Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2013

Η ΔΟΜΗΣΗ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ



Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Μπορούμε να διακρίνουμε από συστηματική σκοπιά τρεις κατευθύνσεις εξελίξεως της νεότερης διδασκαλίας περί εγκλήματος :
  • Την κλασική έννοια περί εγκλήματος (περίοδος επιστημονικού θετικισμού)
  • Την νεοκλασική (τελεολογικό σύστημα)
  • Την έννοια περί εγκλήματος του φιναλισμού (της σκοπίμου περί πράξεως δράσεως)
Μέχρι σήμερα καμία δεν μπόρεσε να εξοβελίσει ολοκληρωτικά τις άλλες και συνυπάρχουν ακόμη σκέψεις και στοιχεία συστηματικής και από τις τρεις προαναφερθείσες κατευθύνσεις.

ΙΙ. ΠΡΟΚΛΑΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Η διδασκαλία περί εγκλήματος της περιόδου του «κοινού δικαίου» της περιόδου δηλ που υπήρξε προπομπός της νεότερης διδασκαλίας, γνώριζε ήδη τις βασικές έννοιες της ποινικής δογματικής, ιδιαίτερα τη διαφορά ανάμεσα σε αντικειμενικό και υποκειμενικό καταλογισμό.
Η σύγχρονη τετρά-βαθμη έννοια του εγκλήματος δημιουργήθηκε πάνω σε αυτή τη βάση σε διάστημα εκτενέστερο των 100 ετών σε διάφορες φάσεις με συμβολές από διάφορες δογματικούς.
Α.       Στο πρώτο ήμισυ του 19ου αιώνα ο Stubel διέκρινε ανάμεσα στο άδικο και τον καταλογισμό της πράξεως. Στον Luden συναντούμε περαιτέρω μία τρί-βαθμη έννοια περί εγκλήματος, η οποία συντίθεται από την πράξη, το παράνομο, την ενοχή. Και είναι ακριβώς αυτή η σύλληψη του εγκλήματος που αργότερα αποδέχθηκαν και επεξέτειναν ο Liszt και ο Beling.
          Εκείνη την εποχή οι έννοιες παράνομο (άδικος χαρακτήρας, άδικο) και ενοχή ήταν ακόμη αδιαχώριστα αναμεμειγμένες στην υπερκείμενη έννοια του καταλογισμού.
Β.        Στο δεύτερο μισή του 19ου αιώνα το 1867 το αντικειμενικά παράνομο (ο αντικειμενικά άδικος χαρακτήρας) της πράξεως έγινε δεκτό ως στοιχείο στη δόμηση του εγκλήματος.
          Οι απαρχές μιας ιδιαίτερης έννοιας περί ενοχής ανάγονται από τον Merkel. Ο γερμανός ποινικολόγος του 19ου αιώνα παρέμεινε μεν στην παραδοσιακή διδασκαλία περί καταλογισμού πλην όμως ήταν ο πρώτος που συνένωσε δόλο και αμέλεια κάτω από την υπερκείμενη έννοια του καθορισμού της βουλήσεως.
          Η πράξη ως βασική, κεντρική έννοια στη δόμηση του εγκλήματος αναδεικνύεται από τον εγελιανό  Berner. Ήταν εκείνος που της προσέδωσε την τελείως πρώιμη μορφή δεχόμενος τη δυνατότητα καταλογισμού σε αυτή.
          Στον Beling ανάγεται ότι η υπόσταση (tatbestand) προσέλαβε ως σημείο αναφοράς για την κρίση περί παρανόμου και περί ενοχής και ως σημαντικότατος φορέας της εγγυητικής λειτουργίας του ποινικού νόμου μια κυριαρχούσα θέση στη δόμηση του εγκλήματος.
Γ.       Στις αρχές του 20ου αιώνα η πλήρως αναπτυχθείσα κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα περί εγκλήματος κατέστη στον Beling τελείως συνειδητή. Έτσι παρουσίασε το 1906, στην ελληνική δογματική μέσω του άρθρου 14 ΠΚ «έγκλημα είναι η νομότυπη, παράνομη, ένοχη πράξη, που υπόκειται στην προσαρμοσμένη απειλή ποινής και επαρκεί στις προϋποθέσεις της απειλής ποινής». Βέβαια ο ορισμός εμφανίζει λόγω της μη αναφοράς του νομότυπου, του tatbestand ένα σημαντικό κενό που κλήθηκε να πληρώσει η ελληνική ποινική επιστήμη.

Πηγή: Η δόμηση του εγκλήματος, Κοτσαλής

ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΣΥΡΡΟΗ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ (ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΚΟΤΣΑΛΗ)



ΕΝΝΟΙΑ ΣΥΡΡΟΗΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ
Το ειδικό μέρος του ΠΚ έχει ως συστηματική του βάση του συμπεριφορά του ένα μόνο έγκλημα. Δεν είναι όμως σπάνια η περίπτωση που η συμπεριφορά ενός δράστη εμφανίζεται ποινικά πολυδιάστατη συνιστά δηλ άλλοτε αληθινά και άλλοτε μόνο φαινομενικά τέλεση όχι ενός αλλά περισσοτέρων εγκλημάτων. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει συρροή εγκλημάτων.
Η συρροή αποτελεί ιδιαίτερη (ειδική) εμφάνιση του εγκλήματος που με την ειδικότερη μορφή της ως αληθινή και όχι απλώς ως φαινομενική συρροή προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 94 έως 98 ΠΚ.

ΜΟΡΦΕΣ ΣΥΡΡΟΗΣ
Η συρροή διακρίνεται σε τέσσερις μορφές που διασταυρώνονται μεταξύ τους και συγκροτούν δύο ενότητες.
Έχουμε τη διάκριση αφενός σε πραγματική (υλική) και σε κατ΄ ιδέαν (τυπική) συρροή και αφετέρου σε φανομένη συρροή (ή συρροή νόμων) και σε αληθινή συρροή (ή συρροή εγκλημάτων).
Πραγματική και κατ΄ ιδέαν συρροή
Πραγματική συρροή υπάρχει όταν τα περισσότερα εγκλήματα πραγματώθηκαν με περισσότερες πράξεις.
Κατ΄ ιδέαν συρροή υπάρχει όταν τα περισσότερα εγκλήματα πραγματώθηκαν με μία και μόνο πράξη.
Οι  αντίστοιχοι όροι υλική και τυπική αναφέρονται σε παλαιότερη βιβλιογραφία.
Οι όροι πραγματική και κατ΄ ιδέαν συρροή δημιουργούν κίνδυνο παρανοήσεων. Ο όρος πραγματική συρροή θέλει να δηλώσει ότι η συρροή οφείλεται σε δύο πράξεις ενώ στην καθημερινή γλώσσα χρησιμοποιείται ως αληθινή. Αντίστοιχα ο όρος κατ΄ ιδέαν συρροή θέλει να δηλώσει ότι η συρροή οφείλεται σε μία και μόνο πράξη Εντούτοις δημιουργεί την εντύπωση ότι συρροή υπάρχει μόνο στη σκέψη μας ότι είναι μόνο ιδέα μας.
Παραδείγματα πραγματικής συρροής: ο Α τραυματίζει τον Β και στη συνέχεια τραυματίζει με άλλο πλήγμα τον Γ ή ο Α αφαιρεί με σκοπό ιδιοποίησης από την τσέπη του Β μια τσιγαροθήκη και από την τσέπη του Γ 100 ευρώ (ομοειδής πραγματική συρροή δύο σωματικών βλαβών ή δύο κλοπών).
Παραδείγματα κατ΄ ιδέαν συρροής: ο Α με έναν πυροβολισμό τραυματίζει τον Β και τον Γ ή με μια φράση του προσβάλει την τιμή δύο ανθρώπων (ομοειδής κατ΄ ιδέαν συρροή δύο σωματικών βλαβών ή δύο εξυβρίσεων) ο Α με ένα πυροβολισμό τραυματίζει ένα άτομο και θανατώνει κάποιο άλλο ή ο πατέρας Α αποπλανεί την κόρη του νεωτέρα των 15 ετών (ετεροειδής κατ΄ιδέαν συρροή σωματικής βλάβης και ανθρωποκτονίας ή αποπλάνησης παιδιού και αιμομιξίας).
Προβληματική θεωρείται η δυνατότητα ύπαρξης κατ΄ ιδέαν συρροής μεταξύ εγκλημάτων παράλειψης όπως και μεταξύ εγκλημάτων ενέργειας αφενός και εγκλημάτων παράλειψης αφετέρου.
(α) Δεκτό γίνεται ότι σε περίπτωση έλλειψης φυσικής συμπεριφοράς αποβλέπουμε στην ταυτότητα της πραγματικής κατάστασης από την οποία απορρέει κάθε φορά η ανάγκη και η επιταγή της παραλειφθείσας ενέργειας. Πχ κατ΄ ιδέαν θα συρρέουν οι περισσότερες ανθρωποκτονίες της μητέρας που δεν διασώζει τα παιδιά της από τον ίδιο κίνδυνο όπως και οι κακόβουλες παραβιάσεις εκ μέρους του  πατέρα της υποχρέωσης προς διατροφή που έχει απέναντι στα παιδιά του.
(β)Επίσης κατ΄ ιδέαν συρροή είναι δυνατή όταν από την πλευρά του ενός ή του άλλου εγκλήματος εμφανίζεται η ιδιάζουσα μορφή της σύνθετης συμπεριφοράς που επιτελεί έργο μεσολαβητή μεταξύ της ενέργειας και της παράλειψης. Λχ κάποιος οδηγός αυτοκινήτου παρασύρει και τραυματίσει σε ερημικό δρόμο ένα ποδηλάτη και τον εγκαταλείψει αδιαφορώντας για την τύχη του, αβοήθητο, η δια παραλείψεως έκθεση του αρθρου 306 ΠΚ θα συρρέει κατ΄ ιδέαν με την αξιόποινη πράξη της φυγής του οδηγού του άρθρου 43 ΚΟΚ.
Αληθινή και φαινομένη συρροή
Η διάκριση αυτή δεν προβλέπεται ρητά από τον νόμο.
Αληθινή συρροή υπάρχει τόσο σε περίπτωση πραγματικής όσο και κατ΄ ιδέαν συρροής, όταν η κοινωνική απαξία όλης της πολυδιάστατης συμπεριφοράς του δράστη εκφράζεται μόνο με το σύνολο των εγκλημάτων που πραγμάτωσε και έτσι μπορεί να καλυφθεί μόνο με το συνδυασμό των διατάξεων που το προβλέπουν.
Φαινομένη συρροή ή συρροή νόμων υπάρχει επίσης τόσο σε περίπτωση πραγματική όσο και κατ΄ιδέαν συρροής όταν η κοινωνική απαξία της συμπεριφοράς του δράστη εμφανίζεται μεν να είναι πολυδιάστατη και έτσι να συνιστά πολλά εγκλήματα, στην οποία όμως καλύπτεται πλήρως από το ένα από αυτά και έτσι και από τη διάταξη που το προβλέπει.
Φαινομένη συρροή εγκλημάτων έχουμε όταν η πράξη του δράστη πληροί μεν την ποινική αντικειμενική υπόσταση περισσοτέρων εγκλημάτων, η δράση του δηλ προβλέπεται και τιμωρείται από περισσότερους ποινικούς νόμους πλην όμως εφαρμόζεται μόνο ένας ποινικός νόμος, αφού ο εκάστοτε εφαρμοζόμενος νόμος αποκλείει τους άλλους εξαιτίας διαφόρων λόγων νομικής φύσεως.
Με άλλα λόγια στην αληθινή συρροή εφαρμόζονται όλοι οι νόμου τους οποίους προσβάλλει η δράση του δράστη ενώ στη φαινομένη συρροή εφαρμόζεται μόνο ένας.
Πρακτική σημασία της διάκρισης σε φαινομένη και σε αληθινή
Σε περίπτωση που υπάρχει φαινομένη συρροή ο δράστης ευθύνεται για την τέλεση ενός μόνο εγκλήματος ενώ σε περίπτωση που η συρροή είναι αληθινή ο δράστης ευθύνεται για την τέλεση περισσοτέρων εγκλημάτων.
Πρακτική σημασία της διάκρισης σε πραγματική και σε κατ΄ ιδέαν συρροή
Αλλιώς γίνεται η επιμέτρηση της ποινής όταν η συρροή είναι πραγματική και αλλιώς όταν είναι κατ΄ ιδέαν.  Και στις δύο περιπτώσεις ο στόχος παραμένει ο ίδιος, ικανοποίηση των αναγκών της ειδικής πρόληψης και φυσικά η αποφυγή κάθε περιττής σκληρότητας.





Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΣΥΡΡΟΗ
Διακρίνεται σε πραγματική και σε κατ΄ ιδέαν. Σε περίπτωση αληθινής κατ΄ ιδέαν συρροής συγκεκριμένα η προσμέτρηση της ποινής γίνεται κατ΄ αρχήν ευνοϊκότερα για το δράστη από ότι σε περίπτωση αληθινής πραγματικής συρροής. Αν μια συρροή είναι πραγματική ή κατ΄ ιδέαν εξαρτάται από το αν περισσότερα εγκλήματα τελέσθηκαν με  μία ή με περισσότερες πράξεις. Έτσι δημιουργούνται κατά βάση δύο ερωτήματα (α) Πότε υπάρχει ένα και πότε περισσότερα εγκλήματα του ίδιου δράστη και (β) πότε σε περίπτωση που έχουμε περισσότερα εγκλήματα αυτά τελέσθηκαν με μια ή με περισσότερες πράξεις του ιδίου δράστη.
Πότε υπάρχει μόνο ένα έγκλημα
Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει πάντα μόνο ένα έγκλημα και επομένως θέμα συρροής δεν γεννάται έστω και αν η συμπεριφορά του δράστη μπορεί ενδεχομένως να αναλυθεί σε περισσότερες μερικότερες πράξεις.
(α) Ένα έγκλημα υπάρχει πάντα στην περίπτωση της ενότητας από το νόμο. Η ονομαζόμενη ενότητα από το νόμο υπάρχει, όταν από την ίδια την περιγραφή ενός εγκλήματος στο νόμο προκύπτει, ότι και αν ακόμη η συμπεριφορά του δράστη ανταποκρίνεται περισσότερες φορές στα στοιχεία που το συγκροτούν υπάρχει μόνο ένα έγκλημα. Λχ ο Α επιφέρει τρία γρονθοκοπήματα κατά του Β ή ο Γ εισέρχεται στο ξένο σπίτι του Δ και αφαιρεί  με σκοπό παράνομης ιδιοποίησης 1000 ευρω, ένα χρυσό βραχιόλι και ένα μηχάνημα CD.
(β) Ένα έγκλημα υπάρχει και στην περίπτωση του λεγόμενου ενιαίου αποτελέσματος.
(γ) Ένα έγκλημα υπάρχει και στην περίπτωση του αθροιστικού εγκλήματος. Τέτοιο έγκλημα υπάρχει στις περιπτώσεις που είτε για τη θεμελίωση του αξιοποίνου είτε μόνο για επαύξησή του, η ποινική πρόβλεψη αναφέρεται ειδικά στην κατ΄ επάγγελμα ή κατά συνήθεια τέλεση ορισμένης πράξης. Στις περιπτώσεις δηλ. αυτές οι μερικότερες πράξεις του δράστη, που ενεργεί κατ΄ επάγγελμα ή κατά συνήθεια αθροίζονται και αποτελούν ένα έγκλημα, το οποίο κρίνεται ακριβώς ως αθροιστικό μερικοτέρων πράξεων, άξιο ποινικού κολασμού ή άξιο αυστηρότερης τιμώρησης. πχ στη διακεκριμένη κλοπή.
(δ) Τέλος ένα έγκλημα υπάρχει και σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις όπου οι μερικότερες πράξεις του δράστη συνιστούν ως σύνολο μια και μόνο προσβολή της ειρήνευσης ενός ορισμένου εννόμου αγαθού.  Αυτό συμβαίνει λχ με την αιμομιξία ή με τη παραχάραξη ή σε κάποιες περιπτώσεις με την κλοπή.
Όταν ο δράστης προσέβαλε ακόμη και με μια μόνο πράξη του προσωποπαγή έννομα αγαθά που άνηκαν σε περισσότερους ανθρώπους τότε έχουμε αληθινή συρροή. Ως προσωποπαγή είναι εκείνα τα έννομα αγαθά που συνδέονται στενά  με την προσωπικότητα του ανθρώπου όπως η ζωή, η υγεία, η προσωπική ελευθερία, η τιμή, η υπόληψη και η γενετήσια ελευθερία. Και αυτό γιατί κάθε ανθρώπινη προσωπικότητα έχει αυτοτελή αξία που ως έννομο αγαθό προστατεύεται ξεχωριστά.
Πότε τα περισσότερα εγκλήματα τελέσθηκαν με μία και πότε με περισσότερες πράξεις
Σε περίπτωση που έχουμε περισσότερα εγκλήματα τίθεται το ερώτημα, αν τα εγκλήματα αυτά τελέσθηκαν με μια μόνο  πράξη οπότε υπάρχει κατ΄ιδέαν συρροή ή με περισσότερες πράξεις οπότε υπάρχει πραγματική συρροή.
Είναι  βέβαιο ότι μια μόνο πράξη υπάρχει στην περίπτωση που μια εγκληματική απόφαση υλοποιήθηκε με μία μόνο σωματική κίνηση ακόμη και αν η κίνηση αυτή προκάλεσε πολλά και διάφορα αποτελέσματα πχ στην περίπτωση που ο δράστης έριξε με μία του κίνηση μία χειροβομβίδα και σκότωσε περισσότερους ανθρώπους, τραυμάτισε άλλους και κατέστρεψε διάφορα αντικείμενα.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η εγκληματική απόφαση πραγματώνεται με μία σειρά από σωματικές κινήσεις του δράστη που όλες μαζί συνθέτουν τη συμπεριφορά του. Πχ ο Α εισδύει μια νύκτα στην οικία της παντρεμένης Β η οποία περίμενε την επιστροφή του συζύγου της Γ με σκοπό να της προκαλέσει πλάνη ότι είναι ο σύζυγός της και να επιτύχει εξώγαμη συνουσία μαζί της. Κατά την εκτέλεση του σχεδίου του αναγνωρίστηκε από την Β οπότε κατηγορήθηκε για διατάραξη οικιακής ειρήνης αρ. 334 ΠΚ σε συρροή με απόπειρα απατηλής επίτευξης συνουσίας αρ. 341 ΠΚ.
Προσμέτρηση της ποινής
Η προσμέτρηση της ποινής σε περίπτωση αληθινής συρροής (συρροής εγκλημάτων) μπορεί θεωρητικά να γίνει με τέσσερις διαφορετικούς τρόπους.
(α) Με βάση την αρχή της αριθμητικής σώρευσης όπου για κάθε έγκλημα επιβάλλεται ξεχωριστή ποινή και ο δράστης πρέπει να εκτίσει το αριθμητικό άθροισμά τους.
(β) Με βάση την ακριβώς αντίθετη αρχή που είναι η αρχή της συγχώνευσης όπου στον δράστη επιβάλλεται μία και μόνο ποινή χωρίς να έχει προηγηθεί επιμέτρηση ποινής για το καθένα από τα συρρέοντα εγκλήματα.
(γ) Με βάση την αρχή της συνολικής ποινής ή την αρχή της επαύξησης της βαρύτερης όπου για το καθένα από τα συρρέοντα εγκλήματα γίνεται επιμέτρηση της ποινής, τελικά όμως επιβάλλεται μια συνολική ποινή που αποτελείται από τη βαρύτερη ποινή, επαυξανόμενη είτε με βάση ορισμένη κλίμακα που προβλέπει ο νόμος  είτε ελεύθερα από το δικαστή.
(δ) Με βάση την αρχή της συγχώνευσης όπου για το καθένα από τα συρρέοντα εγκλήματα γίνεται επιμέτρηση της ποινής αλλά τελικά επιβάλλεται μόνο η ποινή του βαρύτερου εγκλήματος.
Ο ΠΚ ακολουθεί την αρχή της συνολικής ποινής, αν όμως είναι πρακτικά αδύνατη η επιβολή της τότε ο ΠΚ ακολουθεί την αρχή της αριθμητικής σώρευσης.

Η ΦΑΙΝΟΜΕΝΗ ΣΥΡΡΟΗ
Η φαινομένη συρροή δεν συνιστά αληθινή συρροή δύο ή περισσοτέρων εγκλημάτων. Στην πραγματικότητα αποτελεί συρροή δύο ή περισσοτέρων ποινικών νόμων που φαίνονται να διεκδικούν την εφαρμογή τους επί της συγκεκριμένης περιπτώσεως, ενώ μόνο ένας από αυτούς μπορεί και πρέπει να εφαρμοσθεί. Και τούτο γιατί αυτός μόνος του καλύπτει ολόκληρη την κοινωνική απαξία της συμπεριφοράς του δράστη. Τούτο συμβαίνει σε τρεις περιπτώσεις.
(α) Στην περίπτωση της ειδικότητας. Σχέση ειδικότητας ανάμεσα σε δύο ποινικές διατάξεις υπάρχει όταν η έννοια του εγκλήματος που προβλέπει η μια περιλαμβάνει όλα τα συστατικά της έννοιας του εγκλήματος που προβλέπει η άλλη προσθέτοντας σε αυτά τουλάχιστον και ένα άλλο. Πχ η μητέρα που σκοτώνει εκ προθέσεως κατά τον τοκετό το παιδί της πληρεί με την πράξη της όχι μόνο την ποινική υπόσταση της παιδοκτονίας  303  ΠΚ αλλά και αυτή της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως 299 ΠΚ.. Εντούτοις θα εφαρμοστεί η διάταξη περί παιδοκτονίας αφού είναι ειδική σε σχέση με τη γενική διάταξη του 299 ΠΚ.
(β) Στην περίπτωση της απορρόφησης. Σχέση απορρόφησης ανάμεσα σε δύο ποινικές διατάξεις υπάρχει όταν η μία προβλέπει βαρύτερο έγκλημα που η κοινωνική του απαξία καλύπτει την κοινωνική απαξία του ελαφρύτερου εγκλήματος αυτού δηλ που προβλέπει η άλλη διάταξη. Έτσι ο ποινικός κολασμός για το βαρύτερο έγκλημα ικανοποιεί ταυτοχρόνως και την ποινική αξίωση για τον κολασμό του ελαφρύτερου.  Στην περίπτωση αυτή η διάταξη που προβλέπει το βαρύτερο έγκλημα απορροφά την άλλη που προβλέπει το ελαφρύτερο.
(γ) Στην περίπτωση της επικουρικότητας. Σχέση επικουρικότητας μιας ποινικής διάταξης σε σχέση με άλλες υπάρχει όταν ρητά ορίζεται ή έστω σιωπηρά προκύπτει από το περιεχόμενό της, ότι τότε μόνο εφαρμόζεται, ενόσω δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής άλλης ποινικής διάταξης που κατά κανόνα τιμωρεί την πράξη αυστηρότερα. Σε μια τέτοια περίπτωση η πρώτη διάταξη είναι διάταξη επικουρική σε σχέση με τη δεύτερη που είναι η κύρια και που μόνο αυτή εφαρμόζεται σύμφωνα με τον ερμηνευτικό κανόνα ότι η κύρια διάταξη υπερισχύει της επικουρικής.
Μια φαινομένη κατ΄ ιδέαν συρροή μπορεί να οφείλεται τόσο σε σχέση ειδικότητας ΄σο και σε σχέση απορρόφησης ή επικουρικότητας ενώ μια φαινομένη πραγματική συρροή μπορεί να στηρίζεται μόνο σε σχέση απορρόφησης ή επικουρικότητας ανάμεσα στις διάφορες διατάξεις.
Φαινομένη κατ΄ ιδέαν συρροή
Έχουμε σε περίπτωση ειδικότητας. Τέτοια σχέση (σχέση υπαλλήλου) υπάρχει :
(α) Ανάμεσα στη διάταξη που προβλέπει το βασικό έγκλημα και στις διατάξεις που προβλέπουν τις παραλλαγές του δηλ τις διακεκριμένες ή προνομιούχες μορφές του πχ οι διατάξεις για την επικίνδυνη, βαριά και τη θανατηφόρα σωματική βλάβη.
(β) Ανάμεσα στη διάταξη που προβλέπει το βασικό έγκλημα και στις διατάξεις που προβλέπουν τα νοηματικά συγγενή με αυτό ιδιώνυμα εγκλήματα. Οι διατάξεις που προβλέπουν τα ιδιώνυμα εγκλήματα είναι ειδικές σε σχέση με τη διάταξη που αφορά το βασικό. Πχ η διάταξη του αρ.312 για τα σωματική βλάβη ανηλίκων σε σχέση με εκείνη του αρ. 308 για την απλή σωματική βλάβη.
(γ) Ανάμεσα στις διατάξεις που προβλέπουν πολύπρακτα  εγκλήματα και στις διατάξεις που προβλέπουν τις πράξεις που αποτελούν τα συστατικά τους. Πχ η διάταξη για βιασμό 336 ΠΚ που αποτελεί πολύπρακτο έγκλημα είναι ειδική σε σχέση με τη διάταξη που προβλέπει την παράνομη βία 330 ΠΚ.
Σε περίπτωση απορρόφησης. Σχέση απορρόφησης υπάρχει:
(α) Ανάμεσα στη διάταξη και τα συστατικά στοιχεία του εγκλήματος που προβλέπει, χαρακτηρίζονται από άλλη διάταξη ως λόγος επίτασης της ποινής άλλου βαρύτερου εγκλήματος. Λχ η διάταξη για το θανατηφόρο βιασμό 340 ΠΚ σε συνδ.336 και 29 ΠΚ απορροφά τη διάταξη για την ανθρωποκτονία εξ αμελείας 302 ΠΚ.
(β) Ανάμεσα στις διατάξεις που προβλέπουν εγκλήματα βλάβης ορισμένου έννομου αγαθού και στις διατάξεις που προβλέπουν εγκλήματα συγκεκριμένης διακινδύνευσης του ιδίου έννομου αγαθού πχ η διάταξη της εκ προθέσεως ανθρωποκτονίας 299 ΠΚ απορροφά τη διάταξη για την έκθεση 306 ΠΚ.
Σε περίπτωση επικουρικότητας. Σχέση επικουρικότητας υπάρχει:
(α) Ανάμεσα σε δύο ποινικές διατάξεις όταν στη μια από αυτές περιλαμβάνεται η καλούμενη ρήτρα επικουρικότητας ορίζεται δηλ ρητά ότι μόνο τότε η διάταξη αυτή εφαρμόζεται όταν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη. Σε μια τέτοια περίπτωση επομένως η διάταξη που περιέχει αυτή τη ρήτρα υποχωρεί μπροστά στην άλλη που τιμωρεί την πράξη αυστηρότερα. Πχ η διάταξη για εξύβριση 361 ΠΚ δεν εφαρμόζεται εφόσον μπορεί να εφαρμοστεί η διάταξη για τη δυσφήμηση 362 ΠΚ και ότι είναι επικουρική απέναντί της.
Φαινομένη πραγματική συρροή
Σε περίπτωση πραγματικής συρροής όπου τα περισσότερα εγκλήματα πραγματώθηκαν με ξεχωριστές πράξεις το καθένα τους, ο χρόνος τέλεσης των εγκλημάτων αυτών αναγκαστικά διαφέρει. Κάποιο έγκλημα τελέσθηκε πριν και κάποιο μετά από το άλλο. Έτσι η φαινομένη συρροή ανάμεσα στις διατάξεις που το προβλέπουν σημαίνει άλλοτε ότι η πράξη που προηγείται και άλλοτε ότι η πράξη που έπεται χρονικά δεν τιμωρείται.
Έτσι η φαινομένη πραγματική συρροή εμφανίζεται πρακτικά σε δύο μορφές, είτε ως μη τιμωρητή προηγούμενη (πρότερα) πράξη είτε ως μη τιμωρητή επομένη (ύστερα) πράξη.
(α) Μη – τιμωρητή προηγούμενη πράξη.
Μια τέτοια μορφή φαινομενικής πραγματικής συρροής μπορεί να στηρίζεται είτε σε σχέση απορρόφησης (υπάρχει όταν ένα έγκλημα τελείται με τον αποκλειστικό σκοπό να καταστήσει δυνατή την τέλεση ενός άλλου βαρύτερου εγκλήματος που και αυτό στρέφεται εναντίον του ιδίου συγκεκριμένου εννόμου αγαθού, πχ η  πράξη της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας 381 ΠΚ είναι μη-τιμωρητή προηγούμενη πράξη της κλοπής 372 ΠΚ) είτε  και σε σχέση επικουρικότητας (συνιστά η απόπειρα απέναντι στο ολοκληρωμένο έγκλημα ή κατ΄  εξαίρεση αξιόποινες προπαρασκευαστικές πράξεις απέναντι στην απόπειρα ή στο ολοκληρωμένο έγκλημα, μια τέτοια περίπτωση συνιστά η απλή συνέργεια ως ελαφρύτερη μορφή συμμετοχής από τις βαρύτερες. Η επικουρικότητα του τιμωρητού της απόπειρας δεν καταλύεται ούτε και στην περίπτωση που ανάμεσα στην πράξη της απόπειρας και σε εκείνη που συνιστά ολοκλήρωση μεσολαβεί έστω και μεγάλο χρονικό διάστημα πχ οι ληστές που επιχείρησαν χωρίς επιτυχία να διαρρήξουν ένα χρηματοκιβώτιο και αποχωρούν και επανέρχονται μετά από καιρό όπου και επιτυγχάνουν).
(β) Μη-τιμωρητή επόμενη πράξη.
Και αυτή η μορφή φαινομένης πραγματικής συρροής μπορεί να στηρίζεται είτε σε σχέση απορρόφησης (υπάρχει όταν το χρονικά επόμενο έγκλημα αποτελεί τρόπο ουσιαστικής αποπεράτωσης του προηγούμενου εγκλήματος οπότε βέβαια και τα δύο στρέφονται εναντίον του ιδίου συγκεκριμένου εννόμου αγαθού του ίδιου φορέα πχ όταν ο ληστής πουλά κλεμένο πράγμα, δεν έχουμε τη διάταξη της υπεξαίρεσης αλλά τη κοπή) είτε σε σχέση επικουρικότητας.(περίπτωση μη τιμωρητής επόμενης πράξης που στηρίζεται σε σχέση επικουρικότητας συνιστούν οι χρονικά επόμενες  μορφές συμμετοχής στις χρονικά προηγούμενες.πχ αν ο ηθικός αυτουργός συνεργεί και στην τέλεσή τους τότε η συνέργεια είναι μη τιμωρητή επόμενη πράξη της ηθικής αυτουργίας.



ΑΝΑΒΙΩΣΗ ΚΑΙ ΚΑΙ ΦΑΙΝΟΜΕΝΗ ΣΥΡΡΟΗ
Αμφισβητούμενο είναι το θέμα εάν μπορεί σε περίπτωση μιας φαινομένης συρροής είτε πραγματικής είτε κατ΄ ιδέαν να αναβιώσει μια διάταξη που είχε υποχωρήσει όταν η διάταξη που έχει επικρατήσει δεν μπορεί για ένα οποιονδήποτε λίγο να εφαρμοσθεί.

ΤΟ ΚΑΤ΄  ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΕΓΚΛΗΜΑ
Το λεγόμενο κατ΄εξακολούθηση έγκλημα (το εξακολουθούν έγκλημα) δεν είναι ένα μόνο έγκλημα αλλά αποτελεί μια ενότητα περισσοτέρων εγκλημάτων που έχουν μεν τελεσθεί με περισσότερες ξεχωριστές πράξεις, πλην όμως εμφανίζουν ορισμένα κοινά και συνεκτικά μεταξύ τους χαρακτηριστικά.
Στο κατ΄ εξακολούθηση έγκλημα πρέπει να συντρέχουν τα ακόλουθα επιμέρους στοιχεία:
(α) Τα περισσότερα εγκλήματα πρέπει να προσβάλλουν το ίδιο έννομο αγαθό.
(β) Τα περισσότερα εγκλήματα πρέπει να προσβάλλουν τον ίδιο πρωταρχικό (πρωτεύοντα) κανόνα δικαίου.
(γ) Τα περισσότερα εγκλήματα πρέπει να εμφανίζουν μια σχετική έστω εξωτερική ομοιομορφία που συνίσταται όχι στο ότι τελέσθηκαν με τον ίδιο τρόπο αλλά ότι η τέλεσή τους προέκυψε μέσα από τις ίδιες συνθήκες ζωής του δράστη, έτσι ώστε να αποτελούν με αυτή την έννοια ομοιόμορφη εκδήλωσή της σε μια ορισμένη φάση της.
(δ) Τα περισσότερα εγκλήματα πρέπει να συνδέονται μεταξύ τους με μια ορισμένης μορφή ενότητα δόλου.

Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

Η ΠΩΛΗΣΗ (ΑΚ 513)

ΑΚ 513 - Η έννοια της πώλησης


Με τη σύμβαση της πώλησης ο πωλητής έχει την υποχρέωση να μεταβιβάσει την κυριότητα του πράγματος ή το δικαίωμα, που αποτελούν το αντικείμενο της πώλησης, και να παραδώσει το πράγμα και ο αγοραστής έχει την υποχρέωση να πληρώσει το τίμημα που συμφωνήθηκε.


Η πώληση κατά τη Νομολογία

Αμφοτεροβαρής ενοχική σύμβαση (ενοχή) που αποβλέπει στη μεταβίβαση της κυριότητας κινητού ή ακίνητου πράγματος ή δικαιώματος από ένα πρόσωπο (πωλητή) σε ένα άλλο (αγοραστή) αντί καταβολής ενός χρηματικού, κατά κύριο τουλάχιστον λόγο, ανταλλάγματος (τιμήματος).
Στις περισσότερες περιπτώσεις της κοινής συναλλαγής, η συμφωνία εξυπακούεται με την απλή παράδοση του πράγματος από τον πωλητή και την καταβολή του τιμήματος από τον αγοραστή. Δεν είναι ανάγκη να συμπέσει η μεταβίβαση της κυριότητας με την πώληση, όπως πχ όταν ο πωλητής δεν έχει ακόμα στην κυριότητά του το πράγμα.
 Για το κύρος της σύμβασης π. απαιτείται το πράγμα ή το δικαίωμα να είναι επιδεκτικά συναλλαγής. Δεν μπορούν π.χ. να γίνουν αντικείμενο π. τα προσωποπαγή δικαιώματα του οικογενειακού δικαίου. Ο πωλητής έχει την υποχρέωση να μεταβιβάσει την κυριότητα ή το δικαίωμα ελεύθερα από δικαιώματα τρίτων· οφείλει επίσης να γνωρίσει στον αγοραστή τα τυχόν υπάρχοντα βάρη και να παραδώσει το πράγμα και τα παραρτήματα του πράγματος, όπως υπάρχουν κατά τον χρόνο της π. Σε ορισμένες περιπτώσεις προβλέπονται και ειδικότερες υποχρεώσεις του πωλητή (συσκευασία, αποστολή κλπ.). Ο αγοραστής έχει την υποχρέωση να μεταβιβάσει την κυριότητα των χρημάτων στον πωλητή, αλλά το τίμημα μπορεί και να πιστωθεί (να καταβληθεί αργότερα άτοκα) με συμφωνία των μερών. Αντίστροφα, ο αγοραστής οφείλει να παραλάβει το πράγμα που του παραδίδεται κανονικά. Τα έξοδα και τέλη βαρύνουν και τους δύο συμβαλλόμενους (αλλά η δαπάνη μεταγραφής ακίνητου βαρύνει τον αγοραστή). Ο A.K. προβλέπει ότι τον κίνδυνο τυχαίας καταστροφής ή μείωσης της αξίας του πράγματος επωμίζεται κατά κανόνα ο αγοραστής από τη στιγμή της παράδοσης του πράγματος (μερικές φορές και πριν από την παράδοση). Ο πωλητής ευθύνεται πάντως κατά τις γενικές διατάξεις του A.K. και ο αγοραστής δικαιούται να ζητήσει την αναστροφή της π. (ανατροπή των αποτελεσμάτων από την αρχή) και τη μείωση του τιμήματος. Ο A.K. προβλέπει ορισμένα ιδιαίτερα είδη π.: επί δοκιμή (υπό την αίρεση ότι θα εγκριθεί από τον αγοραστή), σύμφωνο εξωνήσεως (δικαίωμα ανάληψης του πράγματος από τον πωλητή μέσα σε ορισμένη προθεσμία με καταβολή του συμφωνημένου τιμήματος), πώληση κατά δόσεις, σύμφωνο επιφύλαξης της κυριότητας κλπ. Οι εμπορικές και ναυτικές π. αποτελούν επίσης ιδιαίτερα είδη π. και διέπονται ειδικότερα από το εμπορικό και το ναυτικό δίκαιο. Στην περίπτωση της ανταλλαγής, όπου αντί τιμήματος προσφέρεται άλλο πράγμα, εφαρμόζονται οι κανόνες της πώλησης.

Πηγή: http://greek_greek.enacademic.com


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΠΩΛΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ

Άρθρο 513 - Έννοια της πώλησης
Με τη σύμβαση της πώλησης ο πωλητής έχει την υποχρέωση να μεταβιβάσει την κυριότητα του πράγματος ή το δικαίωμα, που αποτελούν το αντικείμενο της πώλησης, και να παραδώσει το πράγμα και ο αγοραστής έχει την υποχρέωση να πληρώσει το τίμημα που συμφωνήθηκε.

Άρθρο 514 - Νομικά ελαττώματα
Ο πωλητής έχει υποχρέωση να μεταβιβάσει το αντικείμενο της πώλησης ελεύθερο από κάθε δικαίωμα τρίτου (νομικό ελάττωμα).

Άρθρο 515
Ο πωλητής δεν ευθύνεται για τα νομικά ελαττώματα που υπάρχουν κατά το χρόνο της πώλησης, αν ο αγοραστής τα γνώριζε. Αλλά για την υποθήκη ή την προσημείωση ή την κατάσχεση ή το ενέχυρο που υπάρχει ο πωλητής ευθύνεται και αν ακόμη ο αγοραστής γνώριζε την ύπαρξή τους.

Άρθρο 516 - Μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων του πωλητή
Αν ο πωλητής δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις του, ο αγοραστής έχει όσα δικαιώματα έχει ο δανειστής στις αμφοτεροβαρείς συμβάσεις και ιδίως σε περίπτωση υπερημερίας ή υπαίτιας αδυναμίας του οφειλέτη.

Άρθρο 517
Η απόδειξη απέναντι στον πωλητή ότι υπάρχουν νομικά ελαττώματα βαρύνει τον αγοραστή.

Άρθρο 518 - Συμφωνία απαλλαγής του πωλητή από την ευθύνη
(Το παρόν άρθρο καταργήθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 3 άρθρου 2 Ν. 3043/2002, ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 519 - Πληροφορίες και παράδοση εγγράφων
Ο πωλητής έχει υποχρέωση να πληροφορήσει τον αγοραστή για τις νομικές σχέσεις του αντικειμένου της πώλησης, και ιδίως για τα όρια, τα δικαιώματα και τα βάρη πάνω στο ακίνητο, καθώς και να του παραδώσει όσα αποδεικτικά έγγραφα των δικαιωμάτων του κατέχει.

Άρθρο 520 - Ευθύνη σε περίπτωση άλλων εκποιήσεων
Οι διατάξεις που ρυθμίζουν την ευθύνη του πωλητή για νομικά ελαττώματα εφαρμόζονται αναλόγως και σε άλλες συμβάσεις που γεννούν υποχρέωση για εκποίηση με αντάλλαγμα.

Άρθρο 521
(Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με το άρθρο 53 ΕισΝΚΠολΔ).

Άρθρο 522 - Ο κίνδυνος στην πώληση
Αφότου παραδοθεί το πράγμα που πουλήθηκε, τον κίνδυνο για την τυχαία καταστροφή ή τη χειροτέρευσή του φέρει ο αγοραστής.
Προκειμένου για ακίνητο, αν η μεταγραφή της πώλησης έγινε πριν από την παράδοση, ο αγοραστής φέρει τον κίνδυνο από τη μεταγραφή.

Άρθρο 523
Σε περίπτωση που η πώληση είναι υπό αίρεση, αν το πράγμα που πουλήθηκε παραδόθηκε στον αγοραστή ενόσω εκκρεμεί ακόμη η αίρεση, τον κίνδυνο για την τυχαία καταστροφή ή χειροτέρευσή του, που συνέβη πριν από την πλήρωση της αίρεσης, τον φέρει ο πωλητής αν η αίρεση είναι αναβλητική, και ο αγοραστής αν η αίρεση είναι διαλυτική.

Άρθρο 524
Αν ο πωλητής, με αίτηση του αγοραστή, στέλνει το πράγμα σε τόπο διαφορετικό από τον τόπο της εκπλήρωσης της παροχής, ο αγοραστής φέρει τον κίνδυνο αφότου το πράγμα παραδοθεί για αποστολή.

Άρθρο 525
Από τη στιγμή που ο αγοραστής φέρει τον κίνδυνο, παίρνει τα ωφελήματα και φέρει τα βάρη του πράγματος.

Άρθρο 526 - Έξοδα για την παράδοση και την παραλαβή
Ο πωλητής βαρύνεται με τα έξοδα για την παράδοση του πράγματος που πουλήθηκε και ιδίως για το ζύγισμα, τη μέτρηση ή την αρίθμηση˙ ο αγοραστής βαρύνεται με τα έξοδα της παραλαβής και της αποστολής σε τόπο διαφορετικό από τον τόπο της εκπλήρωσης.

Άρθρο 527 - Έξοδα για τη σύμβαση και τη μεταγραφή
Τα έξοδα ή τα τέλη που απαιτούνται για την έγγραφη κατάρτιση της σύμβασης βαρύνουν εξίσου και τα δύο μέρη.
Ο αγοραστής ακινήτου ή δικαιώματος σε ακίνητο βαρύνεται με τα έξοδα της μεταγραφής.

Άρθρο 528 - Δαπάνες πριν από την παράδοση
Σε όσες περιπτώσεις ο αγοραστής φέρει τον κίνδυνο πριν από την παράδοση, έχει την υποχρέωση, σύμφωνα με τις διατάξεις για την εντολή, να αποδώσει τις δαπάνες που, ύστερα από τη μετάθεση του κινδύνου στον αγοραστή και έως την παράδοση, έγιναν αναγκαίες για το πράγμα που πουλήθηκε και που τις κατέβαλε ο πωλητής. Για άλλες δαπάνες μη αναγκαίες ισχύουν οι διατάξεις για τη διοίκηση αλλοτρίων.

Άρθρο 529 - Τόκος του τιμήματος
Αν δεν πιστώθηκε το τίμημα, ο αγοραστής οφείλει γι' αυτό τόκους, αφότου παίρνει τα ωφελήματα του πράγματος.

Άρθρο 530 - Αγοραία ή χρηματιστηριακή τιμή
Αν ορίστηκε ως τίμημα η αγοραία ή η χρηματιστηριακή τιμή, σε περίπτωση αμφιβολίας θεωρείται ότι τα μέρη απέβλεψαν στη μέση τιμή της αγοράς ή του χρηματιστηρίου κατά το χρόνο και στον τόπο της εκπλήρωσης της παροχής.
Αν το τίμημα του πράγματος ορίστηκε κατά βάρος, σε περίπτωση αμφιβολίας θεωρείται ότι τα μέρη απέβλεψαν στο καθαρό βάρος.

Άρθρο 531 - Πίστωση του τιμήματος
Αν ο πωλητής εκπλήρωσε τη σύμβαση εξ ολοκλήρου και πίστωσε το τίμημα, δεν έχει δικαίωμα να υπαναχωρήσει εξ αιτίας καθυστέρησης του τιμήματος.

Άρθρο 532 - Όρος διατήρησης της κυριότητας
Αν στην πώληση έχει τεθεί ο όρος ότι ο πωλητής διατηρεί την κυριότητα ωσότου αποπληρωθεί το τίμημα, σε περίπτωση αμφιβολίας λογίζεται ότι η μεταβίβαση της κυριότητας στον αγοραστή επέρχεται μόλις πληρωθεί η αίρεση της αποπληρωμής του τιμήματος και ότι ο πωλητής, σε περίπτωση υπερημερίας του αγοραστή, έχει δικαίωμα είτε να απαιτήσει το τίμημα είτε να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, ασκώντας τα δικαιώματά του από την κυριότητα.
Σ' αυτή την περίπτωση ο αγοραστής φέρει τον κίνδυνο αφότου του παραδοθεί το πράγμα.

Άρθρο 533 - Απαγόρευση αγοράς.
Σε περίπτωση πώλησης με αναγκαστικό ή εκούσιο πλειστηριασμό απαγορεύεται να αγοράσουν είτε αυτοπροσώπως είτε διαμέσου άλλου είτε για λογαριασμό άλλου: 1. εκείνοι που έχουν από το νόμο τη διαχείριση της περιουσίας κάποιου, πράγματα από αυτή την περιουσία˙ 2. οι εντολοδόχοι ή διαχειριστές, πράγματα των οποίων τους έχει ανατεθεί η πώληση˙ 3. δημόσια πρόσωπα ή οι βοηθοί τους, πράγματα που η πώλησή τους γίνεται με τη μεσολάβησή τους.

Άρθρο 534 - Πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων
"Ο πωλητής υποχρεούται να παραδώσει το πράγμα με τις συνομολογημένες ιδιότητες και χωρίς πραγματικά ελαττώματα".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 535
"Ο πωλητής δεν εκπληρώνει την κατά το προηγούμενο άρθρο υποχρέωσή του, αν το πράγμα που παραδίδει στον αγοραστή δεν ανταποκρίνεται στη σύμβαση και ιδίως:
1. δεν ανταποκρίνεται στην περιγραφή που έχει γίνει από τον πωλητή ή στο δείγμα ή υπόδειγμα που ο πωλητής είχε παρουσιάσει στον αγοραστή.
2. δεν είναι κατάλληλο για το σκοπό της συγκεκριμένης σύμβασης και ιδιαίτερα για τη σύμφωνη με το σκοπό αυτόν ειδική χρήση.
3. δεν είναι κατάλληλο για τη χρήση για την οποία προορίζονται συνήθως πράγματα της ίδιας κατηγορίας.
4. δεν έχει την ποιότητα ή την απόδοση που ο αγοραστής ευλόγως προσδοκά από πράγματα της ίδιας κατηγορίας, λαμβάνοντας υπόψη και τις δημόσιες δηλώσεις του πωλητή, του παραγωγού ή του αντιπροσώπου του, στο πλαίσιο ιδίως της σχετικής διαφήμισης ή της επισήμανσης, εκτός αν ο πωλητής δεν γνώριζε ούτε όφειλε να γνωρίζει τη σχετική δήλωση".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 536 - Πλημμελής εγκατάσταση
"Το πράγμα δεν ανταποκρίνεται στη σύμβαση και σε περίπτωση πλημμελούς εγκατάστασής του, αν η εγκατάσταση αποτελεί μέρος της σύμβασης και πραγματοποιήθηκε από τον πωλητή. Το ίδιο ισχύει και όταν η πλημμέλεια της εγκατάστασης που έγινε από τον αγοραστή οφείλεται στην παράλειψη του πωλητή να του παράσχει τις σωστές οδηγίες".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 537 - Ευθύνη για ελλείψεις
"Ο πωλητής ευθύνεται ανεξάρτητα από υπαιτιότητά του αν το πράγμα, κατά το χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει στον αγοραστή, έχει πραγματικά ελαττώματα ή στερείται τις συνομολογημένες ιδιότητες, εκτός αν ο αγοραστής κατά τη σύναψη της σύμβασης γνώριζε ότι το πράγμα δεν ανταποκρίνεται στη σύμβαση ή η μη ανταπόκριση οφείλεται σε υλικά που χορήγησε ο αγοραστής.
Το ελάττωμα ή η έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας που διαπιστώνεται μέσα σε έξι μήνες από την παράδοση του πράγματος τεκμαίρεται ότι υπήρχε κατά την παράδοση, εκτός αν τούτο δεν συμβιβάζεται με τη φύση του πράγματος που πουλήθηκε ή με τη φύση του ελαττώματος ή της έλλειψης".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 538 - Ρήτρα μη ευθύνης
(Το παρόν άρθρο καταργήθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 3 άρθρου 2 Ν. 3043/2002, ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 539
(Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με το άρθρο 53 ΕισΝΚΠολΔ).

Άρθρο 540 - Δικαιώματα του αγοραστή
"Στις περιπτώσεις ευθύνης του πωλητή για πραγματικό ελάττωμα ή για έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ο αγοραστής δικαιούται κατ επιλογήν του: 1. να απαιτήσει, χωρίς επιβάρυνσή του, τη διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν μια τέτοια ενέργεια είναι αδύνατη ή απαιτεί δυσανάλογες δαπάνες. 2. να μειώσει το τίμημα. 3. να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός αν πρόκειται για επουσιώδες πραγματικό ελάττωμα.
Ο πωλητής οφείλει να πραγματοποιήσει τη διόρθωση ή την αντικατάσταση σε εύλογο χρόνο και χωρίς σημαντική ενόχληση του αγοραστή".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).
Άρθρο 541
"Ο αγοραστής μπορεί, αν διαπιστωθεί αργότερα και άλλο ελάττωμα, να ασκήσει εκ νέου ένα από τα δικαιώματα του προηγούμενου άρθρου. Το ίδιο ισχύει και όταν λείπει συνομολογημένη ιδιότητα".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 542
"Το δικαστήριο μπορεί, μολονότι ο αγοραστής άσκησε το δικαίωμα υπαναχώρησης, να επιδικάσει μόνο μείωση του τιμήματος ή να διατάξει αντικατάσταση του πράγματος, αν κρίνει ότι οι περιστάσεις δεν δικαιολογούν την υπαναχώρηση".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 543
"Αν κατά το χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει στον αγοραστή λείπει η συνομολογημένη ιδιότητα του πράγματος, ο αγοραστής δικαιούται, αντί για τα δικαιώματα του άρθρου 540, να απαιτήσει αποζημίωση για μη εκτέλεση της σύμβασης ή, σωρευτικά με τα δικαιώματα αυτά, να απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία που δεν καλύπτεται από την άσκησή τους. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση παροχής ελαττωματικού πράγματος, η οποία οφείλεται σε πταίσμα του πωλητή".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 544
"Ο πωλητής δεν ευθύνεται σε αποζημίωση για έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας, αν η ιδιότητα αυτή υπήρχε κατά τη σύναψη της σύμβασης, αλλά έπαυσε να υπάρχει χωρίς υπαιτιότητα του πωλητή πριν μεταβεί ο κίνδυνος στον αγοραστή".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).
Άρθρο 545 - Ανεπιφύλακτη παραλαβή
"Αν ο αγοραστής παρέλαβε το πράγμα χωρίς επιφύλαξη, γνωρίζοντας το ελάττωμα ή την έλλειψη της συνομολογημένης ιδιότητας, λογίζεται ότι το αποδέχθηκε".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 546 - Δικαιώματα του πωλητή
"Το δικαίωμα αντικατάστασης του πράγματος κατά το άρθρο 540 το έχει με τους ίδιους όρους και ο πωλητής, εφόσον η άσκησή του δεν είναι ασύμφορη για τον αγοραστή.
Αν ο αγοραστής προβάλλει ευθύνη του πωλητή για ελαττώματα ή για έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων, ο πωλητής δικαιούται να του τάξει εύλογη προθεσμία για να απαιτήσει αντικατάσταση του πράγματος ή να υπαναχωρήσει. Αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, η άσκηση των δικαιωμάτων αυτών αποκλείεται".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 547 - Ενέργεια υπαναχώρησης ή αντικατάστασης λόγω ελλείψεων
"Αν ο αγοραστής υπαναχωρήσει από τη σύμβαση λόγω πραγματικού ελαττώματος ή έλλειψης συνομολογημένης ιδιότητας, έχει υποχρέωση να αποδώσει το πράγμα ελεύθερο από κάθε βάρος που του προσέθεσε ο ίδιος, καθώς και τα ωφελήματα που αποκόμισε. Ο πωλητής επιστρέφει το τίμημα με τόκο, τα έξοδα της πώλησης, καθώς και όσα ο αγοραστής δαπάνησε για το πράγμα.
Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αντικατάστασης του πράγματος".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 548 - Καταστροφή ή χειροτέρευση του πράγματος
"Ο αγοραστής έχει δικαίωμα να ζητήσει αντικατάσταση ή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση ή να μειώσει το τίμημα και αν ακόμη το πράγμα καταστράφηκε ή χειροτέρεψε εξαιτίας του ελαττώματος".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 549
"Αν το πράγμα εξ ολοκλήρου ή σε μεγάλο μέρος καταστράφηκε ή χάθηκε ή χειροτέρεψε ουσιωδώς από τυχαίο περιστατικό, ο αγοραστής έχει δικαίωμα μόνο σε μείωση του τιμήματος.
Το ίδιο ισχύει και αν το πράγμα μεταποιήθηκε ή εκποιήθηκε εξ ολοκλήρου ή σε μεγάλο μέρος από τον αγοραστή".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 550 - Πώληση ορισμένης έκτασης
"Αν ο πωλητής ακινήτου διαβεβαίωσε τον αγοραστή ότι το ακίνητο έχει ορισμένη έκταση, ευθύνεται όπως και για συνομολογημένη ιδιότητα. Ο αγοραστής έχει δικαίωμα υπαναχώρησης για ελλιπή έκταση τότε μόνο όταν η έλλειψη είναι τόσο σημαντική, ώστε ο αγοραστής δεν έχει συμφέρον στη σύμβαση".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 551 - Πώληση περισσότερων πραγμάτων
"Αν από περισσότερα πράγματα που πουλήθηκαν μερικά μόνο έχουν ελάττωμα ή δεν έχουν τη συνομολογημένη ιδιότητα, το δικαίωμα αντικατάστασης ή υπαναχώρησης περιορίζεται μόνο σε αυτά, και αν ακόμη ορίσθηκε ενιαίο τίμημα για όλα. Αν όμως κατά την πρόθεση των μερών τα πράγματα πουλήθηκαν αθρόα ή ως σύνολο και εκείνα που έχουν το ελάττωμα ή την έλλειψη δεν μπορούν να αποχωριστούν από τα υπόλοιπα χωρίς να ζημιωθεί ο ένας από τους συμβαλλομένους, το δικαίωμα αντικατάστασης ή υπαναχώρησης επεκτείνεται σε όλα".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 552
"Η αντικατάσταση ή υπαναχώρηση για το κύριο πράγμα περιλαμβάνει και το παρεπόμενο, και αν ακόμη ορίστηκε γι' αυτό ιδιαίτερο τίμημα".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 553 - Πώληση με περισσότερους πωλητές ή αγοραστές
"Αν οι πωλητές ή οι αγοραστές είναι περισσότεροι, για το δικαίωμα αντικατάστασης εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 396, ενώ το δικαίωμα μείωσης του τιμήματος ασκείται και από τον καθέναν ή κατά καθενός συμμέτρως. Το ίδιο ισχύει και αν ο πωλητής ή ο αγοραστής κληρονομηθεί από πολλούς".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 554 - Παραγραφή
"Τα δικαιώματα του αγοραστή λόγω πραγματικού ελαττώματος ή έλλειψης συνομολογημένης ιδιότητας παραγράφονται μετά την πάροδο πέντε ετών για τα ακίνητα και δύο ετών για τα κινητά".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).
Άρθρο 555
"Η παραγραφή αρχίζει από την παράδοση του πράγματος στον αγοραστή. Το ίδιο ισχύει και αν ο αγοραστής ανακάλυψε το ελάττωμα ή την έλλειψη της ιδιότητας αργότερα.
Αν ο αγοραστής ζήτησε να διεξαχθεί συντηρητική απόδειξη, η παραγραφή διακόπτεται έως το τέλος της διαδικασίας αυτής".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 556
"Αν συμφωνήθηκε προθεσμία ευθύνης του πωλητή για ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας, αυτό σε περίπτωση αμφιβολίας σημαίνει ότι η παραγραφή για τα ελαττώματα ή τις ελλείψεις που εκδηλώθηκαν μέσα στην προθεσμία αρχίζει από τότε που εκδηλώθηκαν".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 557
"Ο πωλητής δεν μπορεί να επικαλεστεί την παραγραφή των προηγούμενων άρθρων, αν απέκρυψε ή αποσιώπησε με δόλο το ελάττωμα ή την έλλειψη της συνομολογημένης ιδιότητας".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 558
"Ο αγοραστής μπορεί και μετά τη συμπλήρωση του χρόνου της παραγραφής να ασκήσει με ένσταση τα δικαιώματά του από το ελάττωμα ή την έλλειψη της συνομολογημένης ιδιότητας, εφόσον ειδοποίησε γι' αυτά τον πωλητή μέσα στο χρόνο της παραγραφής".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).



Άρθρο 559 - Παροχή εγγύησης
"Αν ο πωλητής ή τρίτος έχει παράσχει εγγύηση για το πράγμα που πουλήθηκε, ο αγοραστής έχει, έναντι εκείνου που εγγυήθηκε, τα δικαιώματα που απορρέουν από τη δήλωση της εγγύησης σύμφωνα με τους όρους που περιέχονται σε αυτήν ή τη σχετική διαφήμιση, χωρίς να παραβλάπτονται τα δικαιώματά του που πηγάζουν από το νόμο".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 560 - Αναγωγή
"Σε περίπτωση διαδοχικών πωλήσεων και ευθύνης του τελικού πωλητή λόγω πραγματικού ελαττώματος ή έλλειψης συνομολογημένης ιδιότητας, η παραγραφή των δικαιωμάτων του κατά προηγούμενου πωλητή λόγω του ελαττώματος ή της έλλειψης αρχίζει από τότε που ικανοποιήθηκε ο αγοραστής, εκτός αν προηγήθηκε τελεσίδικη δικαστική απόφαση κατά του τελικού πωλητή, οπότε η παραγραφή αρχίζει από την τελεσιδικία της απόφασης αυτής. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται για την παραγραφή οι διατάξεις των άρθρων 554 έως 558".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192).

Άρθρο 561
"Οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και σε περίπτωση αναγωγής εναντίον κάθε προηγούμενου πωλητή του ίδιου πράγματος".

Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από 21.08.2002 με την παρ. 1 άρθρου 1 Ν. 3043/2002 (ΦΕΚ Α' 192). *** Βλέπε και παρ. 1 άρθρου 3 Π.Δ. 301/2002 (ΦΕΚ Α' 267) για την δυνατότητα ασκήσεως της συλλογικής αγωγής κάθε νομιμοποιούμενου φορέα από άλλο Κράτος-Μέλος όταν θίγονται τα συμφέροντα που προστατεύει για παραβάσεις των διατάξεων που αφορούν την ευθύνη του πολίτη για πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων των άρθρων 540 έως 561 ΑΚ και διαπράττονται στην Ελληνική Επικράτεια.

Άρθρο 562 - Άλλες ανταλλακτικές συμβάσεις
Οι διατάξεις οι σχετικές με την ευθύνη του πωλητή για ελαττώματα του πράγματος ή για έλλειψη συμφωνημένων ιδιοτήτων εφαρμόζονται αναλόγως και σε άλλες συμβάσεις εκποίησης με αντάλλαγμα.

Άρθρο 563 - Πώληση με δοκιμή
Η πώληση με δοκιμή λογίζεται, σε περίπτωση αμφιβολίας, ότι τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της έγκρισης του αγοραστή. Ο αγοραστής είναι ελεύθερος να εγκρίνει ή να αποποιηθεί.

Άρθρο 564
Ο αγοραστής έχει δικαίωμα να εκφραστεί μόνο μέσα στην προθεσμία που έχει ταχθεί ή, αν δεν υπάρχει προθεσμία, μόνο μέσα σε εύλογη προθεσμία που τάσσει ο πωλητής.
Αν το πράγμα που πουλήθηκε με δοκιμή έχει παραδοθεί στον αγοραστή, η σιωπή του λογίζεται ως έγκριση, αλλιώς ως αποποίηση.

Άρθρο 565 - Σύμφωνο εξώνησης
Με το σύμφωνο της εξώνησης ο πωλητής έχει δικαίωμα μέσα σε ορισμένη προθεσμία να πάρει πίσω το πράγμα αντί τιμήματος που έχει συμφωνηθεί.

Άρθρο 566 - Τίμημα, προθεσμία
Αν δεν συμφωνήθηκε τίμημα για την εξώνηση, ως τίμημα λογίζεται το τίμημα της πώλησης.
Η προθεσμία για την εξώνηση είναι πενταετής, αν δεν συμφωνήθηκε άλλη ή αν αυτή που συμφωνήθηκε είναι μακρότερη.

Άρθρο 567 - Δήλωση για την εξώνηση
Η εξώνηση συντελείται με τη δήλωση του πωλητή προς τον αγοραστή ότι ασκεί το δικαίωμα της εξώνησης. Η δήλωση πρέπει να γίνει με τον ίδιο τύπο που ορίζει ο νόμος για τη σύμβαση της πώλησης.

Άρθρο 568 - Ενέργεια
Όταν συντελεστεί η εξώνηση, ο αγοραστής έχει υποχρέωση να επιστρέψει το πράγμα μαζί με τα παραρτήματά του ελεύθερο από τα βάρη με τα οποία το έχει επιβαρύνει πριν από την εξώνηση και ο πωλητής έχει υποχρέωση να καταβάλει το τίμημα. Για τα πριν από την εξώνηση ωφελήματα δεν παρέχεται αξίωση.

Άρθρο 569
Ο αγοραστής έχει υποχρέωση αποζημίωσης, αν κατά την εξώνηση είναι αδύνατη από υπαιτιότητά του η απόδοση του πράγματος στην κατάσταση που το παρέλαβε.
Το ίδιο ισχύει και αν το πράγμα εκποιήθηκε αναγκαστικά πριν από την εξώνηση.

Άρθρο 570
Αν το πράγμα καταστράφηκε πριν από την εξώνηση εξ ολοκλήρου ή σε μεγάλο μέρος, χωρίς υπαιτιότητα του αγοραστή, το δικαίωμα της εξώνησης αποσβήνεται. Αν το πράγμα έχει χειροτερέψει, ο πωλητής δεν έχει δικαίωμα σε μείωση του τιμήματος της εξώνησης.

Άρθρο 571
Ο αγοραστής έχει δικαίωμα να απαιτήσει τις δαπάνες που έγιναν πάνω στο πράγμα πριν από την εξώνηση, μόνο εφόσον αυξήθηκε από αυτές η αξία του. Ο αγοραστής μπορεί να αφαιρέσει το κατασκεύασμα που έχει προστεθεί.

Άρθρο 572 - Εξώνηση υπέρ ή κατά περισσοτέρων
Αν το δικαίωμα της εξώνησης ανήκει ή περιήλθε σε περισσότερους ή αρμόζει κατά περισσοτέρων υποχρέων, μπορεί να ασκηθεί μόνο από όλους και εναντίον όλων. Αν όμως κάποιος από τους δικαιούχους παραιτήθηκε από το δικαίωμα ή το έχασε, οι υπόλοιποι το ασκούν εξ ολοκλήρου.

Άρθρο 573 - Ανταλλαγή
Στην ανταλλαγή εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για την πώληση. Ο καθένας από τους συμβαλλομένους κρίνεται ως πωλητής για την παροχή που τον βαρύνει και ως αγοραστής για την παροχή που απαιτεί.