Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2015

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑΣ (ΤΑ ΜΕΤΡΑ & Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ) ΝΑ ΕΝΑ ΑΟΥΤΣΑΙΝΤΕΡ ΣΟΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΓΙΑ ΦΕΤΟΣ



Η κατάσταση πολιορκίας (άρθρο 48 παρ. 7 Σ) αποτελεί τη θεσμοποίηση του δικαίου της ανάγκης. Όταν μεγάλοι κίνδυνοι απειλούν το κράτος και το δημοκρατικό πολίτευμα, γίνεται ανεκτή κάποια προσωρινή κάμψη των δημοκρατικών κανόνων, ακριβώς για να συντηρηθούν το κράτος και το πολίτευμα.

Ειδικότερα, συγκεντρώνονται μεγάλες αρμοδιότητες στην εκτελεστική εξουσία και μάλιστα στη στρατιωτική αρχή κατά παρέκβαση από τον χωρισμό των εξουσιών και για να είναι αυτό δυνατόν αναστέλλονται συνταγματικές διατάξεις που κατοχυρώνουν ατομικά δικαιώματα. Δημοκρατική εγγύηση για τν ταχεία αποκατάσταση των κανονικών συνταγματικών θεσμών είναι ο συνεχής έλεγχος από τη βουλή.

Το σύνταγμα επιτρέπει την προσφυγή στα μέτρα της κατάστασης πολιορκίας διαζευκτικά σε τέσσερις περιπτώσεις (άρθρο 48 παρ. 1 εδ α Σ):

1.    Σε περίπτωση πολέμου

2.    Σε περίπτωση επιστράτευσης εξαιτίας εξωτερικών κινδύνων

3.    Σε περίπτωση άμεσης απειλής της εθνικής ασφάλειας

4.    Σε περίπτωση εκδήλωσης ενόπλου κινήματος για την ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος

Η συνδρομή αυτών των ουσιαστικών προϋποθέσεων δεν ελέγχεται δικαστικά με αίτηση ακυρώσεως διότι η προσφυγή στα μέτρα της κατάστασης πολιορκίας με προεδρικό διάταγμα θεωρείται κυβερνητική πράξη.

Υπό την κατάσταση πολιορκίας ισχύουν όμως η αρχή της νομιμότητας και το δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας από τα δικαστήρια (άρθρα 50 και 20 παρ. 1 Σ). Αν τα μέτρα ληφθούν κατά παράβαση του Συντάγματος ή του νόμου που τα προβλέπουν, ευθύνονται ποινικά ο ΠτΔ και οι υπουργοί που τα υπογράφουν και προσυπογράφουν . Επίσης ευθύνεται και το δημόσιο αστικά δηλαδή για αποζημίωση.

Τα μέτρα για την κατάσταση πολιορκίας είναι τρία (νομικά δεν είναι απαραίτητο να ληφθούν και  τα τρία μέτρα):

1.    Αναστέλλεται η ισχύς του συνόλου ή μέρους αρκετών συνταγματικών διατάξεων οι οποίες προστατεύουν ατομικά δικαιώματα

2.    Τίθεται σε εφαρμογή, σε ολόκληρη την Επικράτεια ή σε τμήμα της ο νόμος για την κατάσταση πολιορκίας

3.    Συνιστώνται εξαιρετικά δικαστήρια

Οι διατάξεις που αναστέλλονται αφορούν την απαγόρευση εκτοπίσεως, της εγγυήσεις της προσωπικής ασφάλειας, τον φυσικό δικαστή, το άσυλο της κατοικίας, τα δικαιώματα του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι, την ελευθερία γνώμης, το απόρρητο των ανταποκρίσεων, την απαγόρευση αναγκαστικής εργασίας, τη συνδικαλιστική ελευθερία, το δικαίωμα της απεργίας, την απαγόρευση υπαγωγής ιδιωτών σε στρατιωτικά δικαστήρια και την εκδίκαση κακουργημάτων και πολιτικών εγκλημάτων από μεικτά ορκωτά δικαστήρια ή εφετεία. Κατά την αναστολή των ατομικών δικαιωμάτων δεν παύε να ισχύει και να δεσμεύει την εκτελεστική εξουσία η αρχή της νομιμότητας. Σε αναστολή δεν υπόκειται διατάξεις που προστατεύουν την αξία του ανθρώπου και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας.

Ο νόμος περί κατάστασης πολιορκίας (566/1977 ο λεγόμενος στρατιωτικός νόμος) ισχύει διαρκώς αλλά εφαρμόζεται μόνο εφόσον δημοσιευθεί με απόφαση της βουλής ή προεδρικό διάταγμα. Ο νόμος δεν τροποποιείται όσο διαρκεί η εφαρμογή του.

Η εφαρμογή του στρατιωτικού νόμου σημαίνει μεγάλη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της στρατιωτικής αρχής για την προστασία της ασφάλειας του κράτους και την τήρηση της τάξης. Επιπλέον  η στρατιωτική αρχή έχει δικαίωμα να ενεργεί κατ' οίκον έρευνες ημέρα και νύχτα με παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής εξουσίας, να εκτοπίζει υπόπτους, να προβαίνει σε συλλήψεις χωρίς ένταλμα, να διαλύει σωματεία, να απαγορεύει απεργίες κ.λπ.

Αφού αναστέλλονται οι διατάξεις για τον φυσικό δικαστή συστήνονται διαρκή ή έκτακτα στρατιωτικά δικαστήρια, ως έκτακτα νοούνται και τα εξαιρετικά. Στην αρμοδιότητά τους υπάγεται οποιοδήποτε έγκλημα αυτουργών ή συμμετόχων που κατά την κρίση τους κινδυνεύει η εθνική ασφάλεια.

Σύμφωνα με τον στρατιωτικό νόμο ν. 566/1977 τα εγκλήματα που ρυθμίζει μπορεί να είναι και εκκρεμείς υποθέσεις τακτικών ποινικών δικαστηρίων που μεταβιβάζονται στα στρατιωτικά δικαστήρια, όμως η δυνατότητα αυτή της στρατιωτικής αρχής  πάσχει συνταγματικά γιατί αντίκειται στην αρχή της ισότητας.

Η διαδικασία: Αρμόδιο όργανο για τα μέτρα κατάστασης πολιορκίας είναι καταρχήν η βουλή και επικουρικώς ο ΠτΔ με προσυπογραφή.

Τα μέτρα τα λαμβάνει η βουλή με απόφασή της που λαμβάνεται μετά από πρόταση της κυβέρνησης, ο ΠτΔ δημοσιεύει την απόφαση της βουλής. Με την απόφαση ορίζεται  η διάρκεια ισχύος των επιβαλλόμενων μέτρων η οποία δεν μπορεί να υπερβεί τις 15 ημέρες (άρθρο 48 παρ. 1 Σ). Η απόφαση της βουλής λαμβάνεται με πλειοψηφία των 3/5 του συνολικού αριθμού των βουλευτών (άρθρο 48 παρ. 6 εδ α Σ). Σε περίπτωση που δεν υπάρχει βουλή ή συντρέχει αντικειμενική αδυναμία να συγκληθεί εγκαίρως, τα μέτρα λαμβάνονται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του υπουργικού συμβουλίου, το διάταγμα υποβάλλεται από την κυβέρνηση στη βουλή για έγκριση μόλις καταστεί δυνατή η σύγκλησή της ακόμη και αν έληξε η βουλευτική περίοδος  ή η βουλή έχει διαλυθεί, και πάντως μέσα σε 15 ημέρες το αργότερο (άρθρο 48 παρ. 2 εδ β Σ). Η απόφαση της βουλής για την έγκριση του προεδρικού διατάγματος λαμβάνεται με την πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών (151/300, άρθρο 48 παρ. 6 εδ α Σ) και από αυτό το σημείο και μετά τα μέτρα παύουν να είναι κυβερνητικές πράξεις.

Το ότι απαιτείται πλειοψηφία 151/300 για την απόφαση της βουλής όταν εγκρίνεται το προεδρικό διάταγμα και πλειοψηφία 180/300 όταν η ίδια η βουλή προσφεύγει στην κατάσταση πολιορκίας φανερώνει το πνεύμα του αναθεωρητικού νομοθέτη του 1986 που αναθέτει μεν την αρμοδιότητα στην ολομέλεια της βουλής αλλά εμμέσως επαναφέρει στο προσκήνιο τον ΠτΔ. Δεδομένου ότι η αντικειμενική αδυναμία να συγκληθεί εγκαίρως η βουλή ελέγχεται μόνο πολιτικά από την ίδια τη βουλή και ότι σπανίως υπάρχει κυβερνητική πλειοψηφία 180/300, η προσφυγή στην κατάσταση πολιορκίας έχει παραμείνει μετά το 1986 στα χέρια της εκτελεστικής εξουσίας. Πάντως στο σύνθετο όργανο για την έκδοση διατάγματος ο ΠτΔ έχει ουσιαστικό ρόλο διότι τα μέτρα αλλοιώνουν το πολίτευμα και ο ΠτΔ είναι ρυθμιστής του. Μέχρι να συγκληθεί η βουλή μοναδική εγγύηση ότι τηρούνται οι συνταγματικοί κανόνες είναι η σύμπραξη ΠτΔ και υπουργικού συμβουλίου.

Η διάρκεια των μέτρων μπορεί να παρατείνεται ανά 15μερο μόνο με προηγούμενη απόφαση της βουλής η οποία συγκαλείται ακόμα και αν έχει λήξει η βουλευτική περίοδος ή αν έχει διαλυθεί η βουλή (άρθρο 48 παρ. 3 Σ). Και εδώ απαιτείται πλειοψηφία 151/300 του όλου αριθμού των βουλευτών και η σύγκληση της βουλής είναι ειδική, διότι προβλέπεται ρητά. Η σύνοδος αυτή έχει όλες τις αρμοδιότητες της βουλής εκτός από την ψήφιση προϋπολογισμού.  Ελεύθερες εκλογές υπό κατάσταση πολιορκίας είναι αδιανόητες. Πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης μπορεί να υποβληθεί διότι η κυβέρνηση που θα καταψηφιστεί δεν μπορεί να προσφύγει στο λαό, μόνο μια νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία μπορεί.  Τη δυσπιστία ακολουθεί η διαδικασία για την ανάδειξη πρωθυπουργού (άρθρο 37 Σ) όμως εδώ ειδικά δεν μπορεί να φθάσει σε διάλυση. Τα όρια αντοχής του Συντάγματος εξαντλούνται. Άλλωστε δεν είναι λογικό η ίδια πλειοψηφία να  υπερψηφίζει πρόταση δυσπιστίας πρόταση δυσπιστίας χωρίς να σχηματίζει νέα δεδηλωμένη και να παρατείνει τα μέτρα.  Όσο διαρκούν τα μέτρα ισχύουν αυτοδίκαια οι διατάξεις περί ανεύθυνου και ακαταδίωκτου βουλευτών ακόμα και αν έχει διαλυθεί η βουλή ή έχει λήξει η βουλευτική περίοδος (άρθρο 48 παρ. 7 Σ) (η αυτοδίκαιη όμως σύνοδος καθιστά περιττή την παράγραφο αυτή που έπρεπε να έχει διαγραφεί γιατί όταν η βουλή είναι σε σύνοδο οι βουλευτές απολαμβάνουν έτσι και αλλιώς όλες τις ασυλίες.

Λήξη μέτρων: Η έγκριση του προεδρικού διατάγματος από την οποία αρχίζει η μέτρηση νέου 15μέρου ανατρέχει στον χρόνο εκδόσεως του διατάγματος του οποίου το περιεχόμενο ενσωματώνεται στην εγκριτική πράξη, η βουλή να εγκρίνει ολικώς ή μερικώς το διάταγμα ή να αρνηθεί την έγκρισή της οπότε αυτό ακυρώνεται αναδρομικά. Το ίδιο συμβαίνει αν παρέλθει άπρακτο το 15μερο. Οι νομικές πράξεις που βασίζονται στο διάταγμα καθίσταται και αυτές άκυρες.

Οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου: Σύμφωνα με το άρθρο 48 παρ. 5 Σ μόλις αρχίσουν τα μέτρα της κατάστασης πολιορκίας ο ΠτΔ ύστερα από πρόταση της κυβέρνησης μπορεί να εκδίδει πνπ  για να αντιμετωπισθούν επείγουσες ανάγκες ή για να αποκατασταθεί ταχύτερα η λειτουργία των συνταγματικών θεσμών. Οι πράξεις αυτές υποβάλλονται για κύρωση στη βουλή μέσα σε 15 μέρες από την έκδοσή τους ή από τη σύγκληση της βουλής σε σύνοδο και παύουν να ισχύουν αν δεν υποβληθούν στη βουλή μέσα σε 15 ημέρες ή δεν εγκριθούν από τη βουλή μέσα σε 15μερες. Οι πνπ που εκδίδονται είναι όμοιες με τις πνπ του άρθρου 44 παρ. 1 Σ που εκδίδονται εκτός κατάστασης πολιορκίας. Διαφέρουν μόνο στις προϋποθέσεις για την έκδοσή τους και στις προθεσμίες για την υποβολή και την έγκρισή τους από την ολομέλεια της βουλής. Ειδικότερα:

Σύγκριση πράξεων νομοθετικού περιεχομένου
Άρθρο 48 παρ. 5 Σ
Άρθρο 44 παρ. 1 Σ
Εκδίδονται μόνο όταν η χώρα βρίσκεται υπό κατάστασης πολιορκίας
Εκδίδονται οποτεδήποτε εκτός κατάστασης πολιορκίας διότι τότε θα ακύρωναν τις σύντομες προθεσμίες της πνπ του άρθρου 48 παρ. 5 Σ
Εκδίδονται για να αντιμετωπισθούν επείγουσες ανάγκες ή για να αποκατασταθεί ταχύτερα η λειτουργία των συνταγματικών θεσμών
Εκδίδονται για έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης
Πρέπει να υποβληθούν  μέσα σε 15 ημέρες από την έκδοσή τους στη βουλή και να εγκριθούν πάλι σε 15 ημέρες αφότου υποβληθούν
Πρέπει να υποβληθούν μέσα σε 40 ημέρες από την έκδοσή τους στη βουλή και να εγκριθούν μέσα σε 3 μήνες αφότου υποβληθούν


Βιβλιογραφία: Α. Παντελής "Εγχειρίδιο Συνταγματικού Δικαίου"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου