Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2012

VII. ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ - ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ - ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ

VII. Δικαστική εξουσία: Δικαστήρια (είδος οργάνων, κατηγορίες, αρμοδιότητες), Συνταγματικές εγγυήσεις της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης (προσωπικές και λειτουργικές), Δικαστήρια προβλεπόμενα ειδικά από το Σύνταγμα.

Δικαστήρια (είδος οργάνων, κατηγορίες, αρμοδιότητες) (Σπυρόπουλος)

Πολιτικά, ποινικά και διοικητικά δικαστήρια
Στα πολιτικά δικαστήρια υπάγονται οι ιδιωτικές διαφορές, καθώς και υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας όπως ο νόμος ορίζει. Στα τακτικά ποινικά δικαστήρια ανήκει η τιμωρία των εγκλημάτων και η λήψη όλων των μέτρων που προβλέπουν οι ποινικοί νόμοι. Στο συμβούλιο της επικρατείας και τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια υπάγονται οι διοικητικές διαφορές όπως ορίζει ο νόμος, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Τα πολιτικά δικαστήρια είναι τα Ειρηνοδικεία, τα Πρωτοδικεία, τα Εφετεία και ο Άρειος Πάγος. Τα ποινικά είναι τα Πταισματοδικεία, τα Πλημμελειοδικεία, τα Εφετεία, τα Μικτά Ορκωτά Δικαστήρια και ο Άρειος Πάγος. Τα διοικητικά δικαστήρια είναι τα Διοικητικά Πρωτοδικεία, τα Διοικητικά Εφετεία, το Συμβούλιο της Επικρατείας και το Ελεγκτικό Συνέδριο.
Οι δικαστές είναι πολιτικοί, ποινικοί και διοικητικοί.
Τακτικά και ειδικά δικαστήρια
Τακτικά δικαστήρια είναι αυτά που εκδικάζουν όλες τις διαφορές και υποθέσεις που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του κλάδου, στον οποίο ανήκουν, εκτός από εκείνες που βάσει ειδικής συνταγματικής διάταξης ή διάταξης νόμου ανήκουν στη δικαιοδοσία άλλου δικαστηρίου.
Ειδικά δικαστήρια είναι όσα δεν είναι τακτικά, όσα εκδικάζουν συγκεκριμένες διαφορές και υποθέσεις ορισμένων κατηγοριών προσώπων. Αυτά είναι το ΑΕΔ, το ΣτΕ, το ΕΣ, το Ειδικό δικαστήριο για ποινικά αδικήματα του ΠτΔ, το Δικαστήριο Αγωγών Κακοδικίας, τα Δικαστήρια Ανηλίκων, τα διαρκή στρατοδικεία, ναυτοδικεία και αεροδικεία και το Δικαστήριο Λειών.
Έκτακτα δικαστήρια, δικαστικές επιτροπές
Το έκτακτο δικαστήριο δεν είναι συνεστημένο αλλά στημένο. Δεν συνίσταται για να δικάσει αλλά για να καταδικάσει.
Έκτακτο δικαστήριο είναι εκείνο που έχει συσταθεί μεν εκ των προτέρων, αποκτά όμως τη συγκεκριμένη αρμοδιότητα του εκ των υστέρων. Τα έκτακτα δικαστήρια είναι συνήθως ποινικά δικαστήρια.
Εξαιρετικά δικαστήρια
Είναι αυτά που προβλέπει ο νόμος για την κατάσταση πολιορκίας βάση του άρθρου 42 παρ. 1 Σ. Τα δικαστήρια είναι τα έκτακτα στρατοδικεία, ναυτοδικεία, αεροδικεία. 

