ΠΡΑΚΤΙΚΟ (κλασικό παράδειγμα αιτιώδους συνδέσμου)
Ο Τ θέλει να εξοντώσει τον μισητό εχθρό του Ε πυροβολώντας τον στο κεφάλι. Πράγματι, ο Τ πυροβολεί τον Ε, αλλά απλώς τον τραυματίζει. Περαστικοί ειδοποιούν το ΕΚΑΒ και ασθενοφόρο παραλαμβάνει τον Ε για να τον μεταφέρει στο νοσοκομείο. Ο οδηγός του ασθενοφόρου Ο, μετά από μια πολύωρη βάρδια οδηγεί νυσταγμένος και δεν προσέχει το κόκκινο φανάρι που έχει ανάψει στην διασταύρωση. Έτσι, το ασθενοφόρο συγκρούεται σφοδρά με διερχόμενο φορτηγό. Αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης είναι να επέλθει ο ακαριαίος θάνατος του Ε, που οφείλεται αποκλειστικά στην σύγκρουση των οχημάτων.Ερώτημα: Έχει τελέσει ο Τ ανθρωποκτονία με δόλο (299 ΠΚ);
Οδηγίες επίλυσης:
Το πρακτικό αυτό μας ρωτάει συγκεκριμένα
για την ποινική ευθύνη του Τ, αν έχει τελέσει ανθρωποκτονία εκ προθέσεως του
άρθρου 299 ΠΚ. Συνήθως τα πρακτικά ρωτούν για όλα τα εμπλεκόμενα πρόσωπα το
οποίο δημιουργεί και περισσότερα νομικά ζητήματα.
Όταν ρωτάει το πρακτικό για
περισσότερα πρόσωπα μπορεί να τίθεται θέμα συμμετοχής, μπορεί και όχι, ωστόσο
είμαστε υποχρεωμένοι να εξετάζουμε το ενδεχόμενο συμμετοχής.
Ακόμα δυσκολότερο είναι να
κάνουμε ποινική αξιολόγηση χωρίς να δίνονται τα εμπλεκόμενα πρόσωπα πχ να μη ρωτάνε
για το αξιόποινο του Τ και του Ο συγκεκριμένα. Ενώ τέλος, μπορεί να μη δίνεται
το αδίκημα και να πρέπει να εντοπιστεί.
Στο συγκεκριμένο πρακτικό έχουμε συγκεκριμένο πρόσωπο και συγκεκριμένο αδίκημα. Όταν δεν μας ρωτάνε για άλλα πρόσωπα και πράγματα, δεν ασχολούμαστε και δεν αναφέρουμε άσχετα πράγματα που δεν μας ρώτησαν, ωστόσο, ενδέχεται να ασχοληθούμε με άλλα πρόσωπα για να μπορέσουμε να απαντήσουμε σε αυτό που μας ρωτάνε δηλαδή μπορεί η ερώτηση για την ποινική ευθύνη του Τ να έχει σχέση με τη συμπεριφορά του οδηγού ασθενοφόρου Ο.
Εδώ έχουμε τον Τ και μας ρωτάνε αν έπραξε ανθρωποκτονία με δόλο.
Ο πρώτος κανόνας είναι ότι ακολουθούμε τη χρονική σειρά των γεγονότων με το τι θέλει να κάνει ο Τ και ακολούθως έχουμε μια εξέλιξη. Αναζητώ τη διάταξη του 299 ΠΚ για να δω αν πληρείται η ειδική υπόσταση (αντικειμενική και υποκειμενική) του εγκλήματος. Γιατί αν καταλήξω ότι πληρούται τότε μπορούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα.
Ο δεύτερος κανόνας είναι
ότι ξεκινάμε από την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος (γιατί το ποινικό
δίκαιο είναι δίκαιο της πράξης) και μετά εξετάζουμε την υποκειμενική υπόσταση
του εγκλήματος (δεν είναι απαραίτητη σε όλα τα εγκλήματα η επικάλυψη
αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης). Όταν πληρούται η αντικειμενική
υπόσταση του εγκλήματος δεν μπορούμε θετικά να απαντήσουμε ότι ο Τ έχει τελέσει
το έγκλημα του άρθρου 299 παρ. 1 ΠΚ γιατί θα πρέπει να εξετάσουμε αν υπάρχει
λόγος άρσης του αδίκου (που δεν υπάρχει εν προκειμένω), αν υπάρχει κάποιος
λόγος άρσης καταλογισμού (που δεν υπάρχει εν προκειμένω) και αν υπάρχει λόγος
εξάλειψης του αξιοποίνου (που δεν υπάρχει εν προκειμένω).
Η απάντηση μας για το αν
πληρούται η αντικειμενική υπόσταση του άρθρου 299 παρ.1 ΠΚ είναι θετική (= οπότε
έχουμε καταρχήν άδικη και τιμωρητή πράξη).
Το 299 λέει «όποιος σκότωσε άλλον»,
εδώ ο Τ τον Ε. Το υποκείμενο του εγκλήματος είναι «όποιος» (κοινό έγκλημα
μπορεί να το κάνει δηλαδή οποιοσδήποτε) και το αντικείμενο του εγκλήματος είναι
«άλλον» (κάποιον άνθρωπο δηλαδή). Έχουμε μια συμπεριφορά για σκοτώσει ο Τ τον Ε
(=πυροβολισμός) και έχουμε ένα αποτέλεσμα, πρέπει να επέλθει θάνατος.
Ο θάνατος του Ε, το αποτέλεσμα
δηλαδή υπάρχει. Το ζήτημα που ανακύπτει είναι ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ
συμπεριφοράς και αποτελέσματος.
Κρατούσα θεωρία στο
ποινικό δίκαιο και στην Ελλάδα και στις περισσότερες έννομες τάξεις είναι η
θεωρία του ισοδυνάμου των όρων. Ο αντικειμενικός καταλογισμός (όπου δεν καταλογίζεται
αντικειμενικά) δεν είναι θεωρία περί της αιτιότητας, έρχεται και «πατάει» πάνω
στη θεωρία του ισοδυνάμου των όρων και λέει ότι λειτουργεί ως περαιτέρω φίλτρο
που αποκλείει τον αντικειμενικό καταλογισμό της πράξης που καταρχήν συνδέεται
αιτιωδώς.
Η θεωρία του ισοδυνάμου των
όρων γεννά πολλούς όρους που οδηγούν στο αποτέλεσμα. Εδώ υπάρχει αιτιώδης
σύνδεσμος καθώς αν ο Τ δεν είχε πυροβολήσει τον Ε δεν θα μεταφερόταν στο
νοσοκομείο και δεν θα έχανε τη ζωή του λόγω της σύγκρουσης των οχημάτων.
Με τη θεωρία του
αντικειμενικού καταλογισμού είμαστε ακόμη στην αντικειμενική υπόσταση. Την
υποστηρίζουν στη Γερμανία, πολλοί όμως καθηγητές όπως ο Ανδρουλάκης δεν την
αποδέχεται. Οπότε, σύμφωνα με τη θεωρία αυτή δεν καταλογίζεται στον Τ το
αποτέλεσμα παρόλο που συνδέεται αιτιωδώς καθώς ο Τ με τον πυροβολισμό του Ε
δημιούργησε ένα κίνδυνο, πρόσβαλε το έννομο αγαθό της ζωής, το αποτέλεσμα όμως δεν
επήλθε ως πραγμάτωση αυτού του κινδύνου αλλά ως πραγμάτωση ενός άλλου,
κοινωνικά πρόσφορου κινδύνου (=οδική κυκλοφορία). Ο θάνατος οφείλεται
αποκλειστικά στη σύγκρουση των οχημάτων. Οπότε, μετά τον κίνδυνο που έθεσε ο Τ,
εκδηλώνεται μια άλλη συμπεριφορά (οδική συμπεριφορά), οπότε δεν πραγματώθηκε ο
κίνδυνος του πυροβολισμού αλλά ο κίνδυνος της άδικης συμπεριφοράς μετά το
σφάλμα του οδηγού ασθενοφόρου Ο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου