Παρασκευή 4 Μαρτίου 2016

ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΜΕΛΗΤΩΝ 2004



ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ  ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΜΕΛΗΤΩΝ 2004

ΘΕΜΑΤΑ

Α. Αστικό Δίκαιο
          Ο Α ζει με τους γονείς του στην Αθήνα. Σε ηλικία 14 ετών οι γονείς του χωρίζουν και εγκαθίσταται με την μητέρα του στην Πάτρα. Όταν ο Α γίνεται 15 ετών ο θείος του Θ που δεν έχει δικά του παιδιά θέλει να του δωρίσει ένα διαμέρισμα, αλλά οι γονείς του δεν συμφωνούν. Ο Α και ο Θ καταρτίζουν ενώπιον συμβολαιογράφου το σχετικό συμβόλαιο δωρεάς το οποίο και μεταγράφεται. Σε ηλικία 16 ετών ο Α πιάνει δουλειά σε κατάστημα φωτογραφικών ειδών με τη συναίνεση των γονέων του. Συντάσσει επίσης ιδιόγραφη διαθήκη με την οποία αφήνει το διαμέρισμα στο φίλο του Φ. Όταν ο Α γίνεται 20 ετών υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία στη Θεσσαλονίκη. Όταν απολύεται από το στρατό νυμφεύεται τη Β και εγκαθίσταται στο σπίτι της στα Χανιά, όπου και εργάζεται σε κατάστημα φωτογραφικών ειδών.
Ερωτάται:
1. Ποια κατοικία έχει ο Α στα διάφορα στάδια της ζωής του;
2. Είναι έγκυρη η μεταβίβαση του ακινήτου από το Θ στον Α;
3. Είναι έγκυρη η σύμβαση εργασίας;
4. Είναι έγκυρη η διαθήκη του Α;
5. Έχει δικαίωμα ο Α να δώσει στις τοπικές εφημερίδες που κυκλοφορούν στα Χανιά τη φωτογραφία του γάμου της Κ;

Β. Εμπορικό Δίκαιο
1. Επί τραπεζικής επιταγής, αν το ποσό αυτής γράφηκε συγχρόνως αριθμητικώς και ολογράφως, υπάρχει δε διαφορά ως προς το ύψος του ποσού, για ποιο ποσό ισχύει η επιταγή;
2. Αν το ποσό της τραπεζικής επιταγής γράφηκε αριθμητικώς πολλές φορές, σε περίπτωση διαφοράς ως προς το ύψος αυτού, για ποιο ποσό ισχύει η επιταγή;
3. Αν κάποιος έθεσε την υπογραφή του επί της συναλλαγματικής ως αντιπρόσωπος του εκδότη, για τον οποίον όμως δεν είχε την εξουσία αντιπροσώπευσης, υποχρεούται ο ψευδοαντιπρόσωπος να πληρώσει στο νόμιμο κομιστή της συναλλαγματικής το ποσό της συναλλαγματικής; Σε περίπτωση δε που ο ψευδοαντιπρόσωπος πληρώσει το ποσόν της συναλλαγματικής, από ποιους δικαιούται να απαιτήσει το ποσό που πλήρωσε;
4. Πως ευθύνεται το τριτεγγυηθείς την πληρωμή της συναλλαγματικής;



Γ. Κώδικας Δικαστικών Επιμελητών (ν. 2318/1995)
1.Ποιο είναι το έργο του δικαστικού επιμελητή;
2.Ποια υποχρέωση έχει ο δικαστικός  επιμελητής, όταν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, υποπέσει στην αντίληψή του η τέλεση αξιόποινης πράξεως;
3. Ποια αντίγραφα εκδίδει και επικυρώνει ο δικαστικός επιμελητής και σε ποιους έχει υποχρέωση να χορηγήσει αυτά;
4. Πότε απαγορεύεται στον δικαστικό επιμελητή κατά τη διενέργεια πλειστηριασμού να πλειοδοτεί για τον εαυτό του ή τρίτο ή να αποδέχεται κατακύρωση για τον εαυτό του ή τρίτο;

Δ. Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας
          Η εδρεύουσα στην Αθήνα ομόρρυθμη εμπορική εταιρεία με την επωνυμία «Γ. Γεωργιάδης – Β. Βασιλειάδης και Σία Ο.Ε.», που είχε ως αντικείμενο την επί κέρδει ανέγερση πολυόροφων οικοδομών, ύστερα από σύμβαση που καταρτίστηκε, μεταξύ αυτής αφενός, δια των Α και Β, ομορρύθμων εταίρων της, οι οποίοι την εκπροσωπούσαν από κοινού, σύμφωνα με το καταστατικό της και του Ζ αφετέρου, ιδιοκτήτη μεγάλου οικοπέδου, κειμένου στην Αθήνα, ανέλαβε έναντι συμφωνηθείσας αμοιβής την υποχρέωση, να κατασκευάσει επί του εν λόγω οικοπέδου πολυόροφη οικοδομήν και να παραδώσει αυτήν αποπερατωμένην στον Ζ, το αργότερο, μέσα σε ένα έτος από την κατάρτιση της εργολαβικής συμβάσεως. Με την ίδια πιο πάνω εργολαβική σύμβαση συμφωνήθηκε να πληρώσει η ομόρρυθμη εταιρεία στον Ζ, για ποινική ρήτρα, το ποσό των 100 ευρω ημερησίως σε περίπτωση που αυτή καθυστερούσε υπαιτίως να παραδώσει στον Ζ την οικοδομή αποπερατωμένην. Η εν λόγω εταιρεία καθυστέρησε υπαιτίως επί 100 ημέρες να παραδώσει την οικοδομήν αποπερατωμένην στον Ζ, ο οποίος, για τον λόγο αυτόν, άσκησε αγωγή κατά της ομόρρυθμης εταιρείας και επιλεκτικώς, κατά των ομορρύθμων εταίρων της Α,Β,Γ,Δ και Ε ( υπήρχαν  και άλλοι ομόρρυθμοι εταίροι),  με την οποία ζητούσε, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, εις ολόκληρον ο καθένας τους, να του καταβάλουν το ποσό των 10.000 ευρώ συνολικά, λόγω της καταπεσούσας σε βάρος της ομόρρυθμης εταιρείας ποινικής ρήτρας. Κατόπιν παραγγελίας, που έδωσε ο πληρεξούσιος  δικηγόρος του ενάγοντος (Ζ) στον δικαστικό επιμελητή, που ήταν διορισμένος στην περιφέρεια του Πρωτοδικείου Αθηνών, Δημήτριο Δημητριάδη, προς επίδοση της αγωγής στους εναγόμενους, ο δικαστικός επιμελητής επέδωσε το δικόγραφο αυτής:
1) Για την ομόρρυθμη εταιρεία, μόνον στον Α, αν και αυτός, σύμφωνα με το καταστατικό της,  όπως προαναφέρθηκε, την εκπροσωπούσε από κοινού με τον Β,
2)Για τον Α ατομικώς, επειδή αυτός αρνήθηκε να παραλάβει το δικόγραφο της αγωγής επέδωσε αυτό στον Η, ο οποίος ήταν σύνοικος αδερφός του,
3) Για τον Β ατομικώς, επειδή αυτός δεν βρέθηκε στην κατοικία του, επέδωσε το δικόγραφο της αγωγής στην Θ, η οποία ήταν σύνοικος σύζυγός του (Β) και αντίδικος του σε δίκη διατροφής, που είχε ανοιχθεί κατόπιν ασκήσεως κατ΄ αυτού αγωγής διατροφής εκ μέρους της συζύγου του,
4) Για τον Γ, επειδή και αυτός δεν βρέθηκε στην κατοικία του, επέδωσε το δικόγραφο της αγωγής στη σύνοικο του και ερωμένη του ,Κ, η οποία ήταν σύζυγος του ενάγοντος (Ζ), ο οποίος είχε ασκήσει κατ’ αυτής αγωγή διαζυγίου,
5) Για τον Δ, επειδή αυτός δεν βρέθηκε στο διαμέρισμα που κατοικούσε, επέδωσε το δικόγραφο της αγωγής στο θυρωρό της πολυκατοικίας, χωρίς όμως ο επιδόσας δικαστικός επιμελητής να αναφέρει στη συνταχθείσα έκθεση επιδόσεως, ότι στο εν λόγω διαμέρισμα αναζητήθηκαν και δεν βρέθηκαν συγγενείς ή υπηρέτες, συνοικούντες με αυτόν ή άλλοι σύνοικοι και
6) Για τον Ε, επειδή αυτός απουσίαζε από την κατοικία του και δεν βρέθηκε σε αυτήν κατά τον χρόνο της επίδοσης άλλος, που να συνοικεί με αυτόν, επικόλλησε το δικόγραφο της αγωγής στην πόρτα της κατοικίας του, παρουσία του αναγραφέντος στην έκθεση επιδόσεως και υπογράψαντος στην έκθεση επιδόσεως μάρτυρα, ενώ παράλληλα, αντίγραφο του δικογράφου της αγωγής παρέδωσε στον προϊστάμενο του αρμόδιου Αστυνομικού Τμήματος την επομένη της θυροκολλήσεως εργάσιμη ημέρα, κατά δε την επομένη από την παράδοση του δικογράφου της αγωγής στον προϊστάμενο του Αστυνομικού Τμήματος, εργάσιμη ημέρα, δηλαδή τη μεθεπομένη εργάσιμη από την θυροκόλληση ημέρα, ταχυδρόμησε έγγραφη ειδοποίηση στον αποδέκτη της επίδοσης, δηλαδή στον Ε, στην οποίαν αναφέρονταν όλα τα απαιτούμενα κατά νόμον στοιχεία.

Ερωτήματα: Είναι έγκυρες οι επιδόσεις του δικογράφου της αγωγής, που έγιναν :1) στον Α, για το νομικό πρόσωπο της ομόρρυθμης εταιρείας « Γ. Γεωργιάδης – Β. Βασιλειάδης και ΣΙΑ Ο.Ε.» 2) στους Α και Β ατομικώς, καθώς επίσης και στους Γ, Δ και Ε;

E. Ποινικό   Δίκαιο – Ποινική Δικονομία
6. Από ποιόν και πως τελείται το έγκλημα της παραβίασης οικιακού ασύλου;

1. Για τη συγκρότηση του εγκλήματος της παράβασης καθήκοντος ποια ιδιότητα πρέπει να έχει ο δράστης; Πως και με ποιο σκοπό τελείται το έγκλημα αυτό;

2. Πως τελείται το έγκλημα της παράνομης βίας – Με ποια σημασία  χρησιμοποιείται ο όρος «οικείοι» στον ποινικό κώδικα;

3. Για την επίδοση που ενεργείται σύμφωνα με τα άρθρα 155-158 Κ.Ποιν.Δ., ποιος είναι ο τόπος συντάξεως του αποδεικτικού επιδόσεως  και το περιεχόμενο αυτού (σημειώσεις – αναγραφές). Τι οφείλει αυτός που επιδίδει το έγγραφο α) να ανακοινώσει στον ενδιαφερόμενο και β) να σημειώσει στο επιδιδόμενο έγγραφο;
4. Ποια δικαστήρια ασκούν ποινική δικαιοδοσία;

   






ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Α. Αστικό Δίκαιο
1) Κατοικία είναι ο σταθερός νομικός δεσμός του προσώπου με τον τόπο της κύριας και μόνιμης εγκατάστασής του  (ΑΚ 51). Η κατοικία διακρίνεται σε εκούσια που επιλέγεται με τη βούληση του πρόσωπου και στη νόμιμη που αποκτάται βάσει διατάξεως του νόμου (π.χ. ΑΚ 56 παρ.1). Η ρύθμιση της κατοικίας κατά τον ΑΚ διέπεται από τις αρχές της αποκλειστικότητας  (ΑΚ 51 εδ.β) και της αναγκαιότητας (ΑΚ 52).
Ο Α μέχρι και την ηλικία 14 ετών, οπότε και χώρισαν οι γονείς του, είχε ως νόμιμη κατοικία την κατοικία των γονέων του στην Αθήνα (ΑΚ 56 παρ. 1 εδ. α και 1510). Μετά το διαζύγιο των γονέων του και αφού η γονική μέριμνα ασκείται και από τους δύο γονείς, ο Α έχει ως νόμιμη κατοικία την κατοικία της μητέρας του στην Πάτρα, γιατί διαμένει με αυτή (ΑΚ 56 παρ. 1  εδ β). Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας του στη Θεσσαλονίκη, ο Α δεν μετέβαλε  εκουσίως την τελευταία κατοικία του γιατί δεν εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη με πρόθεση να καταστήσει το μέρος αυτό κέντρο των βιοτικών του σχέσεων αλλά μόνο για προσωρινό διάστημα μέχρι την απόλυση του από το στρατό ή την ενδεχόμενη  μετάθεσή του. Δεν αποκτά επίσης νόμιμη κατοικία (ΑΚ. 54)  αφού είναι απλός στρατιώτης που υπηρετεί τη θητεία του. Κατά συνέπεια ο Α κατά τη διάρκεια της θητείας του δεν απέκτησε άλλη κατοικία, αλλά εξακολουθεί να θεωρείται ότι μένει στην Πάτρα (ΑΚ 52). Μετά το γάμο του, κατοικία του είναι τα Χανιά (ΑΚ 51).
2) Ο ανήλικος που έχει συμπληρώσει το δέκατο έτος της ηλικίας είναι ικανός για δικαιοπραξία από την οποία αποκτά και μόνο έννομο όφελος (ΑΚ 134). Χαρακτηριστικό παράδειγμα δικαιοπραξίας που εμπίπτει σε αυτή τη διάταξη είναι η δωρεά. (ΑΚ 496), όταν ο δωρεοδόχος είναι  ανήλικος. Η εμπράγματη όμως σύμβαση περί μεταβιβάσεως κυριότητας (ΑΚ 1033) μπορεί να συνεπάγεται και βάρη για τον ανήλικο (υποθήκη, φόροι) .Γίνεται όμως δεκτό ότι τέτοιου είδους υποχρεώσεις δεν προκύπτουν αμέσως από τη σύμβαση και άρα δεν την καθιστούν νομικά δυσμενή για τον ανήλικο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ανήλικος εγκύρως αποδέχτηκε αυτοπροσώπως τη δωρεά (έννομο όφελος) αλλά και η σύμβαση περί μεταβιβάσεως του ακινήτου πρέπει να θεωρηθεί ισχυρή καθώς προσπορίζει στον ανήλικο έννομο όφελος, σύμφωνα με τα παραπάνω.
3) Η σύμβαση εργασίας είναι έγκυρη (ΑΚ 136)
4)Οι ανήλικοι συμπεριλαμβάνονται μεταξύ των προσώπων που είναι ανίκανα να συντάσσουν διαθήκη. Αμφισβητείται ωστόσο αν ο αποκλεισμός αυτός πρέπει να διέπει και τους ανήλικους που έχουν συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας τους και μπορούν να διαθέτουν ελεύθερα κάθε τι που κερδίζουν από την προσωπική τους εργασία ή που τους δόθηκε για να το χρησιμοποιήσουν ή να το διαθέσουν ελεύθερα. Αν γίνει δεκτή η άποψη αυτή η ΑΚ 135 υπερισχύει της ΑΚ 719 και ο δεκαεξάχρονος ανήλικος μπορεί εγκύρως να διαθέτει τα  αντικείμενα της ΑΚ 135 με διεθήκη. Η διαθήκη του Α είναι έγκυρη στο βαθμό βέβαια που δεν θίγει τη νόμιμη μοίρα.
5) Προσβολή του δικαιώματος στην προσωπικότητα (ΑΚ 57)


Β. ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
1) Η απάντηση στο ερώτημα 1 θα δοθεί σύμφωνα με το 9 παρ. 1 του Ν. 5960/1993
2) Η απάντηση στο ερώτημα 2 θα δοθεί σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 2 του Ν. 5960/1993
3) Η απάντηση στο ερώτημα 3α και 3β θα δοθεί σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. α΄ του Ν. 5325/1932. Δηλαδή ο ψευδοαντιπρόσωπος υποχρεούται να πληρώσει το ποσόν της συναλλαγματικής στο νόμιμο κομιστή αυτής καθόσον και αυτός ( ψευδοαντιπρόσωπος) ευθύνεται, όπως ο φερόμενος ως εκπροσωπηθείς, αν δε αυτός (ψευδοαντιπρόσωπος) πληρώσει, δικαιούται να απαιτήσει το ποσό που κατέβαλε από τον αποδέκτη και τον τυχόν τριτεγγυητή του αποδέκτου, κατά του οποίου είχε δικαίωμα να στραφεί ο φερόμενος ως εκπροσωπηθείς, σε περίπτωση πληρωμής από αυτόν του ποσού της συναλλαγματικής.
4. Η απάντηση στο ερώτημα 4 θα δοθεί σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 1 του Ν. 5325/1932.

Γ. ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΜΕΛΗΤΩΝ (Ν. 2318/1995)
1. Η απάντηση θα δοθεί με βάσει το άρθρο 1 παρ. 2 του Ν. 2318/1995.
2) Η απάντηση θα δοθεί με βάσει το άρθρο 33 του Ν. 2318/1995.
 3) Η απάντηση θα δοθεί με βάσει τα άρθρα 22 παρ. 1α και 36 παρ. α’ και β’ του Ν. 2318/1995.
4) Η απάντηση πρέπει να δοθεί με βάσει το άρθρο 38 του Ν. 2318/1995.

    Δ. ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ.

1)     Η επίδοση του δικογράφου της αγωγής, που έγινε για το νομικό πρόσωπο της ομόρρυθμης  εταιρείας «Γ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ – Β.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε», μόνο στον Α, αν και αυτός εκπροσωπούσε από κοινού με τον Β την ομόρρυθμη εταιρεία, είναι έγκυρη, δεδομένου ότι, αν υπάρχουν περισσότεροι νομικοί εκπρόσωποι, ανεξάρτητα αν, κατά τον νόμο ή το καταστατικό του νομικού προσώπου, ενεργούν από κοινού ή χωριστά ο καθένας τους, αρκεί η επίδοση να γίνει σε έναν από αυτούς, κατ’ επιλογήν του επισπεύδοντος την επίδοση ( άρθρο 126 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ).
2)     Η επίδοση του δικογράφου της αγωγής, που έγινε για τον Α ατομικώς, επειδή αυτός αρνήθηκε να παραλάβει το δικόγραφο της αγωγής, στον Η, ο οποίος, κατά τον χρόνο της επίδοσης, ήταν σύνοικος και ο αδερφός του, είναι άκυρη, δεδομένου ότι ο αποδέκτης του επιδιδόμενου εγγράφου παρεβρίσκετο στην κατοικία του κατά τον χρόνο της επίδοσης και αυτός αρνήθηκε να παραλάβει. Η επίδοση στην περίπτωση αυτή για να είναι σύννομη, έπρεπε να γίνει θυροκόλληση παρουσία μάρτυρα και όχι σε πρόσωπο της έμμεσης επίδοσης ( άρθρο 130 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.).
3)      Η επίδοση του δικογράφου της αγωγής, που έγινε για τον Β’ ατομικώς, επειδή αυτός, κατά τον χρόνο της επίδοσης δεν βρέθηκε στην κατοικία του, στην Θ, η οποία ήταν σύνοικος και σύζυγος του και είχε ασκήσει κατ’ αυτού αγωγή διατροφής, είναι έγκυρη, γιατί αυτή δεν συμμετείχε στη δίκη που ανοίχθηκε με την αγωγή για καταβολή της καταπεσούσας ποινικής ρήτρας, ως αντίδικος του επισπεύδοντος την επίδοση ενάγοντος, μη έχοντας καμία νομική σημασία του γεγονότος, ότι αυτή τελούσε σε σχέση αντιδικίας με τον εναγόμενο σύζυγό της ( άρθρο 128 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ).
4)      Η επίδοση του δικογράφου της αγωγής, που έγινε για τον Γ, επειδή αυτός δεν βρέθηκε στην κατοικία του κατά τον χρόνο της επίδοσης, στην Κ, με την οποία ήταν σύνοικος και συζούσε και η οποία ήταν σύζυγος του ενάγοντος (Ζ), κατά της οποίας ο τελευταίος είχε ασκήσει αγωγή διαζυγίου, είναι έγκυρη, καθόσον αυτή δεν συμμετείχε στην ως άνω με την αγωγή για την καταπεσούσα ποινική ρήτρα ανοιγείσα δίκη, ως αντίδικος του επισπεύδοντος την επίδοση, ενάγοντος συζύγου της  (άρθρο 128 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.).
5)     Η επίδοση του δικογράφου, που έγινε για τον Δ, επειδή αυτός δεν βρέθηκε στο διαμέρισμα που κατοικούσε, στον θυρωρό της πολυκατοικίας, χωρίς ο ενεργήσας την επίδοση δικαστικός επιμελητής να κάμει μνεία στην συνταχθείσα από αυτόν έκθεση επίδοσης, ότι στο εν λόγω διαμέρισμα αναζητήθηκαν προηγουμένως, και δεν ανεβρέθηκαν συγγενείς ή υπηρέτες του Δ, συνοικούντες με αυτόν ή άλλοι σύνοικοι, είναι άκυρη (άρθρο 139 παρ. 1γ Κ.Πολ.Δ.).
6)     Η επίδοση του δικογράφου της αγωγής που έγινε για τον Ε, επειδή αυτός δεν βρέθηκε στην κατοικία του κατά τον χρόνο της επίδοσης, αλλά ούτε και άλλο πρόσωπο της έμμεσης επίδοσης ( συγγενείς σύνοικοι, υπηρέτες σύνοικοι, υπόλοιποι σύνοικοι), με θυροκόλληση, παρουσία μάρτυρα, στη συνέχεια δε, αντίγραφο του δικογράφου της αγωγής παρέδωσε ο δικαστικός επιμελητής στον προϊστάμενο του αρμόδιου Αστυνομικού Τμήματος, την επομένη της θυροκόλλησης εργάσιμη ημέρα και ακολούθως, εντός της επομένης εργάσιμης ημέρας από την παράδοση στον προϊστάμενο του αρμόδιου αστυνομικού τμήματος, ο δικαστικός επιμελητής ταχυδρόμησε έγγραφη ειδοποίηση στον αποδέκτη της επίδοσης, στην οποία αναφέρονταν όλα τα κατά νόμον απαιτούμενα στοιχεία, είναι έγκυρη ( άρθρο 128 παρ. 1 και 4 Κ.Πολ.Δ.).

Ε. ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ – ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ

1)    Το έγκλημα αυτό τελείται από τον υπάλληλο που χρησιμοποιώντας την υπαλληλική του ιδιότητα, εισέρχεται στην κατοικία άλλου χωρίς ο άλλος να το θέλει, εκτός από τις περιπτώσεις όπου το προβλέπει ο νόμος χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις ( άρθρο 241 Ποιν.Κώδ.).
2)    Πρέπει να είναι υπάλληλος κατά την έννοια του άρθρου 13α Π.Κ. Τελείται όταν ο υπάλληλος με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο ( άρθρο 259 Π.Κ.).
3)    Τελείται από  δράστη που χρησιμοποιώντας σωματική βία ή απειλή σωματικής βίας ή άλλης παράνομης πράξης ή παράλειψη εξαναγκάζει άλλον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή για τις οποίες  ο παθών δεν έχει υποχρέωση, ανεξάρτητα αν το απειλούμενο κακό στρέφεται εναντίον εκείνου που απειλείται ή κάποιου από τους οικείους του ( άρθρο 330 Π.Κ.).
Οικείοι είναι οι συγγενείς εξ αίματος και εξ αγχιστείας σε ευθεία γραμμή, οι θετοί γονείς και τα θετά τέκνα, οι σύζυγοι, οι μνηστευμένοι, οι αδερφοί και οι σύζυγοι και οι μνηστήρες των αδελφών, καθώς και οι επίτροποι ή επιμελητές του υπαιτίου και όσοι βρίσκονται υπό την επιτροπεία ή επιμέλεια του υπαιτίου ( άρθρο 13β Π.Κ.).
4)    Τόπος συντάξεως του αποδεικτικού επιδόσεως είναι ο τόπος όπου γίνεται η επίδοση. Στο αποδεικτικό, με ποινή ακυρότητας της επίδοσης, σημειώνεται ο τόπος, το έτος, ο μήνας, η ημέρα και, αν πρόκειται για κλητήριο θέσπισμα ή κλήση του κατηγορούμενου, ο αριθμός αυτών, ο καλών εισαγγελέας, δημόσιος κατήγορος ή πταισματοδίκης, ως και το ονοματεπώνυμο του προσώπου στο οποίο παραδόθηκε το έγγραφο, υπογράφεται δε το αποδεικτικό από το πρόσωπο αυτό και εκείνον που ενεργεί την επίδοση. Αν το πρόσωπο αυτό δηλώσει ότι δεν ξέρει ή δεν μπορεί να υπογράψει, ή αν αρνηθεί ή αν το έγγραφο που επιδίδεται τοιχοκολληθεί κατά το άρθρο 155 παρ. 2 Κ.Ποιν.Δ., τα γεγονότα αυτά, καθώς και το ονοματεπώνυμο εκείνου που αρνήθηκε να το παραλάβει κατά το άρθρο 155 παρ. 2, αναγράφονται στο αποδεικτικό – προσλαμβάνεται επίσης από όποιον ενεργεί  την επίδοση ένας μάρτυρας, του οποίου το ονοματεπώνυμο, η κατοικία και το επάγγελμα αναγράφονται στο αποδεικτικό, που το υπογράφει και αυτός αν ξέρει γράμματα. ( άρθρο 161 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ.). Όποιος επιδίδει έγγραφο οφείλει να ανακοινώνει το περιεχόμενο του εγγράφου στον ενδιαφερόμενο και να αναγράφει το γεγονός στο επιδοτήριο ( άρθρο 160 παρ. 2 Κ.Ποιν.Δ.). Αυτός που επιδίδει οφείλει επίσης σε κάθε περίπτωση να σημειώσει στο έγγραφο τη χρονολογία και τον τόπο της επίδοσης, καθώς και το πρόσωπο στο οποίο παραδόθηκε και να υπογράψει τη σχετική σημείωση ( άρθρο 161 παρ. 2 Κ.Ποιν.Δ.).
5)    Ποινική δικαιοδοσία ασκούν: α) Τα Πταισματοδικεία, β) τα Πλημμελειοδικεία, γ) τα Δικαστήρια Ανηλίκων, δ) τα Κακουργιοδικεία, ε) τα Εφετεία, στ) ο Άρειος Πάγος ως ακυρωτικό.