Δικαστήρια προβλεπόμενα ειδικά από το Σύνταγμα (Σπυρόπουλος)

  •  Το ΑΕΔ. Οι αρμοδιότητές του είναι η εκδίκαση των ενστάσεων κατά το άρθρο 58, ο έλεγχος του κύρους και των αποτελεσμάτων δημοψηφίσματος που ενεργείται κατά το άρθρο 44 παρ.2 Σ, η κρίση για τα ασυμβίβαστα ή την έκπτωση βουλευτή κατά το άρθρο 55 παρ.2 και 57, η άρση των συγκρούσεων μεταξύ των δικαστηρίων και των διοικητικών αρχών ή μεταξύ του ΣτΕ και των τακτικών δικαστηρίων ή τέλος του ΕΣ και των λοιπών δικαστηρίων, η άρση της αμφισβήτησης για την ουσιαστική αντισυνταγματικότητα και η άρση της αμφισβήτησης για το χαρακτηρισμό κανόνων του διεθνούς δικαίου ως γενικά παραδεγμένων κατά την παρ. 1 του άρθρου 28.
  •  Το ΣτΕ. Στην αρμοδιότητα του ανήκει η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών για υπέρβαση εξουσίας ή για παράβαση νόμου, η μετά από αίτηση αναίρεση τελεσίδικων αποφάσεων των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και η εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας που υποβάλλονται σε αυτό.
  • Το Ελεγκτικό Συνέδριο. Είναι μέγα σώμα της διοίκησης με διοικητικές αρμοδιότητες. Οι τρεις αρμοδιότητες του ΕΣ εξειδικεύονται στην απονομή σύνταξης στους δημόσιους υπαλλήλους και στους στρατιωτικούς με πράξη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, κατά δημοσίων υπολόγων καταλογίζονται χρηματικά ελλείμματα, παραλείψεις είσπραξης οφειλόμενων ποσών και ελλείμματα υλικών και τέλος για ζημιά του κράτους ή ΝΠΔΔ που προκλήθηκε από δόλο ή βαρεία αμέλεια υπαλλήλου, το ζημιωθέν δικαιούται να αποζημιωθεί.
  • Το Ειδικό Δικαστήριο Αγωγών Κακοδικίας. Η έννοια της κακοδικίας δεν ορίζεται στο σύνταγμα αλλά σε εκτελεστικό νόμο του άρθρου 99Σ. Κακοδικία είναι η πρόκληση ζημιάς σε πρόσωπο από δικαστικό λειτουργό σε οποιαδήποτε δίκη, κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών καθηκόντων του, εφόσον αυτή προήλθε από δόλο, βαρεία αμέλεια ή αρνησιδικία του δικαστικού λειτουργού.


Συνταγματικές εγγυήσεις της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης (προσωπικές και λειτουργικές) (Μαυρίας) (Παντελής)

Συνταγματικικές εγγυήσεις της προσωπικής ανεξαρτησίας δικαστών
  • Ισοβιότητα. Οι Γάλλοι δικαστές κατείχαν ως ιδιοκτησία το αξίωμα του δικαστή. Μετά την κατάργηση των προνομίων ο επαναστατικός νομοθέτης διατήρησε με το νόμο του 1970 την ισοβιότητα των δικαστών ενώ το όριο εξόδου του δικαστή ρυθμίζεται από τον κοινό νομοθέτη. Στην Ελλάδα η αρχή της ισοβιότητας των δικαστών την οποία δεν απολάμβαναν Εισαγγελείς, Αντιεισαγγελείς και Ειρηνοδίκες, ανατρέχει στο Σύνταγμα του 1844 που την εννοούσε κυριολεκτικά. Έτσι οι δικαστές και τα μέλη του ΕΣ ήταν πράγματι ισόβιοι στο λειτούργημά τους και τέλος στη σταδιοδρομία τους μπορούσε να δοθεί λόγω παύσεις δυνάμει δικαστικής απόφασης (λόγω γήρατος, νοσημάτων, διατάξεων του νόμου). Το Σύνταγμα του 1975 επεξέτεινε την ισοβιότητα και στον εισαγγελικό κλάδο, υιοθετώντας την ορολογία τακτικοί δικαστές, δικαστές και δικαστικοί λειτουργοί. Ως όριο ηλικίας για την έξοδο από την υπηρεσία, το Σύνταγμα έθεσε το 65ο έτοςγια τους δικαστικούς λειτουργούς μέχρι βαθμό εφέτη ή αντιεισαγγελέα εφετών και το 67ο έτος  για ανώτερους βαθμούς.
  • Αποδοχές ανάλογα με το λειτούργημα Η διατύπωση του Συντάγματος ότι οι αποδοχές των δικαστικών λειτουργών είναι ανάλογες με το λειτούργημά τους καθορίζονται με ειδιικούς νόμους με τις εξής παραδοχές: (α) ότι οι αποδοχές πρέπει να τελούν σε αντιστοιχία με τη σπουδαιότητα αλλά και τη φύση του δικαστικού λειτουργήματος (β) ότι πρέπει να διακρίνονται από τις αποδοχές των λοιπών δημόσιων υπαλλήλων και λειτουργών (γ) ότι η χορήγηση αποδοχών σε τρίτους εργαζόμενους στον χώρο του Δημοσίου χωρίς ταυτόχρονη και ίση τουλάχιστον χορήγηση των αποδοχών αυτών προς τους δικαστικούς λειτουργούς συνιστά ανεπίτρεπτη δυσμενή διάκριση σε βάρος των δικαστικών λειτουργών κατά παράβαση της παρ. 2 του άρθρου 88 Σ (δ) ότι απαγορεύεται η μισθολογική εξομοίωση λειτουργών του δημοσίου τομέα προς τους δικαστές και (ε) ότι είναι ανεπίτρεπτη η παραπομπή μισθολογικής διάταξης για τρίτους στις αποδοχές δικαστικών λειτουργών.
  • Διορισμός, προαγωγή, τοποθέτηση, μετάθεση, μετάταξη δικαστικών λειτουργών Το Σύνταγμα ορίζει ότι οι προαγωγές, τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις και μετατάξεις ενεργούνται με διάταγμα που εκδίδεται μετά από απόφαση του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου. Τη μετάταξη δικαστικών λειτουργών απαγορεύει κατά κανόνα, επιτρέπει δε κατά εξαίρεση τη μετάταξη μεταξύ παρέδρων σε πρωτοδικεία και παρέδρων σε εισαγγελίες μετά από αίτηση των μετατασσομένων και καταλείπει στον νόμο την ειδικότερη ρύθμιση του θέματος. Τη συγκρότηση του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου ορίζει ο Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Καταστάσεως Δικαστικών Λειτουργών. Οι αποφάσεις των ανώτατων δικαστικών συμβουλίων προκαλούνται μετά από ερώτημα του Υπουργού Δικαιοσύνης, ο οποίος μπορεί να διαφωνήσει με την κρίση τους και να παραπέμψει το ζήτημα στην ολομέλεια του οικείου ανώτατου δικαστηρίου, όπως ορίζει ο νόμος. Ο Υπουργός εκθέτει τους λόγους διαφωνίας του, από τους οποίους δεν δεσμεύεται μεν η Ολομέλεια του ανώτατου δικαστηρίου, υποχρεούται όμως να εξετάσει την υπόθεση στο σύνολό της.
  • Πάυση δικαστικών λειτουργών Το άρθρο 88 παρ. 4 Σ ορίζει τον τρόπο και τους λόγους παύσης δικαστικού λειτουργού. Έτσι ως προς τον τρόπο απαιτείται δικαστική απόφαση ως προς δε τους λόγους απαιτείται ποινική καταδίκη ή καταδίκη για βαρύ πειθαρχικό παράπτωμα ή ασθένεια ή αναπηρία ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια που βεβαιώνονται όπως ο νόμος ορίζει. Οριστικά μπορεί να παυθεί ο δικαστικός λειτουργός σε περίπτωση ποινικής καταδίκης που προβλέπει ο νόμος 1756/1988 άρθρο 60 παρ.1. Ως λοιπές πειθαρχικές ποινές που μπορούν να επιβληθούν είναι (α) η έγγραφη επίπληξη και (β) το πρόστιμο από καθαρές αποδοχές δύο ημερών ως συνολικές αποδοχές τριών μηνών.

Η λειτουργική ανεξαρτησία
Έτσι χαρακτηρίζεται η ανεξαρτησία απέναντι στις άλλες δύο εξουσίες, νομοθετική κα εκτελεστική.
Τα δικαστήρια είναι υποχρεωμένα να μην εφαρμόζουν το νόμο που το περιεχόμενό τους είναι αντίθετο στο Σύνταγμα. Εδώ θεμελιώνεται ο δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων.
Όλα τα δικαστήρια και οι δικαστικοί λειτουργοί είναι ανεξάρτητοι και από τα ανώτερα δικαστήρια και δικαστές. Οι δικαστές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα και τους νόμους.
Η προσωπική ανεξαρτησία
Βάσει της προσωπικής ανεξαρτησίας είναι η ισοβιότητα. Αυτή όμως συνδυάζεται με όριο ηλικίας και έτσι καταντά ψιλό όνομα. Σημαίνει ότι ο δικαστικός λειτουργός μισθοδοτείται μέχρι να τον καταλάβει το όριο ηλικίας δηλαδή ακόμη και στην απίθανη περίπτωση να καταργηθεί η θέση του.
Αν η θέση καταργηθεί ενώ η απόλυση του δημόσιου υπαλλήλου επιτρέπεται, του δικαστικού λειτουργού αποκλείεται.
Την ισοβιότητα συμπληρώνουν άλλες εγγυήσεις.  Καταρχήν την υπηρεσιακή κατάσταση των δικαστικών λειτουργών την κρίνουν δικαστήρια ή συλλογικά όργανα που συγκροτούν δικαστικοί λειτουργοί.  Ο διορισμός τους δεν είναι στη διακριτική ευχέρεια της εκτελεστικής εξουσίας. Οι δικαστικοί λειτουργοί μπορεί να παυθούν μόνο ύστερα από δικαστική απόφαση εξαιτίας ποινικής καταδίκης ή για βαρύ πειθαρχικό παράπτωμα ή ασθένεια ή αναπηρία ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια που βεβαιώνει ο νόμος και αφού τηρηθούν οι διατάξεις. Τα πειθαρχικά συμβούλια συγκροτούνται από τακτικούς δικαστές και ενίοτε καθηγητές πανεπιστημίου που είναι όμως δημόσιοι λειτουργοί.
Σε κατοχύρωση της ανεξαρτησίας αποβλέπει και η καθιέρωση ορισμένων ασυμβίβαστων για τους δικαστικούς λειτουργούς. Απαγορεύεται να παρέχουν άλλη μισθωτή εργασία καθώς και να ασκούν άλλο επάγγελμα. Κατ΄ εξαίρεση μπορούν να διδάσκουν.  Απαγορεύεται η συμμετοχή τους στη Κυβέρνηση.
Η φαλκίδευσή της
Τέσσερις άλλες ρυθμίσεις δύσκολα συνάδουν προς την ισοβιότητα και την προσωπική ανεξαρτησία.  Πρώτον η εγγύηση του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου δεν ισχύει για την προαγωγής στις θέσεις της ηγεσίας της δικαιοσύνης (34). Οι προαγωγές αυτές γίνονται από πρόταση του υπουργικού συμβουλίου και είναι στη διακριτική ευχέρεια του κυβερνώντος κόμματος.
Δεύτερον το όριο ηλικίας κατά το οποίο οι ισόβιοι δικαστές συνταξιοδοτούνται είναι το 67 για του ανώτατους και το 65 για τους υπόλοιπους.
Τρίτον, το Σύνταγμα ορίζει ότι οι αποδοχές των δικαστικών λειτουργών είναι ανάλογες με το λειτούργημά τους. Οι δικαστές πετυχαίνουν την αύξησή τους δικαστικά.
Τέλος, η διάταξη που επιτρέπει στους δικαστικούς λειτουργούς να εκλέγονται μέλη του διδακτικού προσωπικού ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων οδηγεί ορισμένους σε εξαρτήρσεις ιδίως όταν δεν έχουν τη μονιμότητα ή δεν βρίσκονται στην ανώτατη ακαδημαϊκή βαθμίδα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου