ΑΡΘΡΟ 61
ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΓΕΝΙΚΑ
Ένωση προσώπων για την επιδίωξη ορισμένου σκοπού, καθώς επίσης σύνολο περιουσίας που έχει ταχθεί στην εξυπηρέτηση ορισμένου σκοπού, μπορούν να αποκτήσουν προσωπικότητα (νομικό πρόσωπο), αν τηρηθούν οι όροι που αναγράφει ο νόμος.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------
Το δίκαιο, εκτός των φυσικών προσώπων, αποδίδει τη νομική προσωπικότητα και σε ενώσεις προσώπων ή συγκεντρώσεις περιουσιών, καθιερώνει δηλαδή αυτές, παράλληλα με τον άνθρωπο, ως φορείς δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.
Η ΑΚ 61 η οποία αναφέρεται σε όλα τα νομικά πρόσωπα αποδίδει την έννοια του νομικού προσώπου γενικά.
Από τη διάταξη προκύπτει ότι στη πρώτη κατηγορία περιλαμβάνονται τα σωματεία, οι επιτροπές εράνων, οι συνεταιρισμοί και οι εταιρείες, ενώ στη δεύτερη περιλαμβάνονται τα ιδρύματα.
Ο σκοπός ο οποίος επιδιώκουν μπορεί να είναι είτε οικονομικός είτε μη κερδοσκοπικός.
Βασική αρχή του δικαίου των νομικών προσώπων αποτελεί η αρχή της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου απέναντι στα μέλη του. Έτσι το νομικό πρόσωπο αποτελεί χωριστό υποκείμενο δικαίου, υπάρχει και δρα ανεξάρτητα από την τυατότητα και δράση των μελών, έχει ικανότητα δικαίου (ΑΚ 62), ικανότητα για δικαιοπραξία και αδικοπραξία (ΑΚ 70, 71) ικανότητα διαδίκου (ΚΠολΔ 62 εδ 1)= και ικανότητα παράστασης στο δικαστήριο (ΚΠολΔ 63 παρ 1 εδ 2). Συνέπεια της χωριστής προσωπικότητας του νομικού προσώπου είναι η περιουσιακή αυτοτέλεια απέναντι στα μέλη του. Όπως το φυσικό πρόσωπο έτσι και το νομικό είναι αποκλειστικός φορέας των δικών του υποχρεώσεων και των δικών του δικαιώματων. Τα μέλη του νομικού προσώπου δεν ευθύνονται για τις υποχρέωσεις του και αντίστροφα το νομικό πρόσωπο δεν ευθύνεται για τις υποχρεώσεις των μελών του. Ωστόσο αυτή η αρχή δεν είναι άκαμπτη και υπόκειται σε εξαιρέσεις.
Τα νομικά πρόσωπα διακρίνονται σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Η διάκριση δεν προκύπτει εκ του νόμου αλλά πρόκειται για έργο της νομικής επιστήμης. Τα ΝΠΔΔ είναι εκείνα που έχουν ως αποστολή την εκπλήρωση πολιτειακών σκοπών είναι δηλαδή φορείς δημόσιας εξουσίας. Τα ΝΠΙΔ είναι αυτά που ιδρύονται και λειτουργούν για να εξυπηρετήσουν ιδιωτικούς σκοπούς.
Τα ΝΠΔΔ συνιστώνται ρητά ή σιωπηρά με ουσιαστικό νόμο ή διοικητική πράξη που εκδίδεται με εξουσιοδότηση νόμου για την επιτέλεση κρατικής λειτουργίας ή υπηρεσίας, οπότε και είναι φοείς δημόσιας εξουσίας. Η ιδρυτική τους πράξη καθορίζει συχνά και τον τρόπο λειτουργίας τους. Επί των ΝΠΔΔ εφαρμόζονται οι διατάξεις του δημοσίου δικαίου. Επ΄αυτών εφαρμόζονται και οι διατάξεις ΑΚ 62-77, εφόσον δεν αντίκειται προς αυτές του δημοσίου δικαίου.
Για τη σύσταση των ΝΠΙΔ δεν αρκεί μόνο η βούληση των συμβαλλομένων, αλλά απαιτείται και η τήρηση των προβλεπόμενων από τις διατάξεις του ΑΚ διατυπώσεων. Αυτά διέπονται από ΑΚ 61-77 και από ειδικούς νόμους. Προβλέπεται κλειστός αριθμός ΝΠΙΔ από την ιδιωτική βούληση. Ως ΝΠΙΔ ο ΑΚ αναγνωρίζει και ρυθμίζει το σωματείο, το ίδρυμα, την επιτροπή εράνων και την αστική εταιρεία ΑΚ 784 που έχει αποκτήσει νομική προσωπικότητα.
Εκτός από τα παραπάνω νομικά πρόσωπα υπάχουν και αυτά που έχουν μικτό χαρακτήρα. Τέτοια νομικά πρόσωπα είανι αυτά που διέπονται εν μέρει από το δημόσιο δίκαι9ο και εν μέρει από το ιδιωτικό δίκαιο. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα ΝΠΙΔ στα οποία έχει ανατεθεί παράλληλα προς την ιδιωτική τους δραστηριότητα και η άσκηση διοίκησεως πχ Τράπεζα της Ελλάδος. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν και τα νομικά πρόσωπα που ιδρύονται από το κράτος ή τους ΟΤΑ και εμφανίζονται και λειτουργούν ως ΝΠΙΔ όπως ΟΣΕ, ΕΡΤ, Κτηματική Εταιρεία Δημοσίου, κλπ.
ΑΡΘΡΟ 62
ΕΚΤΑΣΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ
Η ικανότητα του νομικού προσώπου δεν εκτείνεται σε έννομες σχέσεις που προϋποθέτουν ιδιότητες φυσικού προσώπου.
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Με τον ΑΚ 62 εισάγεται ο κανόνας ότι και τα νομικά πρόσωπα, εφόσον πληρθωούν οι όροι που αναγράφονται στο νόμο αποκτούν προσωπικότητα, καθίσταται δηλαδή υποκείμενα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, εφόσον όμως η φύση του νομικού προσώπου επιτρέπει αυτό και συμφωνεί προς τους σκοπούς του.
Η ικανότητα αυτή εκτείνεαι σε έννομες σχέσεις όχι μόνο του ιδιωτικού αλλά και σε τέτοιες του δημοσίου δικαίου, έτσι το νομικό πρόσωπο απολαμβάνει συνταγματικής προστασίας όσον αφορά στην ισότητα, την ελευθερία γενικά, το άσυλο της κατοικίας, την ιδιοκτησία κλπ.
Στην ικανότητα αυτή περιλαμβάνεται και η ικανότητα για δικαιοπραξία και αδικοπραξία.
Η έκταση της ικανότητας του νομικού προσώπου δεν είναι απεριόριστη, για παράδειγμα δεν μπορεί να συνάψει γάμο κλπ.
Το νομικό πρόσωπο με εξαίρεση τις έννομες σχέσεις που προϋποθέτουν λοιπόν ιδιότητες φυσικού προσώπου έχει κατά κανόνα πλήρη, ικανότηα σε σχέσεις περιουσιακού δικαίου όπως και το φυσικό πρόσωπο, μπορεί να αποκτήσει κάθε φύσεως περιουσιακά δικαιώματα με πράξεις εν ζωή, μπορεί να καταστεί δανειστής ή οφειλέτης, εγκαθίσταται κληρονόμος, ονομάζεται κληροδόχος και μπορεί να ορίζεται εκτελεστής διαθήκης. Ωστόσο δεν μπορεί να καταστεί εξ αδιαθέτου κληρονόμος ή να κληρονομηθεί.
Το νομικό πρόσωπο έχει επίσης ικανότητα δικαίου ως προς την πναυματική ιδιοκτησία ή ευρεσιτεχνία.
Τα υποκαταστήματα των νομικών προσώπων δεν έχουν αυτοτελή νομική προσωπικότητα ανεξάρτητη του νομικού προσώπου, και συνεπώς δεν έχουν την ικανότητα να είναι διάδικοι, δεν μπορούν δηλαδή να ασκήσουν αγωγή. Συνεπώς αγωγή που απευθύνεαι σε υποκατάστημα νομικού προσώπου είναι απαράδεκτη.
ΑΡΘΡΟ 63
ΕΓΓΡΑΦΟ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΝΠ
Η συστατική πράξη, το καταστατικό ή ο οργανισμός του νομικού προσώπου συντάσσονται εγγράφως.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------
Για τη σύστατη του νομικού προσώπου ο νόμος απαιτεί έγγραφο τύπο τόσο για τη συστατική πράξη όσο και για τους όρους της διοικήσεως και λειτουργίας του (καταστατικό).
Η συστατική πράξη και το καταστατικό μπορούν να γίνουν με χωριστές πράξεις ή να ενωθούν.
Το έγγραφο μπορεί να είναι ιδιωιτκό όπως πχ για τη σύσταση σωματείουΑΚ 79 επ. ή συμβολαιογραφικό όπου ο νόμος ορίζει πχ για το ίδρυμα ΑΚ 109.
Για τη σύσταση κάθε νομικού προσώπου απαιτείται βούληση των φυσικών προσώπων και δήλωση της βουλήσεως αυτής, απαιτείται δηλαδή δικαιοπραξία. Η δικαιοπραξία αυτή αποτελεί την συστατική πράξη.
Ως καταστατικό νοείται το σύνολο των γραπτών κανόνων δικαίου που προσδιορίζουν την ταυτότητα και την εσωτερική και εξωτερική οργάνωση και ζωή του νομικού προσώπου. Σε αυτό, το νομικό πρόσωπο είναι ελεύθερο να περιλαβει όρους σχετικούς με τους σκοπούς του, υποχρεούται όμως να περιβάλει και ορισμένα στοιχεία που τάσσει ο νόμος. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν πρέπει να αντίκειται στα χρηστά ήθη ή σε απαγορευτική διάτξαη νόμου ΑΚ 178, 174.
Ο έγγραφος τύπος αποτελεί ουσιώδες στοιχείο για τη σύσταση του νομικού προσώπου. Αν δεν τηρηθεί ο τύπος που προβλέπεται από το νόμο, η δικαιοπραξία για τη σύσταση του νομικού προσώπου είναι απολύτως άκυρη ΑΚ 159 παρ. 1.
ΑΡΘΡΟ 64
ΕΔΡΑ ΝΠ
Το νομικό πρόσωπο, αν στη συστατική πράξη ή στο καταστατικό δεν ορίζεται διαφορετικά, έχει ως έδρα τον τόπο όπου λειτουργεί η διοίκησή του.
----------------------------------------------------------------------------------------------------------
Το άρθρο 64 ΑΚ καθιερώνει την αναγκαιότητα της έδρας του νομικού προσώπου.
Ο καθορισμός της έδρας του ΝΠ γίνεται στη συστατική πράξη ή στο καταστατικό (καταστατική έδρα). Αν δεν καθορισθεί ισχύει η ΑΚ 64, σύμφωνα με την οποία ως έδρα θεωρείται ο τόπος όπου λειτουργεί η διοίκηση (πραγματική έδρα).
Ο καθορισμός της έδρας στη συστατική πράξη ή στο καταστατικό είναι κατά κανόνα υποχρεωτικός από το νόμο και αποτελεί ένα από τα ουσιώδη στοιχεία για το κύρος της συστατικής πράξης ή καταστατικού.
Υποχρεωτικός είναι ο καθορισμός για τα σωματεία, για την επιτροπή εράνου, για τις ΑΕ, τις ΕΠΕ και για τους συνεταιρισμούς.
Εφόσον η έδρα καθορίζεται στο καταστατικό τα δικαστήρια δεν έχουν λόγο να θεωρήσουν άλλη ως έδρα. Σε διαφορά μεταξύ του τόπου που αναγράφεται στο καταστατικό και του τόπου όπου ασκείται η διοίκηση, λαμβάνεται η καταστατική έδρα.
Στην περίπτωση που οι σκοποί του νομικού προσώπου διασπώνται σε περισσότερους τόπους, ως έδρα θεωρείτι ο τόπος, όπου διεξάγεται το σπουδαιότερο μέρος της διοικήσεως. Αν όμως δεν υπάρχουν περιστατικά που να υποδηλώνουν τον τόπο όπου λειτουργεί η διοίκηση, έδρα είναι ο τόπος καοτικίας των οργάνων της διοίκησης.
Το νομικό πρόσωπο δεν μπορεί να έχει πολλαπλή έδρα με εξαίρεση την άσκηση της εμπορικής δραστηριότηας οπότε και μπορεί να αποκτηθεί ειδική έδρα ΑΚ 53 παρ. 1.
Η έδρα μπορεί να μεταβληθεί σύμφωνα με τους όρους της συστατικής πράξης ή του καταστατικού.
ΑΡΘΡΟ 65
ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΝΠ
Το νομικό πρόσωπο διοικείται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα. Όταν η διοίκηση είναι πολυμελής, αν δεν ορίζεται κάτι άλλο στη συστατική πράξη ή στο καταστατικό, οι αποφάσεις λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων.
-------------------------------------------------------------------------------------------------------
Η διοίκηση είναι το απαραίτητο όργανο κάθε νομικού προσώπου. Το όργανο αυτό διαχειρίζεαι τις υποθέσεις του και εκπροσωπεί το νομικό πρόσωπο δικαστικά και εξώδικα.
Η φροντίδα των υποθέσεων περιλαμβάνει τη διοίκηση της περιουσίας του νομικού προσώπου, την επιχείρηση υλικών πράξεων και δικαιοπραξιών, τη λήψη αποφάσεων και γενικότερα τη διενέργεια κάθε πράξης για την πραγμάτωση του σκοπού του νομικού προσώπου.
Τα μέλη της διοικήσεως είναι τα καταστατικά όργανα του ΝΠ και όχι νόμιμοι αντιπρόσωποί του. Το όργανο ασκεί λειτούργημα με περιεχόμενο το δικαίωμα αλλά και το καθήκον διεξαγωγής των υποθέσεων του νομικού προσώπου οπότε και στοχεύει στην εξυπηρέτηση των γενικότερων συμφερόντων του νομικού προσώπου. Η τυχόν έλλειψη διοικήσεως δεν επηρεάζει την έναρξη της προσωπικότητας του ΝΠ ούτε και αποτελεί λόγο παύσεως αυτής, γιατί μια τέτοια έλλειψη θεραπεύεται με τον διορισμό προσωρινής διοικήσεως ΑΚ 69.
Η διοίκηση του ΝΠ μπορεί να είναι μονομελής ή πολυμελής και μπορεί να αποτελείται και από πρόσωπα που δεν είναι μέλη του ΝΠ εφόσον αυτό προβλέπεται από το καταστατικό ΑΚ 92.
Τα μέλη της διοικήσεως μπορεί να είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Απαιτείται αυτά να έχουν ικανότητα για δικαιοπραξία για΄τι οι αποφάσεις τους δυνατόν να αποτελούν δικαιοπραξίες.
Ο διορισμός τους γίνεται σύμφωνα με τους όρους του καταστατικού.
Το μέλος που εκλέχθηκε δεν είναι υποχρεωμένο να αποδεχθεί την εκλογή τους εφόσον από το καταστατικό δεν επιβάλλεια τέτοια υποχρέωση. Το μέλος της διοίκησης μπορεί να παραιτηθεί της ιδιότητας του μέλους και μετά την αποδοχή του. Ο χρόνος διάρκειας της διοικήσεως καθορίζεαι ελεύθερα από το καταστατικό. Αν δεν ρυθμίζεαι, εφαρμόζονται, για τη λήξη της θητείας της, ανάλογα οι διατάξεις της ΑΚ 68 παρ.2.
Η διοίκηση ασκείται αυτοπροσώπως. Όταν η διοίκηση είναι πολυμελής, για την έγκυρη λήψη της απόφασης ο νόμος απαιτεί την προηγούμενη κλήση όλων των μελών για να συσκεφθούν, ώστε να γίνει ανταλλαγή γνωμών και να ακουσθούν και τα επιχειρήματα αυτών που μειοψήφισαν. Αυτή είναι η έννοια της διατάξεως για την πλειοψηφία των παρόντων. Αν δεν προσκληθούν όλα τα μέλη η ληφθείσα απόφαση είναι άκυρη άσχετα με τον αριθμό των ψήφων. Αν όμως όλα τα μέλη είνα παρόντα και κανένας δεν έφερε αντίρρηση η απόφαση είναι έγκυρη.
Η απόφαση της διοίκησης μπορεί να αναφέρεται σε σύναψη δικαιοπραξιών ή σε υποθέσεις εσωτερικής φύσεως. Το μέλος της διοικήσεως δεν μπορεί να αντιπροσωπευθεί από άλλον εκτός αν τούτο προβλέπεται από τη συστατική πράξη ή το καταστατικό. Η απόφαση αν δεν ορίζεται τίποτα άλλο στη συστατική πράξη ή το καταστατικό λαμβάνεται με πλειοψηφία των παρόντων. Αυτοί που αρνούνται να ψηφίσουν και είναι παρόντες θεωρούνται ότι καταψηφίζουν την απόφαση.
Το πρακτικό που συντάσσεται για την λαμβανόμενη απόφαση και υπογράφεται από τα παρόντα μέλη, αποτελεί ως προς το περιεχόμενό του πλήρη απόδειξη μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο. Παρόντες είναι μόνο αυτοί που παρευρίσκονται αυτοπροσώπως και δεν είναι δυνατή η παροχή ψήφου με επιστολή κλπ ή με τηλέφωνο. Για την ύπαρξη απαρτίας αν στο καταστατικό δεν ορίζεται διαφορετικά πρέπει να παρίστανται τα περισσότερα των μελών της διοικήσεως. Για την απαρτία αυτή υπολογίζεται και το μέλος που κατά το άρθρο 66 ΑΚ δεν δικαιούται σε ψήφο.
Όταν υπάρχει πολυμελής διοίκηση σε δικαιοπραξίες αυτής με τρίτους, απαιτείται η σύμπραξη όλων τωνμελών της διοικήσεως και όχι μόνο της πλειοψηφίας.
ΑΡΘΡΟ 66
ΜΕΛΟΣ ΝΠ ΧΩΡΙΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΨΗΦΟΥ
Μέλος της διοίκησης δεν δικαιούται να ψηφίσει, αν η απόφαση αφορά την επιχείρηση δικαιοπραξίας ή την έγερση ή την κατάργηση δίκης μεταξύ του νομικού προσώπου και του μέλους ή του συζύγου του ή εξ αίματος συγγενούς του ως και τον τρίτο βαθμό.
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Η αναγκαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 66 ΑΚ καθιερώνει κώλυμα για το μέλος της διοικήσεως που έχει, το ίδιο ή ο σύζυγός του ή εξ αίματος συγγενείς του μέχρι τρίτο βαθμό, συμφέρον από την απόφαση που αφορά την επιχείρηση δικαιοπραξίας ή την έγερση ή την κατάργηση δίκης μεταξύ του ΝΠ και των παραπάνω.
Η σύγκρουση αυτή δικαιολογεί το διορισμό προσωρινής διοίκησης κατά άρθρον 69 ΑΚ.
Το κώλυμα υπάρχει μόνο ως προς την ψηφοφορία και όχι ως προς την συμμετοχή στις συνεδριάσεις της διοικήσεως αν και υποστηρίζεται ότι το κώλυμα πρέπει να επεκταθεί και στην συμμετοχή του μέλους στη συνεδρίαση και στον συνυπολογισμό του για το σχηματισμό απαρτίας.
Η απαγόρευση αυτή δεν μπορεί να επεκταθεί και στην περίπτωση που το μέλος της διοικήσεως αποτελεί απλό μέλος άλλου ΝΠ με το οποίο ή προς το οποίο επιχειρείται η δικαιοπραξία. Τούτο γιατί τότε δεν συντρέχει ο λόγος της διατάξεως. Αντίθετα όμως αν το μέλος κατέχει το 80% των μετοχών του άλλου ΝΠ ισχύει το κώλυμα.
Η απαγόρευση της ΑΚ 66 ισχύει και όταν το μέλος πρόκειται να ψηφίσει ως αντιπρόσωπος άλλου μέλους της διοικήσεως, εκτός αν η πληρεξουσιότητα προς ψήφο είναι ειδική και συγκεκριμένη που τον δεσμεύει, οπότε και δεν μπορεί να γίνει καταστρατήγηση της ΑΚ 66.
Η διάταξη της ΑΚ 66 είναι αναγκαστικού χαρακτήρα και δεν μπορεί να καταργηθεί με ειδική ρήτρα στο καταστατικό του ΝΠ. Αντίθετα το κώλυμα μπορεί να επεκταθεί με σχετική διάταξη στο καταστατικό.
Η λήψη απόφασης κατά παράβαση της απαγορεύσεως, δηλαδή με την ψήφο του μέλους που δεν δικαιούται ψήφου, είναι άκυρη. Αν μετά την αφαίρεση του ψήφου αυτού οι υπόλοιπο ψήφοι είναι αρκετοί για σχηματισμό πλειοψηφίας είναι έγκυρη η απόφαση.
ΑΡΘΡΟ 67
ΕΞΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΝΠ
Όποιος έχει τη διοίκηση νομικού προσώπου φροντίζει τις υποθέσεις του και το αντιπροσωπεύει δικαστικά και εξώδικα. Υποκατάσταση απαγορεύεται εφόσον η συστατική πράξη ή το καταστατικό δεν ορίζει διαφορετικά.
----------------------------------------------------------------------------------------------------------
Η διοίκηση του ΝΠ είτε είναι μονομελής είτε είναι πολυμελής αποτελεί το τακτικό όργανο του ΝΠ. Τα μέλη της διοίκησης κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους δεν είναι αντιπρόσωποι ή εντολοδόχοι ή προστηθέντες του ΝΠ αλλά όργανα αυτού και η δήλωση βουλήσεως τους έχει αμέσως αποτελέσματα υπέρ και κατά αυτού.
Η διοίκηση αντιπροσωπεύει το ΝΠ δικαστικά και εξώδικα, εξουσία που περιλαμβάνει τη λήψη των αναγκαίων αποφάσεων, αλλά και την εκτέλεση των σχετικών αποφάσεων γαι την ευόδωση των πράξεων αυτών. Η εξουσία αυτή δεν μπορεί να αφαιρθεί από τη διοίκηση με τη συστατική πράξη ή το καταστατικό μπορεί όμως να περιορισθεί.
Η διοίκηση του ΝΠ κατά πρώτο λόγο επιμελείται των εσωτερικών υποθέσεών του, διεξάγει δηλαδή όλες τις πράξιες που αναφέρονται στα εσωτερικά του ΝΠ στις οποίες δεν συμπράττει κάποιος τρίτος (όπως κρατάει τα βιβλία του ΝΠ, συντάσσει απογραφή, οικονομικό και διαχειριστικό έλεγχο κλπ).
Η διοίκηση έχει παράλληλα και την επιμέλεια των προς τα έξω υποθέσεων του ΝΠ και το αντιπροσωπεύει δικαστικώς και εξωδίκως όχι με την έννοια των ΑΚ 211 επ., καθόσον η διοίκηση ενσαρκώνει τη βούληση του ΝΠ (όπως πληρωμές ή εισπράξεις, εκμισθώνει πράγματα του ΝΠ, προβαίνει σε οχλήσεις, καταγγελίες και υπαναχωρήσεις κλπ).
Όταν υπάρχει πολυμελής διοίκηση σε δικαιοπραξίες με τρίτους απαιτείται η σύμπραξη όλων των μελών της διοικήσεως και όχι μόνο της πλειοψηφίας. Μπορεί όμως η απόφαση αυτή να ορισθεί ότι θα συμβληθεί με ένα ή περισσότερα μέλη της.
Η διοίκηση εκπροσωπεί και δικαστικώς το ΝΠ και μπορεί να ασκήσει αγωγή, ένδικα μέσα και γενικά να διεξάγει τις δίκες που αναφέρονται στο ΝΠ.
Υποκατάσταση άλλου στα έργα της διοικήσεως είναι δυνατή μόνο εφόσον τούτο επιτρέπεται από το καταστατικό ή τη συστατική πράξη. Η υποκατάσταση μπορεί να αφορά την υπόθεση του όλου ή μέρους των εξουσιών σε άλλο φυσικό πρόσωπο. Τέτοιο πρόσωπο μπορεί να είναι και μέλος της διοικήσεως όπως ο πρόεδρος, ο γραμματέας κλπ.
Αν η υποκατάσταση έγινε χωρίς να επιτρέπεται από τη συστατική πράξη ή το καταστατικό, οι δικαιοπραξίες που επιχειρήθηκαν από τον υποκατάστατο δεν δεσμεύουν το ΝΠ. Αν όμως η υποκατάσταση επιτρέπεται από τη συστατική πράξη ή το καταστατικό, οι δικαιοπραξίες που επιχειρήθηκαν από τον υποκατάστατο δεσμεύουν το ΝΠ και το τελευταίο ευθύνεται για τις πράξεις ή παραλείψεις του υποκαταστάτου που έλαβαν χώρα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του (ΑΚ 71).
(συνεχίζεται με άλλη ανάρτηση για τα υπόλοιπα άρθρα ΑΚ 68-77)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου