Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2018

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΜΕ ΛΥΣΕΙΣ


Κυοφορούμενο – Δικαιοκτητική ικανότητα

1.  Ο Α, οδηγός αυτοκινήτου, τραυματίζει την Β, έγκυο, η οποία γεννά τη Γ. Μετά τη γέννηση της Γ διαπιστώνεται πως αυτή πάσχει από σοβαρή ασθένεια, η οποία αποδίδεται στο ατύχημα. Η Β ασκεί λοιπόν κατά του Α για λογαριασμό της κόρης της αγωγή για αποζημίωση και ικανοποίηση ηθικής βλάβης για τον τραυματισμό της τελευταίας. Ο Α ισχυρίζεται ότι η Γ δε νομιμοποιείται να ασκήσει αγωγή, αφού κατά το χρόνο του ατυχήματος δε βρισκόταν στη ζωή.


Ερωτήματα: α) Είναι ο ισχυρισμός του Α βάσιμος ή όχι;

β) Αν ο τραυματισμός είχε ως αποτέλεσμα να γεννηθεί η Γ νεκρή, θα μπορούσε να ασκηθεί η ίδια αγωγή κατά του Α και γιατί;
Λύση: α) Σύμφωνα με το 35 ΑΚ το φυσικό πρόσωπο αρχίζει να υπάρχει μόλις γεννηθεί ζωντανό και παύει να υπάρχει με το θάνατό του. Πρόσθετα, το 36 ΑΚ αναγνωρίζει κατά πλάσμα δικαίου δικαιώματα και στο κυοφορούμενο, που θα γεννηθεί ζωντανό. Στο συγκεκριμένο ιστορικό το κυοφορούμενο γεννήθηκε ζωντανό και αποκτά έτσι, σύμφωνα με τα 34-36 ΑΚ, όλα τα δικαιώματα που θα είχε αν ζούσε, Επομένως, η αγωγή είναι νόμιμη και κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός του Α είναι αβάσιμος.
β) Η δημιουργία δικαιώματος στο πρόσωπο της Γ απαιτεί την ύπαρξη της στη ζωή, η οποία τοποθετείται στο χρονικό σημείο της γέννησης. Η γέννηση νεκρού του κυοφορούμενου δε δίνει τη δυνατότητα δημιουργίας δικαιωμάτων στο πρόσωπο του, εφόσον δεν πληρούται η αίρεση του 36 ΑΚ, δηλαδή της γέννησης το κυοφορούμενου ζωντανού. Επομένως, η αγωγή για αποζημίωση λόγω της θανάτωσης θα απορριφθεί ως μη νόμιμη.


Θάνατος – Έννοια και χρονικό σημείο του θανάτου
(τέλος φυσικού προσώπου)


2.   Οι Α και Β μετά το γάμο τους επιβιβάζονται σε αεροπλάνο με προορισμό το Παρίσι. Το αεροπλάνο κατά τη διάρκεια της πορείας του αντιμετωπίζει σοβαρή μηχανική βλάβη και πέφτει. Οι Α και Β τραυματίζονται θανάσιμα. Μεταφέρονται στο νοσοκομείο και διαπιστώνεται πως ο Α είναι εγκεφαλικά νεκρός, ενώ η Β πεθαίνει 2 ώρες μετά τη διαπίστωση αυτή. Ο Α τελειώνει 5 ώρες αργότερα. Οι συγγενείς της Β αναρωτιούνται αν η Β κληρονομεί τον Α που ήταν εγκεφαλικά νεκρός, όταν η Β πέθανε.

Ερώτημα: Πότε συντελέστηκε νομικά ο θάνατος του Α και πότε της Β;

Λύση: Το τέλος του φυσικού προσώπου επέρχεται με το θάνατο κατ’ άρθρο 35 ΑΚ. Ο θάνατος δεν είναι αναγκαστικά το χρονικό σημείο στο οποίο σταματούν οι λειτουργίες του βιολογικού ανθρώπινου σώματος, αλλά εκείνο στο οποίο επέρχεται ο εγκεφαλικός θάνατος (12 παρ. 6 ν.2737/1999). 
Ο εγκεφαλικός θάνατος λοιπόν αποτελεί το οριστικό τέλος του φυσικού προσώπου. Ακόμα, σύμφωνα με το 37ΑΚ, το βάρος απόδειξης του θανάτου ενός προσώπου έχει αυτός που τον επικαλείται γαι να ασκήσει δικαιώματα, ενώ κατά το 38ΑΚ όταν επέλθει ο θάνατος πλειόνων συγχρόνως και δεν είναι δυνατό να διαπιστωθεί ο χρόνος θανάτου του καθενός, ισχύει το τεκμήριο συναποβίωσης. 
Κατά το χρόνο του εγκεφαλικού θανάτου του Α η Β βρισκόταν στη ζωή. Στο χρονικό αυτό σημείο ο Α παύει να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων και ως προς αυτή χωρεί η κληρονομική διαδοχή.
Επομένως, ο θάνατος του Α επήλθε πριν το θάνατο της Β, το φυσικό τέλος του Α ορίζεται από τον εγκεφαλικό θάνατο. Η Β επέζησε του Α, παρ' ότι το σύνολο των λειτουργιών του φαινομενικά συντελέστηκε μετά της συζύγου του.





Αφάνεια – Τεκμήριο θανάτου

3.   Τον Αύγουστο του 1962 η Α ταξίδεψε από την Ελλάδα στην Αμερική προκειμένου να γνωρίσει τον Β με τον οποίο αλληλογραφούσε 3 χρόνια. Το Νοέμβρη του 1963 η Α έστειλε γράμμα στους δικούς της για να τους ενημερώσει ότι παντρεύτηκε τελικά τον Β και θα μετακόμιζαν μαζί στη Βραζιλία. Από τότε χάθηκαν τα ίχνη της. Τον Οκτώβριο του 1969 τα αδέρφια της θέλουν να τακτοποιήσουν την αποδοχή της κληρονομίας του πατέρα τους που πέθανε τον Μάρτιο του 1969.

Ερώτημα: Μπορούν τα αδέρφια της Α να ζητήσουν την κήρυξη αυτής σε αφάνεια;

Λύση: Η αφάνεια αποτελεί νομικό λόγο τέλους του φυσικού προσώπου, ο οποίος επιφέρει τα ίδια αποτελέσματα με τον θάνατο. Ο θάνατος του προσώπου στην αφάνεια δεν είναι βέβαιος, αλλά σφόδρα πιθανός. Σφόδρα πιθανός θεωρείται ο θάνατος του προσώπου όταν αυτό εξαφανίστηκε σε κίνδυνο ζωής ή απουσιάζει για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς ειδήσεις (ΑΚ 40). Η απουσία πρέπει να συνδέεται με κίνδυνο ζωής του προσώπου και να μην οφείλεται σε αμέλεια του ή αντικειμενικές αντιξοότητες να επικοινωνήσει. Ακόμα, σύμφωνα με το ΑΚ 41 για να ζητηθεί η κήρυξη της αφάνειας πρέπει να έχει παρέλθει τουλάχιστον ένα έτος από τότε που ήρθε η τελευταία είδηση. Για την κήρυξη αφάνειας απαιτείται η έκδοση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης, συνέπεια της οποίας είναι η δημιουργία τεκμηρίου θανάτου. Αυτό όμως δε σημαίνει πως η αφάνεια εξομοιώνεται απολύτως με το θάνατο.
Στο συγκεκριμένο όμως πρακτικό, το απλό γεγονός της μη αποστολής ειδήσεων δε θεμελιώνει την αίτηση για κήρυξη σε αφάνεια, όσο δε δικαιολογείται η πιθανότητα θανάτου του προσώπου, σύμφωνα με το 40 ΑΚ. Η Α απουσιάζει σχεδόν 6 χρόνια χωρίς ειδήσεις, αλλά δεν προκύπτει από πουθενά ότι διέτρεξε κίνδυνο ζωής, ώστε ο θάνατος να μπορεί να θεωρηθεί σφόδρα πιθανός. Συνεπώς, η αίτηση για κήρυξη της Α σε αφάνεια δεν αιτιολογείται επαρκώς, αφού δεν προκύπτει με βεβαιότητα η πιθανολόγηση του θανάτου. Έτσι, η κήρυξη της Α σε αφάνεια δεν είναι δυνατή.



Αποτελέσματα εμφάνισης άφαντου


4.   Τον Σεπτέμβριο του 1993 ο Α βρίσκεται αναίσθητος στις ακτές ενός ερημικού νησιού. Όταν συνέρχεται θυμάται πως έφυγε από το σπίτι του μετά από έναν έντονο τσακωμό με τη σύζυγο του Β. κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο νησί ο Α γνωρίζει και ερωτεύεται τη Δ, στην οποία ο Α ισχυρίστηκε πως είχε πάθει αμνησία. Τον Σεπτέμβριο του 2001 το ζευγάρι, ο Α και η Δ, μετακομίζει στην πρωτεύουσα προκειμένου να εργαστούν εκεί. Ο Α διαπιστώνει λοιπόν πως η σύζυγος του Β, τον είχε κηρύξει σε αφάνεια με απόφαση που κατέστη τελεσίδικη στις 15.5.2000 και το καλοκαίρι του ίδιου έτους παντρεύτηκε τον Ε, συνέταιρο του Α, ο οποίος διαχειριζόταν την επιχείρηση του Α και την έκανε επικερδή, ενώ πριν θα κηρυσσόταν σε πτώχευση.


Ερωτήματα: α) Μπορεί ο Α να αναζητήσει το μερίδιο του στην εταιρία;
                      β) Ο γάμος της Β με τον Ε είναι νόμιμος; Αιτιολογήστε την απάντηση σας.

Λύση: α) Μετά την κήρυξη της αφάνειας, η οποία απαιτεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση, επέρχονται τα αποτελέσματα που εξαρτώνται από το θάνατο. Προϋπόθεση για την κήρυξη της αφάνειας είναι ο πολύ πιθανός θάνατος του προσώπου, επειδή αυτό βρέθηκε σε κίνδυνο ζωής ή απουσιάζει για πολύ καιρό χωρίς ειδήσεις, σύμφωνα με το ΑΚ 40. Οι προϋποθέσεις αυτές πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά. Ο Α πληροί τις προϋποθέσεις αυτές. Το γεγονός ότι διασώθηκε και αρνήθηκε να δώσει ειδήσεις δεν αναιρούν τις προϋποθέσεις της αφάνειας και των 48 και 50 ΑΚ. Επομένως, ο Α έχει δικαίωμα μετά την επανεμφάνιση του να ανακτήσει τα περιουσιακά του στοιχεία, στα οποία έχει χωρήσει κληρονομική διαδοχή κατά το 50 ΑΚ. Η μεταβολή στην οικονομική κατάσταση της επιχείρησης δεν επηρεάζει την άσκηση του δικαιώματος του Α.
β) Μετά την κήρυξη της αφάνειας δεν επέρχονται όλα εκείνα τα αποτελέσματα του θανάτου. Σύμφωνα με το 48 ΑΚ τα αποτελέσματα του θανάτου επέρχονται, όταν δεν ορίζεται διαφορετικά στο νόμο. Η κήρυξη της αφάνειας δημιουργεί λόγο διαζυγίου υπέρ του συζύγου που επιζεί, αλλά δεν λύει αυτόματα το γάμο. Ο γάμος της Β με τον Ε είναι άκυρος, αφού η Β, μετά την κήρυξη του Α σε αφάνεια και πριν τη λύση του πρώτου γάμου, τελεί νέο γάμο. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου