Ο Α δωρίζει στον Β με προφορική συμφωνία, που συνάπτεται την 14/12/2009, έναν
σημαντικής αξίας ζωγραφικό
πίνακα γνωστού ζωγράφου, την «Άνοιξη», από την πλούσια συλλογή του. Όμως για να μη
δυσαρεστήσει την ανιψιά του Χ, ο Α συμφωνεί με τον Β να υπογράψουν ιδιωτικό συμφωνητικό, στο
οποίο αναγράφεται ότι ο Α πωλεί
δήθεν στον Β το
ζωγραφικό πίνακα έναντι τιμήματος 30.000 ευρώ. Επειδή ο πίνακας εκτίθεται σε
έκθεση στο τοπικό μουσείο τέχνης Μ βάσει σύμβασης χρησιδανείου (ΑΚ 810) μεταξύ του Α και
του Μ, οι Α και Β συμφωνούν ότι ο πίνακας θα παραδοθεί στον Β μετά το πέρας της
έκθεσης, ήτοι την 14/01/2010.
Κατά
τη διάρκεια της έκθεσης ο Α διαπραγματεύεται
με τον Γ την πώληση του πίνακα. Η διαπραγμάτευση κατέληξε σε προσύμφωνο για την πώληση
του πίνακα από τον Α στον Γ έναντι 50.000 ευρώ. Μετά το πέρας της έκθεσης το
μουσείο Μ παραδίδει τον πίνακα «Άνοιξη», ο Α όμως απαιτεί την καταβολή του
τιμήματος των 30.000 ευρώ από τον Β.
Ερωτάται:
(α)
Υποχρεούται ο Β να καταβάλλει το ποσό των 30.000 ευρώ στον Α;
Σύμφωνα με την ΑΚ 138 παρ. 1
η δήλωση βουλήσεως που δεν έγινε στα σοβαρά παρά μόνο φαινομενικά (εικονική
δήλωση βουλήσεως) είναι άκυρη. Εικονική είναι λοιπόν η δήλωση βουλήσεως, η
οποία εν γνώσει του δηλούντος δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Σκοπός
της είναι να δημιουργηθεί στους τρίτους η εντύπωση μεταβολής της νομικής
κατάστασης που προϋπήρχε χωρίς να υπάρχει πρόθεση πραγματικής μεταβολής.
Αμφισβητείται εάν προϋπόθεση της εικονικότητας είναι η γνώση της εκτός από τον
δηλούντα και από κάποιο άλλο πρόσωπο, δηλαδή τον αντισυμβαλλόμενο, τον λήπτη
της δηλώσεως στις απευθυντέες δηλώσεις κοκ. Η κρατούσα γνώμη δέχεται ότι
απαιτείται τέτοια γνώση, δηλαδή ότι η εικονικότητα πρέπει να είναι διμερής.
Στο εν λόγω πρακτικό
προκύπτει ότι ο Α εν γνώσει και του Β και προκειμένου να δημιουργηθεί στη Χ η
εντύπωση κατάρτισης σύμβασης πώλησης, συμφώνησε με τον Β εικονικά να πωλήσει σε
αυτόν τον πίνακα έναντι 30.000 ευρώ. Η δήλωση βουλήσεως του Α, ήτοι η πρόταση
με την οποία αυτός αναλαμβάνει την υποχρέωση να μεταβιβάσει στον Β την
κυριότητα του πίνακα και να του τον παραδώσει έναντι καταβολής τιμήματος ύψους
30.000 ευρώ, είναι εικονική, καθώς βρίσκεται σε εκούσια διάσταση με τη βούλησή
του η οποία είναι χαριστική. Ο Β γνωρίζει την εικονικότητα της δήλωσης βούλησης
του Α (σωστή είναι και η θεώρηση ότι και η αποδοχή του Β στη σύμβαση πώλησης
είναι εικονική, καθώς αυτός αποδέχεται στην πραγματικότητα τη δωρεά του πίνακα
από τον Α).
Επομένως,
η σύμβαση πώλησης είναι απόλυτα άκυρη ως εικονική και ο Β δεν υποχρεούται να
καταβάλλει στον Α το ποσό των 30.000 ευρώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου