Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

ΤΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ (ΟΡΓΑΝΑ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ)



Τα όργανα απονομής της δικαιοσύνης κατά την πρώιμη βυζαντινή περίοδο:
  • Στην κορυφή της δικαιοσύνης ήδη από την εποχή της ηγεμονίας ο αυτοκράτορας δοθέντος ότι ήταν ο επικεφαλής όλου του κρατικού μηχανισμού δικάζει δε και ο ίδιος σε δεύτερο ή σε τρίτο βαθμό.
  • Τα δικαστικά όργανα της Κωνσταντινουπόλεως. Την ποινική δικαιοδοσία την είχαν ο έπαρχος (με δικαιοδοσία που κάλυπτε όλες τις ιδιωτικές διαφορές), ο πραίτωρ των δήμων (με ανάλογες αρμοδιότητες του αντίστοιχου αξιώματος στη Ρώμη) και ο quaesitor (όπου είχε δικαστικά καθήκοντα ως προς τους παρεπιδημούντες στην πρωτεύουσα ξένους, ανεξάρτητα από την ιδιότητά τους). Όλοι οι παραπάνω αξιωματούχοι δεν είχαν απαραίτητα νομικές γνώσεις. Στα δικαστήρια όμως μετείχαν και νομικοί ως πάρεδροι και λειτουργούσαν ως σύμβουλοι των υπό στενή έννοια δικαστών. 
  • Τα επαρχιακά δικαστήρια. Έξω από την πρωτεύουσα τα όργανα απονομής της δικαιοσύνης και οι βαθμοί δικαιοδοσίας προσδιορίστηκαν με βάση τη διοικητική διάρθρωση του κράτους σε επαρχίες, διοικήσεις και υπαρχίες. Σε πρώτο βαθμό δίκαζαν οι διοικητές των επαρχιών και σε δεύτερο εκείνοι των διοικήσεων (βικάριοι)  ή των υπαρχιών. Μόνο των βικαρίων προσβάλλονταν οι αποφάσεις ενώπιον του αυτοκράτορα, όχι όμως και των επάρχων πραιτωρίων. Κατά την εκδίκαση ενδίκων μέσων μπορούσε να αναπληρωθεί ο αυτοκράτορας από τον έπαρχο πραιτωρίων  της Ανατολής,  που έδρευε στην πρωτεύουσα.  Παράλληλα ασκούσαν δικαστικά καθήκοντα τόσο σε πολιτικές όσο και σε ποινικές υποθέσεις και άλλοι κρατικοί αξιοωματούχοι είτε αυτοτελώς είτε ύστερα από εξουσιοδότηση με βάση ειδικές διατάξεις. Ειδική δικαιοδοσία ασκούσαν και άλλα όργανα λόγω σχέσης ορισμένων προσώπων με τον κύκλο αρμοδιοτήτων τους ή προνομίων  πχ στρατιωτικοί, κληρικοί κλπ.
  • Επισκοπική δικαιοδοσία. Κατά την πρώιμη περίοδο σημαντική υπήρξε η συμβολή των επισκόπων στην απονομή της πολιτικής δικαιοσύνης. Από τον Μ. Κωνσταντίνο καθιερώθηκε με τον θεσμό της επισκοπικής δικαιοδοσίας η δυνατότητα να επαναλαμβάνονται τα επισκοπικά δικαστήρια της εκδίκασης ιδιωτικών διαφορών.  Η κρατούσα γνώμη δέχεται διαιτητικό χαρακτήρα.

Τα όργανα απονομής της δικαιοσύνης κατά τη μέση βυζαντινή περίοδο:
  •  Οι διατάξεις της ιουστινιάνειας κωδικοποίησης καθώς και των Νεαρών  που προέβλεπαν τα όργανα για την απονομή της δικαιοσύνης επαναλαμβάνονται στο σύνολό τους  και στη μέση βυζαντινή περίοδο. Παρόλα αυτά δεν είναι σίγουρο ότι συνέβαινε αυτό.
  • Από τις διατάξεις της Εισαγωγής του Βασιλείου Α' παρέχονται πολλές πληροφορίες για τα δικαστήρια και τα πρόσωπα που είχαν σχέση με αυτά. Αναφέρονατι εκεί πρόεδροι, σύνεδροι, διάδικοι και δικηγόροι. Στο κεφάλαιο 3 γίνεται διάκριση των δικαστηρίων σε κοσμικά και εκκλησιαστικά. Το κεφάλαιο 4 έχει ως αντικείμενο τα ένδικα μέσα.
  • Δύο αχρονολόγητες Νεαρές του Κωνσταντίνου Ζ΄ αφορούν κυρίως στις δικαστικές δαπάνες. Οι δικαστές των επαρχιών δικαιούνταν να εισπράττουν τέλη για αμοιβή αυτών των ιδίων  και του προσωπικού που απασχολούσαν. Στην πρωτεύουσα αντιθέτως τα τέλη εισπράττονταν μόνο για το προσωπικό γιατί οι δικαστές αμείβονταν από το κράτος.
  • Για τον 11ο αιώνα παρέχει πολλές πληροφορίες η Εκλογή των Βασιλικών, ο συντάκτης της οποίας ήταν ασφαλώς δικαστής γιατί επιμένει σε πολλές λεπτομέρειες δικαστηριακού περιεχομένου. Η δυσλειτουργία όμως των δικαστηρίων είναι πολύ μεγάλη, γράφεται ότι πολλοί αδικούμενοι καταφεύγουν στα δικαστήρια, ελπίζοντας να δικαιωθούν όμως οι δίκες δεν τελειώνουν ποτέ και οι αντιδικίες μεταβιβάζονται από παππού σε εγγονό μέχρι τέταρτης γενεάς ως στοιχείο της κληρονομιάς.
  • Από τον  10ο αιώνα και μετά εμφανίζονται οι κριτές επί του ιπποδρόμου και οι κριτές της βήλου. Ήταν επαγγελματίες δικαστές με έδρα την Κωνσταντινούπολη που δεν άνηκαν στην ανωτερη βαθμίδα.  Οι πρώτοι οφείλουν το όνομά τους στον Σκεπαστό Ιππόδρομο όπου συνεδρίαζαν διάφορα δικαστήρια ανάλογα με τη φύση και της σπουδαιότητας της υπόθεσης και οι δεύτεροι δίκαζαν σε χώρο όπου υπήρχε βήλον δηλαδή παραπέτασμα για την απομόνωσή τους ίσως κατά τη διάρκεια της διάσκεψης.
  • Την εκδίκαση σοβαρών υποθέσεων αναθέτει ο αυτοκράτορας όχι σπάνια σε ειδικό δικαστήρια με μέλη ανώτερους κρατικούς αξιωματούχους που συγκροτούσε ειδικά για το σκοπό αυτό. 
  • Εκτός από τους δικαστές με γενική δικαιοδοσία υπήρχαν και πλήθος κρατικοί υπάλληλοι που ασκούσαν δικαστικά καθήκοντα είτε επί ορισμένων μόνο υποθέσεων είτε ως προς ορισμένα πρόσωπα.

 Τα όργανα απονομής της δικαιοσύνης κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο:
  •  Οι καθολικοί κριτές των Ρωμαίων.  Κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο παρατηρείται κάθετη πτώση της νομικής επιστήμης σε όλους τους τομείς ακόμα και της απονομής της δικαιοσύνης.  Τρεις περίπου δεκαετίες αργότερα τον Ιούλιο 1296 θέσπισε ο Ανδρόνικος Β'  Παλαιολόγος πρόσθετες εγγυήσεις για ένα - νεόσυστατο τότε - ανώτατο δικαστήριο που ήταν μάλλον 12μελές, αποτελούμενο από κληρικούς, επισκόπους και μη και από συγκλητικούς. Αλλά το δικαστήριο αυτό δεν υπήρξε μακρόβιο με αποτέλεσμα λίγα χρόνια μετά να απασχολήσει η απονομή της δικαιοσύνης και τον Ανδρόνικο Γ΄ που καθιέρωσε τον θεσμό των καθολικών κριτών των Ρωμαίων με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Οι δικαστές αυτοί ήταν τέσσερις από τους οποίους ένας επίσκοπος, και δικάζουν αρχικώς μαζί. Αργότερα όμως εμφανίζεται το δικαστήριο αυτό και με μονομελή σύνθεση. Και αυτού του δικαστηρίου η λειτουργία παρουσίασε προβλήματα καθώς καταδικάστηκαν το 1337 τρεις καθολικοί κριτές για δωροληψία. Παρά τις θεσμικές του αδυναμίες διατηρήθηκε το δικαστήριο αυτό μέχρι την Άλωση, επεκτάθηκε δε και στις επαρχίες με την εγκατάσταση τοπικών καθολικών κριτών.
 
Τα εκκλησιαστικά δικαστήρια:
  •  Στο χώρο είναι δυνατόν να διακριθούν τα δικαστήρια με βασικό κριτήριο τον χρόνο της λειτουργίας τους σε δύο μεγάλες κατηγορίες: σε τακτικά και σε έκτακτα.
  • Τακτικά εκκλησιαστικά δικαστήρια. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν τα επισκοπικά δικαστήρια που λειτουργούσαν σε επίπεδο επισκοπής ή αρχιεπισκοπής, τα επαρχιακά ή μητροπολιτκά σε επίπεδο μητροπόλεως και τα πατριαρχικά ειδικότερα του πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως μετά την κατάληψη από τους Άραβες των λοιπών πατριαρχείων. Τα επισκοπικά συγκροτούνται από τον επίσκοπο, το επαρχιακό δικαστήριο αποτελεί η επαρχιακή σύνοδος δηλαδή η συνέλευση όλων των επισκόπων της επαρχίας υπό την προεδρία του μητροπολίτη και το πατριαρχικό δικαστήριο που συγκροτείται από την πατριαρχική σύνολο υπό την προεδρία του πατριάρχη.
  • Έκτακτα εκκλησιαστικά δικαστήρια. Εδώ ανήκουν πρωτίστως οι οικομενικές καθώς και οι τοπικές σύνοδοι κατά την άσκηση δικαστικής εξουσίας, καθώς και δικαστήρια συγκροτούμενα με πρωτοβουλία και επιταγή της κοσμικής αρχής και μάλιστα του αυτοκράτορα με πρωτοβουλία και επιταγή της κοσμικής αρχής και μάλιστα του αυτοκράτορα για τη δικαστική διερεύνηση ορισμένης εκκλησιαστικής υπόθεσης. Κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο τα εκκλησιαστικά δικαστήρια αναπτύσσουν έντονη δραστηριότητα στον τομέα της επίλυσης διαφορών ιδιωτικού δικαίου όχι μόνο γαμικών διαφορών αλλά και περιουσιακών υποθέσεων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου