Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2014

ΑΚ 178 ΚΑΙ ΑΚ 179 ΑΝΗΘΙΚΗ ΚΑΙ ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ




ΑΚ 178 – Η ανήθικη (αντίθετη στα χρηστά ήθη) δικαιοπραξία &
ΑΚ 179 περ. α – Η ανήθικη δικαιοπραξία που δεσμεύει την ελευθερία ατόμου
ΑΚ 179 περ. β –  Η αισχροκερδής δικαιοπραξία
Σύμφωνα με την ΑΚ 178 η δικαιοπραξία που αντιβαίνει στα χρηστά ήθη είναι άκυρη. Επομένως για να κριθεί μια δικαιοπραξία ως ανήθικη θα πρέπει να εξειδικευθεί η έννοια των χρηστών ηθών. Σύμφωνα με την κρατούσα γνώμη κριτήριο προσδιορισμού της έννοιας των χρηστών ηθών είναι οι προσωπικές αντιλήψεις για τα χρηστά ήθη του εκάστοτε σκεπτόμενου κοινωνικού ανθρώπου. Με αποτέλεσμα η έννοια των χρηστών ηθών να μεταβάλλεται με την πάροδο του χρόνου. Για παράδειγμα, ο Α εγκαθιστά ως μοναδική κληρονόμο την ερωμένη του Ε, ως ανταμοιβή για τη διατήρηση εξώγαμων σχέσεων μαζί του, η διαθήκη είναι αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρόνο συντάξεώς της. Αν όμως η σύζυγος του Α πεθάνει και αυτός τελέσει γάμο με την Ε, η διαθήκη δεν αντίκειται στα χρηστά ήθη.
Η αντίθεση του περιεχόμενου της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται με την απόλυτη ακυρότητά της. Η ακυρότητα αυτή μπορεί να είναι μερική, οπότε εφαρμόζεται η ΑΚ 181. Η ακυρότητα πλήττει καταρχήν μόνο την υποσχετική δικαιοπραξία, η εκποιητική είναι κατά κανόνα «ηθικώς άχρωμη» και η τύχη της κρίνεται ανάλογα με τον χαρακτήρα της ως αιτιώδους ή αφηρημένης. Για παράδειγμα, η 70χρονη χήρα Β συντάσσει διαθήκη με την οποία περιορίζει τη νόμιμη μοίρα και καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία της στον 25χρονο εραστή της Γ, ο οποίος την απειλούσε ότι θα την εγκαταλείψει. Μετά το θάνατό της, τα παιδιά της μπορούν με αγωγή τους να ζητήσουν την αναγνώριση, ότι η διαθήκη είναι άκυρη ως αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά την ΑΚ 178.
Η ΑΚ 179 περ. α προβλέπει την ακυρότητα μίας ειδικής περίπτωσης ανήθικης δικαιοπραξίας, αυτής που δεσμεύει υπέρμετρα την ελευθερία του προσώπου. Ως ελευθερία νοείται κάθε δικαίωμα και ευχέρεια, η οποία αναγνωρίζεται από την έννομη τάξη ή έστω ασκείται νομίμως εντός αυτής πχ ευχέρεια επιλογής κατοικίας, ατομικά δικαιώματα κλπ. Ως δέσμευση νοείται τόσο ο αποκλεισμός όσο και κάθε είδος περιορισμός της νόμιμης άσκησης της ελευθερίας. Το υπέρμετρο κρίνεται ενόψει όλων των συγκεκριμένων περιστάσεων.  Συνέπεια της ΑΚ 179 είναι η δικαιοπραξία που συνιστά υπέρμετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου να είναι άκυρη. Για την ακυρότητα ισχύουν ότι και για τις ανήθικες κατηγορίες. Για παράδειγμα στο καταστατικό μιας ΟΕ προβλέπεται οι εταίροι να μην μπορούν να μετέχουν σε άλλες εταιρείες ή να ασκούν άλλη δραστηριότητα, ο όρος αυτός είναι άκυρος γιατί δεσμεύει υπερβολικά χωρίς λόγο την οικονομική και επαγγελματική ελευθερία των εταίρων.
Σύμφωνα με την ΑΚ 179 περ. β έχουμε μια ειδική κατηγορία ανήθικης δικαιοπραξίας που είναι η αισχροκερδής ή καταπλεονεκτική δικαιοπραξία. Καταπλεονεκτική είναι η δικαιοπραξία με την οποία κάποιος εκμεταλλεύεται την ανάγκη, την κουφότητα (άγνοια) ή την απειρία του άλλου και επιτυγχάνει έτσι να συνομολογήσει ή να πάρει για τον εαυτό του ή για τρίτον, για κάποια παροχή, περιουσιακά ωφελήματα που κατά τις περιστάσεις βρίσκονται σε φανερή δυσαναλογία προς την παροχή. Οι αισχροκερδής δικαιοπραξίες είναι μόνο συμβάσεις με περιουσιακό χαρακτήρα και μάλιστα αμφοτεροβαρείς πχ πώληση (ΑΚ 513), μίσθωση (ΑΚ 574) κλπ ή ατελώς ετεροβαρείς πχ έντοκο δάνειο (ΑΚ 806) κλπ [2 προϋποθέσεις: (α) Να υπάρχει προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής πχ να πωλείται ακίνητο Εκάλης σαν υπόγειο Πατησίων. (β) Η δυσαναλογία αυτή να οφείλεται στην ανάγκη, στην κουφότητα ή στην απειρία ενός από τους συμβαλλομένους. Ανάγκη είναι η κατάσταση ενός προσώπου που βρίσκεται σε άμεσο και πραγματικό κίνδυνο (οικονομικό ή άλλο), η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβολής πχ άνεργος μεταβιβάζει πίνακα μεγάλης αξίας σε εξευτελιστική τιμή για να εξασφαλίσει τη διατροφή του. Κουφότητα είναι η ελαφρότητα ή απερισκεψία εξαιτίας της οποίας ο δικαιοπρακτών δεν μπορεί να εκτιμήσει τη σημασία των πράξεών του πχ διανοητικά ασθενής πωλεί και μεταβιβάζει το διαμέρισμα για ένα εισιτήριο ποδοσφαιρικού αγώνα. Απειρία είναι η έλλειψη πείρας για τη ζωή και τις συναλλαγές ακόμα και αν αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο τομέα πχ ο επαναπατριζόμενος Γ αγοράζει ακίνητο σε μια από τις πιο κακόφημες γειτονιές της Αθήνας έναντι υπέρογκου ποσού. (γ) Ο αντισυμβαλλόμενος να εκμεταλλεύτηκε αυτή την ανάγκη, την κουφότητα και την απειρία.  Συνέπεια της αισχροκερδούς  είναι η απόλυτη ακυρότητα της δικαιοπραξίας.  Την ακυρότητα επικαλείται ο αισχροκερδήσας ή αυτεπάγγελτα από δικαστήριο. Η ακυρότητα είναι δυνατόν να είναι μερική, να πλήττει δηλαδή μέρος της σύμβασης (ΑΚ 181) πχ ο αμερικανός τουρίστας πληρώνει από Αεροδρόμιο – Παγκράτι 150 ευρώ ταξί, η σύμβαση είναι καταπλεονεκτική και άκυρη ως προς το ποσό που υπερβαίνει το σύνηθες κόμιστρο για μία τέτοια μεταφορά.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Α. Γεωργιάδης "Αστικό Δίκαιο Γενικές Αρχές" σελ. 523-532

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου