Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

ΑΡΧΑΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ - ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΡΩΙΑΝΟΣ



Ι. ΑΡΧΑΪΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ (8ος – 7ος αι. π.Χ.)
·         Αρχαϊκοί χρόνοι. Ο θεσμός της πόλης κράτους εμφανίζεται γύρω στον 8ο αιώνα π.Χ. Γενέτειρα του θεσμού υπήρξε η Ιωνία και τα νησιά που βρίσκονται κατά μήκος των μικρασιατικών παραλιών.
·         Από τα μυκηναϊκά στα ομηρικά βασίλεια και τις απαρχές της πόλεως. Στη βασιλεία των μυκηναϊκών χρόνων στη κορυφή της πολιτικής και κοινωνικής πυραμίδας βρίσκεται ο άναξ, αρχηγός του στρατού, ανώτατη δικαστική δύναμη και ρυθμιστής κάθε εμπορικής και βιοτεχνικής δραστηριότητας. Δεν έχει θεία προέλευση. Ανώτατος στρατιωτικός αξιωματούχος είναι ο λαwαγέτα, αξίωμα που προαναγγέλει τον πολέμαρχο των κλασσικών χρόνων. Παράλληλα αναπτύσσονται και μικρότερα κέντρα,  εξαρτώμενα από την κεντρική εξουσία, καθώς και τοπικά συμβούλια (γερουσία) και τοπικοί άρχοντες (βασιλείς). Η γη κατανέμεται από τον άνακτα μεταξύ των βασιλέων, ενώ ένα μέρος παραμένει σε κοινή χρήση.  Η Ιλιάδα, η Οδύσσεια και τα έργα του Ησίοδου μας μεταφέρουν σε τρία διαφορετικά χρονικά στάδια της γένεσης της αρχαϊκής πόλεως.
Η Ιλιάδα που είναι και η αρχαιότερη, αναφέρεται στους χρόνους ακμής των μυκηναϊκών βασιλείων όπως αυτοί έγιναν γνωστοί στον ποιητή τον 8ο αιώνα π.Χ. όταν πλέον τα μυκηναϊκά βασίλεια έπαψαν να υπάρχουν. Ο Άναξ εξακολουθεί να υπάρχει όπως και οι βασιλείς. Ο ομηρικός άναξ κρατάει το σκήπτρο, σύμβολο εξουσίας, το οποίο του εκχωρήθηκε από τον Δία και το οποίο εξασφαλίζει το απαραβίαστο του προσώπου που το κρατάει.  Ο άναξ εκχωρεί το δικαίωμα αυτό στους κήρυκες , πρόσωπα επιφορτισμένα με καθήκοντα σχετικά με επιβολή τάξης και ειρήνης μεταξύ των αντιμαχόμενων παρατάξεων κατά τη διάρκεια του δικαστικού αγώνα. Ο άναξ των ομηρικών ετών δεν είναι πλέον ούτε δικαστής ούτε νομοθέτης.
Στην Οδύσεια, η εξουσία του βασιλέως είναι εύθραυστη ( περίπτωση Οδυσσέα) καθώς εκτός από τους υποτελείς σε αυτόν βασιλείς υφίσταται και τις πιέσεις του πλήθους.  Στην Ιλιάδα απαντά ο όρος «δήμος» με την έννοια του πλήθους. Ο ομηρικός κόσμος αποτελείται  από ισχυρούς ηγεμόνες ενώ εδώ το πλήθος αποκτά ενεργό ρόλο στα κοινά.
Στους χρόνους του Ησίοδου, οι βασιλείς εμφανίζονται ισχυροί τοπικοί άρχοντες, κάτοχοι γης και δικαστές και ο αγροτικός πληθυσμός εξαθλιωμένος.
Το ουσιαστικό και δικονομικό δίκαιο της εποχής διαμορφώνεται γύρω από τις έννοιες της ανταλλαγής και της εξαγοράς. Το δίκαιο είναι ακόμα άγραφο και τόσο οι περιουσιακές σχέσεις (συναλλαγές) όσο και οι προσωπικές (πχ γάμος) έχουν ανταλλακτικό χαρακτήρα και διέπονται από το στοιχείο της αμοιβαιότητας.  Στο αριστοκρατικό περίγυρο γεννήθηκε ο θεσμός της ξενίας. Η αρχαϊκή ξενία οδηγούσε στη σύναψη δεσμών μεταξύ εκπροσώπων ισχυρών κοινωνικών ομάδων, από τους οποίους πήγαζαν αμοιβαίες υποχρεώσεις.
·         Ο δικαστικός αγώνας των ομηρικών χρόνων. Από τα πιο συζητημένα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας είναι όταν ο Όμηρος περιγράφει τις εικόνες που ο Ήφαιστος χάραξε πάνω στη νέα ασπίδα του Αχιλλέα. Σφυρηλάτησε έναν δικαστικό αγώνα με αφορμή μια διαφορά μεταξύ δύο ανδρών. Η διένεξη προέκυψε από τη θανάτωση ενός προσώπου.  Κατά τους ομηρικούς χρόνους για την ανθρωποκτονία που παλαιότερα δημιουργούσε υπέρ της οικογένειας του θύματος δικαίωμα αυτοδικίας, παρεχόταν στον δράστη η δυνατότητα εξαγοράς  της αυτοδικίας μέσω καταβολής περιουσιακών στοιχείων στους δικαιούχους (ποινή). Η αποδοχή στην αρχή ήταν προαιρετική μετά υποχρεωτική. Στην ομηρική σκηνή, δύο πρόσωπα φιλονικούν για το εάν μεσολάβησε ή όχι εξαγορά του δικαιώματος αυτοδικίας και για το λόγο αυτό προσφεύγουν στη δικαιοσύνη. Αρχικά απευθύνονται σε ένα τρίτο πρόσωπο τον ίστωρ (που σημαίνει «αυτός που γνωρίζει» και μάλλον ήταν μέλος της κοινωνικής ομάδας των δυαδίκων). Ο ίστωρ όμως δεν καταφέρνει να τους συμβιβάσει και έτσι η υπόθεση εισάγεται σε ένα πολυμελές δικαιοδοτικό όργανο, τους γέροντες. Εκεί ο καθένας λέει τη γνώμη του (αρχική έννοια του ρήματος δικάζειν) και υπερισχύει η ορθότερη γνώμη. Το δικαστήριο αυτό δεν μπορούμε να το εντάξουμε σε κάποιο από τα σημερινά σχήματα, ήταν μια υβρίδια μορφή δικαιοδοτικού οργάνου. Στον Όμηρο υπάρχει ασάφεια για αυτό. Πάντως, ο ίστωρ καλείται να επιλύσει την διαφορά κατά τρόπο που να ικανοποιεί και τα δύο μέρη ενώ οι γέροντες, εφόσον δεν επιτύχουν τον συμβιβασμό εκδίδουν απόφαση δεσμευτική και για τα δύο μέρη, ανεξάρτητα αν τους ικανοποιεί ή όχι. Στην Ιλιάδα γίνεται για κατ΄ επάγγελμα διαιτητές που βρίσκονταν όλη την ημέρα στην αγορά και επέλυαν τις διαφορές.
·         Θέμις – δίκη – νόμος.  Οι όροι «δίκαιο»  και «νόμος» δεν υπήρχαν στα ομηρικά έτη, υπήρχαν όμως «θέμις» και «δίκη». Ο όρος «θέμις» υποδηλώνει τη σταθερότητα που αντιδιαστέλλεται στη βία ή ακόμα τις θεϊκές αποφάσεις και τους χρησμούς.  Από τη λέξη «θέμις» έρχεται ο όρος θέμιστες που συνδέεται με την απονομή της δικαιοσύνης από αρχαϊκούς δικαστές. Και η Δίκη υπήρξε θεότητα του ελληνικού πανθέου. Προτού αποκτήσει την έννοια του δικαστικού αγώνα, η «δίκη» σήμαινε τη δικαιοσύνη και τη δικαστική απόφαση.
Η λέξη «νόμος» αποκτά την έννοια του γραπτού και επιτακτικού κανόνα δικαίου από τον 5ο αιώνα και μετά. Η έννοια του νόμου προέρχεται από το ρήμα νέμω (μοιράζω) – πρωτοεμφανίζεται στο έργο του Ησίοδου. Έχει θεία προέλευση και η και η συμμόρφωση προς το περιεχόμενο του νόμου διακρίνει τον άνθρωπο από τα ζώα. Οι πρώτοι μεγάλοι νομοθέτες (Ζάλευκος και Χαρώνδας, 7ος αιώνας π.Χ.) δεν έζησαν την έννοια του νόμου (τέλη 6ου αιώνα αρχές 5ου αιώνα).
·         Νομοθεσία.  Κατά τον 7ο αιώνα π.Χ. η ανάγκη καταγραφής του ισχύοντος άγραφου δικαίου εμφανίζεται επιτακτική και εφεξής εφικτή. Σε πολλές περιοχές του Ελλαδικού χώρου (Σπάρτη, Αθήνα, Ιωνία, Μεγάλη Ελλάδα) ανατίθεται σε πρόσωπα κοινής εμπιστοσύνης η σύνταξη νόμων.  Η νομοθεσία συνδέεται με άλλα δύο φαινόμενα της εποχής (8ο και 7ος αιώνας) τη διάδοση της γραφής και τους αποικισμούς.  Ο 8ος αιώνας π.Χ. έχει επιλεγεί από τους ιστορικούς ως το χρονικό σημείο γένεσης της ελληνικής πόλης. Με τον 8ο αιώνα λήγει η περίοδος που συμβατικά ονομάζουμε «σκοτεινούς χρόνους» και η οποία συμπίπτει με την γεωμετρική περίοδο. Οι γεωμετρικοί χρόνοι θεωρούνται ως η περίοδος της «μη γραφής», καθώς τοποθετούνται χρονολογικά ανάμεσα στις τελευταίες μαρτυρίες της γραμμικής γραφής Β και στις πρώτες επιγραφές όπου χρησιμοποιείται η νέα φοινικικής προέλευσης αλφαβητική γραφή. Κατά την opinio communis το δίκαιο των πρώιμων χρόνων υπήρξε άγραφο, μεταδιδόμενο από γενιά σε γενιά μέσω προφορικής παράδοσης και εθιμικό από αριστοκρατικές  γενεές οι οποίοι και απένειμαν και δικαιοσύνη. Οπότε τον 7ο αιώνα περιμένουμε πρόσωπα με κύρος να αναλαμβάνουν την καταγραφή του άγραφου εθιμικού δικαίου. Με εξαίρεση τον Σόλωνα και εν μέρει τους νομοθέτες της Κάτω Ιταλίας και Σικελίας, Ζάλευκο και Χάρωνδα, ελάχιστα γνωρίζουμε για τους βίους και το έργο των νομοθετών. 
·         Ζάλευκος. Γύρω στο 663 π.Χ. ο Ζάλευκος εκδίδει σειρά νόμων που αργότερα υιοθέτησαν και άλλες ελληνικές πόλεις.  Στο νομοθετικό έργο του γίνεται προσπάθεια να αποτρέψει κάθε μελλοντική μεταβολή τόσο στο πεδίο του δημόσιου δικαίου  όσο και στο χώρο των ιδιωτικών έννομων σχέσεων. Για τον ίδιο σκοπό, ο Σόλων θα περιλάβει στη νομοθεσία του ρητή διάταξη που απαγόρευε τη μεταβολή των νόμων. Περιορισμός της δυνατότητας μεταβολής και ερμηνείας των νόμων, καθορισμός της ποινής από τον νόμο και όχι πλέον από τον δικαστή, απαγόρευση απαλλοτρίωσης της γης
·         Χαρώνδας. Ο Χάρωνδας που έζησε στην Κατάνη της Σικελίας περιέλαβε στο νομοθετικό του έργο διατάξεις κοινωνικού περιεχόμενου όπως προστασία ορφανών, εγκαταλειφθέντων συζύγων, ενδεχομένως υποχρεωτική παιδεία και δωρεάν ιατρική περίθαλψη και όπως και ο Ζάλευκος κράτησε εχθρική στάση απέναντι στις πιστωτικές δικαιοπραξίες στις οποίες δεν παρείχε ένδικη προστασία. Οι νόμοι του υιοθετήθηκαν και από άλλες πόλεις από την Κάτω Ιταλία μέχρι και τη Σικελία μέχρι το εσωτερικό της Μικράς Ασίας.
·         Λυκούργος. Για το βίο του και το έργο του στη Σπάρτη οι πληροφορίες είναι περιορισμένες. Στον βίο του Λυκούργου, ο Πλούταρχος μας παραδίδει την «Μεγάλη Ρήτρα» στην οποία οι ίδιοι οι Σπαρτιάτες έδωσαν τη μορφή ενός δελφικού χρησμού.  Η «Μεγάλη Ρήτρα» θέτει τους βασικούς πολιτειακούς θεσμούς της Σπάρτης.  Η πολιτειακή μεταρρύθμιση ξεκινά με την κατανομή των πολιτών σε φυλές και ωβάς για τις οποίες πέρα ότι απαντούν μόνο στην Σπάρτη, δεν γνωρίζουμε αν είχαν ως κριτήριο την καταγωγή ή τον τόπο διαμονής. Με τις επόμενες διατάξεις η Μεγάλη ρήτρα ορίζει τα πολιτειακά όργανα της Σπάρτης, την γερουσία που αποτελείται από τριάντα πρεσβυτέρους και δύο βασιλείς (άρχοντες) και την λαϊκή συνέλευση. Ρυθμίζει επίσης, κατά τρόπο σαφή σε εμάς, τη νομοθετική και τη δικαστική εξουσία, κατανέμοντάς τις μεταξύ γερουσίας και λαϊκής συνέλευσης.  Οι ακριβείς νομοθετικές αρμοδιότητες των δύο οργάνων είναι δύσκολο να προσδιοριστούν. Σύμφωνα με διάταξη της Ρήτρας οι προτάσεις εισάγονται από τη γερουσία στη λαϊκή συνέλευση η οποία αποφασίζει. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι  πριν εγκαθιδρυθεί στην Αθήνα το δημοκρατικό πολίτευμα, είχε υιοθετηθεί από την Σπάρτη. Από μια ασαφή διάταξη της Ρήτρας προκύπτει ότι η γερουσία και οι βασιλείς δεν ευθύνονται ούτε δεσμεύονται από τις μη ορθές αποφάσεις της λαϊκής συνέλευσης. Οι ορθές όμως είναι δεσμευτικές για την γερουσία και τους βασιλείς.
·         Δράκων. Από το νομοθετικό έργο του Δράκοντος έχει διασωθεί ο φονικός νόμος ο οποίος είναι ακόμα σε ισχύ τον 4ο αιώνα π.Χ. Παρόλο που έμεινε γνωστός για την σκληρότητα των κυρώσεων ο Δράκων καθιέρωσε την ισότητα απέναντι στην ποινική μεταχείριση (καμία ποινή χωρίς νόμο).
·         Σόλων. Περισσότερες πληροφορίες έχουν διασωθεί από το νομοθετικό έργο του Σόλωνος. Προκειμένου να περιορίσει τα προνόμια και την εξουσία των αυτοκρατορικών γενών, ο Σόλων υποδιαιρεί το σώμα των πολιτών σε τέσσερις τάξεις βάσει τιμοκρατικών κριτηρίων (και όχι πλέον τη γέννηση) και προβαίνει σε μεταρρυθμίσεις κληρονομικού και εμπράγματου δικαίου. Το πολιτικό μονοπώλιο των εκπροσώπων της αριστοκρατίας καταλύεται με τη δυνατότητα συμμετοχής στις συνελεύσεις και στα δικαστήρια και των οικονομικά ασθενέστερων τάξεων. Κυρίως όμως ο Σόλων απελευθέρωσε τις μικρές ιδιοκτησίες από τα εμπράγματα βάρη και απαγόρευσε τον δανεισμό με παροχή ασφάλειας το ίδιο το πρόσωπο του οφειλέτη, πρακτική ιδιαίτερα διαδεδομένη στον αρχαίο κόσμο. Με νέα μέτρα υπέρ των οφειλετών οδήγησε σε μείωση των επιτοκίων.
·         Κοινά χαρακτηριστικά  των αρχαϊκών μεταρρυθμίσεων. Ανάμεσα στο έργο όλων των νομοθετών, υπάρχουν οι ίδιες προτεραιότητες: μέσω της νομοθεσίας επιδιώκεται να τεθεί τέλος σε μια διχόνοια που ενέσκηψε στο εσωτερικό της κοινωνικής ομάδας και να αποκατασταθεί η κοινωνική ειρήνη. Οι κρίσεις της εποχής οφείλονται σε διαμάχες μεταξύ αριστοκρατικών οικογενειών για κατάληψη εξουσίας είτε σε δυσκολίες της αγροτικής τάξης λόγω της κατάτμησης των ιδιοκτησιών μέσα από αλλεπάλληλες κληρονομικές διαδοχές ή λόγω χρεών. Από μαρτυρίες για το έργο των νομοθετών προκύπτει ότι τα πρόσωπα αυτά κατέγραψαν κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς, από πουθενά δεν προκύπτει ότι ήταν κώδικες. Οι αρχαϊκοί νομοθέτες νομοθετούν μέσω από το θεσμικό πλαίσιο της δραστηριότητάς τους που χρησιμοποιούσαν οι ίδιοι οι Αρχαίοι: διαλλάκτης ή τύραννος. Ως διαλλάκτης ο νομοθέτης εξουσιοδοτείται να συμφιλιώσει μέσω της νομοθεσίας. Ως τύραννος νομοθετεί κυρίως για την τάξη που τον έφερε στην εξουσία. Οι αρχαϊκοί νομοθέτες δεν έσπευσαν να κωδικοποιήσουν το άγραφο δίκαιο στο σύνολό του. Οι διατάξεις καταγράφηκαν χωρίς να χάσουν την ατομικότητά τους και σε καμιά περίπτωση δεν σχημάτισαν κώδικα. Σε αυτούς τους κανόνες προστέθηκαν και άλλοι που άνηκαν στο παλιό άγραφο δίκαιο ή νεοσύστατες διατάξεις.  Η ασφάλεια δικαίου που επεδίωξαν οι αρχαϊκοί νομοθέτες μέσω της κατάργησης των αντιφατικών διατάξεων προκαλεί δυόμισι αιώνες μετά τον θαυμασμό του Δημοσθένη. Καταργούνται οι αντίθετοι νόμοι προκειμένου σε κάθε αντικείμενο να υπάρχει μόνο ένας νόμος έτσι ώστε και οι αδαείς ιδιώτες να μη βρίσκονται σε μειονεκτική θέση έναντι των ειδημόνων. Με το έργο των νομοθετών γίνεται εμφανής η σχέση μεταξύ πολιτειακού καθεστώτος και κυριαρχίας του νόμου, ο οποίος αρχίζει να αποδεσμεύεται από τη θρησκεία. Οι μεταρρυθμίσεις των αρχαϊκών χρόνων απέβλεπαν στην αποκατάσταση της κοινωνικής ειρήνης και δικαιοσύνης.
·         Ο «κώδικας» της Γόρτυνος. Το εκτενέστερο και πληρέστερο αρχαίο ελληνικό νομοθέτημα που έχει διασωθεί προέρχεται από την κρητική πόλη Γόρτυνα. Πρόκειται για τον «κώδικα» της Γόρτυνος ο οποίος χαράχτηκε σε μαρμάρινες στήλες που ανακαλύφθηκαν κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα. Για τα δεδομένα της εποχής ο νόμος της Γόρτυνος είναι κώδικας. Πληροί την προϋπόθεση της κανονιστικότητας και της επιτακτικότητας. Επιπλέον, ο κώδικας παρουσιάζει εσωτερική ενότητα, περιλαμβάνει 26 εσωτερικές παραπομπές σε άλλες διατάξεις του κώδικα. Το κείμενο αρχίζει με επίκληση προς το Θεό ενώ πουθενά δεν αναφέρεται η αρχή που τον εξέδωσε, είναι αγνώστου πατρότητας. Ο κώδικας ενσωματώνει παλαιότερο γραπτό δίκαιο του 7ου αιώνα καθώς και ακόμα αρχαιότερα στοιχεία της προφορικής παράδοσης. Αξιοπερίεργο είναι ότι ο κώδικας δεν ρυθμίζει την ανθρωποκτονία γεγονός που ενδεχομένως εξηγείται από το ότι διατηρήθηκαν παλαιότερες διατάξεις σχετικές με το αδίκημα αυτό.  Ο κώδικας μας ανακαλύπτει μια ιδιαίτερα σύνθετη κοινωνική διαστρωμάτωση του Γόρτυνος: ελεύθεροι πολίτες, ελεύθεροι χωρίς πολιτικά δικαιώματα, δουλοπάροικοι και δούλοι θεωρούνται υποκείμενα δικαίου και αποτελούν τα πρόσωπα των διατάξεων. Οι ελεύθεροι πολίτες διακρίνονται σε τέσσερις ηλικιακές τάξεις που καθορίζονται με την βιολογική ωριμότητα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η σειρά των διατάξεων. Οι πρώτες αναφέρονται στην διεκδίκηση της κυριότητας ενός δούλου ή προσώπου του οποίου αμφισβητείται η ελευθερία. Ακολουθούν διατάξεις για αδικήματα κατά των ηθών, όπως η αποπλάνηση, η ασέλγεια, διαζύγιο, λύση γάμου λόγω θανάτου συζύγου, κληρονομικά κλπ. Αναφορικά με τα αδικήματα του βιασμού και της μοιχείας ο κώδικας εξαρτά το ύψος της προβλεπόμενης χρηματικής ποινής από την ιδιότητα του θύματος πχ δούλος και του δράστη. Στο θέμα αυτό ο Γορτύνιος νομοθέτης θέσπισε ένα κατάλογο ποινών. Η νομοθεσία της Γόρτυνος έχει ιδιαίτερη σημασία για τον ιστορικό του δικαίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου