ΑΚ 1710 παρ.2)
και β) όταν με τη διαθήκη διατεθεί περιοριστικά ένα μέρος μόνο από την
κληρονομία (ΑΚ 1801) και ως προς το μέρος για το οποίο δεν υπάρχει ρύθμιση στη
διαθήκη.
Βιβλιογραφία:
- · Γεωργιάδης, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου
- · Σπυριδάκης, Εμπράγματο Δίκαιο
- · Παπαχρίστος,Οικογενειακό Δίκαιο
- Φίλιος, Κληρονομικό Δίκαιο
Πηγή: www.dap-nomikis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου