Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2021

ΟΙ ΠΛΑΝΕΣ ΣΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Πραγματική πλάνη (άρθρο 30 παρ. 1 ΠΚ)

Ο ενήλικος Α έρχεται σε συνουσία με τη Β (14,5 ετών), θεωρώντας ο δράστης ότι η Β είναι 16 ετών. Αξιόποινο Α.

Η πράξη του Α πληροί την αντικειμενική υπόσταση του 339 περίπτωση γ ΠΚ διότι έχουμε συνουσία με άτομο κάτω από 15 ετών. Λόγο άρσης του αδίκου δεν έχουμε. Πάμε στον καταλογισμό. Ο Α αγνοεί ένα από τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης του 339 ΠΚ δηλαδή ότι η Β είναι νεότερη των 15 ετών. Αυτήν την περίπτωση την προβλέπει το άρθρο 30 παρ. 1 ΠΚ οπότε ο Α έχει άγνοια των πραγματικών περιστατικών βρίσκεται σε πραγματική πλάνη δεν πράττει με δόλο οπότε δεν θα τιμωρηθεί κατά το άρθρο 339 ΠΚ.

Ας υποθέσουμε ότι ο Α μπορούσε να διαπιστώσει ότι η Β είναι κάτω των 15 ετών αλλά το αμέλησε. Αξιόποινο Α.

Η αποπλάνηση του άρθρου 339 ΠΚ τιμωρείται μόνο εκ δόλου και δεν τιμωρείται από αμέλεια οπότε παρά του ότι ο Α ήταν αμελής αυτό και μόνο δεν καθιστά τη συμπεριφορά του αξιόποινη.

Νομική πλάνη (άρθρο 31 παρ. 2 ΠΚ)

Ο Α έρχεται σε εξώγαμη συνουσία με τη Β (14,5 ετών) πιστεύοντας ότι επιτρέπεται. Αξιόποινο Α.

Εδώ έχουμε να κάνουμε με νομική πλάνη. Δηλαδή ο Α δεν πλανάται ως προς τα πραγματικά περιστατικά του 339 ΠΚ, ο Α γνωρίζει την ηλικία της Β αλλά θεωρεί ότι η πράξη αυτή είναι επιτρεπτή εκ του νόμου. Πλανάται μόνο ως προς το άδικο της πράξεως του δηλαδή νομίζει ότι είναι επιτρεπτή ενώ δεν είναι. Αυτό είναι νομική πλάνη (άρθρο 31 παρ. 2 ΠΚ).  Η νομική πλάνη δεν αποκλείει το δόλο αλλά την συνείδηση του αδίκου. Και εδώ είναι η διαφορά με την πραγματική πλάνη γιατί η συνείδηση του αδίκου δεν είναι στοιχείο του δόλου αλλά αυτοτελές στοιχείο του καταλογισμού. Ο νόμος λέει ότι η πράξη δεν καταλογίζεται στον δράστη όταν δεν είχε συνείδηση του αδίκου δηλαδή δεν ήξερε ότι απαγορεύεται αλλά δεν φτάνει μόνο αυτό θα πρέπει επιπροσθέτως η πλάνη του αυτή να ήταν συγγνωστή (δηλαδή να συγχωρείται). Άρα ο Α του πρακτικού, αν κατά την έρευνα προκύψει ότι δεν ήξερε την απαγόρευση των 15 ετών του νόμου αλλά του ήταν εύκολο να διαπιστώσει την ηλικία της Β καταβάλλοντας μια επιμέλεια που ήταν οφειλόμενη από τις περιστάσεις και όφειλε να το κάνει τότε η πλάνη του δεν είναι συγγνωστή (ασυγχώρητη). Αν ο Α όμως ήταν ένας αλλοδαπός που δεν γνώριζε τους ελληνικούς νόμους και στη χώρα του η συνουσία με 14χρονη ήταν επιτρεπτή, τότε μπορούμε να δεχθούμε ότι αυτός δεν θα μπορούσε να αποφύγει την πλάνη, για αυτόν η πλάνη θα ήταν συγγνωστή (συγχωρητή).  Μόνο στο παράδειγμα του αλλοδαπού Α δεν καταλογίζεται η πράξη ενώ στην πρώτη περίπτωση όπου ο Α θα μπορούσε να μάθει την ηλικία της Β η πράξη του καταλογίζεται σε αυτόν αλλά το δικαστήριο μπορεί να του επιβάλλει μειωμένη ποινή.

Καινοτομία του άρθρου 31 παρ. 2 ΠΚ σύμφωνα με τον νέο ΠΚ είναι η δυνατότητα του δευτέρου εδαφίου όπου λέει ότι εάν η πράξη είναι ασύγγνωστη, υπάρχει η δυνατότητα της μειωμένης ποινής. Στα βασικά εγκλήματα δεν υπάρχει καν πλάνη, συνήθως πλάνη υπάρχει σε περιφερειακές διατάξεις πχ φορολογικών νόμων ή όπως στο παράδειγμά μας με τον αλλοδαπό. Δεν είναι σύνηθες να υποστηρίξει κάποιος ότι δεν αγνοούσε τον νόμο πχ να κλέβει. Επομένως στα βασικά εγκλήματα το δικαστήριο δεν δέχεται ότι ο Α δεν είχε τη δυνατότητα να διαγνώσει το άδικο της πράξης του.

 Πλάνη περί το αξιόποινο (άρθρο 31 παρ. 1 ΠΚ)

Ο ενήλικος Α έρχεται σε εξώγαμη συνουσία με τη Β (14,5 ετών) αλλά γνωρίζει αυτό απαγορεύεται αλλά υπολαμβάνει ότι δεν τιμωρείται ποινικώς. Αξιόποινο Α.

Ο Α εδώ αγνοεί ότι υπάρχει μια απειλή ποινής στο νόμο. Περί αυτής της πλάνης προβλέπει το άρθρο 31 παρ. 1 ΠΚ. Η πλάνη αυτή είναι αδιάφορη οπότε η πλάνη αυτή δεν ωφελεί τον Α γιατί αφού γνωρίζει ότι αυτό που κάνει απαγορεύεται έχει επαρκή αφορμή να αποφύγει αυτήν την πράξη. Οπότε έρχεται η έννομη τάξη και τον αποδοκιμάζει. Είχε ο Α το άλλως δύνασθαι πράττειν. Εδώ, η άγνοια του αδίκου απαλλάσσει όχι η άγνοια του αξιοποίνου.

Πλάνη περί τα περιστατικά που επαυξάνουν το αξιόποινο (άρθρο 30 παρ. 2 ΠΚ)

Ο Α έρχεται σε συνουσία με τη Β (13,5 ετών) ενώ ο Α υπολαμβάνει ότι είναι 14,5 ετών. Αξιόποινο Α.

Εδώ η πλάνη είναι η εξής. Το όριο των 15 ετών το γνωρίζει ο δράστης. Δεν έχουμε νομική πλάνη. Στο άρθρο 339 ΠΚ αν η Β είναι 14,5 ετών έχουμε πλημμέλημα ενώ αν η Β είναι 13,5 ετών πάμε στην περίπτωση β οπότε έχουμε κακούργημα. Εδώ η μεταχείριση της πλάνης είναι η εξής, ο δράστης γνωρίζει ότι πληροί το βασικό έγκλημα αλλά αγνοεί τα περιστατικά που επιβαρύνουν την πράξη (μια διακεκριμένη μορφή του εγκλήματος). Αυτήν την πλάνη την προβλέπει το άρθρο 30 παρ. 2 ΠΚ όπου ο Α του παραδείγματος γνωρίζει τα περιστατικά του βασικού εγκλήματος αλλά δεν γνωρίζει τα περιστατικά που επαυξάνουν το αξιόποινο με αποτέλεσμα να μην του καταλογίζεται η πράξη του αυτή καθώς ο δόλος του δεν περιλαμβάνει τα περιστατικά εκείνη που καθιστούν την πράξη του διακεκριμένη. Θα τιμωρηθεί για το βασικό έγκλημα, την πλημμελητική μορφή.

Αντίστροφη πραγματική πλάνη & κατάργηση απρόσφορης απόπειρας

Ο Α πυροβολεί τον Β νομίζοντας ότι είναι ζώο. Αξιόποινο Α.

Ο Α σε επίπεδο αντικειμενικής υποστάσεως πυροβολώντας τον Β τελεί ανθρωποκτονία αλλά σε επίπεδο υποκειμενικής υποστάσεως λείπει ο δόλος αφού δεν σκοτώνει άλλον αλλά ζώο. Οπότε δεν του καταλογίζεται η  πράξη αυτή καθώς βρίσκεται σε πραγματική πλάνη.

Ο Α πυροβολεί κατά του Β με γεμάτο όπλο νομίζοντας ότι είναι άδειο. Αξιόποινο Α.

Στην περίπτωση αυτή πάλι έχουμε πραγματική πλάνη καθώς ο Α αγνοεί ότι όπλο ήταν γεμάτο, αν το γνώριζε θα τιμωρούνταν για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως όπως και στο προηγούμενο παράδειγμα.

Ο Α πυροβολεί κατά του Β με άδειο όπλο νομίζοντας ότι είναι γεμάτο. Αξιόποινο Α.

Εδώ έχουμε περίπτωση αντίστροφης πραγματικής πλάνης. Αντικειμενικά ο Α δεν σκοτώνει ενώ υποκειμενικά ο Α νομίζει ότι σκοτώνει. Συνιστά περίπτωση απρόσφορης απόπειρας (γιατί είναι κατά αντικειμένου με ένα μέσο αδύνατο να τελεστεί η πράξη), η οποία κατά τον νέο ΠΚ δεν τιμωρείται καθώς το άρθρο 43 ΠΚ καταργήθηκε. Με τον παλιό ΠΚ η απρόσφορη απόπειρα τιμωρείτο, το άρθρο 43 ΠΚ την ρύθμιζε και ο Α τιμωρούνταν με διπλά μειωμένη ποινή. Κατά τον παλιό κώδικα η απρόσφορη ήταν αυτή η οποία ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθεί, είτε το μέσο είναι τέτοιο (άδειο όπλο=απρόσφορη λόγω μέσου), είτε το αντικείμενο του εγκλήματος  (πχ είναι ήδη νεκρός κάποιος, αδύνατο να σκοτωθεί ξανά=απρόσφορη λόγω αντικειμένου) είναι τέτοιο που είναι πλήρως αδύνατο να πληρωθεί η αντικειμενική υπόσταση ενός εγκλήματος. Ο νέος νομοθέτης αξιολόγησε και έκρινε ότι η απρόσφορη απόπειρα δεν πρέπει να τιμωρείται, αφού δεν ενέχει καμία επικινδυνότητα και ως εκ τούτου δεν είναι επιτρεπτό να τιμωρείται κάποιος αφού δεν διαταράσσεται η έννομη τάξη παρόλο που διαταράσσεται η ειρήνευση του εννόμου αγαθού της ζωής του Β.  Πλέον η πλάνη τιμωρείτο μόνο αν είναι πρόσφορη.

Πλάνη περί την ταυτότητα

Ο Α καραδοκεί πίσω από ένα θάμνο για να σκοτώσει τον Β, εμφανίζεται όμως ο Γ. Ο Α εκλαμβάνει τον Γ ως τον Β και τον σκοτώνει. Αξιόποινο Α.

Η ταυτότητα του παθόντος είναι αδιάφορη. Το άρθρο 299 ΠΚ μας λέει «όποιος σκοτώσει άλλον» δεν λέει ούτε τον Β ούτε τον Γ. Σκότωσε όποιον σκόπευσε οπότε θα τιμωρηθεί για τετελεσμένη ανθρωποκτονία εκ προθέσεως εις βάρος του Γ. Η πλάνη περί την ταυτότητα του παθόντος είναι αδιάφορη και δεν επηρεάζει το αξιόποινο.

Αστόχημα της βολής

Ο Α πυροβολεί για να σκοτώσει τον Β από μακριά. Η σφαίρα όμως αστοχεί και πετυχαίνει τον Γ και σκοτώνει τον Γ. Αξιόποινο Α.

Εδώ έχουμε αστόχημα της βολής καθώς ο Α βλέπει μπροστά του τον Β και αυτόν θέλει να σκοτώσει αλλά αστοχεί και σκοτώνει τον Γ. Το αστόχημα της βολής κρίνεται ως εξής: για μεν τον Β που ήθελε να τον σκοτώσει έχουμε απόπειρα ανθρωποκτονίας. Για δε τον Γ που δεν είχε σκοπό να σκοτώσει αλλά όφειλε και μπορούσε να προβλέψει ότι ενδέχεται να σκοτώσει έχουμε ανθρωποκτονία από αμέλεια. Και οι δύο ανθρωποκτονίες συρρέουν αληθινά κατ’ ιδέα μεταξύ τους αφού με μία πράξη τελούνται δύο αξιόποινες συμπεριφορές.

Ο Α πυροβολεί για να σκοτώσει τον Β, αστοχεί όμως και πετυχαίνει τον σκύλο του Β. Αξιόποινο Α.

Ο Α εδώ θα μπορούσε να προβλέψει ότι μπορεί να πετύχει τον σκύλο. Οπότε εδώ έχουμε απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά του Β και ως προς τον σκύλο θα είχαμε φθορά ξένης ιδιοκτησίας η οποία τιμωρείται μόνο όταν τελείται εκ δόλου όχι από αμέλεια. Οπότε εδώ που δεν έχει δόλο για τον σκύλο δεν θα τιμωρηθεί και για φθορά από αμέλεια του σκύλου καθώς εδώ δεν τιμωρείτο το έγκλημα αυτό.

Νομιζόμενη δικαιολόγηση (ή νομιζόμενη άμυνα)

Ο Α πυροβολεί τον Β και υπολαμβάνει πεπλανημένα ότι ο Β είχε βγάλει ένα όπλο και ετοιμαζόταν να επιτεθεί ο Β στον Α. Στην πραγματικότητα ο Β είχε βγάλει πούρα για να καπνίσει. Αξιόποινο Α.

Ο Α θεώρησε ότι ο Β ετοιμαζόταν να του επιτεθεί και για αυτό τον πυροβόλησε και τον σκότωσε ακριβώς επειδή νόμιζε ότι ο Β του επιτίθεται και ότι βρίσκεται σε άμυνα ενώ στην πραγματικότητα δεν βρισκόταν σε άμυνα. Αυτή είναι η περίπτωση της νομιζόμενης άμυνας ή νομιζόμενης δικαιολόγησης ή νομιζόμενης άρσης του αδίκου. Ο Α σκοτώνοντας τον Β πληροί την αντικειμενική υπόσταση του άρθρου 299 παρ. 1 ΠΚ επίσης είναι βέβαιο ότι ο Α γνωρίζει ότι σκοτώνει τον Β, δεν πλανάται ως προς αυτό άρα δόλο για να σκοτώσει τον Β έχει. Αγνοεί όμως ότι συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις ενός λόγου άρσης του αδίκου, νομίζει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 22 ΠΚ που δεν ισχύει. Θεωρεί ότι υπάρχει παρούσα και άδικη επίθεση εναντίον του και για αυτό σκοτώνει τον Β. Η νομιζόμενη δικαιολόγηση είναι μια πλάνη περί τις πραγματικές προϋποθέσεις ενός λόγου άρσης του αδίκου, ότι συντρέχουν δηλαδή οι προϋποθέσεις της άμυνας ενώ δεν συντρέχουν. Η πλάνη αυτή θα κριθεί ως εξής: σίγουρα ο Α έχει δόλο αφού ξέρει ότι σκοτώνει τον Β και ξέρουμε ότι η πλάνη του δεν αναφέρεται στα πραγματικά περιστατικά της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος, επομένως έχουν αναπτυχθεί δύο θεωρίες επειδή η νομιζόμενη άμυνα δεν ρυθμίζεται στο νόμο. Η μία άποψη (η θεωρία της περιορισμένης ενοχής) λέει ότι θα μεταχειριστούμε τη νομιζόμενη άμυνα σαν πραγματική πλάνη και θα εφαρμόσουμε το άρθρο 30 παρ. 1 ΠΚ, η άλλη άποψη (η θεωρία της αυστηρής ενοχής) λέει ότι τη νομιζόμενη άμυνα δεν θα τη μεταχειριστούμε ως πραγματική πλάνη αλλά ως νομική πλάνη και θα τη θεωρήσουμε ως μια υποπερίπτωση αυτής κατά το άρθρο 31 παρ. 2 ΠΚ. Η πρώτη θεωρία λέει το εξής: ναι μεν ο δράστης δεν πλανάται ως προς τα στοιχεία της αντικειμενικής υποστάσεως γιατί ξέρει ότι σκοτώνει άνθρωπο, όμως πλανάται ως προς κάποια πραγματικά περιστατικά που συνιστούν τις προϋποθέσεις ενός λόγου του αδίκου, ότι υφίσταται μια παρούσα και άδικη επίθεση εις βάρος του, συγκεκριμένα ότι ο Β έχει ένα βγάλει όπλο να τον πυροβολήσει. Υπάρχει λέει η θεωρία αυτή μία δομική ομοιότητα με την πραγματική πλάνη γιατί ο δράστης πλανάται για τα πραγματικά περιστατικά όχι περί τον νόμο, ο δράστης Α λέει αυτή η θεωρία είναι ένας νομοταγής πολίτης, ότι πράττει σύμφωνα με τον νόμο, ότι βρίσκεται σε άμυνα και του επιτρέπεται να πυροβολήσει επομένως θα πρέπει αυτή η πλάνη να τη μεταχειριστούμε ως πραγματική πλάνη. Η δεύτερη θεωρία λέει ότι δεν μπορούμε να μεταχειριστούμε την πλάνη του Α ως πραγματική πλάνη, καθώς η πραγματική πλάνη αναφέρεται μόνο στην άγνοια των στοιχείων της υποκειμενικής υποστάσεως. Η πλάνη του ουσιαστικά αφορά το άδικο της πράξεως. Αφορά το αν η ενέργειά του είναι επιτρεπτή από τον νόμο ή απαγορευμένη επομένως αν πλανάται κάποιος για το αν επιτρέπεται η  πράξη του ή απαγορεύεται τότε έχουμε νομική πλάνη και άρα ο Α αφού βρίσκεται σε μια πλάνη που πυροβολώντας τον Β θεωρεί ότι επιτρέπεται ενώ απαγορεύεται. Δεν αφορά τη δεύτερη θεωρία για το αν πλανάται ο Α για τα πραγματικά περιστατικά. Και οι δύο θεωρίες έχουν υποστηριχθεί. Στην επιστήμη έχει επικρατήσει η πρώτη θεωρία της περιορισμένης ενοχής, στο αρχικό σχέδιο του νέου ΠΚ υπήρχε μια διάταξη που υιοθετούσε για τη νομιζόμενη άμυνα τη δεύτερη άποψη ωστόσο υπήρχε έντονη διαφωνία και αφαιρέθηκε. Οπότε δεν ρυθμίζεται η νομιζόμενη άμυνα ούτε στον παλιό ούτε στον νέο κώδικα.  Πρακτικά οι διαφωνίες αυτές έχουν συνέπεια που συνίσταται στο τι θα γίνει αν ο Α θα μπορούσε στο παράδειγμά μας να διαγνώσει καταβάλλοντας κάποια επιμέλεια ότι ο Β δεν του επιτίθεται. Εδώ οι δύο απόψεις οδηγούν σε διαφορετικό αποτέλεσμα και η δεύτερη θεωρία είναι περισσότερο αυστηρή. Αν ο Α είχε προσέξει καλύτερα θα πρόσεχε ότι ο Β απλά ήθελε  να καπνίσει και όχι να τον πυροβολήσει. Στην πρώτη θεωρία κρίνεται η νομιζόμενη ως πραγματική πλάνη, αφού δηλαδή ο Α βρίσκεται σε πραγματική πλάνη τότε αποκλείεται ο δόλος και δεν μπορεί να τιμωρηθεί ο Α για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως. Αν όμως μπορούσε ο Α εύκολα να διαγνώσει ότι ο Β δεν του επιτίθετο τότε είναι αμελής και θα τιμωρηθεί για ανθρωποκτονία από αμέλεια. Θα τιμωρηθεί λοιπόν για πλημμέλημα. Στην δεύτερη θεωρία ο Α υπολαμβάνει ότι ο Β του επιτίθετο αλλά μπορούσε πολύ εύκολα να μάθει ότι δεν του επιτίθετο θεωρείται η πλάνη του ως νομική και για να απαλλαγεί θα πρέπει η πλάνη του να είναι συγγνωστή αλλά δεν είναι γιατί μπορούσε να την αποφύγει. Οπότε η πράξη θα του καταλογιστεί όχι όμως το πλημμέλημα αλλά κακούργημα άρα δηλαδή η ανθρωποκτονία εκ προθέσεως γιατί η αυστηρή θεωρία της ενοχής δεν έχει αμέλεια αφού ο Α γνώριζε ότι σκοτώνει τον Β και αν δεν του επιτρεπόταν τότε βρίσκεται σε νομική πλάνη στο εκ δόλου έγκλημα. Αν ο Α δεν μπορούσε με τίποτα να γνωρίζει ότι ο Β δεν του επιτίθετο τότε η νομική πλάνη του είναι συγγνωστή και δεν του καταλογίζεται. Αν όμως μπορούσε να διαγνώσει ότι ο Β δεν του επιτίθεται και μπορούσε να αποφύγει την πλάνη και αν εφαρμοστεί το άρθρο 31 παρ. 2 ΠΚ θα τιμωρηθεί για το εκ δόλου έγκλημα και θα του καταλογιστεί η πράξη αλλά το δικαστήριο μπορεί να του επιβάλλει μειωμένη ποινή. Οπότε ενώ ο Α με την πρώτη θεωρία μπορεί να έχει μια ποινή φυλάκισης έως 5 έτη με τη δεύτερη θεωρία μπορεί να έχει ποινή ισόβιας κάθειρξης ή κάθειρξη 10-15 ετών.

Αγνοούμενη δικαιολόγηση (ή αγνοούμενη άμυνα)

Ο Α πυροβολεί κατά του Β και τον σκοτώνει, αποδεικνύεται όμως εκ των υστέρων ότι ο Β είχε βγάλει όπλο και σκόπευε κατά του Α, γεγονός όμως που ο Α το αγνοούσε όταν πυροβόλησε τον Β. Αξιόποινο Α.

Αντικειμενικά ο Α ήταν σε κατάσταση άμυνας αφού ο Β είχε βγάλει το όπλο αλλά όταν πυροβόλησε κατά του Β αυτό το γεγονός το αγνοούσε ότι ο Β του επιτίθεται. Αυτή είναι η περίπτωση της αγνοούμενης άμυνας, ο Α βρίσκεται σε άμυνα ενώ το αγνοεί. Στην προηγούμενη περίπτωση, αντικειμενικά ο Α δεν βρίσκεται σε άμυνα και νομίζει ότι βρίσκεται σε άμυνα. Τώρα έχουμε το αντίστροφο παράδειγμα. Εδώ θίγεται ένα σοβαρό πρόβλημα της θεωρία περί αδίκου και των λόγων άρσης περί αδίκου. Ο Α του παραδείγματος πληροί την αντικειμενική υπόσταση του 299 ΠΚ αφού σκοτώνει τον Β και βρίσκεται ο Α σε μια κατάσταση που αντικειμενικά υπάρχει μια άδικη επίθεση, υπάρχει η αντικειμενική συνδρομή των λόγων άρσης του αδίκου που ο Α αγνοεί. Το βασικό ερώτημα που τίθεται εδώ είναι το εξής: προϋποθέτει η άρση του αδίκου και τη γνώση του δράστη ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις; Δηλαδή για να αρθεί το άδικο του Α αρκεί ότι αντικειμενικά συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της άμυνας ή θα έπρεπε επιπλέον να το ξέρει και ο Α ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές της άμυνας; Γιατί στον Α εδώ συντρέχουν αντικειμενικά οι προϋποθέσεις άρσης του αδίκου αλλά ο Α δεν το ξέρει. Η παλιότερη αντικειμενική θεωρία (άποψη Χωραφά) δεχόταν ότι η άρση του αδίκου συντρέχει αντικειμενικά, επέρχεται η άρση του αδίκου εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις άρσης του αδίκου χωρίς να απαιτείται να το γνωρίζει και ο δράστης. Άρα στο παράδειγμά μας εδώ ο Α θα απαλλαγεί λόγω άμυνα διότι βάση την πρώτη θεωρία συνέτρεχαν αντικειμενικώς οι προϋποθέσεις, χωρίς να απαιτείται η υποκειμενική γνώση του Α. Σύμφωνα με τη νεότερη θεωρία λέει ότι δεν αρκεί για να επέλθει η δικαιολόγηση να συντρέχουν αντικειμενικά οι προϋποθέσεις άρσης του αδίκου αλλά επιπλέον οι λόγοι άρσης του αδίκου έχουν και ένα υποκειμενικό στοιχείο δικαιολογήσεως δηλαδή τη γνώση του Α ότι αντικειμενικά συντρέχει κατάσταση δικαιολόγησης αλλά και βούληση να επέλθουν και οι συνέπειες της δικαιολογήσεως. Αυτό το στοιχείο καλείται και υποκειμενικό στοιχείο δικαιολογήσεως (καμία σχέση με τα υποκειμενικά στοιχεία του αδίκου στα εγκλήματα σκοπού που καθιστούν την αντικειμενική υπόσταση υπερχειλή). Με τη νεότερη λοιπόν άποψη το άδικο δεν έχει μόνο αντικειμενικά στοιχεία, το αν ήταν άδικο δηλαδή το αποτέλεσμα να σκοτωθεί ο Β αλλά είναι και άδικο της συμπεριφοράς, πρέπει να υπάρχει ένα υποκειμενικό στοιχείο δικαιολογήσεως στο πρόσωπο του δράστη όταν πυροβολεί. Αν δεν υπάρχει αυτό το υποκειμενικό στοιχείο δικαιολογήσεως τότε δεν μπορεί να αρθεί το άδικο άρα μας λέει η νεότερη άποψη ότι για να αρθεί το άδικο και να συντρέχουν αντικειμενικά οι προϋποθέσεις άρσης του αδίκου αλλά και υποκειμενικά ο δράστης αυτό να το ξέρει. Αν ακολουθήσουμε λοιπόν τη δεύτερη θεωρία έχουν διαμορφωθεί δύο υπο-απόψεις.  Η μία άποψη λέει ότι η άρση του αδίκου προϋποθέτει αντικειμενικά να συντρέχουν οι προϋποθέσεις άρσης του αδίκου και υποκειμενικά ο δράστης να το ξέρει, αν δεν την έχει αυτή τη γνώση ο δράστης τιμωρείται κανονικά. Αυτή η άποψη έχει υποστηριχθεί από μια μειοψηφία και δεν επικράτησε. Επικράτησε αντίθετα μια ενδιάμεση άποψη η οποία λέει ότι πράγματι η άρση του αδίκου προϋποθέτει και την αντικειμενική συνδρομή των προϋποθέσεων του αδίκου και τη γνώση του Α ότι συντρέχουν αυτές. Αν η γνώση του Α δεν υπάρχει αλλά υπάρχουν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις αυτό δεν μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη άρση του αδίκου αλλά δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι δεν συντρέχει και λόγος άρσης του αδίκου. Δεν μπορούμε να επιβάλλουμε πλήρη ποινή αφού ο Α αυτό που κάνει ναι μεν είναι άδικο αλλά δεν πράττει και άδικα. Άρα σε περίπτωση που συντρέχουν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις άρσης του αδίκου αλλά λείπει το υποκειμενικό στοιχείο του αδίκου τότε δεν θα τιμωρηθεί ο δράστης για τετελεσμένο έγκλημα αλλά η περίπτωσή του συνιστά μια περίπτωση απρόσφορης απόπειρας. Γιατί ο Α έχει δόλο να σκοτώσει τον Β αλλά αγνοεί ότι αντικειμενικώς είναι αδύνατο να σκοτώσει κατά τρόπο άδικο γιατί συντρέχει λόγος άρσης του αδίκου. Οπότε δεν μπορεί να κριθεί η περίπτωση αυτή ως τετελεσμένο έγκλημα γιατί η ανθρωποκτονία δεν είναι αντικειμενικά άδικη. Απλώς σε επίπεδο υποκειμενικό ο Α δεν έχει αυτή την γνώση. Έχει άδικο στη συμπεριφορά του ο Α καθώς πυροβολεί τον Β αλλά δεν υπάρχει το άδικο του αποτελέσματος της συμπεριφοράς του γιατί υπάρχει λόγος άρσης του αδίκου. Η άποψη αυτή αντιμετωπίζει την έλλειψη των υποκειμενικών στοιχείων της δικαιολογήσεως ως μια απρόσφορη απόπειρα. Αυτή η ορθότερη άποψη ωστόσο στον νέο ΠΚ η απρόσφορη απόπειρα όπως είπαμε και παραπάνω δεν τιμωρείται. Δεν οδηγεί δηλαδή σε ποινική ευθύνη του δράστη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου