Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΑΠΩΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥ ΑΞΙΩΜΑΤΟΣ



Οι λόγοι απώλειας του βουλευτικού αξιώματος είναι:

  •  Ο θάνατος του βουλευτή. Είναι αυτονόητη η απώλεια του βουλευτικού αξιώματος στην περίπτωση θανάτου του βουλευτή.
  •  Η παραίτηση του βουλευτή.  Το βουλευτικό αξίωμα χάνεται με την παραίτησή του, η οποία αποτελεί δικαίωμά του και καθιερώνεται στο άρθρο 60 παρ. 2 του Συντάγματος. Σύμφωνα με τη διάταξη η παραίτηση συντελείται με την υποβολή της παραίτησης και δεν απαιτείται η αποδοχή της από τη βουλή. Συνεπώς, το βουλευτικό αξίωμα χάνεται με την υποβολή της παραίτησης και δεν απαιτείται άδεια της βουλής (5 παρ. 1 Καν.Βουλής).
  • Η λήξη της βουλευτικής περιόδου.  Το βουλευτικό αξίωμα χάνεται αυτοδικαίως με την κανονική λήξη της βουλευτικής περιόδου (άρθρο 53  παρ. 1) ή με τη λήξη αυτής εξαιτίας πρόωρης διάλυσης βουλής (άρθρα 32 παρ. 4-εκλογής ΠτΔ, 37 παρ. 3-διερευνητικές εντολές και διορισμός πρωθυπουργού & 41-προεδρική και κυβερνητική διάλυση βουλής).  Το βουλευτικό αξίωμα που χάνεται για τους λόγους αυτούς ανακτάται προσωρινά σε τρεις περιπτώσεις που προβλέπονται από το Σύνταγμα: (α) κατά 34 παρ. 2 η βουλή που διαλύθηκε συγκαλείται υποχρεωτικά στη περίπτωση της παράτασης της αδυναμίας του ΠτΔ να ασκήσει τα καθήκοντά του πέρα από 30 ημέρες για να αποφασίσει αν συντρέχει περίπτωση εκλογής νέου ΠτΔ (β) κατά 48 παρ. 2-3 όπου η βουλή της οποίας έληξε η περίοδος ή διαλύθηκε, συγκαλείται για να εγκρίνει το διάταγμα για τη θέση της χώρας σε κατάσταση πολιορκίας και να παρατείνει την ισχύ του (γ) κατά 53 παρ. 3 στην περίπτωση πολέμου ανακαλείται αυτοδικαίως η βουλή που διαλύθηκε έως το τέλος αυτού. Οι διατάξεις 34 παρ. 2 και 53 παρ. 3 που ορίζουν ότι η βουλή «έχει διαλυθεί» εννοούν αναμφίβολα τη βουλή που έληξε κανονικά. Για  τις δύο περιπτώσεις το βουλευτικό αξίωμα ανακτάται προσωρινά μέχρι τη ρύθμιση του θέματος ενώ για την Τρίτη περίπτωση μέχρι να λήξει ο πόλεμος.
  •  Η ακύρωση της εκλογής. Το βουλευτικό αξίωμα χάνεται με την ακύρωση της εκλογής του βουλευτή από το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (ΑΕΔ) και χάνεται από την ημέρα της δημοσίευσης της ακυρωτικής απόφασης του Δικαστηρίου η οποία δεν έχει αναδρομική ισχύ.
  • Η έκπτωση του βουλευτή: Το βουλευτικό αξίωμα χάνεται με την έκπτωση του βουλευτή από το βουλευτικό αξίωμα. Οι λόγοι της έκπτωσης καθορίζονται περιοριστικά από το Σύνταγμα. Ειδικότερα ο βουλευτής εκπίπτει αυτοδικαίως (α) αν στερηθεί μετά την εκλογή κάποιο θετικό προσόν της εκλογιμότητας (55 παρ. 2 Σ) (β) αν αποδεχτεί μετά την εκλογή θέση που αποτελεί κώλυμα εκλογιμότητας (57 παρ. 3 Σ) (γ) αν δεν δηλώσει εμπρόθεσμα επιλογή μεταξύ του βουλευτικού αξιώματος και του ασυμβίβαστου με αυτό έργου ή επιλέξει το ασυμβίβαστο έργο (57 παρ. 2 Σ) (δ) αν μετά την εκλογή αποδεχτεί ασυμβίβαστο έργο (57 παρ. 3 Σ) και (ε) αν παραβεί τις διατάξεις του νόμου που καθορίζουν το ανώτατο όριο εκλογικών δαπανών και απαγορεύουν ορισμένες μορφές προεκλογικής προβολής (29 παρ. 2). Η αποδοχή της θέσης ή του έργου η οποία επιφέρει την έκπτωση μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρή. Ρητή είναι η αποδοχή της θέσης στην περίπτωση του πρώτου διορισμού σε αυτή και γίνεται με την ορκωμοσία και σιωπηρή στην περίπτωση επαναφοράς του υπαλλήλου στη θέση από την οποία απολύθηκε πριν από την ανακήρυξη των υποψηφίων. Η μεταβατική διάταξη 119 παρ. 2 του Συντάγματος καθιερώνει μια εξαίρεση από την αρχή του άρθρου 57 παρ. 3 «στρατιωτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι αποκαθίστανται αυτοδικαίως  εφόσον ήδη απέκτησαν την ιδιότητα του βουλευτή, μπορούν μέσα σε οκταήμερη προθεσμία να επιλέξουν μεταξύ βουλευτικού αξιώματος και δημόσιας θέσης τους».

 Βιβλιογραφία:
Αθανάσιος Ράικος, "Συνταγματικό Δίκαιο" Τόμος Ι, σελ. 692-696

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου