Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013

ΑΚΥΡΩΣΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΛΟΓΩ ΠΛΑΝΗΣ Ή ΑΠΑΤΗΣ

Στο δαιδαλώδες δίκαιο των συμβάσεων συχνά ανακύπτουν ζητήματα σε σχέση την εγκυρότητά τους, ειδικά όταν κατά την κατάρτιση τους έχει εμφιλοχωρήσει κάποιο ελάττωμα, οπότε αυτές μπορεί να ακυρωθούν με την έκδοση σχετικής δικαστικής απόφασης. Πρόκειται για τις λεγόμενες ακυρώσιμες συμβάσεις, η ακύρωση των οποίων μπορεί να οφείλεται σε πλάνη, απάτη ή απειλή κατά το σχηματισμό ή τη δήλωση της βούλησης ενός εκ των συμβαλλομένων.

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 140 του Αστικού Κώδικα, βασικός λόγος ακυρωσίας μιας σύμβασης είναι η πλάνη ενός από τους συμβαλλομένους, δηλαδή η εσφαλμένη γνώση ή η μη συνειδητή άγνοια της πραγματικότητας, με αποτέλεσμα να υπάρχει διάσταση μεταξύ της πραγματικότητας και της εικόνας που έχει γι’ αυτήν ο πλανώμενος. Η πλάνη αυτή μπορεί να αφορά καταρχήν στη δήλωση της βουλήσεως, όταν άλλο ήθελε να συμφωνήσει ο συμβαλλόμενος και άλλο τελικά συμφώνησε δια της δήλωσής του (πχ αναγραφή λάθος τιμήματος εκ παραδρομής).

Εντούτοις, η πλάνη μπορεί να αφορά και στην ίδια τη βούληση, όταν ο συμβαλλόμενος προχώρησε στη σύναψη μιας σύμβασης, επειδή σχημάτισε βούληση που δε θα σχημάτιζε αν δεν είχε εμφιλοχωρήσει η πλάνη, (πχ ο πλανώμενος αποφάσισε την αγορά διαμερίσματος, επειδή είχε την εσφαλμένη πληροφορία, ότι επίκειται κατασκευή σταθμού Μετρό πλησίον του ακινήτου). Η τελευταία αυτή περίπτωση συνιστά την λεγόμενη  πλάνη που αφορά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης.

Απαραίτητη όμως προϋπόθεση για να αποκτήσει ο πλανώμενος το δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση της σύμβασης δικαστικώς, είναι η πλάνη να είναι ουσιώδης, δηλαδή τέτοιας σπουδαιότητας, ώστε αν ο πλανώμενος γνώριζε την αληθή κατάσταση δε θα προχωρούσε ποτέ στη σύναψη της σύμβασης. Ουσιώδης πλάνη θεωρείται καταρχήν αυτή που αφορά σε ιδιότητα προσώπου ή πράγματος (ΑΚ 142 ΑΚ), ενώ, σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του άρθρου 143 ΑΚ, η πλάνη που αφορά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης θεωρείται ως μη ουσιώδης, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από άλλη ειδική διάταξη.

Αντιθέτως, δεν αποτελεί προϋπόθεση για τη θεμελίωση του προκείμενου δικαιώματος του πλανηθέντος η έλλειψη υπαιτιότητάς του σε σχέση με την πλάνη του, αφού αυτός μπορεί να ζητήσει την ακύρωση της σύμβασης ακόμα και αν δεν κατέβαλλε την απαιτούμενη επιμέλεια για να διαπιστώσει την υφιστάμενη πραγματική κατάσταση.

Η ακύρωση της σύμβασης επιφέρει όμως συνέπειες και για τον αντισυμβαλλόμενο του πλανηθέντος, καθώς έτσι διαψεύδεται η εμπιστοσύνη που αυτός επέδειξε πιστεύοντας στη σύναψη της σύμβασης, χωρίς επιπλέον να αποκλείεται να έχει υποβληθεί σε, εν τέλει άσκοπες, δαπάνες κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων (πχ αμοιβές δικηγόρου, οδοιπορικά) ή και κατά την προετοιμασία εκπλήρωσης της σύμβασης (πχ έξοδα συσκευασίας και αποστολής αγαθών), και ως εκ τούτου να έχει υποστεί θετική ζημία.

Ο αντισυμβαλλόμενος ωστόσο μπορεί να έχει υποστεί και περαιτέρω ζημία, σε περίπτωση που απέρριψε πρόταση για σύναψη άλλης σύμβασης, πιστεύοντας στην εγκυρότητα της ακυρώσιμης σύμβασης, οπότε και πρόκειται για διαφυγόν κέρδος. Οι ζημίες αυτές αποτελούν το λεγόμενο αρνητικό διαφέρον, η διεκδίκηση του οποίου από τον ζημιωθέντα αποβλέπει στην ανάκτηση των περιουσιακών στοιχείων που αυτός θα είχε, εάν δεν ελάμβανε χώρα η ακύρωση της σύμβασης από τον πλανηθέντα ζημιώσαντα.

Η αποζημίωση αυτή όμως, τελεί, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 145 ΑΚ, υπό δύο βασικούς περιορισμούς. Αφενός, το αρνητικό διαφέρον δεν μπορεί να υπερβαίνει το διαφέρον από την έγκυρη σύμβαση, δηλαδή η αποζημίωση δεν μπορεί ποτέ να είναι μεγαλύτερη από το κέρδος που θα είχε ο αντισυμβαλλόμενος του πλανηθέντος σε περίπτωση που εκπληρωνόταν η ακυρωθείσα σύμβαση. Αφετέρου δε, αποκλείεται η υποχρέωση του πλανηθέντος για αποζημίωση, αν ο αντισυμβαλλόμενος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την πλάνη του πρώτου.    

Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 147 ΑΚ, προβλέπεται ως λόγος ακυρωσίας μιας σύμβασης και η απάτη. Ως απάτη νοείται κάθε σκόπιμη συμπεριφορά που τείνει στην παραγωγή, ενίσχυση ή διατήρηση πεπλανημένης αντίληψης ή εντύπωσης, είτε η συμπεριφορά αυτή συνίσταται στην παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθών, είτε στην απόκρυψη ή αποσιώπηση ή ατελή ανακοίνωση των αληθών γεγονότων, των οποίων η αποκάλυψη στον αγνοούντα συμβαλλόμενο ήταν επιβαλλόμενη από την καλή πίστη ή από την υφιστάμενη ιδιαίτερη σχέση μεταξύ αυτού και του δηλούντος. Τέτοια ιδιαίτερη σχέση, που επιβάλει τη γνωστοποίηση της αλήθειας, υπάρχει πάντα κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη μιας σύμβασης. Για την κατάφαση της απάτης απαιτείται η με δόλια πρόθεση παραπλάνηση του συμβαλλομένου, η οποία επιπλέον πρέπει να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τη δήλωση βούλησης στην οποία αυτός προέβη και να αφορά σε πραγματικά περιστατικά.

Στην περίπτωση που ο συμβαλλόμενος οδηγήθηκε δια εξαπατήσεως στη δήλωση βούλησής του, έχει δύο δυνατότητες. Η πρώτη παρέχεται από τη διάταξη του άρθρου 149 εδ. β ΑΚ, σύμφωνα με την οποίαν ο απατηθείς μπορεί να αποδεχθεί τη δικαιοπραξία, με ρητή ή σιωπηρή δήλωσή του, οπότε και έχει δικαίωμα να ζητήσει ό, τι θα απεκόμιζε αν τα κρίσιμα περιστατικά ήταν αληθινά, δηλαδή να λάβει το θετικό διαφέρον ή το διαφέρον εκπληρώσεως της σύμβασης. Αυτό ισχύει, για παράδειγμα, όταν ο απατηθείς συνάπτει σύμβαση αγοράς προϊόντων από τον αντισυμβαλλόμενο του, ο οποίος τον πείθει ότι αυτά είναι αφορολόγητα, γεγονός το οποίο όμως δεν ισχύει, οπότε και ο πρώτος, αντί να ζητήσει την ακύρωση της σύμβασης, μπορεί να την αποδεχτεί, αξιώνοντας όμως παράλληλα ως αποζημίωση τα χρήματα που κατέβαλε ως φόρο για τα προϊόντα.

Αφετέρου, σύμφωνα με το άρθρο 147 ΑΚ, ο εξαπατηθείς μπορεί να ζητήσει την ακύρωση της σύμβασης και να αναζητήσει την ανόρθωση κάθε άλλης ζημίας που υπέστη σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες (149 εδ. α ΑΚ). Στην περίπτωση αυτή, η αποζημίωση περιλαμβάνει το αρνητικό διαφέρον, δηλαδή ό,τι ο εξαπατηθείς θα είχε αν δεν επεδείκνυε εμπιστοσύνη στην έγκυρη κατάρτιση της σύμβασης, και επιπλέον την χρηματική του ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη. Μάλιστα, στην περίπτωση της απάτης το αρνητικό διαφέρον δεν περιορίζεται, όπως στην περίπτωση της πλάνης, οπότε το ύψος του μπορεί να υπερβαίνει αυτό του θετικού διαφέροντος της σύμβασης.


ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/law/articles.asp?id=504746&subcat=103

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου