Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2015

ΑΠΑΝΤΗΜΕΝΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΘΕΜΑ ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ 2014-2015

ΘΕΜΑ 2ο  2014-2015: Η ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΝΟΜΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ



Όταν ο νόμος ορίζει ως χρόνο έναρξης της ουσιαστικής ισχύς του μια χρονική στιγμή πριν την τυπική ισχύ του τότε μιλάμε για αναδρομική ισχύ του νόμου. Επομένως, αναδρομικός νόμος ονομάζεται ο νόμος που καταλαμβάνει γεγονότα που συντελέστηκαν στο παρελθόν και ειδικότερα πριν από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
Η αναδρομικότητα των νόμων είναι καταρχήν ανεπίτρεπτη  γιατί δε συμβιβάζεται με τη φύση και το σκοπό των κανόνων του δικαίου και αντίκειται στις αρχές του Κράτους Δικαίου.
Ο νόμος ισχύει μόνο για το μέλλον, επομένως η τυχόν αναδρομικότητα του νόμου αποτελεί την εξαίρεση και θα πρέπει να προκύπτει από τον ίδιο τον νόμο. Τούτο ορίζει το άρθρο 2 ΑΚ «ο νόμος ορίζει για το μέλλον δεν έχει αναδρομική ισχύ». Η διάταξη αυτή λειτουργεί μόνο ως ερμηνευτικός κανόνας και ως κατευθυντήρια γραμμή.
Η αρχή της αναδρομικότητας των νόμων δεσμεύει ον κοινό νομοθέτη μόνον όταν κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα. Γενική απαγόρευση της αναδρομικότητας στο Σύνταγμα δεν υπάρχει.
Ειδικά όμως στο Σύνταγμα απαγορεύεται η αναδρομική ισχύς:
1.   Των ποινικών νόμων (άρθρο 7 παρ. 1 Σ) όπου απαγορεύει την αναδρομική ισχύ μόνο των δυσμενέστερων ουσιαστικών ποινικών νόμων, δεν απαγορεύει όμως την αναδρομικότητα των επιεικέστερων ουσιαστικών ή των δικονομικών ποινικών νόμων.
2.   Των φορολογικών νόμων (άρθρο 78 παρ. 2 Σ).
3.   Των ψευδοερμηνευτικών νόμων που ερμηνεύουν προηγούμενο νόμο χωρίς να είναι πράγματι ερμηνευτικός (άρθρο 77 παρ. 2 Σ).
Αναδρομικοί είναι από τη φύση τους οι λεγόμενοι ερμηνευτικοί νόμοι. Ερμηνευτικός νόμος είναι ο νόμος ο οποίος ερμηνεύει αυθεντικά μια διάταξη άλλου νόμου. Η ισχύς του ερμηνευτικού ανατρέχει στον χρόνο έναρξης της ισχύς της διάταξης που ερμηνεύει το άρθρο 77 παρ. 2 Σ. Αναδρομικότητα έχουν οι ερμηνευτικοί νόμοι μόνο στην περίπτωση που υπήρχε πραγματική ασάφεια στις διατάξεις του ερμηνευμένου νόμου. Ο νεότερος ερμηνευτικός νόμος διευκρινίζει ποιο ήταν το αληθινό νόημα του ερμηνευόμενου νόμου από τότε που ίσχυε δηλ. αναδρομικά.
Όμως, στο παρελθόν πολλές φορές ο νομοθέτης ενώ δεν υπήρχε αμφιβολία στο νόημα του παλιού νόμου, θέλοντας να τον τροποποιήσει αναδρομικά, βάφτιζε το νέο νόμο ερμηνευτικό. Πρόκειται για μη γνήσιο (μη πραγματικό) ερμηνευτικό νόμο που λέγεται ψευδοερμηνευτικός νόμος. Οι ψευδοερμηνευτικοί νόμοι έχουν ισχύ μόνο από την ημέρα της δημοσίευσής τους και μετά.
Επίσης, αντισυνταγματικός θα είναι ένας αναδρομικός νόμος αν προσκρούει σε οποιαδήποτε διάταξη του Συντάγματος στην οποία θα μπορούσε να προσκρούει και μη αναδρομικός. Για παράδειγμα το ατομικό δικαίωμα της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 Σ) απαγορεύει την αναδρομικότητα νόμου η οποία καταλαμβάνει αυθαίρετα μόνο ορισμένα πρόσωπα ή μια ορισμένη κατηγορία προσώπων.
Υποστηρίζεται ο περιορισμός της ευχέρειας του νομοθέτη να δίνει στο νόμο αναδρομική ισχύ θα ετίθετο σε κίνδυνο:
1.   Η ασφάλεια του δικαίου αν οποιοδήποτε νομικό καθεστώς θα μπορούσε να ανατραπεί αναδρομικά με μεταγενέστερους νόμους.
2.   Η αρχή της διακρίσεως των λειτουργικών (άρθρο 26 Σ).
3.   Η δημοκρατική αρχή κ.λπ.
Η επίκληση όμως τέτοιων αρχών υπέρ της γενίκευσης της μη αναδρομής δύσκολα θα μπορούσε να γίνει πειστική. Το Σύνταγμα απαγόρευσε την αναδρομικότητα όπου κρίνει αναγκαίο και σκόπιμο.
Αναδρομική ισχύ έχουν (όταν δεν ορίζουν το αντίθετο) οι τυπικοί νόμοι που κυρώνουν πράξεις της εκτελεστικής εξουσίας είτε ειδικές, είτε κανονιστικές. Εξαίρεση υπάρχει σύμφωνα με την νομολογία όταν πρόκειται για εν στενή έννοια διοικητική πράξη που έχει προσβληθεί με αίτηση ακυρώσεως στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Σε αντίθεση με τους τυπικούς νόμους οι κατ' εξουσιοδότηση εκδιδόμενοι με κανονιστικές πράξεις νομικοί κανόνες δεν έχουν αναδρομική ισχύ. 

(απαντημένο από το βιβλίο της Ανδρ. Γ. Μαρκαντωνάτου - Σκαλτσά)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου