Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2010

ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΙΚΑΙΟΥ - ΧΡΟΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΙΚΑΙΟΥ
Σ.ΤΡΩΙΑΝΟΣ – Ι. ΒΕΛΙΣΣΑΡΟΠΟΥΛΟΥ – ΚΑΡΑΚΩΣΤΑ
ΧΡΟΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΥ
Α. Δίκαια της Ελληνικής Αρχαιότητας
1. Αρχαϊκοί χρόνοι (8ος – 6ος αιώνας π.Χ.)
Ανάμεσα στα τέλη των μυκηναϊκών χρόνων και στις απαρχές της αρχαϊκής περιόδου κατά τον 8ο αιώνα, μεσολαβεί ένα κενό στις γνώσεις μας, γεγονός που οδήγησε τους ιστορικούς να αποκαλέσουν την περίοδο αυτή «σκοτεινούς χρόνους».
Η αρχαϊκή περίοδος σηματοδοτείται από τρία σημαντικά συμβάντα που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του δικαίου των αιώνων που ακολούθησαν: τη χρησιμοποίηση του φοινικικού αλφαβήτου, την κοπή νομίσματος και τη δημιουργία της πόλεως – κράτους.
2. Κλασσικοί χρόνοι (5ος – 4ος αιώνας π.Χ.)
Κατά τους κλασσικούς χρόνους οι περισσότερες κοινωνίες του ελλαδικού χώρου έχουν οργανωθεί σε πόλεις – κράτη.
Οι πηγές για τη γνώση του δικαίου της εποχής πολλαπλασιάζονται, χάρη στην πληθώρα των ιστορικών, των φιλοσόφων και των ρητόρων που έζησαν και έγραψαν στην κλασική Αθήνα. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι και οι πληροφορίες που μας παρέχουν οι επιγραφές, για τον επιπλέον λόγο ότι δεν περιορίζονται μόνο στην Αθήνα. Οι επιγραφικές μαρτυρίες (ψηφίσματα της βουλής και του δήμου, νόμοι) μας πληροφορούν για θέματα κυρίως δημόσιου και ποινικού δικαίου, ενώ οι φιλολογικές επεκτείνονται λεπτομερέστερα και σε ζητήματα ιδιωτικού δικαίου.
3. Ελληνιστικοί χρόνοι (301 π.Χ. – 212 μ.Χ.)
Ξεκινούν με τη σταθεροποίηση των ελληνιστικών μοναρχιών των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Πόλεις – κράτη εξακολουθούν να υπάρχουν αλλά είτε εντάσσονται γεωγραφικά και πολιτικά σε ένα από τα ελληνιστικά βασίλεια είτε, διατηρώντας γεωγραφική ανεξαρτησία, αναγκάζονται να συμμορφωθούν προς τις υποδείξεις ενός μονάρχη ή ακόμα, μετά την κατάκτηση της Μακεδονίας και της Αχαΐας από τους Ρωμαίους.
Χρονολογία λήξης των ελληνιστικών χρόνων είναι δύσκολο να τεθεί. Είναι γεγονός ότι το αλεξανδρινό πνεύμα δεν εξάλειψε με την κατάληψη της Αλεξάνδρειας από τους Ρωμαίους το 31 π.Χ.
Β. Ρωμαϊκό Δίκαιο
Το Ρωμαϊκό Δίκαιο γνώρισε τέσσερις περιόδους.
Α) Αρχαϊκοί χρόνοι (ξεκινάει με την ίδρυση της Ρώμης και λήγει το 202 π.Χ. μετά το τέλος του 2ου καρχηδονικού πολέμου, το πολίτευμα της περιόδου αυτής μοναρχικό μέχρι 509 π.Χ. και μετά δημοκρατικό).
Β) Προκλασικοί χρόνοι (η περίοδος αυτή συμπίπτει με τους δύο τελευταίους αιώνες της ρωμαϊκής δημοκρατίας).
Γ) Κλασικοί χρόνοι (τέλη 1ου αιώνα π.Χ. έως μέσα 3ου μ.Χ., η πρώτη περίοδος του κλασικού ρωμαϊκού της αυτοκρατορίας – ηγεμονία – θεωρείται ως η περίοδος του κλασικού ρωμαϊκού δικαίου).
Δ) Μετακλασικοί χρόνοι (τέλη 3ου αιώνα μ.Χ. έως 533-534 μ.Χ. κατά τη δεύτερη φάση της αυτοκρατορικής περιόδου – δεσποτεία – επέρχονται σημαντικές μεταβολές στο δικαιικό χώρο).
Γ. Βυζαντινό Δίκαιο
Η χρονική διάσταση του φαινομένου «Βυζάντιο», αφού επί πολλά χρόνια έγινε το αντικείμενο πολλών συζητήσεων. Η ιστορική έρευνα των βυζαντινών νομικών κειμένων για να είναι συστηματική πρέπει να καλύψει όλη τη φιλολογική παραγωγή ανάμεσα στον Διοκλητιανό και στην κατάλυση του βυζαντινού κράτους. Μολονότι δεν περιήλθαν όλα τα εδάφη της αυτοκρατορίας στους Τούρκους με την άλωση της Πόλης – άλλα είχαν καταληφθεί πολύ πιο πριν και άλλα, όπως η Κρήτη, κατακτήθηκαν αιώνες αργότερα – λαμβάνεται ως συμβατικό καταληκτικό όριο του βυζαντινού δικαίου το 1453.
Δ. Μεταβυζαντινό και Νεώτερο Δίκαιο
Για τις περιοχές που περιέλαβε το ελληνικό κράτος, το όριο μπορεί να τοποθετηθεί στην έναρξη ή στη λήξη του απελευθερωτικού αγώνα, ή ακόμα και στο έτος 1835, οπότε ορίστηκε το δίκαιο που θα διέπει μελλοντικά τις αστικές σχέσεις μέχρι τη σύνταξη αστικού κώδικα. Για τις υπόλοιπες χώρες πρέπει να αναζητηθεί είτε ο χρόνος απελευθέρωσής τους και της ενσωμάτωσής τους στο ελληνικό κράτος είτε ο χρόνος, κατά τον οποίο απέκτησαν ιδιαίτερη νομοθεσία, διαφορετική από εκείνη του κατακτητή, συνήθως αστικό κώδικα (η Ιόνιας Πολιτεία το 1841, η Σάμος το 1897, η Κρήτη το 1903).
Για το ελληνικό κράτος νομίζουμε ότι η περίοδος για το Νεώτερο Δίκαιο αρχίζει με την επανάσταση του 1821.
ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΥ
Α. Δίκαιο της Ελληνικής Αρχαιότητας
Ελληνικής προέλευσης δίκαιο συναντάμε από τα παράλια του Εύξεινου Πόντου μέχρι την Αίγυπτο και από τη Συρία μέχρι τα νότια παράλια της σημερινής Ισπανίας. Οι ιστορικοί του δικαίου επικεντρώνουν κυρίως το ενδιαφέρον τους για μεν τους κλασικούς χρόνους στην Αττική, για δε τους ελληνιστικούς στην Αίγυπτο.
Β. Ρωμαϊκό Δίκαιο
Το Ρωμαϊκό Δίκαιο έφθασε σε νέες περιοχές του ευρωπαϊκού χώρου σε σχέση με αυτές στις οποίες είχαν επεκταθεί οι Έλληνες, όπως η Μεγάλη Βρετανία και η κεντρική Ευρώπη.
Γ. Βυζαντινό Δίκαιο
Το Βυζαντινό Δίκαιο παρουσιάζει ακόμα μεγαλύτερες δυσκολίες διότι αν περιοριστούμε στα κείμενα που δημιουργήθηκαν μέσα στη βυζαντινή επικράτεια τότε θα έχουμε παραλείψει κείμενα που γεννήθηκαν μεν έξω από τα σύνορα του βυζαντινού αυτοκρατορίας φέρουν ωστόσο τη σφραγίδα του βυζαντινού πολιτισμού και διαπνέονται από τη βυζαντινή νομική παράδοση.
Δ. Μεταβυζαντινό και Νεότερο Δίκαιο
Με τη διαδοχική άλωση το 15ο αιώνα των τριών πρωτευουσών του - της Κωνσταντινούπολης, του Μυστρά και της Τραπεζούντας – δεν εξαλείφθηκε το Βυζάντιο ως πολύπλοκο σύστημα θεσμών, ως πολιτικό σύστημα, ως θρησκευτικός σχηματισμός, ως τύπος πολιτισμού.
Η ιστορία του Δικαίου των νεότερων χρόνων καλύπτει όλες τις περιοχές που σταδιακά αποτέλεσαν τμήματα του ελληνικού κράτους, με την επιφύλαξη των χρονικών ορίων.
ΔΙΚΑΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ
Ι. ΑΡΧΑΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ
Ο θεσμός της πόλεως – κράτους εμφανίζεται γύρω στον 8ο αιώνα π.Χ. Οι πληροφορίες και οι υποθέσεις συγκλίνουν ότι γενέτειρα του θεσμού υπήρξε η Ιωνία και τα νησιά που βρίσκονται κατά μήκος των μικρασιατικών παραλίων.
Από τα μυκηναϊκά στα ομηρικά βασίλεια και τις απαρχές της πόλεως
Στη βασιλεία των μυκηναϊκών χρόνων συνδυάζονται στοιχεία των μινωικών χωρών με στοιχεία που έφεραν οι Αχαιοί κατακτητές. Στην κορυφή της πολιτικής και κοινωνικής πυραμίδας βρίσκεται ο άναξ, αρχηγός του στρατού, ανώτατη δικαστική αρχή και ρυθμιστής κάθε εμπορικής και βιοτεχνικής δραστηριότητας . Αντίθετα από τη μινωική βασιλεία, ο μυκηναϊκός μονάρχης δεν έχει θεία προέλευση.
Η Ιλιάδα, που είναι και αρχαιότερη, αναφέρεται στους χρόνους ακμής των μυκηναϊκών βασιλείων, όπως αυτοί ήσαν γνωστοί και έγιναν κατανοητοί από έναν ποιητή που έζησε στην Ιωνία του 8ου αιώνα π.Χ., όταν πλέον τα μυκηναϊκά βασίλεια έπαψαν να υπάρχουν. Ο ομηρικός άναξ κρατάει το σκήπτρο, σύμβολο της εξουσίας, το οποίο του εκχωρήθηκε από τον Δία και το οποίο εξασφαλίζει το απαραβίαστο του προσώπου που το κρατάει.
Στην Οδύσσεια (μεταγενέστερη της Ιλιάδος), η εξουσία της βασιλέως είναι εύθραυστη (περίπτωση του Οδυσσέα), καθώς, εκτός από τους υποτελείς σε αυτόν βασιλείς, υφίσταται και τις πιέσεις του πλήθους. Στην Ιλιάδα απαντά ο όρος δήμος, με την έννοια του πλήθους.
Στους χρόνους του Ησιόδου, οι βασιλείς εμφανίζονται να είναι ισχυροί τοπικοί άρχοντες, κάτοχοι της γης και δικαστές.
Ο δικαστικός αγώνας των ομηρικών χρόνων
Από τα πιο συζητημένα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας είναι το χωρίο της 18ης Ραψωδίας της Ιλιάδος, όπου ο ποιητής περιγράφει τις εικόνες που ο Ήφαιστος χάραξε πάνω στην νέα ασπίδα του Αχιλλέα.
Μεταξύ άλλων σφυρηλάτησε έναν δικαστικό αγώνα με αφορμή μια διαφορά μεταξύ δύο ανδρών. Η διένεξη προέκυψε από τη θανάτωση ενός προσώπου. Κατά τους ομηρικούς χρόνους, για την ανθρωποκτονία, που παλιότερα δημιουργούσε υπέρ της οικογένειας του θύματος δικαίωμα αυτοδικίας, παρεχόνταν στον δράστη η δυνατότητα εξαγοράς της αυτοδικίας μέσω καταβολής περιουσιακών αγαθών στους δικαιούχους (ποινή). Η αποδοχή των περιουσιακών στοιχείων για την εξαγορά της αυτοδικίας υπήρξε αρχικά προαιρετική για την οικογένεια του θύματος, στη συνέχεια όμως έγινε υποχρεωτική.
Στην ομηρική σκηνή, δύο πρόσωπα φιλονικούν για το εάν μεσολάβησε ή όχι εξαγορά του δικαιώματος αυτοδικίας και για το λόγο αυτό προσφεύγουν στη δικαιοσύνη. Αρχικά, απευθύνονται σε τρίτο πρόσωπο, τον καλούμενα Ίστωρ (αυτός που γνωρίζει). Ο Ίστωρ όμως δεν τα καταφέρνει να τους συμβιβάσει, και έτσι η υπόθεση εισάγεται σε ένα πολυμελές δικαιοδοτικό όργανο, τους γέροντες. Το αξιοπερίεργο είναι ότι οι γέροντες δεν εκδίδουν απόφαση, αλλά ο ένας μετά τον άλλον εκφέρουν γνώμη και υπερισχύει η άποψη που είναι η ορθότερη.
Τόσο ο Ίστωρ που πιθανότερα είναι ένας διαλλάκτης, κάποιο μέλος της κοινωνικής ομάδας των διαδίκων, όσο και οι γέροντες που πιθανότερα αποτελούσαν διαιτητικό πολυμελές όργανο έδωσαν λαβή για ποικίλες ερμηνείες και υποθέσεις.
Θέμις – δίκη – νόμος
Οι όροι δίκαιο με την έννοια της έννομης τάξης και νόμος απουσιάζουν από τα ομηρικά έτη. Αντίθετα, απαντούν συχνά οι όροι θέμις και δίκη. Ο όρος θέμις που χρησιμοποιείται ήδη από τους μυκηναϊκούς χρόνους, εκτός από την ομώνυμη θεότητα, υποδηλώνει τη σταθερότητα που αντιδιαστέλλεται στη βία ή ακόμα τις θεϊκές αποφάσεις και τους χρησμούς. Η ομώνυμη θεότητα υπαγορεύει αποφάσεις εμπνευσμένης από τον Δία. Από τη λέξη θέμις προέρχεται ο όρος θέμιστες, ο οποίος συνδέεται με την απονομή της δικαιοσύνης από αρχαϊκούς δικαστές, τους δικασπόλους. Και η Δίκη υπήρξε θεότητα του ελληνικού πανθέου. Η λέξη δίκη ετυμολογείται από το ρήμα δεικνύναι. Προτού αποκτήσει την έννοια του δικαστικού αγώνα και του ένδικου μέσου, ο όρος δίκη σήμαινε τη δικαιοσύνη και τη δικαστική απόφαση.
Η λέξη νόμος αποκτά την έννοια του γραπτού και επιτακτικού κανόνα δικαίου από τον 5ο αιώνα και εξής. Αρχαιότεροι συναφείς όροι είναι: θεσμός – τεθμός – θεσμός – θεσμίον ή θέσμιων και ρήτρα. Αρχικά, κανένας από τους παραπάνω όρους δεν προϋπέθετε έγγραφη μορφή.
Η έννοια του νόμου –η λέξη προέρχεται από το ρήμα νέμω (μοιράζω)- πρωτοεμφανίζεται στο έργο του Ησιόδου. Έχει θεία προέλευση και η συμμόρφωση προς το περιεχόμενο του νο΄μου διακρίνει τον άνθρωπο από τα ζώα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου