Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013

Ο ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ - Σημειώσεις από ΚΩΣΤΑΡΑ



Έννοια του αξιόποινου
Αναλύοντας τα δομικά στοιχεία του εγκλήματος και ανερχόμενοι τους ορόφους της σχετικής οικοδομής του άρ. 14 ΠΚ συναντούμε τον τέταρτο και τελευταίο όροφο, την έννοια του αξιοποίνου.
Το αξιόποινο ή τιμωρητό της πράξης αποτελεί τον σκοπό για τον οποίο φτιάχνει τα διάφορα εγκλήματα ο νομοθέτης. Με την τυποποίηση θέλει ο νομοθέτης να τιμωρήσει τους κοινωνούς εκείνους οι οποίοι παρά την φυσιολογική ψυχοπνευματική τους συγκρότηση και την αδιατάρακτη συνείδησή τους έρχονται υπαίτια σε ασυγχώρητη προσωπική αντίθεση προς τις προσταγές του δικαίου εκφράζοντας έτσι την έλλειψη του σεβασμού τους στις επιλεγμένες κιονωνικο-ηθικές αξίες της
Αξιόποινη επομένως είναι κάθε πράξη που συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία του εγκλήματος και δικαιολογεί στη συγκεκριμένη περίπτωση την ποινική τιμωρία του δράστη.

Αρχικά και τελικά αξιόποινη πράξη
Κατά κανόνα κάθε άδικη και καταλογιστή πράξη γεννά την ποινική αξίωση της Πολιτείας να τιμωρήσει τον δράστη. Με αυτή την έννοια λέμε ότι κάθε άδικη και καταλογιστή πράξη είναι αρχικά αξιόποινη πράξη.
Για την τιμωρία όμως του δράστη δεν αρκεί ο αρχικά αξιόποινος χαρακτήρας της πράξης του. Πρέπει επιπλέον η αρχικά αξιόποινη αυτή πράξη να είναι και τελικά αξιόποινη πράξη.
Τελικά αξιόποινη είναι η άδικη και καταλογιστή πράξη η οποία δεν καλύπτεται από κάποιο λόγο που εμποδίζει την τιμωρία της. Τους λόγους που εμποδίζουν ή αίρουν την τιμωρία του δράστη τους λέμε αλλιώς και λόγους που αποκλείουν ή αίρουν τον αξιόποινο χαρακτήρα της πράξης.

Οι λόγοι που αποκλείουν  τον αξιόποινο χαρακτήρα της πράξης
Κατατάσσονται στις παρακάτω κατηγορίες περιπτώσεων
  • Τους προσωπικούς λόγους απαλλαγής του δράστη από την ποινή
  • Τους λόγους δικαστικής άφεσης του αξιοποίνου
  • Τους λόγους που εξαλείφουν με τη στενή έννοια το αξιόποινο
  • Τους λόγους που συνιστούν εξωτερικούς όρους του αξιοποίνου

Οι προσωπικοί λόγοι απαλλαγής από την ποινή
Στους προσωπικούς λόγους απαλλαγής από την ποινή υπάρχει αξιόποινη πράξη, όχι όμως και αξιόποινος δράστης. Η απαλλαγή δηλ. από την ποινή συνδέεται εδώ με ορισμένες ιδιότητες ή ορισμένα κίνητρα που πρέπει να συντρέχουν στο πρόσωπο του δράστη.
Τους προσωπικούς λόγους τους διακρίνουμε σε υποχρεωτικούς και δυνητικούς.
Οι υποχρεωτικοί προσωπικοί λόγοι απαλλαγής από την ποινή
·         Η εκούσια υπαναχώρηση από μη πεπερασμένη απόπειρα αρ. 44 παρ 1 ΠΚ χαρακτηρίζεται προσωπικός λόγος απαλλαγής διότι έχει αυστηρά προσωπικό χαρακτήρα. Απαλλάσσεται δηλ. από την ποινή μόνο εκείνος από τους συμμετόχους που υπαναχωρεί από την απόπειρα, ενώ οι άλλοι, που εμμένουν στην πράξη τους, τιμωρούνται κανονικά. Μη πεπερασμένη λέγεται η απόπειρα όταν ο δράστης αφήνει μισοτελειωμένη την εγκληματική του προσπάθεια, δεν ολοκληρώνει δηλ. τις ενέργειες που είναι απαραίτητες για να γίνει το έγκλημα. Η υπαναχώρηση από μια τέτοια απόπειρα δηλ. η αλλαγή της γνώμης του δράστη, οπυ τον οδηγεί στην απόφαση να κάνει πίσω, μένει, υποχρεωτικά ατιμώρητη εφόσον είναι εκούσια δηλ. με την ελεύθερη και μη εξαναγκασμένη από εξωτερικά εμπόδια θέληση του δράστη. Για να βρούμε αν ο δράστης υπαναχώρησε εκούσια, ρωτάμε να μάθουμε τι θα έκανε στη συγκεκριμένη περίπτωση ένας ψυχρός εγκληματίας. Αν ένας ψυχρός εγκληματίας θα έκανε το ίδιο πράγμα που έκανε και ο δράστης τότε η υπαναχώρηση δεν είναι εκούσια, Αν αντιδρούσε διαφορετικά τότε η υπαναχώρηση είναι εκούσια και ο δράστης πρέπει να μείνει ατιμώρητος για τη μη πεπερασμένη απόπειρα.
·         Η έμπρακτη μετάνοια. Ισχύει μόνο για εκείνον από τους πολλούς δράστες που μετανιώνει έμπρακτα. Έμπρακτη μετάνοια έχουμε όταν ο δράστης μετά τη διάπραξη του εγκλήματός του και πριν εξετασθεί από την Αρχή με την ελεύθερη θέλησή του επαναφέρει τα πράγματα στην αρχική τους θέση, όπως ήσαν πριν γίνει το έγκλημα. Δεν λειτουργεί σε όλα τα εγκλήματα διότι στην ανθρωποκτονία δεν μπορεί ο δράστης να ξαναφέρει στη ζωή το θύμα. Αποτελεί και αυτή ένα είδος υπαναχώρησης, η οποία όμως εκδηλώνεται μετά την ολοκληρωμένη διάπραξη του εγκλήματος. Για να λειτουργήσει η έμπρακτη μετάνοια πρέπει να προβλέπεται από το νόμο ρητά. Αν υπάρχει συρροή εγκλημάτων η έμπρακτη μετάνοια λειτουργεί μόνο για εκείνο από τα συρρέοντα εγκλήματα, για το οποίο προβλέπεται ρητά.
·         Η απρόσφορη απόπειρα από ευήθεια αρ. 43 παρ 2 ΠΚ δηλ. η απρόσφορη απόπειρα από βλακεία του δράστη,  όπως είναι η απόπειρα θανάτωσης κάποιου από μάγια.
·         Η υπόθαλψη εγκληματία και η παρασιώπηση εγκλήματος από οικείο του δράστη.
·         Το ακαταδίωκτο του Προέδρου της Δημοκρατίας για τις πράξεις, που τελεί κατά την άσκηση των καθηκόντων του εκτός αν οι πράξεις αυτές, έχουν τον χαρακτήρα της εσχάτης προδοσίας ή της εκ προθέσεως παραβίασης του Συντάγματος.
·         Το ακαταδίωκτο των βουλευτών αρ. 61 Σ για γνώμη ή ψήφο που δίνουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους εκτός αν η γνώμη αυτή έχει συκοφαντικό χαρακτήρα οπότε διώκεται η σχετική πράξη ύστερα από άδεια της βουλής.
Οι δυνητικοί προσωπικοί λόγοι απαλλαγής από την ποινή
  • Η εκούσια υπαναχώρηση από πεπερασμένη απόπειρα αρ. 44 παρ 2 ΠΚ εκτός αν αναφέρεται σε έγκλημα για το οποίο προβλέπεται έμπρακτη μετάνοια οπότε πρέπει να λειτουργεί ως υποχρεωτικός προσωπικός λόγος απαλλαγής από την ποινή.
  • Η υπαναχώρηση από πρόκληση, προσφορά ή αποδοχή τέλεσης ορισμένυο κακουργήματος ή πλημμελήματος.
  • Η ψευδορκία  ή η ψευδής ανώμοτη κατάθεση, όταν τις τελεί ο δράστης για να αποφύγει την αυτοενοχοποίησή του ή την ενοχοποίηση κάποιου από τους οικείους του. Αρ. 227 παρ 3 ΠΚ.
  • Η ανθρωποκτονία και η σωματική βλάβη από αμέλεια, που τελείται σε βάρος οικείου και προκαλεί ψυχική οδύνη στον δράστη αρ. 302 παρ 2 και 314 παρ 2 ΠΚ.
  • Η σωματική βλάβη αρ.308 παρ 3 ΠΚ και η εξύβριση αρ. 361 παρ 3 ΠΚ αν γίνονται από δικαιολογημένη αγανάκτηση του δράστη.
  • Η αιμομιξία και η ασέλγεια μεταξύ συγγενών για τους κατιόντες (τέκνα, εγγονοί κλπ) που δεν έχουν συμπληρώσει το 17ο έτος της ηλικίας τους κατά το χρόνο της πράξης.
  • Η κλοπή, η υπεξαίρεση και η απάτη ευτελούς αξίας όταν τελούνται από ανάγκη για άμεση κατανάλωση ή χρήση αρ. 377, 387 ΠΚ.

Οι λόγοι δικαστικής άφεσης του αξιόποινου
Είναι πάντοτε δυνητικοί. Επομένως μοιάζουν με τους δυνητικούς προσωπικούς λόγους απαλλαγής από την ποινή. Ωστόσο διαφέρουν από εκείνους διότι οι λόγοι δικαστικής άφεσης λειτουργούν αντικειμενικά και όχι προσωπικά  όπως συμβαίνει με τους προσωπικούς λόγους. Έτσι όταν υπάρχουν συμμέτοχοι σε ένα έγκλημα για το οποίο προβλέπει ο νόμος δικαστική άφεση  του αξιόποινου τότε εφόσον ο δικαστής κάνει χρήση της ευχέρειας  που του παρέχει ο νόμος, η πράξη δεν είναι αξιόποινη για κανένα από τους συμμετόχους.  Ενώ στους δυνητικούς προσωπικούς λόγους απαλλαγής ισχύει για έναν όχι για όλους.
Λόγοι δικαστικής απόφασης προβλέπει ο νόμος στις ακόλουθες περιπτώσεις
  • Στην απόπειρα πλημμελήματος που τιμωρείται ως ολοκληρωμένο έγκλημα με φυλάκιση3 μηνών.
  • Στην παραμέληση της εποπτείας ανηλίκου όταν η παραμέληση αυτή είχε ως συνέπεια τη διάπραξη από τον ανήλικο  ενός πταίσματος.
  • Στην παρασιώπηση της εύρεσης χαμένου πράγματος, όταν το πράγμα, που βρήκε ο δράστης  και δεν το παρέδωσε στην αρχή είχε ασήμαντη αξία.

Οι λόγοι εξάλειψης του αξιοποίνου
  • Η παραγραφή του εγκλήματος
Αποτελεί τον θεσμό εκείνο του ΠΔ ο οποίος εμποδίζει την τιμωρία του δράστη μετά την παρέλευση ορισμένου χρόνου από την τέλεση της πράξης του.
Ο χρόνος της παραγραφής κλιμακώνεται ανάλογα με την βαρύτητα του εγκλήματος. Έτσι σύμφωνα με αρ. 111 ΠΚ τα κακουργήματα παραγράφονται μετά από 20 ή 15 χρόνια ανάλογα αν απειλούνται με ισόβια ή πρόσκαιρη κάθειρξη, τα πλημμελήματα παραγράφονται μετά από 5 χρόνια και τα πταίσματα μετά από ένα χρόνο.
Ο χρόνος της παραγραφής αρχίζει να τρέχει από την ημέρα που τελέσθηκε το έγκλημα εκτός αν ορίζεται άλλος χρόνος έναρξης της παραγραφής.
Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες άλλοτε δεν μπορεί να αρχίσει και άλλοτε δεν μπορεί να συνεχισθεί ή να συμπληρωθεί ο χρόνος της παραγραφής εξαιτίας ορισμένων νομικών εμποδιών στα οποία πάντως δεν συγκαταλέγεται κατά τη ρητή διάταξη του αρ. 113 παρ 4 ΠΚ η έλλειψη της έγκλησης όπου αυτή απαιτείται.  Οι περιπτώσεις αυτές των νομικών εμποδίων της δίωξης συνιστούν τον θεσμό της λεγόμενης αναστολής της παραγραφής.
Σύμφωνα με το άρ.113 ΠΚ έχουμε δύο είδη αναστολής α) την αναστολή έναρξης ή εξακολούθησης της παραγραφής και β) την αναστολή της παραγραφής κατά την επιδικία της υπόθεσης.
  • Η παραίτηση από την έγκληση ή η ανάκληση τςη έγκλησης.
Κατά κανόνα τα εγκλήματα διώκονται αυτεπάγγελτα. Η πολιτεία δηλ. με τα αρμόδια διωκτικά της όργανα θέτει από μόνη της σε κίνηση τον μηχανισμό της ποινικής δίωξης, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τη βούληση του παθόντος. Μερικές φορές λόγω της ασήμαντης αξίας του προσβαλλόμενου έννομου αγαθού είτε λόγω των στενών προσωπικών σχέσεων μεταξύ δράστη και θύματος ο νομοθέτης κρίνει ότι δεν έχει συμφέρον να ασχοληθεί με τη δίωξη των εγκλημάτων αν δεν συμφωνεί σε αυτό ο παθών, ο φορέας του έννομου αγαθού που προσβλήθηκε. Έτσι καταφεύγει στην κατ’ έγκληση δίωξη των εγκλημάτων που αποτελεί την εξαίρεση στον κανόνα της αυτεπάγγελτης δίωξης. Αν η σχετική έγκληση δεν υποβληθεί σε τρίμηνη προθεσμία που προβλέπει το αρ. 117 ΠΚ αυτό έχει ως συνέπεια την εξάλειψη του αξιόποινου χαρακτήρα της πράξης, διότι η μη υποβολή της έγκλησης ερμηνεύεται ως σιωπηρή παραίτηση από την έγκληση. Παραίτηση όμως από το δικαίωμα της έγκλησης μπορεί να γίνει και με ρητή δήλωση του δικαιούχου ενώπιον της αρμόδιας αρχής όπως μας λέει το αρ. 117 παρ 2 ΠΚ. Δικαίωμα για την υποβολή της έγκλησης, άρα και δικαίωμα για την παραίτηση από αυτήν ή την ανάκληση αυτής, έχει σύμφωνα με το αρ. 118 ΠΚ ο παθών του εγκλήματος.  Αν ο παθών είναι μέχρι 12 ετών ή τελεί υπό δικαστική απαγόρευση, το δικαίωμα της έγκλησης ανήκει στο νόμιμο αντιπρόσωπό του συνήθως δηλ. στους γονείς του, που έχουν τη γονική μέριμνα, αν όμως είναι 12-17 ετών το δικαίωμα της έγκλησης ανήκει τόσο στον ανήλικο όσο και στο νόμιμο αντιπρόσωπό του, αν ο παθών έχει συμπληρώσει τα 17 έτη, το δικαίωμα της έγκλησης ανήκει αποκλειστικά σε αυτόν.
Η αρχή της αυτοτέλειας του δικαιώματος της έγκλησης μας λέει ότι, αν το δικαίωμα της έγκλησης το έχουν δύο ή περισσότερα άτομα τότε το δικαίωμα του καθενός είναι αυτοτελές και ανεξάρτητη από το δικαίωμα του άλλου.
  • Η αμνηστία αρ. 47 παρ 3,4 Σ.
Η αμνηστία παρέχεται μόνο στα πολιτικά εγκλήματα με προεδρικό διάταγμα ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου. Αμνηστία δεν μπορεί να χορηγηθεί στα κοινά εγκλήματα ούτε με νόμο.  Δεν μπορεί να συγχέεται με τη χάρη, η οποία προβλέπεται επίσης στο αρ. 47 παρ 1 Σ και έχει ως συνέπεια όχι βέβαια την εξάλειψη του αξιόποινου, αλλά την άρση ή τον μετριασμό των κυρώσεων μιας άδικης ή υπερβολικής καταδίκης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου