Πολιτικά Κόμματα
Λαός =
κοινωνία ως σύνολο των πολιτών, οργανώνεται πολιτικά σε πολιτικούς θεσμούς
(πολιτικά κόμματα) και τα πολιτικά κόμματα αυτά δεν είναι κρατικά όργανα.
Πολιτικά
Κόμματα: Είναι μια έννοια που εμφανίζεται αρκετά καθυστερημένα στην παγκόσμια
πολιτική ιστορία (Τέλη 18ου αιώνα). Με δύο κόμματα στην αρχή:
Συντηρητικοί και Φιλελεύθεροι. Αργότερα εμφανίζεται και το Εργατικό Κόμμα (19ος
αιώνας). Τα πρώτα κόμματα που εμφανίζονται είναι κόμματα στελεχών. Στα τέλη του
19ου αιώνα έχουμε μια μεγάλη αλλαγή στη Μ. Βρετανία την ανάπτυξη
σοσιαλιστικών ιδεών. Αρχίζει να μπαίνει κόσμος στον κομματικό μηχανισμό και από
άλλες τάξεις. Έτσι από τα κόμματα στελεχών τα κόμματα μετατρέπονται σε κόμματα
μαζών.
Robert Michel
Moisei Ostrogoski
Οι παραπάνω
έγραψαν 2 βιβλία που είναι αλφάβητα της έννοια του πολιτικού κόμματος. (20ος
αιώνας).
Πολιτικά
Κόμματα:
1)
Κόμματα Στελεχών = Δημοκρατικοποιείται η έννοια του
πολιτικού κόμματος
2)
Κόμματα Μαζών = Ιδεολογικοποιείται η έννοια του
πολιτικού κόμματος
Μεγάλο
ρόλο έπαιζε η ανάπτυξη του συνδικαλισμού στην Μ. Βρετανία. Τα πρώτα κόμματα με
τη σημερινή έννοια εμφανίζονται το 19ο αιώνα στη Βρετανία και είναι
τα αριστερά σοσιαλιστικά κόμματα.
Τα
πρώτα σοβαρά Ελληνικά κόμματα δημιουργούνται από τον Χ. Τρικούπη και από τον
Βενιζέλο. (πρωσοποπαγές)
Το
πρώτο οργανωμένο ιδεολογικά κόμμα στην Ελλάδα είναι το κουμμουνιστικό κόμμα.
Το
1974 δημιουργήθηκαν τα 2 μεγάλα κόμματα (ΠΑΣΟΚ και ΝΔ). Αυτά τα κόμματα συνεχίζουν
να υπάρχουν μέχρι σήμερα. Είναι αρχηγικά κόμματα. Έχουν δημιουργήσει εσωτερικά
όργανα.
Πρωσοποπαγές κόμμα à εξαρτάται από τον αρχηγό του κόμματος
Αρχηγικό Κόμμα à Δεν εξαρτάται
από τον αρχηγό και συνεχίζει να υπάρχει αν αλλάξει ο αρχηγός. Λειτουργεί το
κόμμα αλλά την τελική απόφαση την παίρνει ο αρχηγός του κόμματος.
Σήμερα
υπάρχει έντονη τάση στην Ευρώπη για δημιουργία Ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων.
Νομική Φύση του
Πολιτικού Κόμματος
Υπήρξε
η θεωρία να θεωρηθεί το πολιτικό κόμμα ως σωματείο. Το πολιτικό κόμμα είναι ένα
νομικό πρόσωπο (δημοσίου/ ιδιωτικού δικαίου).
Θεμελιώδης
αρχές πολιτεύματος
Οι
οικοδομές πάνω στις οποίες στηρίζεται το πολιτικό εποικοδόμημα.
Αρχές =
απαράβατες αξίες
Υπέρβαση
αυτών των αρχών σημαίνει επανάσταση. Οι αρχές αυτές αποτελούν σημεία αναφοράς
σε ερμηνευτική αδιέξοδο.
Αρχές:
1) Δημοκρατική
Αρχή (άρθρο 1 συντ)
2) Αντιπροσωπευτική
Αρχή (άρθρο 51 συντ)
3) Κοινοβουλευτική
Αρχή (άρθρο 84 συντ)
4) Αρχή
του Πολυκομματισμού (άρθρο 29 συντ)
5) Αρχή
της διάκρισης των κρατικών λειτουργιών (άρθρο 26 συντ)
6) Προεδρεύομενος
χαρακτήρας του πολιτεύματος (άρθρο 30 και επόμενα συντ)
7) Αρχή
του κράτους δικαίου και η μετεξέλιξη της σε αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου
(άρθρο 25, παρ.1 συντ).
Νομιμότητα
και Νομιμοποίηση à Θεμελιώδης εκφράσεις νομικής αρχής
Νομιμότητα: όταν κάτι στηρίζεται στο σύνταγμα ή
στους νόμους.
Νομιμοποίηση: π.χ. η κυβέρνηση
Η κυβέρνηση
πρέπει να στηρίζεται στην συναίνεση (consensus) του λαού, έτσι αναγνωρίζονται και
τα δικαιώματα και οι εξουσίες της.
Ανινομοποίητη: όταν η κυβέρνηση χάσει την
εμπιστοσύνη του λαού.
Διαδικασίες
μέσω των οποίων μια νόμιμη κυβέρνηση μπορεί να καταστεί ανινομοποίητη (να χάσει
το λαϊκό έρεισμα) :
1)
αναφορές
2)
αιτήσεις
κατάθεσης δημοσίων εγγράφων
3)
απλές
ερωτήσεις και επερωτήσεις
4)
επίκαιρες
ερωτήσεις και επερωτήσεις
5)
εξεταστικές
επιτροπές
6)
προτάσεις
μομφής και δυσπιστίας
7)
προημερισίας
διατάξεως συζητήσεις
8)
η
ώρα του πρωθυπουργού
Αναφορές: Δικαίωμα κατάθεσης έχουν οι
βουλευτές. Είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα έμμεσης δημοκρατίας. Τις καταθέσεις
πρέπει να τις δέχονται οι βουλευτές. Δεν μπορούν να κάνουν κατάθεση οι απλοί
πολίτες.
Προτάσεις Μομφής: Εφόσον γίνουν δεκτές η κυβέρνηση
πρέπει να παραιτηθεί. Αν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαπιστώσει ότι η Βουλή δεν
μπορεί να συνεχίσει την λειτουργία της τότε γίνονται εκλογές.
Αντιπροσωπευτική αρχή:
Αντιπαράθεση
προς την αρχή της άμεσης δημοκρατίας. Η πολιτεία μας είναι άμεση/ έμμεση
προεδρεύομενη δημοκρατία.
-
δημοψηφίσματα
-
λαϊκές
συνελεύσεις
-
θεσμός
πολιτικών κομμάτων (μεσολαβεί η βούληση του εκλογικού σώματος στο πολιτικό
γίγνεσθαι).
Όλα τα
παραπάνω αμβλύνουν το αντιπροσωπευτικό σύστημα.
Εκλογέας – Εκλεγόμενος
Ανάμεσα
τους υπάρχει η Πολιτική Εντολή Πλαίσιο.
Πολιτική Εντολή Πλαίσιο: Συγκερασμός αιτημάτων εκλογικού
σώματος και οι προαναγγελίες των υποψηφίων.
Κοινοβουλευτική Αρχή: (διαχρονική
εξέλιξη) ή αλλιώς και η αρχή της δεδηλωμένης υποδηλώνει ότι η κυβέρνηση που
αναλαμβάνει την εξουσία πρέπει να στηρίζεται στην δεδηλωμένη εμπιστοσύνη της
πλειοψηφίας του λαού.
Πολυκομματισμός: Προβλέπεται στο άρθρο 29,παρ.1.
Είναι δικαίωμα ίδρυσης και συμμετοχής στη λειτουργία των πολιτικών κομμάτων.
Σκοπός:
εδραίωση δημοκρατικού πολιτεύματος.
Άρθρο 29, παρ.1
1)
ανάγκη
εσωκομματικής δημοκρατίας
2)
βαθμός
συμμετοχής των κομμάτων στην εδραίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος
Εσωκομματική
Δημοκρατία: Δικαίωμα ετερότητας (δικαίωμα διαφοράς).
Η εδραίωση
του δημοκρατικού πολιτεύματος στα κόμματα γίνεται μέσω διαλεκτικών διαδικασιών.
Αρχή διάκρισης κρατικών λειτουργιών: Η υπέρτατη εξουσία ανήκει στον λαό.
Άρθρο 26,
παρ.1 à εκτελεστική λειτουργία à κυβέρνηση και ΠτΔ.
Νομοθετική λειτουργία à βουλή
Άρθρο 26,
παρ. 3à δικαστική λειτουργία à δικαστικοί λειτουργοί
Εξουσία: Υπέρτατη δύναμη που μετουσιώνεται
σε έκφραση πολιτικής βούλησης. Εκδηλώνεται κάθε τέσσερα χρόνια με τι διαδικασία
των εκλογών.
Λειτούργημα: έχει διαχειριστικές μορφές και
συνδέεται με την έκφραση της βούλησης.
ΠτΔ à ελεγκτικές αρμοδιότητες, δεν είναι
μάχιμο πολιτικό όργαο και έχει συμβολικές αρμοδιότητες.
Ετεροπροσδιορισμός: Παρέμβαση τρίτου φορέα
Π.χ. Παρέμβαση Προέδρου της Δημοκρατίας
Αυτοπροσδιορισμός: Υποδηλώνει
διαμόρφωση συνθέσεων μεταξύ κρατικών οργάνων
Π.χ. όταν διαμορφώνεται από τη βουλή
Αρχή
διάκρισης κρατικών λειτουργιών à δεν
έχει απόλυτο χαρακτήρα.
Τα κρατικά
όργανα δεν λειτουργούν μόνοι τους, αλλά λειτουργούν μέσω συνθέσεων και
συζεύξεων.
Ο Πρόεδρος
της Δημοκρατίας έχει έμμεση δημοκρατική νομιμοποίηση. Παλιά ο ΠτΔ μπορούσε να
διαλύσει τη Βουλή, να προκηρύξει δημοψήφισμα χωρίς τη μεσολάβηση της βουλής.
Επίσης μπορούσε να παρεμβαίνει και να ορίζει ως πρωθυπουργός το πρόσωπο της
εμπιστοσύνης του (1974-1986) Ωστόσο δεν έγινε η χρήση αυτών των αρμοδιοτήτων.
Αρχή του Κράτους Δικαίου
Οι
παράμετροι στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης σήμερα έχουν αμβλυνθεί.
Άρθρο 25,
παρ.1 συντ.
Ατομικά δικαιώματα: Αποθετικός χαρακτήρας. Συνέρχονται
προς την αρχή του κράτους δικαίου. Αυτοπροσδιορίζονται στις σχέσεις τους με τους πολίτες μέσω των
συνταγματικών κανόνων.
Κοινωνικά Δικαιώματα: Παροχικός χαρακτήρας
Ατομικά
Δικαιώματα = ελευθερία
Κοινωνικά
Δικαιώματα = ισότητα
Ισότητα: άρχισε να διαδίδεται τις τελευταίες
δεκαετίας λόγο της δημοκρατικής νομιμότητας.
Ελευθερία: δυνατότητα ατόμου να
αυτοπροσδιορίζεται
Υπέρτατο
δικαίωμα = δικαίωμα αυτεξουσιότητας
Κράτος Δικαίου: φορέας υποχρεωμένος να
αυτοπροσδιορίζεται και να αυτοδεσμεύεται στις σχέσεις του με τους πολίτες.
Κοινωνικό κράτος δικαίου (άρθρο 4,
παρ. ½)
Τυπική ισότητα: ισότητα Ελλήνων και Ελληνίδων. à Η επιδίωξη πραγματώνεται με
δεδομένες τις κοινωνικές ανισότητες.
Ουσιαστική ισότητα: όχι ενώπιον του νόμου, αλλά διά του
νόμο και του συντάγματος. Η ουσιαστική ισότητα είναι αναλογική και όχι απόλυτη.
Αγώγιμο
Δικαίωμα: Δικαίωμα ενός φορέα
Ατομικά
Δικαιώματα= δικαστικώς αγώγιμα.
Ωστόσο
υπάρχει αμφισβήτηση για το αγώγιμο χαρακτήρα των κοινωνικών δικαιωμάτων (π.χ.
εργασία)..
Αναλογική ισότητα: ίση αντιμετώπιση όμοιων καταστάσεων
Κράτος = κατάκτηση πολιτικής εξουσίας
Κοινωνία= Δικές του κανόνες εξισσορόπησης
διαφορώνà κατάκτηση κοινωνικής εξουσίας.
Αρχή του
πολυκομματισμού à φορείς που προσπαθούν να
προσεγγίσουν την κοινωνία με το κράτος.
Κοινωνικό Δικαίωμα: μη κατοχύρωση κοινωνικών
δικαιωμάτων καθιστά αδύνατο/ ατελείωτο τα ατομικά και τα πολιτικά δικαιώματα.
Ισορροπία
μεταξύ ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων αναδεικνύεται με την αρχή
της αυτεξουσιότητας.
Όταν η
κυβέρνηση χάσει την εμπιστοσύνη του λαού δεν γίνονται άμεσα εκλογές, αλλά ο
νομοθέτης περιμένει να κλείσει η κυβέρνηση τα 4 χρόνια.
Διάλυση
Βουλής à Πρόταση Προέδρου της Δημοκρατίας.
Εφόσον η
κυβέρνηση αδυνατίσει τότε γίνονται εκλογές.
Διερευνητικές Εκλογές: συσχετίζονται με την εντολή
σχηματισμού κυβέρνησης.
Εφόσον δεν
υπάρχει κόμμα που να έχει την πλειοψηφία τότε ο ΠΔ δίνει χρόνο 1 εβδομάδας
στους αρχηγούς των κομμάτων για συναίνεση με σκοπό να δημιουργηθεί μια
κυβέρνηση συνεργασίας
Ερωτήσεις:
1)
Έννοια
θεμελιωδών αρχών πολιτεύματος;
2)
Αν
αποτελούν διατάξεις του ισχύοντος συντάγματος;
3)
Ποια
είναι η διαφοροποίηση μεταξύ των θεμελιωδών αρχών και λοιπών κανόνων του
συντάγματος;
4)
Ποια
είναι η λειτουργική χρησιμότητα θεμελιωδών αρχών;
Απαντήσεις:
1)
Είναι
κάποια βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα τα οποία ρυθμίζουν και χαρακτηρίζουν τη
μορφή του πολιτεύματος. Αυτό σημαίνει ότι αν πάψει να ισχύει μια θεμελιώδης
αρχή, τότε το πολίτευμα παύει να είναι προεδρευομένη κοινοβουλευτική
δημοκρατία.
2)
Αποτελούν
διατάξεις του συντάγματος.
3)
Η
διαφοροποίηση έγκειται στο ότι οι θεμελιώδης αρχές είναι ενσωματωμένες στο
σύνταγμα και δεν μπορούν να αλλάξουν εύκολα.
Ομοιότητα:
Έχουν γραπτό περιεχόμενο και περιέχουν κανόνες. Αποτελούν κανόνες συντάγματος
και έχουν αυξημένη τυπική ισχύ.
Διαφοροποίηση:
Οι αρχές έχουν μεγαλύτερο βαθμό γενικότητας και αφερετικότητας από τους λοιπούς
κανόνες δικαίου.
Π.χ. άρθρο
25 του συντ.
4)
Θεμελιώδης
αρχές: σε περίπτωση ερμηνευτικής αδιεξόδου για να επιτευχθεί να δοθεί μια
απάντηση πρέπει να ξεκινήσουμε την ερμηνευτική σκέψη από τις θεμελιώδης αρχές.
Είναι δηλαδή αφετηρία της ερμηνευτικής πυξίδας. Ξεκινάμε από τις γενικές και
τις αφερημένες αρχές.
Η
δημοκρατική αρχή του πολιτεύματος είναι η βασική αρχή.
Δημοκρατική
αρχή: Α) εθνική κυριαρχία Β) λαϊκή κυριαρχία.
Η λαϊκή
κυριαρχία και η εθνική κυριαρχία συνθέτουν την δημοκρατική αρχή.
Έθνος: Περιλαμβάνει άτομα που τους
συνοδεύουν κοινά στοιχεία. Δεν παίζει ρόλο η γεωγραφική περιοχή. Το Έθνος είναι
γενική και αφηρημένη ιδεατή οντότητα.
Λαός: Συγκεκριμένο και απτό περιεχόμενο.
Σύνολο πολιτών που συμμετέχουν στην άσκηση της εξουσίας.
Πρώτα
εμφανίστηκε η εθνική κυριαρχία και μετά η λαϊκή κυριαρχία που διέπεται από
οικονομικές και κοινωνικέ αντιθέσεις.
Άρθρο 1 συντ.
Υπέρτατη μορφή κρατικής πολιτικής
εξουσίας à
Συντακτική Εξουσία
Όλες οι εξουσίες: Σύνολο εξουσιών (νομοθετικές κτλπ)
που γίνονται στο όνομα του Ελληνικού λαού .
Χρησιμοποιείται για ιστορικούς και τυπικούς
λόγους η έννοια του έθνους.
Θεμέλιο
Πολιτεύματος à Λαϊκή κυριαρχία
Δεν υπάρχει
κρατική εξουσία που ασκείται αυτόνομα, αλλά όλες οι εξουσίες ασκούνται σύμφωνα
με το σύνταγμα.
Δεν υπάρχει
δημοκρατία χωρίς ελευθερία και ισότητα και χωρίς συμμετοχή του πολίτη στη πολιτική
εξουσία.
1)
Ποια
είναι η συνέπεια της εφαρμογής της δημοκρατικής αρχής στην κρατική οργάνωση;
à
Όλες οι αποφάσεις πρέπει
1)
να εκδίδονται στο όνομα του ελληνικού λαού (λαϊκή νομιμοποίηση).
2)
πρέπει να εκδίδονται με βάση την αρχή της δημοσιότητας (ΦΕΚà πληροφόρηση πολιτών).
Η
αρχή της δημοσιότητας όσον αφορά την κρατική οργάνωση είναι έκφραση της λαϊκής
κυριαρχίας.
3)
Η σχέση μεταξύ πλειοψηφίας και τη μειοψηφίας. Οι αποφάσεις στηρίζονται στην
αρχή της πλειοψηφίας. Η αρχή της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας συλλειτουργούν
μαζί.
Αρχή της πλειοψηφίας
και της μειοψηφίας:
Α)
Η πλειοψηφία κυβερνά και η μειοψηφία κυβερνάται, αλλά από την άλλη πλευρά
ελέγχει τις πράξεις της πλειοψηφίας.
Β)
Για να τονιστεί ο δημοκρατικός χαρακτήρας του πολιτεύματος ο έλεγχος πρέπει να
είναι ουσιαστικός, αποτελεσματικός και συνεχόμενος.
Έτσι
η μειοψηφία μπορεί να γίνει πλειοψηφία και η πλειοψηφία μπορεί να γίνει
μειοψηφία (δημοκρατικός τρόπος λειτουργίας του πολιτεύματος).
Όργανα του κράτους
Τα
όργανα του κράτους είναι η Βουλή, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, το Εκλογικό Σώμα
και η Δικαστική Εξουσία.
Τα
όργανα αυτά συνθέτουν την λειτουργία του κράτους.
-
οργάνωση
των οργάνων
-
αρμοδιότητες
των οργάνων
-
ποια
σχέση έχουν με τα λοιπά κρατικά όργανα
Βασικές
Έννοιες για τα όργανα του κράτους: αρμοδιότητα, φορέας και λειτουργία.
Οι παραπάνω
είναι συναφής έννοιες που συνδέονται με την έννοια του οργάνου.
Όργανο: Δέσμη αρμοδιότητας που ασκείται για
την εκπλήρωση κάποιου συγκεκριμένου κρατικού θέματος. Όταν λέμε αρμοδιότητα
εννοούμε την δυνατότητα ή την θεσμική ικανότητα που έχει κάποιο όργανο για να
εκδώσει κάποιες πράξεις ή να διεκπεραιωθούν κάποιες κρατικές υποθέσεις.
Τεκμήριο Αρμοδιότητας: Όταν έχουμε να κάνουμε με ένα ζήτημα
που δεν ξέρουμε ποιο όργανο έχει αρμοδιότητα να το ρυθμίσουμε, τότε εννοούμε
τον λαό.
Κυβέρνηση:
Βασικό όργανο που ασκεί την εκτελεστική εξουσία (άρθρο 26).
Άσκηση
Εκτελεστικής Εξουσίας à Πρόεδρος της Δημοκρατίας και
Κυβέρνηση.
Κυβέρνηση:
Α) οργανική προσέγγιση Β) λειτουργική προσέγγιση
Οργανική
προσέγγιση : όργανα που ασκούν την συγκεκριμένη αρμοδιότητα
Λειτουργική
προσέγγιση : σύνολο αρμοδιοτήτων που ασκείται από κάποιο συγκεκριμένο κρατικό
όργανο.
Κυβέρνηση
(Λειτουργική Προσέγγιση):
1)
Υλοποίηση
και Εφαρμογή των νόμων. Έκδοση κατάλληλων διοικητικών πράξεων.
2)
Βρίσκεται
στη κορυφή της δημόσιας διοίκησης. Κατευθύνει την λειτουργία της διοικητικής
μηχανής.
Άρθρο 81
συντ à συγκρότηση κυβέρνησης (οργανική
προσέγγιση).
Άμεσο
όργανο: Βουλή
Συλλογικό
όργανο: Κυβέρνηση
Κυβερνητικά Συστήματα:
1)
Συλλογικό
2)
Πρωθυπουργοκεντρικό
Τα παραπάνω
ισχύουν σήμερα όσον αφορά τις Δυτικές Δημοκρατίες.
Συλλογικό: Έχουμε άσκηση κυβερνητικής εξουσίας
συνολικά από όλα τα μέλη του Υπουργικού Συμβολαίου. Δεν έχει ο πρωθυπουργός
περισσότερη δύναμη από τους υπουργούς.
Πρωθυπουργοκεντρικός: Ο πρωθυπουργός έχει αυξημένες
αρμοδιότητες. Έχει δεσπόζουσα θέση στη κυβέρνηση και στο Υπουργικό Συμβόλαιο.
Άρθρο 82,
παρ.2 + άρθρο 37 à Ο πρωθυπουργός διαφοροποιείται από
τα μέλη του Υπουργικού Συμβολαίου. Ο πρωθυπουργός διορίζεται πρώτος μετά τις
εκλογές και μετά τις πράξεις του οποίου διορίζονται και οι υπόλοιποι μέλη της
κυβέρνησης. Τα πάντα ανάγονται από τον Πρωθυπουργό.
Στην
επιλογή κυβερνητικών συστημάτων παίζουν ρόλο:
1)
Εξαρτάται
από τη προσωπικότητα του πρωθυπουργού (χαρισματικοί ή κάποιοι που είναι μεγάλοι
σε ηλικία). Δηλαδή ισχυρή πολιτική προσωπικότητα.
2)
Εξαρτάται
από το αν έχουμε μονοκομματική ή πολυκομματική κυβέρνηση.
Μονοκομματισμός
à αποφασιστικός ρόλος
Πολυκομματισμός
à ελεγκτικός ρόλος
Άρθρο 82
συντ à βασική αρμοδιότητα κυβέρνησης
Καθορισμός
γενικής πολιτικής της χώρας.
Γενική
πολιτική: γενικός και αφηρημένος όρος
Α)
εννοιολογικός καθορισμός
Β) αρνητική
ερμηνευτική προσέγγιση
Οτιδήποτε
δεν υπάγεται στην νομοθετική ή στην δικαστική λειτουργία υπάγεται εννοιολογικά
στον όρο γενική πολιτική της χώρας (παιδεία, άμυνα, οικονομία και εξωτερική
πολιτική).
Με την
παρέμβαση του κράτους σε διάφορους τομείς γεννάται η ανάγκη ίδρυσης δημιουργίας
νέων υπουργείων.
Πρακτικό
Εν όψη ενός
σημαντικού θέματος υπάρχει διχογνωμία
ανάμεσα στους πολιτικούς παράγοντες. Ενόψει τούτο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας
καλεί σε σύσκεψη τους αρχηγούς των κομμάτων και στη σύσκεψη αυτή παρίσταται και
ο υπουργός εξωτερικών. Μόλις ο πρωθυπουργός το πληροφορείται αυτό, διαφωνεί και
κάνει οξύτατες δηλώσεις. Στη συνέχεια επικοινωνεί με τον λαό διαφωνώντας με
αυτό.
Ερωτήσεις
Α) Αν ο ΠτΔ
μπορεί να καλέσει μια τέτοια σύσκεψη;
Β) Για ποιο
λόγο βρίσκεται ο υπουργός εξωτερικών εκεί και όχι ο πρωθυπουργός;
Γ) είναι
δικαιολογημένη η αντίδραση του πρωθυπουργού;
Δ) αν
σύμφωνα με το σύνταγμα μπορούμε να δώσουμε απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα;
Απαντήσεις:
Α) άρθρο 50 à έχει μόνο αρμοδιότητα που του δίνει το σύνταγμα
Τεκμήριο
αρμοδιότητας à θα έπρεπε να αναλάβει η βουλή τη
σύσκεψη αυτή, επειδή είναι το μόνο κρατικό όργανο που εκλέγεται άμεσα.
Η διάταξη
αυτή είναι μια γενική διάταξη.
Προσπαθούμε
να βρούμε αν υπάρχει ειδική διάταξη που απονέμει στον ΠτΔ να καλεί σε σύσκεψη.
Άρθρο
30/33/26 à γενικές διατάξεις
Άρθρο 37,
παρ. 3 και άρθρο 50 à έχει δυνατότητα ο ΠτΔ να καλέσει σε
σύσκεψη.
Έχουμε να
κάνουμε με μια αρμοδιότητα που μπορεί να συγκαλεί τους αρχηγούς των κομμάτων
για άλλα θέματα.
Επομένως
αυτή η ενέργεια του ΠτΔ είναι αντισυνταγματική. Για να ήταν συνταγματική έπρεπε
να υπήρχε συγκεκριμένος συνταγματικός κανόνας.
Β – Δ)
Άρθρο 37/82, παρ.2 à Η ενέργεια του υπουργού εξωτερικών
είναι και συνταγματική και μη. Έχει πολλαπλές ερμηνείες. Όμως υπάρχει μια άποψη
που είναι πιο πειστική : είναι συνταγματικό γιατί εφόσον δεν είχε πάρει άδεια
από τον Πρωθυπουργό δεν είχε την αρμοδιότητα να παρασταθεί σε μια τέτοια
σύσκεψη.
Ο
συνταγματικός κανόνας περικλείει το δέον.
Υπάρχει
άμεση σχέση που συνενώνει το δέον με την πολιτική – κοινωνική πραγματικότητα.
Γ) Από τη
στιγμή που ο ΠτΔ δεν έχει αυτό το δικαίωμα είναι δικαιολογημένη η αντίδραση
του.
Διαγραφή μελών ενός κόμματος:
Άρθρο 29
1)
Δικαίωμα
καθενός ίδρυσης και συμμετοχής σε πολιτικά κόμματα ( δικαίωμα συμμετοχής στην
άσκηση πολιτικής εξουσίας).
2)
Σκοπός:
Διασφάλιση ελεύθερης και δημοκρατικής λειτουργίας του πολιτεύματος.
Καθιερώνεται
η ενδοκομματική αντιπολίτευση.
Άρθρο 29,
παρ.1 à συνταγματοποιείται η λειτουργία των
πολιτικών κομμάτων και η συμμετοχή των πολιτών σε κόμματα.
Εφόσον
κάποιο μέλος διαγράφεται από ένα κόμμα έχουμε προσβολή κάποιου ατομικού
πολιτικού δικαιώματος.
Η ειδική
διάταξη υπερισχύει της γενικής..
Η ελευθερία
του ενός σταματάει στην περίπτωση που παρεμποδίζεται η ελευθερία κάποιου άλλου.
Πρακτική Αρμονία:
Εφαρμόζονται
και ισχύουν όλα τα ατομικά δικαιώματα.
Υπάρχουν
κανόνες που επιτρέπουν την άσκηση και των δύο δικαιωμάτων.
Δεν έχουμε
υπεροχή ενός δικαιώματος από ένα άλλο δικαίωμα. Δεν έχουν αντιθετικό
περιεχόμενο τα δικαιώματα. Έχουν κανονιστικό περιεχόμενο.
Τα ατομικά
δικαιώματα έχουν την ίδια ισχύ, όπως και οι συνταγματικοί κανόνες που έχουν
αυξημένη τυπική ισχύ.
Χρηματοδότηση Πολιτικών Κομμάτων
Η
χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων ορίζεται στο άρθρο 29, παρ.2 του
συντάγματος.
Πρέπει να
έχουν χρηματοδότηση από το κράτος ή μπορούν να έχουν χρηματοδότηση και από
ιδιώτες.
Εξαρτώνται
από ιδιωτική χρηματοδότηση (1983-1984).
Ένα ποσοστό
μοιράζεται από το κράτος στα πολιτικά κόμματα χωρίς να αποκλείεται η ιδιωτική
χρηματοδότηση. Αναλογική χρηματοδότηση είναι και λάθος γιατί παγιώνεται έτσι
μια κατάσταση και σωστό.
Υπήρχε
πρόβλημα διαφάνειας στη διαχείριση αυτών των χρημάτων.
Παρόν Σύνταγμα à υποχρέωση του κράτους για
χρηματοδότηση και δικαίωμα του κόμματος να ζητά χρήματα
Υπάρχει
ανάγκη ελέγχου δαπανών των κομμάτων, ακόμα και αυτών των υποψηφίων.
Κύρωση
υπάρχει μόνο για τους βουλευτές που εκλέγονται και όχι για τους υποψηφίους
βουλευτές.
Ένα άλλο
πρόβλημα υπάρχει στον ορισμό της εκλογικής δαπάνης.
Εκλογική Δαπάνη: Δαπάνη που γίνεται κατά την εκλογική
περίοδο. Δηλαδή από τότε που διαλύεται η Βουλή μέχρι τις εκλογές.
Εάν ένα
κόμμα εξαρτάται μόνο από ιδιωτική χρηματοδότηση θα κάνει στην Βουλή αυτά που
θέλει ο ιδιώτης. Οι ιδιωτικές προσφορές είναι επώνυμες και έτσι η επιτροπή
ελέγχει τις χρηματοδοτήσεις.
Βουλή
Βρίσκεται
πιο κοντά στην πηγή της εξουσίας που είναι το εκλογικό σώμα.
Ελλάδα à 2 συστήματα συγκρότησης Βουλής
1)
μονήρη
Βουλή (μόνο μια βουλή)
2)
Σύστημα
δύο Βουλών.
Υπάρχουν
συστήματα όπου οι 2 βουλές είναι απαραίτητες.
Π.χ. σε
περίπτωση ομοσπονδίας κρατών (ΗΠΑ – Κάθε πολιτεία στέλνει 2 βουλευτές στην
Βουλή ανεξάρτητα από το πληθυσμό της).
Στα ενιαία
κράτη όπως είναι η Ελλάδα είναι θέμα επιλογής για το ποιο σύστημα θα
εφαρμοστεί.
Στα
συστήματα 2 βουλών η λεγόμενο κάτω Βουλή πάντοτε έχει τον τελικό λόγο. Πηγαίνει
το νομοσχέδιο στην άνω Βουλή. Εάν δεν βρεθεί μια λύση για το νομοσχέδιο (δηλαδή
σε περίπτωση που η άλλη βουλή μπλοκάρει το νομοσχέδιο), η κάτω Βουλή αποφασίζει
τελικά. Αυτό εφαρμόστηκε μόνο 2 φορές μέχρι τώρα στην Ελλάδα. Η μια περίπτωση
ήταν κατά τη περίοδο του Όθωνα και η άλλη κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου.
Στην 2η περίπτωση εφαρμόστηκε για 7 χρόνια.
Στα κράτη
της Ανατολικής Ευρώπης υπήρχε το σύστημα των
δύο βουλών (ακόμα και στα πιο μικρά). Εκείνη την εποχή σε αυτές τις
χώρες υπήρχε καχυποψία. Δηλαδή δεν ήθελαν ένα μόνο πόλο εξουσίας το οποίο θα
ήταν ανεξάρτητο κτλπ).
Βουλευτική περίοδος = Διάστημα μεταξύ των δύο βουλευτικών
εκλογών. Είναι maximum 4
χρόνια.
Βουλευτική σύνοδος = Περιοδικότητα εντός της περιόδου.
Είδη Βουλευτικών Συνόδων:
1) Τακτική
Σύνοδος
2) Επιτακτική
Σύνοδος
3) Ειδική
Σύνοδος
Τακτική Σύνοδος = Ξεκινάει 1 μήνα μετά τις εκλογές.
Δεν μπορεί να είναι μικρότερη από πέντε μήνες. Υποχρεωτικά παρατείνεται μέχρι
να ψηφιστεί ο προϋπολογισμός. Η βουλή έχει υποχρεωτική αρμοδιότητα της ψήφισης
του προϋπολογισμού. Αρχίζει τον Οκτώβριο μετά από τις καλοκαιρινές διακοπές και
τελειώνει τον Ιούνιο..
Έκτακτη Σύνοδος = Προκυρήσσεται
από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας όταν κρίνεται αναγκαίο. Δεν έχει περιορισμό
χρόνου και αρμοδιοτήτων. Έχει γίνει μόνο το 1991 όταν είχε έρθει ο Bush στην Ελλάδα για να απευθυνθεί στην
Ελληνική Βουλή και επίσης έγινε κατά τη διάρκεια της ψήφισης της συνθήκης
Μάστριχτ.
Ειδική Σύνοδος = Αντίθετα μετά την τακτική και την
έκτακτη σύνοδο. Προβλέπεται από το σύνταγμα σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και η
Βουλή δεν μπορεί να ασκήσει άλλη αρμοδιότητα εκτός από αυτήν για την οποία έχει
προκυρηχθεί (π.χ. σε περίπτωση αδυναμίας του πρωθυπουργού για λόγους υγείας
κτλπ).
Σε
περίπτωση πολέμου παρατείνεται η διάρκεια της Βουλής. Εάν ξεσπάσει πριν τις
εκλογές η παλιά Βουλή αναβιώνει.
Άρθρο 40,
παρ.2 και 3 συν.
Η Βουλή
συνέρχεται σε Ολομέλεια και σε τμήματα. Τα θερινά τμήματα είναι 3 και μέχρι το
2001 δεν είχαν νομοθετικές αρμοδιότητες.
Τα θέματα
που ρυθμίζονται από τη Βουλή αλλάζουν πιο συχνά από ότι το σύνταγμα.
Όργανα της Βουλής:
1) Ο
Πρόεδρος της Βουλής
2) Διάσκεψη
των Προέδρων
3) Προεδρείο
Πρόεδρος της Βουλής: Έχει απεριόριστες και ανέλεγκτες
αρμοδιότητες. Εκλέγεται στην αρχή κάθε βουλευτικής περιόδου με απόλυτη
πλειοψηφία και μυστικά. Η εκλογή του είναι πολύ σημαντική για κάθε βουλή. Είναι
το πρώτο crash
test για το πρώτο κόμμα γιατί θα
αναδείξει τους δυσαρεστημένους με το αποτέλεσμα. Είναι σημαντικό το κόστος του
και η στιγμή. Εκλέγεται για τέσσερα χρόνια. Από το 1995 έως τώρα δεν υπήρχε
περίπτωση που ο Πρόεδρος της Βουλής να ήταν ανίκανος. Ήταν υποψήφιοι υψηλά
στελέχη.
Υπάρχουν 2 συστήματα Προέδρων της
Βουλής.
Αμερικανικό Μοντέλο à Είναι ο Πρόεδρος της Βουλής εκπρόσωπος του κόμματος.
Έχει καθημερινή επαφή με την κυβέρνηση και κάνει τα πάνα για να βοηθήσει το
κόμμα του.
Βρετανικό Μοντέλο à Ορισμός
αντικειμενικού προέδρου της Βουλής. Με το που εκλέγεται καταργείται από το
κόμμα του και είναι μόνο Πρόεδρος της Βουλής. Εφόσον κάποιος εκλεγεί Πρόεδρος
της Βουλής κατά την επόμενη εκλογική περίοδο δεν υπάρχει ανταγωνιστής του στην
εκλογική του περιφέρεια.
Ο Πρόεδρος
της Δημοκρατίας διατηρεί τα βουλευτικά του αξιώματα. Το κάθε κόμμα αποφασίζει
τον βουλευτή που θέλει να γίνει υποψήφιος για την προεδρία της Βουλής. Ο
Πρόεδρος της Βουλής είναι αποκλειστικός διαδάχτης των δαπανών και του
προϋπολογισμού της Βουλής. Τον προϋπολογισμό της Βουλής το εισηγείται ο Πρόεδρος της Βουλής και τον
ψηφίζουν οι βουλευτές. Ο Πρόεδρος της Βουλής δεν παρεμβαίνει στη συζήτηση της
ψηφοφορίας, μόνο προεδρεύει (δεν λέει τη γνώμη του, μπορεί όμως να το κάνει
αλλά αν πει τη γνώμη του μέχρι το τέλος της συζήτησης δεν μπορεί να ξανανέβει
στην έδρα της προεδρίας). Έχει το δικαίωμα να αντικαθιστά τον Πρόεδρο της
Δημοκρατίας όταν αυτός είναι στο εξωτερικό κτλπ. Ο πρόεδρος της βουλής αναπληρώνει τη θέση του Πρόεδρου της
Δημοκρατίας μετέχει στην εκλογική διαδικασία.
Προεδρείο της Βουλής: 7 Αντιπρόεδροι + 1 πρόεδρος
Είναι
διακομματικό και εκπροσωπούνται όλες οι δυνάμεις που υπάρχουν στο κοινοβούλιο.
Οι αντιπρόεδροι είναι να προεδρεύουν και να ξεκουράζουν τον Πρόεδρο της Βουλής.
Έχουν τις ίδιες αρμοδιότητες. Ο 1ος αντιπρόεδρος μετά από τον
πρόεδρο καθορίζεται με κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Διάσκεψη των Προέδρων: Συλλογικό όργανο. Αποτελείται από
τον πρόεδρο, τους 7 αντιπροέδρους, τους προέδρους των ειδικών επιτροπών,
προέδρους διαρκών επιτροπών, 1 εκπρόσωπο από κάθε κοινοβουλευτική ομάδα και 1
εκπρόσωπο από τους ανεξάρτητους. Συνεδριάζει μια φορά την εβδομάδα. Έχει
προγραμματικό και συμβολικό ρόλο. Γίνεται μια προπαρασκευαστική συζήτηση για
νομοσχέδια κτλπ. Είναι όργανο που υπάρχει σε όλα τα Ευρωπαϊκά Κοινοβούλια.
Διαρκής Επιτροπές = Είναι έξι και είναι μικρές ομάδες
βουλευτών που έχουν εξειδικευμένες γνώσεις.
Σημαντικές Ειδικές Επιτροπές:
Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας = εξετάζει θέματα που αφορούν
κοινοβουλευτική δεοντολογία, άρση απορρήτου βουλευτών κτλπ. Εξετάζουν θέματα
δηλαδή που είναι πολύ σοβαρά.
Επιτροπή των ΔΕΚΟ = Κάθε φορά που η κυβέρνηση προτείνει
έναν προσδιορισμό στο δημόσιο, αυτό ανακρίνεται από αυτήν την επιτροπή. Είναι
συμβουλευτική η άποψη της επιτροπής.
Εξεταστική Επιτροπή = Μια επιτροπή που συγκροτείται και
εξετάζει με απόφαση της Βουλής. Οι πρόεδροι των κομμάτων προτείνουν βουλευτές
τους στον Πρόεδρο της Βουλής για την επιτροπή αυτή. Έχει αρμοδιότητες
ανακριτικού υπαλλήλου. Ψάχνει από τη πολιτική σκοπιά τα γεγονότα και όχι από
την νομική. Δεν βγάζει πόρισμα νομικά δεσμευτικό.
Μέχρι το
2001 όλες οι συζητήσεις στις επιτροπές αυτές ήταν μυστικές.
Οι
επιτροπές αυτές συγκροτούνται κατ’ αναλογία της δύναμης των κοινοβουλευτικών
ομάδων.
Κοινοβουλευτικές Ομάδες:
Για να σχηματιστεί
μια κοινοβουλευτική ομάδα πρέπει να έχει 10 βουλευτές ή 5 βουλευτές και να έχει
βάλει υποψηφιότητα στο 2/3 των εκλογικών περιφερειών. Οι πολλές μικρές
κοινοβουλευτικές ομάδες έχουν ως αποτέλεσμα ότι αυτή η ομάδα έχει και έναν
κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο. Σε περίπτωση που υπάρχουν πολλοί κοινοβουλευτικοί
εκπρόσωποι διαλύεται η συνεδρίαση.
Μέσα στη
Βουλή χρησιμοποιείται ο όρος κοινοβουλευτική ομάδα.
Ανεξάρτητοι = Αυτοί που έχουν εκλεγεί ως
ανεξάρτητοι ή αυτοί που έχουν ανεξαρτητοποιηθεί από τα κόμματα που είχαν
εκλεγεί στην αρχή. Αρκεί η δήλωση τους για να ανεξαρτητοποιηθούν.
Γενικές αρχές της κοινοβουλευτικής
διαδικασίας:
1)
Η βουλή δουλεύει βάση ημερησίας διατάξεως.
Εφόσον υπάρχει έκτακτο γεγονός χρειάζεται απόφαση του Προέδρου της Βουλής για
να τροποποιηθεί η ημερησία διάταξη.
2)
Η
δημοσιότητα των συνεδριάσεων. Με την σημερινή έννοια είναι ότι η συνεδρίαση
μεταδίδεται από την τηλεόραση. Δημοσιότητα σημαίνει επίσης εκτύπωση των
πρακτικών και η ελεύθερη διανομή τους σε αυτούς που θέλουν.
3)
Οι
μέρες συνεδριάσεων. Τα ζώρικα θέματα / νομοσχέδια μπαίνουν Τρίτη, Τετάρτη και
Πέμπτη για πρακτικούς λόγους. Συνεδριάσεις γίνονται όμως και την Δευτέρα και
την Παρασκευή. Εάν το αποφασίσει η Βουλή μπορεί να γίνει μυστική συνεδρίαση
(κλείνουν οι κάμερες κτλπ).
Απαρτία: απαιτείται
όχι για τη λήψη απόφασης και όχι για τη συζήτηση αλλά για την ψηφοφορία. Στην
ψηφοφορία πρέπει να ψηφίσει η απόλυτη πλειοψηφία.
Αναθεώρηση Διατάξεων
Συντάγματος
Για να
αναθεωρηθεί χρειάζονται ορισμένες προϋποθέσεις:
1) ουσιαστικές
προϋποθέσεις
2) διαδικαστικές
προϋποθέσεις
3) χρονικές
προϋποθέσεις
Ουσιαστικές προϋποθέσεις = χωρίζονται σε διατάξεις που
μπορούν να αναθεωρηθούν και μη.
Διαδικαστικές προϋποθέσεις = από στάδιο σε στάδιο εξέλιξη της
αναθεωρητικής διαδικασίας
Χρονικές προϋποθέσεις = Χρόνος που πρέπει να μεσολαβήσει
από την τελευταία αναθεώρηση του συντάγματος (5 χρόνια).
Θεμελιώδης
διατάξεις à δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση.
Στην
εξέλιξη της αναθεωρητικής διαδικασίας παρισφρύει απαραίτητα το εκλογικό σώμα.
Αναθεωρούνται
όλες οι διατάξεις εκτός από αυτές που καθορίζουν την μορφή του πολιτεύματος
(προεδρευομένη κοινοβουλευτική δημοκρατία – άρθρο 1, παρ.1 και άρθρο 1, παρ. 2
συντάγματος).
Μορφή
πολιτεύματος = καθορίζει τον ομοσπονδιακό ή τον ενιαίο χαρακτήρα ενός
πολιτεύματος.
Μετά το
1986 συρρικνώθηκαν οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας με αναθεώρηση.
Το Ελληνικό
Σύνταγμα είναι μεν αυστηρό, αλλά όχι απολύτως αυστηρό.
Απολύτως αυστηρό σύνταγμα : Είναι κάποιο σύνταγμα που περιέχει
διάταξη που απαγορεύει την αναθεώρηση του. Δεσμεύει στη βούληση του συντακτικού
νομοθέτη τις επόμενες γενιές. Έχει ως αποτέλεσμα την επανάσταση ή το
πραξηκόπιμα, διότι δεν μπορεί να ενταχθεί/ ακολουθήσει την κοινωνική και την
πολιτική εξέλιξη.
Επίσης δεν
αναθεωρούνται οι διατάξεις που αναφέρονται στη βάση του πολιτεύματος
(κοινοβουλευτική δημοκρατία).
Κοινοβουλευτική Δημοκρατία = Μετά το εκλογικό σώμα, το επόμενο
κύριο όργανο είναι η Βουλή.
Τυπική
Ισότητα à Ενώπιον νόμου
Ουσιαστική
Ισότητα à Διά του νόμου
Τα Άρθρα του συντάγματος που δεν
αναθεωρούνται:
Άρθρο 2,
παρ. 1 συντ.
Άρθρο 4,
παρ. 4 à δυνατότητα εισόδου σε δημόσια
λειτουργήματα
Άρθρο 5,
παρ. 1 à δικαίωμα συμμετοχής στη πολιτική
και κοινωνική ζωή της χώρας
Άρθρο 26
συντ. à θεμελιώδης διαρθρωτική αρχή
(ονομάζεται έτσι γιατί συνδέει τους φορείς κρατικής εξουσίας.)
Άρθρο του
συντάγματος που καθορίζει τις θρησκευτικές ελευθερίες.
Όλες οι
παραπάνω διατάξεις δεν αναθεωρούνται.
Φορέας =
κάτοχος εξουσίας.
Υπέρτατη Κρατική Εξουσία à Φορέας + Πηγή = Λαός
Ο Λαός έχει Συντεταγμένες Λειτουργίες,
οι οποίες είναι :
1) Νομοθετικές
Λειτουργίες (άρθρο 2, παρ. 1)
2) Εκτελεστικές
Λειτουργίες (άρθρο 2, παρ. 2)
3) Δικαστικές
Λειτουργίες (άρθρο 2, παρ. 3)
Η υπέρτατη
κρατική εξουσία είναι και η συντακτική εξουσία.
Συντακτική Εξουσία :
Α) Πρωτογενής συντακτική εξουσία
Β) Δευτερογενής συντακτική εξουσία
Πρωτογενής συντακτική εξουσία = Δεν υφίσταται οργανωμένο κράτος.
Χρειάζεται δηλαδή θέσπιση νέου κράτους. Υπάρχει όταν καταλύεται ένα σύνταγμα με
πραξηκόπιμα.
Δευτερογενής συντακτική εξουσία (ή
παράγωγος συντ. εξου.)= Είναι
αποκύημα (κομμάτι) μιας πρωτογενής συντακτικής εξουσίας, δηλαδή είναι παράγωγο
μιας προϋπάρχουσας συντάγματος.
Φορέας = Αυτός που πρόσκαιρα ασκεί τις
λειτουργίες που του έχει αναθέσει ο λαός (Εκλογικό σώμα).
Στη
δικαστική λειτουργία τα όργανα διορίζονται, ενώ στη νομοθετική και στην
εκτελεστική εξουσία τα όργανα/ οι φορείς εκλέγονται.
Φορέας
Λειτουργήματος, έχει:
1)
Πρωτοβουλίες
Ενεργειών
2)
Εκτέλεση
Ενεργειών
3)
Ευθύνη
Ενεργειών
(πολιτική, ποινική κι αστική ευθύνη για
νομοθετικές και εκτελεστικές λειτουργίες / δικαστικές για δικαστικές
λειτουργίες).
Άρθρο
47, παρ. 1à δεν είναι δικαίωμα αυτό που έχει,
διότι δεν περιλαμβάνεται στο άρθρο 4 του συντάγματος.
Άνθρωπος
κοινωνός à Κοινωνικά Δικαιώματα
Άνθρωπος
Πολιτικός à Πολιτικά Δικαιώματα
Άνθρωπος
άνθρωπος à Ανθρώπινα Δικαιώματα
Πρόεδρος
της Δημοκρατίας à δεν έχει άλλα δικαιώματα ή
αρμοδιότητες εκτός από αυτά που ήδη καθορίζονται.
Δικαίωμα = αρμοδιότητα (μόνο στους φορείς συντεταγμένων
λειτουργιών)
Δικαίωμα = υπέρτατη
εξουσία αυτοπροσδιορισμού
(μόνο στο Λαό)
Άρθρο 110, παρ.1
Ο
διαχωρισμός των διατάξεων του άρθρου σε μη υποκείμενες σε αναθεώρηση:
Α)
Μέσω ερμηνευτικής προσέγγισης
Β)
Μέσω ρητού προσδιορισμού
συνίστανται
στο ότι οι μεν πρώτες είναι δεκτικές ανάδειξης του νοηματικού τους
περιεχομένου (όπως στις προεδρικές αρμοδιότητες στην αναθεώρηση του 1986 και
στις αρμοδιότητες της Βουλής κατά την αναθεώρηση του 2001) ενώ οι αριθμητικών
απαριθμούμενες (π.χ. το άρθρο 2, παρ. 1 συντ.) δεν αναθεωρούνται ούτε στην
νομοθετική τους διατύπωση.
Οι
διατάξεις του συντάγματος που καθορίζουν την βάση και τη μορφή του πολιτεύματος
ως προεδρευομένη κοινοβουλευτική δημοκρατία κατά τη γραμματική ερμηνεία του
συντάγματος δεν αναθεωρούνται.
Βάση
όμως της λογικής, της συστηματικής και της τελολογικής ερμηνείας είναι δυνατή η
αναθεώρηση των διατάξεων αυτών μόνο όταν συντρέχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις
και με σκοπό την περαιτέρω εδραίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Γραμματική
ερμηνεία = Ερμηνεία που γίνεται με βάση τους κανόνες γραμματικής κτλπ.
Λογική
Ερμηνεία = Ερμηνεία βάση των κανόνων λογικής
Συστηματική
Ερμηνεία = Συσχέτιση με άλλες ερμηνείες
Τελολογική
Ερμηνεία = Ερμηνεία Σκοπιμότητας
Διαδικαστικές
Προϋποθέσεις για αναθεώρηση του συντάγματος περιλαμβάνουν:
Α) Στοιχείο πρότασης
Β) Στοιχείο αποδοχής
Η
πρόταση γίνεται από βουλευτή ή ενδοκομματικά. Γίνεται από 50 τουλάχιστον
βουλευτές.
Ανάμεσα
στην πρόταση και στην αποδοχή υπάρχει ένα στάδιο συζήτησης που γίνεται στην
ολομέλεια της Βουλής. Μετά την συζήτηση ακολουθεί η ψηφοφορία.
Η
βουλή που πρότεινε την αναθεώρηση (πρόταση) είναι απλή βουλή (προτείνουσα
βουλή) και όχι αναθεωρητική βουλή.
Η
πρόταση αν γίνει δεχθεί μέσω ψηφοφορίας (3/5 ή 151 βουλευτές), θα γίνουν νέες
γενικές βουλευτικής εκλογές και η νέα βουλή θα ονομάζεται αναθεωρητική βουλή.
Χρονικές
Προϋποθέσεις για αναθεώρηση του Συντάγματος:
Χρονική Δέσμευση à Καθορίζεται στη
τελευταία διάταξη του άρθρου 110.
Είτε
στη βασιλευομένη είτε στη προεδρευομένη κοινοβουλευτική δημοκρατία η παρίσφρυση
του αρχηγού του κράτους θα άμβλυνε την έκφραση της λαϊκής βούλησης. Αυτός είναι
ο λόγος που δεν μεσολαβεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην αναθεώρηση του
Συντάγματος.
Κανόνες
Αναγκαστικού δικαίου:
1.
Έχουν
αυξημένη τυπική ισχύ
2.
Είναι
αυστηρός ο χαρακτήρας τους
Κανόνες Ενδοτικού Δικαίου:
1.
Κανόνες
που επαφίενται στην ερμηνεία που θα δοθεί
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Είναι
ρυθμιστής του πολιτεύματος
Συμμετέχει
στην εκτελεστική λειτουργία και στη νομοθετική λειτουργία
Διεθνής
παραστάτης του κράτους
Σύνθετο
και μονοπρόσωπο κρατικό όργανο
Παλιά
Δικαιώματα που είχε:
-
Διάλυση
Βουλής
-
Δημοψήφισμα
-
Είχε
γενικά πολλές αρμοδιότητες που ήταν αντίθετες με το σύνταγμα
Άρθρο 35,
παρ. 1 και παρ.2 à Κανόνες και εξαίρεση από την
εκτελεστότητα προεδρικών πράξεων
Τεκμήριο
Αρμοδιότητας συντρέχει υπερ του λαού και τεκμήριο αρμοδιότητας σημαίνει η
ερμηνευτική (ουσιαστική) απόδοση αρμοδιοτήτων σε φορέα κρατικής εξουσίας ακόμη
και αν οι αρμοδιότητες αυτές προβλέπονται ρητώς από το σύνταγμα.
Πηγή και
φορέας κρατικής εξουσίας είναι ο λαός. Το
γενικό τεκμήριο της αρμοδιότητας ανήκει στο σύνολο των προσώπων που
έχουν την ίδια ιθαγένεια.
Υπέρ της
βουλής συντρέχει το ειδικό τεκμήριο νομοθετικής αρμοδιότητας με βασική
προϋπόθεση ότι θα κατοχυρώνονται τα δικαιώματα της ενδοκοινοβουλευτικής
δημοκρατίας.
Πρόεδρος
Δημοκρατίαςà Αρνητικό Τεκμήριο αρμοδιότητας που
υποδηλώνει ότι δεν έχει άλλες αρμοδιότητες παραμόνο αυτές που του
αναγνωρίζονται ρητώς από το Σύνταγμα.
Οι τυπικοί
νόμοι βάση των οποίων αναδεικνύονται τα χαρακτηριζόμενα ως κρατικά όργανα,
καθορίζονται οι αρμοδιότητες τους και διαμορφώνονται οι σχέσεις τους και η
απότοκος αυτών ευθύνη χαρακτηρίζονται θεσμικά νομοσχέδια ή θεσμικοί νόμοι. Ο
χαρακτηρισμός συνάγεται με διαδικασίες οι οποίες έχουν καταξιωθεί στην
δημοκρατική συνείδηση του λαού και συνεπώς ο κανονιστικός τους πυρήνας δεν
επιδέχεται αναθεώρηση.
Πρόεδρος
Δημοκρατίας à έμμεση δημοκρατική νομιμοποίηση
(αναδεικνύεται από τη Βουλή).
Ψηφοφορίες
για εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας:
Α’ Φάση
1)
2/3
= 200
2)
2/3
= 200
3)
3/5
= 180
Διάλυση
βουλής
Β’ Φάση
1)
3/5
= 180 (με την νέα Βουλή)
2)
Απόλυτη
Πλειοψηφία (150+1)
3)
Σχετική
πλειοψηφία μεταξύ των δύο τελευταίων
υποψηφίων
Αν οι
κρατικές πράξεις δεν προσυπογράφονται από τους αρμόδιους υπουργούς δεν ισχύουν.
Ποινική
ευθύνη à κατηγορία για παράβαση κανόνων
ποινικού δικαίου
Αστική Ευθύνη
à Υποχρέωση για αποζημίωση
Πολιτική
Ευθύνηà Υποχρέωση παραίτησης
Σύνθετα
Κρατικά όργανα:
Σύνολο
φορέων κρατικής εξουσίας που εκδίδουν με την σύμπραξη τους κρατικές πράξεις
ισχυρές και εκτελεστές.
Άρθρο 35,
παρ. 1à Μη Αυτοτελής κρατικές πράξεις
Άρθρο 35,
παρ.2 à Αυτοτελής Κρατικές πράξεις.
Ελάχιστες Αρμοδιότητες του Προέδρου Δημοκρατίας.
Οι παρακάτω
πράξεις του Προέδρου Δημοκρατίας χαρακτηρίζονται καταρχάς ως αυτοτελής και
διακρίνονται περαιτέρω σε δέσμιας και ελεύθερης εκτίμησης:
Δέσμιας Εκτίμησης:
Υποδηλώνει
ότι ο φορέας προεδρικής ιδιότητας δεν έχει περιθώρια παρέκκλισης από τη
δεοντολογία την οποία καθορίζει ο συντακτικός νομοθέτης.
Ελεύθερης Εκτίμησης:
Υπάρχουν
περιθώρια διαμόρφωσης (ad
hoc) εκ των
πραγμάτων υποκειμενικής βούλησης.
1)
Ο
Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίζει τον Πρωθυπουργό (Δέσμιας Εκτίμησης) γιατί η
ενεργοποίηση και η εξέλιξη της διαδικασίας προβλέπεται ρητώς από το σύνταγμα.
2)
Ανάθεση
διερευνητικών εντολών (Δέσμιας εκτίμησης..)
3)
Αναπομπή
Νόμων
Η
αναπομπή ψηφισμένων νομοσχεδίων à
αυτοτελής πράξη ελεύθερης εκτίμησης.
Ο
συντακτικός νομοθέτης ήταν ιδιαίτερα επιφυλακτικός (διαχρονικά) απέναντι στους
μονοπρόσωπους φορείς της κρατικής εξουσίας (συνταγματικός μονάρχης, βασιλιάς,
Πρόεδρος Δημοκρατίας) γιατί στις εν λόγω περιπτώσεις οι φορείς της κρατικής
εξουσίας διαμορφώνουν εξ αντικειμένου δίκαιο με κριτήρια καθαρά υποκειμενικά.
Δηλαδή η βούληση του δεν είναι αποτέλεσμα διαλεκτικής διαδικασίας.
4)
Διορισμός
του προσωπικού της προεδρίας της Δημοκρατίας (Ελεύθερης Εκτίμησης).
5)
Διάλυση
Βουλής
3 περιπτώσεις
διάλυσης της Βουλής:
Α) Εάν δεν
καρποφορήσει η διαδικασία για την ανάδειξη του Προέδρου της Δημοκρατίας στη 3η
ψηφοφορία του 1ου σταδίου. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να υπογράψει
το σχετικό διάταγμα.
Β) Αν
παραιτηθούν ή καταψηφιστούν δύο φορές κυβερνήσεις. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας
βάση αυτών των δεδομένων ότι η τρέχουσα βουλή δεν μπορεί να στηρίξει βιώσιμο
κυβερνητικό σχήμα. Όταν ο πρωθυπουργός αρνείται να προσυπογράψει το σχετικό
διάταγμα.
Γ) Όταν
λήγει η 4ετής θητεία της Βουλής (άρθρο 53, παρ. 1). Αν αρνείται το υπουργικό
συμβούλιο για να προσφύγουμε σε εκλογές.
Ο Πρόεδρος
της Δημοκρατίας έχει πολιτική ευθύνη στις περιπτώσεις του άρθρου 35, παρ.2 αλλά
η πολιτική του ευθύνη είναι ιδιάζουσα. Ο προσδιορισμός αυτός υποδηλώνει ότι δεν
έχει πολιτική και κοινοβουλευτική ευθύνη. Δηλαδή δεν είναι υποχρεωμένος να
εμφανιστεί σε λογοδοσία ενώπιον της Βουλής.
Η ευθύνη
του είναι ηθική-πολιτική. Αναγκάζεται δηλαδή εκ των πραγμάτων σε παραίτηση η
άρνηση της οποίας έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση πολιτικών ή κοινωνικών
ανισσοροπιών.
Άρθρο 47
Όπου ο
συντακτικός νομοθέτης χρησιμοποιεί τον όρο ‘δικαίωμα ΄ για τον προσδιορισμό των
λειτουργιών που επιτελούν τα άμεσα κρατικά όργανα υποδηλώνει παράμετρο των
αρμοδιοτήτων τους.
Αντίθετα
στα άρθρα 4-25 τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στα άτομα, στους πολίτες και
στους φορείς του κοινωνικού γίγνεσθαι (ατομικά – πολιτικά και κοινωνικά) είναι
εξουσίες οι οποίες απονέμονται στους φορείς της υπέρτατης εξουσίας για να
διαμορφώσουν το δικαίωμα της αυτεξουσιότητας.
Ο όρος
δικαίωμα για τους φορείς των κρατικών λειτουργιών έχει λειτουργικό χαρακτήρα
που υποδηλώνει ενεργοποίηση διαδικασιών (έκδοση σχετικών πράξεων), καθορισμός
περιεχομένου κρατικών πράξεων και ανάληψη ευθυνών από την εφαρμογή τους.
Ο Πρόεδρος
της Δημοκρατίας όταν καλείται να απονέμει χάρη δεν έχει περιθώριο ουσιαστικής
εκτίμησης των σχετικών προτάσεων:
- γιατί
απονομή χάριτος δεν υπάγεται στην περίπτωση του άρθρου 35, παρ.2 (αυτοτελής
πράξεις ελεύθερης εκτίμησης)
- γιατί η
έκδοση του σχετικού προεδρικού διατάγματος δεν συνεπάγεται πολιτική του ευθύνη.
Η σχετική
διαδικασία ξεκινά με την σύνταξη του σχεδίου του προεδρικού διατάγματος από τον
Υπουργό Δικαιοσύνης ο οποίος καθορίζει και το περιεχόμενο του μετά την κατάθεση
του φακέλου της δικογραφίας και των σχετικών προτάσεων των μελών του συμβουλίου
χαρίτων. Αν συναίνεσαν οι παραπάνω στην απονομή χάριτος ο Πρόεδρος της
Δημοκρατίας δεν έχει περιθώρια εξέτασης του ουσιαστικού περιεχομένου των
σχετικών εγγράφων.
Στην
πρακτική ακολουθήθηκε η παραπάνω διαδικασία εκτός από την περίοδο 1986-1990 και
1985- 1986 όταν ο τότε φορέας της προεδρικής ιδιότητας έκρινε ότι δικαιούται να
ελέγχει το περιεχόμενο των σχετικών εγγράφων και να διαφοροποιείται ακόμη και
σε ομόφωνες σχετικές προτάσεις.
Στους
καταδικασθέντες υπουργούς ή υφυπουργούς σύμφωνα με το άρθρο 86 για την απονομή
χάριτος προϋποθέτουν η συγκατάθεση της αρχής.
Σχετικά με
την απονομή χάριτος σε μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου ή Υφυπουργούς μπορεί να
απονεμηθεί χάρη μετά από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης και τη συγκατάθεση της
Βουλής.
Σύμφωνα με
άλλη εκδοχή η Βουλή μπορεί να ενεργοποιήσει αυτοδύναμα τη σχετική διαδικασία
χωρίς να αναμένει την υποβολή σχετικής πρότασης από το Υπουργό Δικαιοσύνης.
Η βουλή
δικαιούται κατά την κρατούσα άποψη μόνο να συναινεί ή να απορρίπτει σχετική
πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης ενώ παράλληλα έχει τη δυνατότητα (σύμφωνα με
την διαπλαστική ερμηνεία του άρθρου 42,
παρ.7) να υποβάλλει σχετικό αίτημα στον παραπάνω φορέα της εκτελεστικής
λειτουργίας. Το αίτημα αυτό δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα, ωστόσο εμπεριέχει εν
δυνάμει πολιτικό κόστος στην περίπτωση της υιοθέτησης ή της απόρριψης του.
Συνεπώς και
στην εν λόγω περίπτωση το σχέδιο προεδρικού διατάγματος και ο καθορισμός του
περιεχομένου του γίνεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και η Βουλή συναινεί ή
απορρίπτει.
Αν οι
παραπάνω φορείς ομοφωνούν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δεν έχει περιθώρια
διαφορετικής πολιτικής εκτίμησης, δεδομένου ότι δεν είναι μάχιμο πολιτικό
όργανο.
Μέχρι το
1986 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορούσε να απονέμει και αμνηστία. Μετά όμως τη
συνταγματική αναθεώρηση αμνηστία απονέμεται μετά την πρόταση της Βουλής για
πολιτικά εγκλήματα.
Διαφοροποίηση
ανάμεσα στα ατομικά και λειτουργικά δικαιώματα του Προέδρου Δημοκρατίας:
Τα
θεμελιώδη δικαιώματα διακρίνονται σε 3 κατηγορίες:
Α) Ατομικά
β) Κοινωνικά Γ) Πολιτικά
Με κριτήριο
τον φορέα ή το υποκείμενο τους.
Οι
αντίστοιχοι φορείς αυτών χαρακτηρίζονται ως άτομα, μέλη του κοινωνικού συνόλου
και πολίτες. Η σύνθεση αυτών των δικαιωμάτων αποσκοπεί στην πραγμάτωση της
εδραίωσης της αυτεξουσιότητας. Οι παραπάνω κατηγορίες δικαιωμάτων δεν πρέπει να
συγχέονται με τα λειτουργικά δικαιώματα και τις αντίστοιχες θεσμικές εγγυήσεις.
Η εν λόγω κατηγορία των δικαιωμάτων ανάγεται σε λειτουργούς του κράτους (άμεσα
κρατικά όργανα) τα οποία δεν τελούν σε σχέση ιεραρχικής εξάρτηςη και αποσκοπούν
στην βιωσιμότητα πολιτικών θεσμών. Ειδικότερα
όπου γίνεται αναφορά στον όρο δικαίωμα και στο ειδικότερο κεφάλαιο για
οργάνωση και λειτουργία της πολιτείας
υποδηλώνεται αρμοδιότητα για την εύρυθμη λειτουργία της οποίας προβλέπονται
ευθύνες.
Αμνηστίαà αρμοδιότητα ολομέλεια της βουλής
και όχι του προέδρου δημοκρατίας.
Ρυθμιστικές
αρμοδιότητες Προέδρου Δημοκρατίας:
Αυτές που
καθορίζουν τη σχέση του με τη Βουλή
Νομοθετικές
Αρμοδιότητες Προέδρου Δημοκρατίας:
Η έκδοση
και η δημοσίευση νόμων αν και αποτελούν παραμέτρους της νομοπαραγωγικής
διαδικασίας ωστόσο δεν είναι νομοθετικές αρμοδιότητες, αλλά διοικητικές
αρμοδιότητες του Προέδρου Δημοκρατίας.
Ουσιαστικού
περιεχομένου νομοθετική αρμοδιότητα είναι μόνο αναπομπή.
Αναπομπή:
Έλεγχος τυπικών στοιχείων ψηφισμένων νομοσχεδίων και έλεγχος τήρησης της
ενδοκοινοβουλευτικής νομιμότητας στην παράμετρο της αντίστοιχης διαδικασίας.
Έλεγχος =
πιστοποίηση ότι ο νόμος που ψηφίστηκε από τη Βουλή είναι ο νόμος που πρέπει να
ψηφίσει.
Νομοθετικές
Αρμοδιότητες:
1)
Αναπομπή
Νόμων
2)
Έκδοση
πράξεων νομοθετικού περιεχομένου για επίλυση σημαντικών ζητημάτων σε έκτακτες
περιπτώσεις
3)
Προκύρηξη
δημοψηφισμάτων κοινωνικού χαρακτήρα
Ο Πρόεδρος
της Δημοκρατίας ασκώντας το δικαίωμα της αναπομπής ασκεί νομοθετική και
ταυτόχρονα ρυθμιστική αρμοδιότητα. Η νομοθετική αρμοδιότητα ανάγεται στην
πιστοποίηση ότι το συγκεκριμένο νομοσχέδιο αποτελεί προϊόν της δικαϊκής
βούλησης της πλειοψηφίας της Βουλής.
Εξισσοροπεί
σχέσεις ανάμεσα στην κυβερνούσα πλειοψηφία (συμπαράταξη της πλειοψηφίας της
Βουλής με την κυβερνητική πολιτική) και στην αντιπολιτευόμενη μειοψηφία ( η
οποία συμπίπτει από την μείζονα ή την αξιωματική αντιπολίτευση και την ελάσσονα
αντιπολίτευση).
Μείζον
αντιπολίτευση à Το μεγαλύτερο σε δύναμη κόμμα της
αντιπολίτευσης
Ελάσσων
Αντιπολίτευση à Το σύνολο των κομμάτων της
αντιπολίτευσης πέραν της αξιωματικής.
Διοικητικές
Αρμοδιότητες Προέδρου Δημοκρατίας:
1)
Έκδοση
Ατομικών διοικητικών πράξεων
2)
Έκδοση
και δημοσίευση νομοσχεδίων
3)
Έκδοση
διαταγμάτων για τον διορισμό των δημοσιών υπαλλήλων (των υπέρτερων) και των
δικαστικών λειτουργών.
4)
Αρχηγία
ένοπλών δυνάμεων, όχι όμως διοίκηση ένοπλων δυνάμεων
5)
Απονέμει
παράσημα
Η
απονομή παρασήμων αντιστρατεύεται προς το άρθρο 4, παρ. 7. Συνδέεται δηλαδή με
την αναγνώριση διακρίσεων.
Ευθύνη
Προέδρου Δημοκρατίας:
Ο
Πρόεδρος Δημοκρατίας έχει ποινική, αστική και πολιτική ευθύνη. Το Σύνταγμα
προβλέπει σαφώς μόνο την ποινική και αστική του ευθύνη. Η πολιτική του ευθύνη
τεκμαίρετε:
1)
από την ιδιότητα του ως δημόσιου λειτουργού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου
26, παρ.2
2)
από την δυνατότητα έκδοσης αυτοτελών προεδρικών διαταγμάτων που δεν επιδέχονται
υπουργική προσυπογραφή (άρθρο 35,παρ.2).
Δεδομένου
ότι κανένας φορέας κρατικής εξουσίας δεν είναι πολιτικά ανεύθυνος ιδίως όταν
έχει την ιδιότητα να εκδίδει κρατικές πράξεις με περιθώρια ελεύθερης εκτίμησης
(δηλαδή παρίσφρυσης/ παρεμβολής του υποκειμενικού στοιχείου) τεκμαίρετε ότι και
ο πρόεδρος έχει πολιτική ευθύνη.
4)
Δεδομένου
ότι δεν υπάρχει ειδική διάταξη στο Σύνταγμα που να αποκλείει την πολιτική του
ευθύνη (όπως λχ. Στο Σύνταγμα του 1927) ισχύουν τα παραπάνω δεδομένα.
Ο Πρόεδρος
Δημοκρατίας ευθύνεται για έσχατη προδοσία και παραβίαση από πρόθεση του
Συντάγματος. Ειδικότερα ευθύνεται για εσχάτη προδοσία όταν χρησιμοποιώντας την
επίσημη ιδιότητα του και τις αρμοδιότητες που συνέρχονται προς αυτήν μετέβαλλε
ή επιχείρησε να μεταβάλλει με την βία το πολίτευμα της χώρας. Οι ποινές που
επιβάλλονται για το παραπάνω έγκλημα είναι ποινή φυλάκισης, έκπτωσης από το
προεδρικό αξίωμα και η στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων.
Εκ
προθέσεως παραβίαση του Συντάγματος υπάρχει όταν έχει προβεί στην έκδοση
πράξεων ή σε άλλες ενέργειες ή παρέλειψε να προβεί στην έκδοση πράξεων ή άλλων
ενεργειών παρότι το Σύνταγμα επιτάσσει αυτό και ανάγεται σε πράξεις στις οποίες
δεν παρισφρύει το στοιχείο της ελεύθερης – υποκειμενικής εκτίμησης εξαιτίας των
οποίων επήλθε σοβαρή διατάραξη του πολιτεύματος. Οι ποινές που επιβάλλονται για
αυτό το έγκλημα είναι παραδόξως παρεπόμενες. Ειδικότερα η έκπτωση από το αξίωμα
και η στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Με την παραπάνω ιδιότητα των ποινών ο
συνήθης νομοθέτης εκτίμησε ότι η συνεπαγωγή είναι συνέπεια για τις παραπάνω
πράξεις του Προέδρου Δημοκρατίας θα πρέπει να έχουν έναν οδυνηρό πολιτικό
χαρακτήρα και σαν τέτοιες επέλεξε τις δύο ποινές που αναφέραμε.
Συσχετισμός
Ποινικής – Πολιτικής Ευθύνης:
Από την
παραπάνω ανάλυση καταδεικνύεται ότι η πολιτική ευθύνη του Προέδρου Δημοκρατίας
είναι ιδιόμορφη και εξαρτάται από το στάδιο εξέλιξης των αντίστοιχων
διαδικασιών. Ειδικότερα πριν από την επιβολή των σχετικών ποινών η ευθύνη του
είναι ηθική- πολιτική, όχι όμως κοινοβουλευτική. Αυτό σημαίνει ότι ο Πρόεδρος Δημοκρατίας δεν μπορεί να
προσκληθεί ή να εξαγκαναστεί σε παρουσία ενώπιον της Βουλής για την ανάδειξη
της πολιτικής του ευθύνης μέσα από τις συνήθης διαδικασίες άσκησης
κοινοβουλευτικού ελέγχου (λχ. Μέσω ερωτήσεων, επερωτήσεων, εξεταστικών
επιτροπών κλπ). Η πρόταξη του όρου ηθική στην πολιτική του ευθύνη υποδηλώνει
(υποχρέωση) αυτεξούσιας παραίτησης, αναλογιζόμενος της δυσμενής συνεπαγωγής των
πράξεων του στην εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος.
Ωστόσο η
μετά την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας ενδεχόμενη έκπτωση του από το
προεδρικό αξίωμα καταδεικνύει την πολιτική του ευθύνη στην αυθεντική της
διάσταση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου