Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΕΡΑΝΩΝ ΑΡΘΡΑ 122-126 ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΑΠΟ ΚΑΡΑΚΩΣΤΑ

ΑΡΘΡΟ 122
ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΕΡΑΝΩΝ

Επιτροπές από πέντε τουλάχιστον μέλη, που έχουν σκοπό να συγκεντρώσουν χρήματα ή άλλα αντικείμενα με εράνους, γιορτές ή άλλα παρόμοια μέσα, για την εξυπηρέτηση ορισμένου σκοπού δημόσιου ή κοινωφελούς (επιτροπές εράνων), αποκτούν νομική προσωπικότητα με διάταγμα.

------------------------------------------------------------------------------------------------------
Επιτροπή εράνου σύμφωνα με τη διάταξη είναι η με διάταγμα εγκρινομένη ένωση πέντε τουλάχιστον προσώπων με σκοπό τη συλλογή χρημάτων ή άλλων αντικειμένων για την εξυπηρέτηση ορισμένου δημόσιου ή κοινωφελούς σκοπού.
Η επιτροπή εράνου παρά την ομοιότητά της με το ίδρυμα διαφέρει αφενός μεν διότι ο σκοπός της είναι παροδικός αφετέρου γιατί η αφιερούμενη περιουσία για την εξυπηρέτηση του σκοπού συγκεντρώνεται εκ των υστέρων από διάφορα πρόσωπα που δεν είναι εκ των προτέρων καθορισμένα.
Η συλλογή των χρημάτων ή άλλων αντικειμένων γίνεται κυρίως με έρανο αλλά και με δημόσιες παραστάσεις, φιλανθρωπικές εορτές ή αγορές.
Προϋποθέσεις σύστασης επιτροπής: (α) ένωση πέντε τουλάχιστον προσώπων (φυσικά ή νομικά ικανά όμως για δικαιοπραξία) (β) συστατική πράξη, η οποία υπόκεινται σε έγγραφο τύπο και περιλαμβάνει τις δηλώσεις των προσώπων για τη σύσταση της επιτροπής και τον επιδιωκόμενο σκοπό που μπορεί να είναι δημόσιος ή κοινωφελής και (γ) έκδοση διατάγματος που να εγκρίνει τη σύσταση της ερανικής επιτροπής.
Οι παροχές των τρίτων προς την ερανική επιτροπή αποτελούν δωρεές υπό τρόπον και δεν υπόκειται σε ανάκληση.
Ο τρίτος υπέρ του οποίου ενεργήθηκε ο έρανος έχει αγωγή κατ΄ αυτού που ενήργησε τον έρανο για τα εισπραχθέντα.


ΑΡΘΡΟ 123
ΣΥΣΤΑΤΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ

Το διάταγμα περιέχει τον οργανισμό και τα μέλη της επιτροπής και καθορίζει το έργο και την έδρα της, καθώς και το χρονικό διάστημα για να περατώσει το έργο της.
Το διάστημα αυτό μπορεί να παραταθεί.

--------------------------------------------------------------------------------------------------------
Με τη διάταξη καθορίζεται το περιεχόμενο του εγκριτικού διατάγματος. Αυτό περιλαμβάνει: (α) τον οργανισμό της επιτροπής που πρέπει να καθορίζεται στην συστατική πράξη, αν δεν καθορίζεται ή καθορίστηκε ατελώς, καθορίζεται από το διάταγμα το οποίο μπορεί και να τον τροποποιεί, το μόνο όργανο της επιτροπής είναι η διοίκησή της που αποτελείται από όλα τα μέλη της και ασκείται κατά τις γενικές διατάξεις περί νομικών προσώπων (άρθρο 65 επ ΑΚ) (β) τα μέλη της επιτροπής, η διοίκηση είναι ελεύθερη με διάταγμα να αντικαθιστά τα μέλη και να συμπληρώσει αυτά που λείπουν (γ) το έργο και την έδρα της επιτροπής, ως έργο νοείται ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει η συλλογή των χρημάτων ή άλλων αντικειμένων και ο τρόπος ικανοποίήσεως του σκοπού (δ) το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο η επιτροπή πρέπει να περατώσει το έργο της, το διάστημα αυτό μπορεί να παραταθεί με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως πριν όμως από τη λήξη του χρόνου που έχει ήδη ταχθεί.

ΑΡΘΡΟ 124
ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΥΤΟΔΙΚΑΙΩΣ

Η επιτροπή παύει να υπάρχει μόλις περάσει ο χρόνος που είχε ταχθεί ή περατωθεί το έργο της.

---------------------------------------------------------------------------------------------------
Σύμφωνα με τη διάταξη η επιτροπή παύει να υπάρχει με την πάροδο του αρχικού χρόνου που είχε ταχθεί με διάταγμα ή του κατά παράταση τέτοιου, και ανεξάρτητα από το αν περατώθηκε ή όχι το έργο της.
Παύση της επιτροπής επέρχεται και με την περάτωση του έργου της, έστω και αν δεν πέρασε ο χρόνος που είχε ταχθεί για αυτό.
Για την παύση δεν απαιτείται η έκδοση διατάγματος. γιατί αυτή επέρχεται αυτοδικαίως.
Μετά την παύση ακολουθεί το στάδιο της εκκαθάρισεως που ρυθμίζεται από τις γενικές διατάξεις (ΑΚ 72-77), η δε τυχόν απομένουσα περιουσία περιέρχεται στο Δημόσιο.

ΑΡΘΡΟ 125
ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΜΕ ΔΙΑΤΑΓΜΑ

Η επιτροπή μπορεί να διαλυθεί με διάταγμα: 1. αν αποφασίσει η ίδια να διαλυθεί 2. αν έχει παρεκκλίνει από το έργο της 3. αν η εκτέλεση του έργου της έγινε ανέφικτη ή συνάγεται οπωσδήποτε ότι εγκαταλείφθηκε 4. αν ο σκοπός έγινε παράνομος ή ανήθικος ή αντιβαίνει στη δημόσια τάξη.

----------------------------------------------------------------------------------------------------------
Η διάλυση της ερανικής επιτροπής για τους λόγους που προβλέπει η διάταξη επέρχεται με τη δημοσίευση του διατάγματος για τη διάλυσή της.
Η διάλυσή της επιτροπής για τους παραπάνω λόγους εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της αρμόδιας αρχής.
Μετά τη διάλυση ακολουθεί το στάδιο της εκκαθάρισης, η δε περιουσία που απομένει περιέρχεται στο Δημόσιο (ΑΚ 77) καθόσον αυτή δεν μπορεί να διανεμηθεί στα μέλη της ή σε ορισμένα πρόσωπα.

ΑΡΘΡΟ 126
ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ

Αν ο οργανισμός προβλέπει ότι η περιουσία που έχει συγκεντρωθεί από την επιτροπή θα χρησιμοποιηθεί για ορισμένο διαρκή σκοπό, για την περαιτέρω εκπλήρωσή του πρέπει να συσταθεί ίδρυμα και εφαρμόζονται οι διατάξεις για το ίδρυμα.

--------------------------------------------------------------------------------------------------------
Η διάταξη ρυθμίζει την περίπτωση που ο οργανισμός προβλέπει ότι η περιουσία που έχει συγκεντρωθεί από την επιτροπή θα χρησιμοποιηθεί για ορισμένο διαρκή σκοπό. Σε τέτοια περίπτωση η διάταξη ορίζει ότι για την περαιτέρω εκπλήρωση του σκοπού θα πρέπει να συσταθεί ίδρυμα.
Για τη μετατροπή αυτήτης ερανικής επιτροπής σε ίδρυμα απαιτείται η έκδοση διατάγματος, από τη δημοσίευση δε αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως επέρχεται η σύσταση του ιδρύματος, χωρίς να απαιτείται κατάρτιση ιδρυτικής πράξης από την επιτροπή, ούτε η διάλυση και η εκκαθάριση της επιτροπής.
Η περιουσία περιέρχεται αυτοδικαίως στο ίδρυμα και δεν απαιτούνται μεταβιβαστικές πράξεις.
Κατά τον ίδιο τρόπο περιέρχονται και οι υποχρεώσεις της επιτροπής στο ίδρυμα.

Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

Σ.Ο.Σ. ΙΔΡΥΜΑ ΑΡΘΡΑ 108-121 ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΑΠΟ ΚΑΡΑΚΩΣΤΑ

ΑΡΘΡΟ 108
ΙΔΡΥΜΑ

Αν με ιδρυτική πράξη μια περιουσία ορίστηκε για να εξυπηρετηθεί ορισμένος σκοπός, το ίδρυμα αποκτά προσωπικότητα με διάταγμα που εγκρίνει τη σύστασή του.

---------------------------------------------------------------------------------------------------------
Ίδρυμα είναι η έχουσα νομική προσωπικότητα οργάνωση που επιδιώκει ορισμένο σκοπό με την περιουσία που τάχθηκε για την εξυπηρέτηση του σκοπού.
Όπως προκύπτει από τον ορισμό στοιχεία του ιδρύματος είναι: (α) ο οργανισμός δηλαδή ο τρόπος διοίκησης και λειτουργίας (β) ο σκοπός (γ) η περιουσία και (δ) η νομική προσωπικότητα.
Προϋποθέσεις σύστασης του ιδρύματος είναι: (α) ιδρυτική (συστατική) πράξη με την οποία εκφράζεται η θέληση του ιδρυτή να αφιερώσει ορισμένη περιουσία για εξυπηρέτηση ορισμένου σκοπού, πρόκειται για μονομερή μη απευθυντέα δήλωση βουλήσεως του ιδρυτή η οποία τελεί υπό την αίρεση της έγκρισης του ιδρυτικού διατάγματος, περισσότερα πρόσωπα μπορούν να συστήνουν ίδρυμα, η ιδρυτική πράξη ως δικαιοπραξία πρέπει να μην άκυρη ή ακυρώσιμη καθώς η ακυρότητά της δεν μπορεί να θεραπευθεί με εγκριτικό διάταγμα (β) η έκδοση διατάγματος επειδή οι σκοποί των ιδρυμάτων είναι ζήτημα γενικότερης ή ειδικότερης πολιτικής του κράτους και για αυτό η έγκρισή τους πρέπει να αφήνεται στην κρατική εξουσία, η έγκριση προκαλείται αυτεπάγγελτα από τη διοίκηση, το ίδρυμα αποκτά νομική προσωπικότητα με τη δημοσίευση του διατάγματος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και δεν μπορεί να ανατρέξει σεε χρόνο προγενέστερο της δημοσιεύσεως.
Στην ιδρυτική πράξη πρέπει να καθορίζεται η περιουσία που τάσσεται προς εξυπηρέτηση ορισμένου σκοπού. Η περιουσία πρέπει να υπάρχει και όχι να προσδοκάται.
Ουσιώδες στοιχείο της ιδρυτικής πράξης είναι ο καθορισμός του σκοπού του ιδρύματος, πρέπει να έχει κάποια διάρκεια, και μπορεί να είναι ιδιωτικός, δημόσιος ή κοινωφελής, να μην αντίκειται σε απαγορευτική διάταξη ή χρηστά ήθη. Μπορούν να υπάρχουν περισσότεροι σκοποί συγγενείς μεταξύ τους.
Τα κοινωφελή ιδρύματα υπάγονται στην εποπτεία του Υπουργείου Οικονομικών, ο έλεγος του οποίου πρέπει να περιορίζεται στην τήρηση των διατάξεων του νόμου και της συστατικής πράξεως και δεν μπορεί να είναι ουσιαστικός.

ΑΡΘΡΟ 109
ΙΔΡΥΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ

Η ιδρυτική πράξη γίνεται είτε με δικαιοπραξία εν ζωή είτε με διάταξη τελευταίας βούλησης. Η δικαιοπραξία εν ζωή απαιτείται να γίνει με συμβολαιογραφικό έγγραφο.

-------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Η ιδρυτική πράξη γίνεται είτε με δικαιοπραξία εν ζωή είτε με διάταξη τελευταίας βούλησης, πρόκειται για μονομερή μη απευθυντέα δήλωση βουλήσεως του ιδρυτή.
Η ιδρυτική πράξη αποκτά ενέργεια από την έκδοση του διατάγματος. Είναι δυνατή η προσθήκη αιρέσεως ή προθεσμίας στην ιδρυτική πράξη.
Η εν ζωή δικαιοπραξία για σύσταση ιδρύματος είναι μονομερής δήλωση βουλήσεως μη απευθυντέα και είναι τέλεια από τη σύνταξη του συμβολαιογραφικού εγγράφου και δεν απαιτείται να γίνει δεκτή από το εκγριθέν ύστερα νομικό πρόσωπο του ιδρύματος. Ο ιδρυτής (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) απαιτείται να είναι ικανός σε δικαιοπραξία. Σε ιδρυτική πράξη μπορεί να προβεί και ο περιορισμένα ικανός εφόσον αυτός μπορεί να διαθέτει ελεύθερα ΑΚ 135. Ο θάνατος ή η ανικανότητα για δικαιοπραξία του ιδυρυτή μετά την υπογραφή του συμβολαιογραφικού εγγράφου και πριν την έκδοση του διατάγματος δεν ματαιώνει την ενέργεια της ιδρυτικής πράξης.  Αν δεν τηρηθεί ο συμβολαιογραφικός τύπος η ιδυρτικη΄πράξη είναι άκυρη και δεν μπορεί να εκδοθεί διάτγμα. Η ιδρυτική πράξη αποτελεί χαριστική δικαιοπραξία  δεν έχει όμως την έννοια της δωρεάς. Η εν ζωή δικαιοπραξία μπορεί να γίνει και με αντιπρόσωπο και μπορεί να εξαρτάται υπό αίρεση ή προθεσμία.
Η ιδρυτική πράξη μπορεί να γίνει και με διάταξη τελευταίας βούλησης. Μπορεί να γίνει με ιδιόγραφη, δημόσια, μυστική και έκτακτη διαθήκη. Η δήλωση για σύσταση ιδρύματος συνιστά ανάλογα εγκατάσταση κληρονόμου ή κληροδόχου. Η διαθήκη που συνιστά ίδρυμα κρίνεται και ως προς την προσβολή της νόμιμης μοίρας του μεριδούχου και την καταδολίευση των δανειστών.


ΑΡΘΡΟ 110
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΙΔΡΥΤΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

Στην ιδρυτική πράξη πρέπει να καθορίζεται ο σκοπός του ιδρύματος, η περιουσία που αφιερώνεται και ο οργανισμός του.
Το διάταγμα που εγκρίνει το ίδρυμα μπορεί να ορίσει ή να συμπληρώσει ή να τροποποιήσει τον οργανισμό, με τον όρο ότι η θέληση του ιδρυτή θα παραμείνει σεβαστή. Η συμπλήρωση ή η τροποποίηση μπορεί να γίνει με τους ίδιους όρους και με μεταγενέστερο διάταγμα με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 119.

------------------------------------------------------------------------------------------------------

Αναγκαία στοιχεία είναι ο σκοπός του ιδρύματος, η περιουσία που αφιερώνεται και ο οργανισμός αυτού. Τα δύο πρώτα είναι ουσιώδη στοιχεία για το κύρος της ιδρυτικής πράξης και εφόσον δεν περιέχονται καθιστούν την ιδρυτική πράξη άκυρη και το διάταγμα ανυπόστατο και δεν μπορεί να καλύψει την ακυρότητα της δικαιοπραξίας. Αντίθετα η έλλειψη του οργανισμού δεν επιφέρει ακυρότητα γιατί σύμφωνα με ΑΚ 110 παρ. 2 η διοίκηση μπορεί με το διάταγμα να τον ορίσει ή να τον συμπληρώσει προς κάλυψη ενδεχόμενων κενών ή να τον τροποποιήσει.
Ο καθορισμός του σκοπού πρέπει να γίνεται με ακρίβεια. Τυχόν αοριστία του δεν έχει ως συνέπεια την ακυρότητα της ιδρυτικής πράξης αλλά θεωρείται ότι ο ακριβής καθορισμός του έχει αφεθεί από τον ιδυρτή στην αρμόδια αρχή. Ο σκοπός  δεν απαιτείται να είναι διηνεκής αλλά να έχει κάποια διάρκεια και δεν πρέπει να αντίθετος με νόμο, με χρηστά ήθη ή τη δημόσια τάξη. Ο σκοπός μπορεί να είναι κοινωφελής, δημόσιος ή ιδιωφελής ωστόσο πρέπει να ενδιαφέρει το κοινωνικό σύνολο.
Η περιουσία μπορεί να αποτελείται από κάθε είδους περιουσιακά στοιχεία. Η περιουσία μπορεί να αφιερωθεί για ορισμένο χρόνο. Για την επάρκεια αυτής κρίνει η διοίκηση. 
Στην ιδρυτική πράξη πρέπει να περιέχεται και ο οργανισμός του ιδρύματος.. Ως τέτοιος θεωρούνται οι διατάξεις που ρυθμίζουν τον τρόπο διοικήσεως του ιδρύματος, τα όργανά του, την έκταση της εξουσίας της διοικήσεως κλπ. Η έλλειψη του δεν έχει ως συνέπεια ακυρότητα της ιδρυτικής πράξης.


ΑΡΘΡΟ 111
ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΙΔΡΥΤΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

Ύστερα από αίτηση του ιδρυτή το δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει την ανάκληση της ιδρυτικής πράξης. 1. επειδή επακολούθησε απορία του ιδρυτή 2. για σπουδαίους λόγους που δικαιολογούν την ανάκληση.
Μετά την έκδοση του διατάγματος δεν επιτρέπεται αίτηση για ανάκληση.

---------------------------------------------------------------------------------------------------
Με τη διάταξη αυτή καθορίζονται περιοριστικά οι λόγοι για τους οποίους μπορεί κατ΄ εξαίρεση να ανακληθεί η ιδρυτική πράξη. Η ανάκληση της ιδρυτικής πράξης επέρχεται με απόφαση του δικαστηρίου. Η διάταξη έχει εφαρμογή μόνο σε ιδρυτική πράξη εν ζωή, ενώ όταν πρόκειται για σύσταση ιδρύματος με διαθήκη, η ανάκληση χωρεί κατά τις περί αυτής ανακλήσεως διατάξεις του ΑΚ. 
Η αίτηση για ανάκληση πρέπει να υποβληθεί στο δικαστήριο μέχρι την έκδοση (δημοσίευση) του εγκριτικού διατάγματος. 
Δικαίωμα για υποβολή αιτήσεως ανακλήσεως της ιδρυτικής πράξης έχουν εκτός από τον ιδρυτή και οι κληρονόμοι αυτού, επί περισσοτέρων δε κληρονόμων, ο καθένας κατά την αναλογία του. Όταν οι ιδρυτές είναι πολλοί, ο καθένας έχει δικαίωμα ανάκλησης για δική του παροχή. Μπορεί να ζητήσει ανάκληση και ο ιδρυτής που είχε δεσμευθεί για μη ανάκληση αλλά μπορεί να υποχρεωθεί σε αποζημίωση του αντισυμβληθέντος.
Αρμόδιο δικαστήριο είναι το μονομελές πρωτοδικείο της κατοικίας του ιδρυτή.
Οι λόγοι για τους οποίους το δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει την ανάκληση της ιδρυτικής πράξης είναι: (α) η επιγενόμενη απορία του ιδρυτή η οποία κρίνεται από τις περιστάσεις, εξετάζεται αν η επιγενόμενη απορία του ιδρυτή οφείλεται ή όχι σε υπαιτιότητά του, δεν αρκεί η επιγενόμενη απορία του κληρονόμου του ιδρυτή και (β) η συνδρομή σπουδαίων λόγων όπως η επιγεννόμενη γέννηση τέκνου, η εμφάνιση αφάντου υιού του ιδρύτη, η άρνηση της διοίκησης να προβεί σε έκδοση ιδρυτικού διατάγματος ή η παράλειψή της για μακρό χρόνο να προβεί στην ίδια ενέργεια.
Όταν η σύσταση του ιδρύματος γίνεται με διαθήκη, η ανάκληση της ιδρυτικής πράξης μπορεί να γίνει μόνο από τον ιδρυτή κατά τις διατάξεις για την ανάκληση των διαθηκών και όχι από τους κληρονόμους του.
Η δήλωση ανακλήσεως γίνεται μονομερώς και άτυπα ακόμη και σιωπηρώς.

ΑΡΘΡΟ 112
ΕΓΚΡΙΣΗ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ

Η αρμόδια αρχή προκαλεί αυτεπαγγέλτως την έγκριση του ιδρύματος.

----------------------------------------------------------------------------------------------------------
Το διάταγμα που εγκρίνει το ίδρυμα προκαλείται αυτεπάγγελτα από την αρμόδια αρχή. Δεν αποκλείεται όμως αφορμή στην έκδοση του να υπήρξε σχετική αίτηση κάποιου προσώπου. Προϋπόθεση για την έκδοση του είναι ότι μέχρι αυτήν δεν έχει υποβληθεί αίτηση για ανάκληση της ιδρυτικής πράξης.
Με τη δημοσίευση του διατάγματος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το ίδρυμα αποκτά νομική προσωπικότητα.
Για την έκδοση του διατάγματος η αρμόδια αρχή εξετάζει εκτός από τη νομιμότητα και την σκοπιμότητα της συστάσεως του ιδρύματος.
Αν ο σκοπός και οι όροι της συστατικής πράξεως είναι αντίθετοι με τη δημόσια τάξη η αρμόδια αρχή δικαιούται να αρνηθεί την έκδοση του διατάγματος.
Αρμόδια αρχή για την έκδοση του διατάγματος είναι το από το σκοπό του ιδρύματος αρμόδιο υπουργείο. Για τα κοινωφελή ιδρύματα είναι το Υπουργείο Οικονομικών, για τα φιλανθρωπικά ιδρύματα το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Σε περίπτωση μη έγκριση του διατάγματος, αποτελεί ζήτημα ερμηενίας της ιδρυτικής πράξης αν αυτή μπορεί κατά μετατροπή να ισχύσει ως πρόταση για σύναψη δωρεάς υπό τρόπο.

ΑΡΘΡΟ 113
ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΙΔΡΥΤΗ ΕΝ ΖΩΗ

Από τη σύσταση του ιδρύματος ο ιδρυτής έχει την υποχρέωση να μεταβιβάσει σ' αυτό την περιουσία που έταξε.
Δικαιώματα που μεταβιβάζονται με απλή εκχώρηση, εφόσον η βούληση του ιδρύματος δεν είναι αντίθετη, μεταβιβάζονται αυτοδικαίως μόλις συσταθεί το ίδρυμα.

----------------------------------------------------------------------------------------------------------

Με τη διάταξη αυτή ρυθμίζονται οι υποχρεώσεις του ιδρυτή απέναντι στο ίδρυμα μετά την έγκριση αυτού.
Η διάταξη αυτή αφορά στα ιδρύματα που η ιδρυτική πράξη είναι δικαιοπραξία εν ζωή. 
Όπως προκύπτει από τη διάταξη, από την ιδρυτική πράξη δεν επέρχεται αυτοδικαίως η μεταβίβαση των στοιχείων της ταχθείσας περιουσίας στο ίδρυμα, αλλά αυτό αποκτά ενοχικό δικαίωμα για τη μεταβίβασή τους κατά του ιδρυτή ή των κληρονόμων του εφόσον ο ιδρυτής αποβιώσει μετά τη σύστασή του.
Η μεταβίβαση γίνεται χωριστά για κάθε περιουσιακό στοιχείο με τις οικείες μεταβιβαστικές πράξεις (εκποιητικές δικαιοπραξίες) καθώς η συστατική πράξη αποτελεί υποσχετική δικαιοπραξία.
Εφόσον πρόκειται για δικαιώματα που μεταβιβάζονται με απλή εκχώρηση, όπως οι απαιτήσεις, αυτά μεταβιβάζονται αυτοδικαίως με τη σύσταση του ιδρύματος. Έτσι το ίδρυμα γίνεται δανειστής ή δικαιούχος χωρίς μεταβιβαστική σύμβαση και πρέπει για χάρη της προστασίας των συμφερόντων του να προβεί σε αναγγελία (ΑΚ 460).
Αν κατά την σύσταση του ιδρύματος, τα περιουσιακά στοιχεία δεν υπάρχουν, ο ιδρυτής ευθύνεται.
Στην περίπτωση που η ιδρυτική πράξη είναι διάταξη τελευταίας βουλήσεως, η κτήση των περιουσιακών στοιχείων συντελείται κατά τις διατάξεις του κληρονομικού δικαίου και εφόσον το ίδρυμα εγκαταστάθηκε ως κληρονόμος, αποκτά αυτοδικαίως την περιουσία.

ΑΡΘΡΟ 114
ΙΔΡΥΣΗ ΜΕΤΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΙΔΡΥΤΗ

Ίδρυμα που συνιστάται μετά το θάνατο του ιδρυτή θεωρείται ότι υφίσταται κατά το χρόνο του θανάτου του ως προς την περιουσία που έχει ταχθεί υπέρ του ιδρύματος.

-----------------------------------------------------------------------------------------

Με τη διάταξη καθιερώνεται πλάσμα ότι το ίδρυμα θεωρείται υφιστάμενο κατά το χρόνο του θανάτου του ιδρυτή ως προς την περιουσία που έχει ταχθει υπέρ του ιδρύματος. 
Η διάταξη εφαρμόζεται όχι μόνο όταν η ιδρυτική πράξη γίνεται με διαθήκη αλλά και όταν η ιδρυτική πράξη αποτελεί δικαιοπραξία εν ζωή και ο ιδρυτής πέθανε πριν την δημοσίευση του εγκριτικού διατάγματος.

ΑΡΘΡΟ 115
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΔΑΝΕΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΡΙΔΟΥΧΩΝ ΤΟΥ ΙΔΡΥΤΗ

Οι δανειστές και οι νόμιμοι μεριδούχοι του ιδρυτή μπορούν να προσβάλλουν τη σύσταση του ιδρύματος σύμφωνα με τις διατάξεις για τις δωρεές.

------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Η διάταξη αποσκοπεί στην προστασία των δανειστών και των νομίμων μεριδούχων, καθόσον με την αφιέρωση περιουσιακών στοιχείων από τον ιδρυτή προς το υπό σύσταση ίδρυμα, επέρχεται μείωση της περιουσίας του πρώτου με αποτέλεσμα να είναι ενδεχόμενο η υπόλοιπη περιουσία του να μην είναι ικανή να καλύψει τις απαιτήσεις τους.
Έτσι σύμφωνα με τη διάταξη αυτή εφόσον η σύσταση του ιδρύματος είναι χαριστική δικαιοπραξία εν ζωή (όχι δωρεά) οι μεν δανειστές δικαιούνται να την προσβάλλουν με την παυλιανη αγωγή (ΑΚ 939), οι δε νόμιμοι μεριδιούχοι με την αγωγή μέμψης άστοργης δωρεάς (ΑΚ 1835).
Η διάταξη αν και δεν διακρίνει αφορά την σύσταση ιδρύματος με δικαιοπραξία εν ζωή.

ΑΡΘΡΟ 116
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΩΦΕΛΟΥΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΙΔΡΥΜΑ

Τα πρόσωπα που ωφελούνται από το σκοπό του ιδρύματος έχουν αγωγή εναντίον του. Αν τα πρόσωπα αυτά δεν προσδιορίζονται κατά τρόπο επαρκή από την ιδρυτική πράξη, η διοίκηση του ιδρύματος τα προσδιορίζει κατά εύλογη κρίση.

-----------------------------------------------------------------------------------------------------------
Σύμφωνα με τη διάταξη, τα πρόσωπα που ωφελούνται από το σκοπό του ιδρύματος έχουν ενοχικό δικαίωμα να αξιώσουν από το ίδρυμα την παροχή της ωφέλειας που δικαιούνται.  Η παροχή αυτή αν και χαριστική δεν έχει χαρακτήρα δωρεάς, αλλά αποτελεί εκπλήρωση υποχρεώσεως του ιδρύματος. Άλλο δικαίωμα δεν έχουν τα ωφελούμενα πρόσωπα.
Για την άσκηση του δικαιώματος από τα ωφελούμενα πρόσωπα, απαιτείται να έχει γίνει επαρκής προσδιορισμός αυτών στην ιδρυτική πράξη ή τον οργανισμό όπως επίσης πρέπει να προσδιορίζεται με επάρκεια και η παρεχόμενη ωφέλεια.
Αν δεν έχει γίνει αυτός ο προσδιορισμός γίνεται από την διοίκηση κατ΄ εύλογη κρίση.
Αν η κρίση της διοικήσεως δεν είναι εύλογη, το ωφελούμενο πρόσωπο μπορεί να ασκήσει αγωγή κατά του ιδρύματος με αίτημα την αναγνώριση ότι ανήκει στον κύκλο των ωφελούμενων προσώπων.


ΑΡΘΡΟ 117
ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ

Το ίδρυμα παύει να υπάρχει στις περιπτώσεις που ορίζει η ιδρυτική πράξη ή ο οργανισμός του.

-----------------------------------------------------------------------------------------------------------
Έτσι εφόσον στην ιδρυτική πράξη ορίζεται ορισμένο χρονικό σημείο διάρκειας του ιδρύματος ή περιέχεται διαλυτική αίρεση, η διάλυση επέρχεται με την επέλευση της προθεσμίας ή την πλήρωση της αιρέσεως.
Η διάλυση επέρχεται αυτοδίκαια και δεν απαιτείται η ενέργεια κανενός.
Αν στην ιδρυτική πράξη δεν ορίζεται τίποτα για το τέλος του ιδρύματος, αυτό διαλύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ΑΚ 118.
Μετά το στάδιο της διάλυσης επέρχεται το στάδιο της εκκαθάρισης, η δε περιουσία που απορμένει μετά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του ιδρύματος περιέρχεται όπως ορίζεται στην ΑΚ 77.


ΑΡΘΡΟ 118
ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΜΕ ΔΙΑΤΑΓΜΑ

Το ίδρυμα διαλύεται με διάταγμα: 1. αν ο σκοπός του, εκπληρώθηκε ή έγινε απραγματοποίητος 2. αν έχει παρεκκλίνει από το σκοπό του, ή αν ο σκοπός ή η λειτουργία του έγινε παράνομος ή ανήθικος ή αντίθετος προς τη δημόσια τάξη.

-----------------------------------------------------------------------------------------------------------
Η διάταξη ορίζει περιοριστικά τους λόγους για τους οποίους το ίδρυμα μπορεί να διαλυθεί με διάταγμα. 
Η διάλυση στην περίπτωση αυτή επέρχεται με τη δημοσίευση του διατάγματος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και το ίδρυμα διατηρεί την νομική του προσωπικότητα μόνο για τις ανάγκες της εκκαθαρίσεως.
Η έκδοση του διατάγματος εφόσον συντρέχουν λόγοι διαλύσεως του ιδρύματος προκαλείται αυτεπάγγελτα από την αρμόδια αρχή.
Η τύχη της περιουσίας ρυθμίζεται κατά άρθρο 77 ΑΚ επ., στερείται όμως η διοίκηση την εξουσία διάθεσης ή ρύθμισης της περιουσίας του ιδρύματος.
Λόγοι διαλύσεως του ιδρύματος: (α)  αν ο σκοπός του εκπληρώθηκε οπότε δεν υπάρχει πια λόγος ύπαρξής του (β) αν ο σκοπός του έγινε απραγματοποίητος πχ απαγορεύτηκε με νόμο ο σκοπός του ιδρύματος, σπουδαιότερη είναι η περίπτωση κατά την οποία το απραγματοποίητο οφείλεται σε απώλεια της περιουσίας του και δεν υπάρχει βάσιμη ελπίδα για την απόκτηση νέας (γ) αν το ίδρυμα παρέκκλινε από το σκοπό του δηλαδή επιδιώκει άλλο σκοπό, εδώ δεν ενδιαφέρει αν ο άλλος σκοπός είναι παράνομος και (δ) αν ο σκοπός ή η λειτουργία του έγινε παράνομος ή ανήθικος ή αντίθετος προς τη δημόσια τάξη.
 
ΑΡΘΡΟ 119
ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ

Ο οργανισμός του ιδρύματος μπορεί να μεταβληθεί, ακόμη και αντίθετα προς τη θέληση του ιδρυτή, αν το ζητήσει η διοίκηση του ιδρύματος και αν η μεταβολή επιβάλλεται για να συντηρηθεί η περιουσία του ή για να εκπληρωθεί ο σκοπός του.

-----------------------------------------------------------------------------------------------------
Με τη διάταξη παρέχεται η δυνατότητα της μεταγενέστερης μεταβολής του οργανισμού του ιδρύματος από την αρμόδια αρχή ακόμη και αντίθετα προς τη θέληση του ιδρυτή.
Για τη μεταβολή απαιτείται: (α) αίτηση της διοικήσεως του ιδρύματος, μετά από απόφασή της που λήφθηκε σύμφωνα με την ΑΚ 65 στην αρμόδια αρχή και (β) η μεταβολή του οργανισμού να επιβάλλεται μόνο για τη συντήρηση της περιουσίας του ιδρύματος ή για την εκπλήρωση του σκοπού του.
Η διοίκηση είναι ελεύθερη να δεχθεί εν όλω ή εν μέρει την αίτηση ή και να την απορρίψει.
Η μεταβολή επέρχεται από τη δημοσίευση του σχετικού διατάγματος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η διάταξη αναφέρεται σε όλα τα ιδρύματα ιδιωτικού δικαίου ανεξαρτήτα αν είναι κοινωφελή ή όχι.


ΑΡΘΡΟ 120
ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΣΚΟΠΟΥ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ

Αν ο σκοπός του ιδρύματος έγινε απραγματοποίητος, μπορεί να δοθεί σ΄ αυτό, με διάταγμα που προκαλεί η αρμόδια αρχή, άλλος παραπλήσιος σκοπός, σύμφωνα με την πιθανότερη θέληση του ιδρυτή.

------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Όταν ο σκοπός του ιδρύματος έγινε απραγματοποίητος, προκειμένου να αποτραπεί η διάλυση του ιδρύματος (ΑΚ 118), το οποίο διαθέτει ικανή περιουσία να εξυπηρετήσει άλλο παραπλήσιο, σύμφωνα με την πιθανότερη θέληση του ιδρυτή, σκοπό, παρέχεται η δυνατότητα μετατροπής του σκοπού του.
Η μετατροπή του σκοπού γίνεται με διάταγμα που προκαλείται από την αρμόδια αρχή ύστερα από σχετική αίτηση της διοικήσεως του ιδρύματος σε αυτήν.
Η μετατροπή του σκοπού επέρχεται με τη δημοσίευση του σχετικού διατάγματος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η μετατροπή του σκοπού επιτρέπεται όχι μόνο όταν είναι αδύνατη η πραγματοποίηση της θέλησης του ιδρυτή αλλά και όταν δε μπορεί να πραγματοποιηθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος της ή όταν μπορεί να ικανοποιηθεί καλύτερα με τη μεταβολή της εκμετάλλευσης.


ΑΡΘΡΟ 121
ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ ΙΔΡΥΤΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ¨Η ΚΟΙΝΩΦΕΛΟΥΣ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ

Η μεταβολή του περιεχομένου ή των όρων της ιδρυτικής πράξης ως προς τις διατάξεις της που εξυπηρετούν σκοπό δημόσιο ή κοινωφελή απαγορεύεται. 
Όταν η θέληση του ιδρυτή καταστεί απόλυτα απραγματοποίητη, επιτρέπεται, εξαιρετικά, η περιουσία που έχει ταχθεί να διατεθεί με ειδικό νόμο για αλλο παραπλήσιο σκοπό.

-----------------------------------------------------------------------------------------------------
Η διάταξη του άρθρου 121 ΑΚ απαγορεύει καταρχήν πλήρως την μεταβολή του περιεχομένου ή των όρων της ιδρυτικής πράξης ως προς τι διατάξεις της που εξυπηρετούν δημόσιο ή κοινωφελή σκοπό.
Σκοπός της διάταξης είναι η εξασφάλιση της θελήσεως του ιδρυτή.
Όπως προκύπτει από την διάταξη, στην απογόρευση που τίθεται με αυτήν δεν υπάγονται οι περιπτώσεις: (α) όταν ο κοινωφελής σκοπός καθορίστηκε από τρίτο πρόσωπο ή με διάταγμα καθόσον στην περίπτωση αυτή δεν παραβιάζεται η θέληση του ιδρυτή (β) όταν η ιδρυτική πράξη περιέχει και διατάξεις σκοπού ιδιωτικού, η απαγόρευση δεν περιλαμβάνει και αυτές και (γ) η μεταβολή του περιεχομένου ή των όρων της ιδρυτικής πράξης κατά τις διατάξης αυτής ως προς τον οργανισμό του ιδρύματος ο οποίος μπορεί να μεταβληθεί με τους όρους της ΑΚ 119.
Σύμφωνα με το εδάφιο 2, εξαιρετικά μόνο μπορεί να επιτραπεί η διάθεση της περιουσίας για άλλο παραπλήσιο σκοπό εφόσον όμως συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις: (α) η θέληση του ιδρυτή να μη μπορεί να πραγματοποιηθεί εξ ολοκλήρου ή κατά το μεγαλύτερο περιεχόμενό της, ή να μπορεί να ικανοποιηθεί πληρέστερα με την μεταβολή της εκμεταλλεύσεως (β) δικαστική βεβαίωση ότι η θέληση του ιδρυτή δεν μπορεί να κοινοποιηθεί ή ότι μπορεί να ικανοποιηθεί πληρέστερα με την μεταβολή της εκμεταλλεύσεως,  η αίτηση για την παραπάνω βεβαίωση μπορεί να υποβληθεί από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον και (γ) η έκδοση ειδικού νόμου που να επιτρέπει την επωφελέστερη χρησιμοποίηση.




Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

Σ.Ο.Σ. ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΑΡΘΡΑ 68-77 ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΑΠΟ ΚΑΡΑΚΩΣΤΑ (Β ΜΕΡΟΣ)

ΑΡΘΡΟ 68
ΕΚΤΑΣΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ

Η έκταση της εξουσίας εκείνου που έχει τη διοίκηση προσδιορίζεται από τη συστατική πράξη ή το κατασταστικό, ο προσδιορισμός αυτός ισχύει και για τους τρίτους. Με τη συστατική πράξη ή το καταστατικό ορισμένες υποθέσεις μπορούν να ανατεθούν σε ιδιαίτερο πρόσωπο. Η εξουσία του, σε περίπτωση αμφιβολίας, εκτείνεται και σε κάθε συναφή πράξη.
Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για την αντιπροσώπευση και την εντολή.

-------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Με το καταστατικό επομένως μόνο περιορισμοί μπορούν να τεθούν στην εξουσία της διοικήσεως. Έτσι με αυτό μπορεί να απαγορευτεί η τέλεση ορισμένων δικαιοπραξιών ή να εξαρτηθεί αυτή από διατυπώσεις πχ  μπορεί να ορισθεί ότι για τη σύναψη δικαιοπραξίας που υπερβαίνει ένα ορισμένο ποσό απαιτείται η άδεια της γενικής συνέλευσης ή ότι απαιτείται η σύμπραξη ορισμένων προσώπων.
Περιορισμοί μπορεί να προκύπτουν και από την φύση ή το σκοπό του νομικού προσώπου, οι οποίοι πρέπει να είναι εμφανής για να προστατεύονται οι καλόπιστοι τρίτοι.
Οι περιορισμοί που τίθενται στη συστατική πράξη ή στο καταστατικό ισχύουν και απέναντι στους καλόπιστους τρίτους οι οποίοι πρέπει να ξέρουν τον περιορισμό που έχει τεθεί και δεν μπορούν να επικαλεστούν άγνοια.
Συνεπώς πράξεις της διοικήσεως χωρίς εξουσία από το καταστατικό ή τη συστατική πράξη είναι άκυρες και δεν δεσμεύουν το νομικό πρόσωπο ανεξάρτητα από την καλή ή κακή πίστη του τρίτου εφόσον η έλλειψη εξουσίας είναι γνωστή λόγω της τήρησης διατυπώσεων δημοσιότητας. Αν όμως ο περιορισμός είχε τεθεί εσωτερικά πχ με απόφαση γενικής συνέλευσης, αυτός δεν αντιτάσσεται κατά των καλόπιστων τρίτων.
Με τη συστατική πράξη ή το κατασταστικό μπορεί να ανατεθούν εξουσίες σε ιδιαίτερο πρόσωπο, το οποίο έχει ειδική μόνο εξουσία για διεξαγωγή ορισμένων υποθέσεων. Τέτοιο πρόσωπο μπορεί να είναι μέλος της διοίκησης ή υπάλληλος του νομικού προσώπου. Συνεπώς οι πράξεις του δεσμεύουν το νομικό πρόσωπο εφόσον βρίσκονται στα όρια της εξουσίας του.  Αν αντίθετα δεν υπάρχει στη συστατική πράξη ή το καταστατικό πρόβλεψη για ανάθεση ορισμένης υποθέσεως σε ιδιαίτερο πρόσωπο και η διοίκηση αναθέσει σε αυτόν ορισμένη υπόθεση, τότε πρόκειται για αντιπρόσωπο του νομικού προσώπου.
Οι σπουδαιότερες διατάξεις που θα εφαρμοσθούν στην αντιπροσώπευση και στην εντολή είναι 211, 212, 213, 229 επ., 235, 714, 716 παρ.2, 717, 718, 719, 720, 721, 722, 723.


ΑΡΘΡΟ 69
ΕΛΛΕΙΨΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Αν λείπουν τα πρόσωπα που απαιτούνται για τη διοίκηση του νομικού προσώπου, ή, αν τα συμφέροντά τους συγκρούονται προς εκείνα του νομικού προσώπου, ο πρόεδρος των πρωτοδικών διορίζει προσωρινή διοίκηση ύστερα από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον.

-------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Η διάταξη της ΑΚ 69 αποτελεί λύση ανάγκης και έχςει θεσπισθεί για να βοηθήσει να βγουν από τη δύσκολη θέση τα νομικά πρόσωπα όταν εκλείψει η διοίκησή τους.
Η διάταξη εφαρμόζεται σε κάθε είδους νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου. Εφαρμόζεται σε σωματεία, συναιτερισμούς, ιδρύματα, ΕΠΕ, ΟΕ, ΕΕ, ΑΕ με εξαίρεση τις περιπτώσεις που προβλέπεται ειδική ρύθμιση, στην αστική εταιρεία με νομική προσωπικότητα, στην εταιρεία που δεν έχει νομική προσωπικότητα και στη συμπλοιοκτησία.
Αντίθετα δεν εφαρμόζεται στην επιτροπή εράνου, στην απλή κοινωνία και στην οροφοκτησία.
Διορισμός προσωρινής διοίκησης γίνεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις α) να λείπουν τα πρόσωπα που απατούνται για τη διοίκηση και β) αν τα συμφέροντα των μελών της διοίκησης συγκρούονται με εκείνα του νομικού προσώπου βλ. ΑΚ 66.
Έλλειψη διοικήσεως έχουμε όταν τα νομίμως ανακηρυχθέντα και υπάρχοντα αναπληρωματικά μέλη δεν συμπληρώνουν τον απαιτούμενο από το καταστατικό συνολικό αριθμό μελών. 
Και αυτό συμβαίνει όταν τα πρόσωπα αυτά βρίσκονται σε πραγματική ή νομική αδυναμία να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους που απρρέουν από το λειτούργημά τους όπως θάνατος, βαρεία ασθένεια, η φυσική ή νομική ανικανότητα,  η μακρά απουσία, η ανάκληση, η λήξη της θητείας, η έκπτωση, η παραίτηση, η απώλεια της δικαιοπρακτικής ικανότητας, η εκλογή της διοίκησης με ανυπόστατη απόφαση της ΓΣ, η λήξη της θητείας, η άρνηση ή αδιαφορία για την άσκηση των αναγκαίων πράξεων διοικήσεως. 
Προσωρινή διοίκηση διορίζεται και όταν συντρέχει πλασματική έλλειψη διοικήσεως ή λόγω καθολικών διαφωνιών των μελών που δεν οδηγεί σε απόφαση. 
Δεν αποτελεί έλλειψη διοίκησης η κακή διαχείρηση των υποθέσεων του νομικού προσώπου καθώς και η άρνηση των μελών της διοικήσεως να διεκπεραιώσουν υπόθεση του νομικού προσώπου.
Διορισμός προσωρινής διοίκησης δικαιολογείται και στην περίπτωση που τα συμφέροντα της διοικήσεως ή των μελών συγκρούονται προς τα συμφέροντα του νομικού προσώπου. Την έννοια της συγκρούσεως των συμφερόντων παρέχουν οι διατάξεις ΑΚ 66 και 235. 
Σύγκρουση συμφερόντων δεν υπάρχει με τα συμφέροντα ορισμένων μετόχων.
Τον ισχυρισμό για σύγκρουση συμφερόντων δεν μπορούν να τον προτείνουν τρίτοι.
Για το διορισμό προσωρινής διοίκησης από το δικαστήριο απαιτείται η υποβολή αίτησης από το πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον δηλαδή το ίδιο το νομικό πρόσωπο, τα εναπομείναντα μέλη της διοίκησης, τα μέλη του νομικού προσώπου, κάθε τρίτος που επιχειρεί δικαιοπραξία με το νομικό πρόσωπο, ο δανειστής αυτού και γενικά κάθε τρίτος που έχει άμεσο ή έμμεσο συμφέρον για τη λειτουργία του νομικού προσώπου.
Το δικαστήριο δεν δεσμεύεται από το καταστατικό για την επιλογή των μελών και την κατανομή των αξιωμάτων. Το λειτούργημα αρχίζει από τη δημοσίευση της αποφάσεως διορισμού καθόσον έχουν το δικαίωμα να αποποιηθούν την αποδοχή. Η απόφαση καθορίζει και τη θητεία της προσωρινής διοίκησης. Επίσης το λειτούργημα των μελών της προσωρινής διοίκησης παύει αυτοδικαίως αν έπαυσε ο λόγος που προκάλεσε το διορισμό της.
Το δικαστήριο μπορεί να περιορίσει την εξουσία της προσωρινής διοίκησης σε ορισμένες πράξεις.
Επίσης το δικαστήριο για σπουδαίο λόγο μπορεί να αντικαταστήσει την προσωρινή διοίκηση.
Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της αίτησης για διορισμό προσωρινής διοίκησης είναι το μονομελές πρωτοδικείο της έδρας του νομικού προσώπου.


ΑΡΘΡΟ 70
ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΕΣ ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

Δικαιοπραξίες που επιχείρησε μέσα στα όρια της εξουσίας του το όργανο που διοικεί το νομικό πρόσωπο υποχρεώνουν το νομικό πρόσωπο.

------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Δικαιοπραξίες μπορεί να επιχειρήσει μόνο το όργανο στο οποίο ανήκει η διοίκηση του νομικού προσώπου και του οποίου η βούληση είναι η βούληση του νομικού προσώπου.
Για να δεσμεύεται το νομικό πρόσωπο από δικαιοπραξίες που συνάπτει απαιτείται να υπάχουν οι εξής προϋποθέσεις: (α) Να επιχειρήθηκαν οι δικαιοπραξίες από το όργανο που διοικεί το νομικό πρόσωπο (διοίκηση, εκκαθαριστής, προσωρινή διοίκηση, υποκατάστατος της διοικήσεως), το πότε η πράξη του οργάνου αφορούσε ατομικές του υποθέσεις φέρει και το σχετικό βάρος της απόδειξης (β) Το όργανο να ενήργησε μέσα στα όρια της εξουσίας του, η εξουσία αυτή προσδιορίζεται από το σκοπό του νομικού προσώπου και μπορεί να περιορισθεί από τη συστατική πράξη ή το καταστατικό. Οι περιορισμοί που τίθενται με συστατική πράξη ή καταστατικό ισχύουν και απέναντι στους καλόπιστους τρίτους. (γ) Το όργανο να ενήργησε με αυτή τηνδ ιδιότητα δηλαδή στο όνομα και για λογαριασμό του νομικού προσώπου.
Η διάταξη του ΑΚ 70 έχει εφαρμογή σε κάθε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου ως και στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.

ΑΡΘΡΟ 71
ΕΥΘΥΝΗ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

Το νομικό πρόσωπο ευθύνεται για τις πράξεις ή τις παραλείψεις των οργάνων που το αντιπροσωπεύουν, εφόσον η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους είχαν ανατεθεί και δημιουργεί υποχρέωση αποζημίωσης. Το υπαίτιο πρόσωπο ευθύνεται επιπλέον εις ολόκληρον.

-------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Προϋποθέσεις ευθύνης νομικού προσώπου: (α) Η πράξη ή η παράλειψη να αφορά καταστατικό όργανο. Ως καταστατικά όργανα θεωρούνται αυτά που έχουν την εξουσία απευθείας από το καταστατικό, εφόσον ορίσθηκαν να εκπροσωπούν το νομικό πρόσωπο απέναντι στους τρίτους. Τέτοια είναι η διοίκηση, η προσωρινή διοίκηση και ο εκκαθαριστής.  Δεν είναι η συνέλευση ή αυτός που εποπτεύει τη λειτουργία του νομικού προσώπου δηλαδή απλώς εσωτερικά όργανα. Ως όργανα του νομιού προσώπου κατά το νομοθετικό λόγο της ΑΚ 71 νοούνται και εκείνα των οποίων οι εξουσίες συναλλαγής με τρίτους προσδιορίζονται από το καταστατικό, τη συστατική πράξη ή τον κανονισμό λειτουργίας του νομικού προσώπου, ακόμη και αν τα πρόσωπα αυτά δεν μετέχουν στη διοίκηση, εφόσον δεν είναι απλά πρόσωπα αλλά έχουν αναλάβει ουσιώδεις αρμοδιότητες για λήψη αποφάσεων και έχουν πρωτοβουλία ενεργειών πχ ο διευθυντής υποκαταστήματος. Η ευθύνη του νομικού προσώπου υπάρχει ανεξάρτητα από οποιοδήποτε πταίσμα στην επιλογή του οργάνου, οπότε και είναι αντικειμενική ως προς την προϋπόθεση αυτή. (β) Η πράξη ή η παράλειψη του οργάνου πρέπει να έγινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που του ανατέθηκαν δηλαδή η πράξη ή παράλειψη  να τελεί σε εσωτερική συνάφεια προς την εκτέλεση των καθηκόντων του.  Τα καθήκοντα του οργάνουν προκύπτουν από τον οργανισμό του νομικού προσώπου. (γ) Η πράξη ή η παράλειψη του οργάνου πρέπει να παράγει υποχρεωση προς αποζημίωση.  Δεν απαιτείται να υπάρχει και υπαιτιότητα του οργάνου.  Υπό την έννοια αυτή η ΑΚ 71 αποτελεί μη αυτοτελή διάταξη, καθώς προϋποθέτει διάταξη που ορίζει την ευθύνη του προσώπου για ζημιογόνο πράξη. Τέτοια υπορέωση γεννιέται από αθέτηση της συμβάσεως, από αδικοπραξία, από ευθύνη από τις διαπραγματεύσεις κλπ. Πέραν αυτών το νομικό πρόσωπο ευθύνεται για πράξεις ή παραλείψεις που επάγονται υποχρέωση για απόδοση πράγματος (ΑΚ 987, 1094), πλουτισμού (ΑΚ 904), άρση προσβολής (ΑΚ 57, 1108).
Για τις πράξεις ή παραλείψεις των μη καταστατικών οργάνων, η ευθύνη του νομικού προσώπου στηρίζεται στις ΑΚ 334, 922.
Αν η πράξη ή παράλειψη του οργάνου είναι υπαίτια και παράγει υποχρέωση για αποζημίωση, το όργανο ευθύνεται εις ολόκληρον μαζί με το νομικό πρόσωπο. Επί πολυμελούς διοικήσεως, ευθύνοντια μόνο τα μέλη που έλαβαν μέρος στην πράξη. Αν το νομικό πρόσωπο αποζημίωσε τον τρίτο, έχει δικαίωμα αναγωγής κατά του οργάνου για υπαίτια αθέτηση των υποχρεώσεων που πηγάζουν από τη σχέση εντολής (ΑΚ 68 παρ. 2 και 714).

ΑΡΘΡΟ 72
ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

Μόλις το νομικό πρόσωπο διαλυθεί, βρίσκεται αυτοδικαίως σε εκκαθάριση. Ωσότου περατωθεί η εκκαθάριση και για τις ανάγκες της θεωρείται ότι υπάρχει.

-----------------------------------------------------------------------------------------------------------
Εκκαθάριση είναι η διενέργεια των απατουμένων νομικών πράξεων για την επαλήθευση του ενεργητικού και παθητικού, τη ρευστοποίηση του ενεργητικού της περιουσίας του νομικού προσώπου, την εξόφληση των χρεών και των λοιπών υποχρεώσεων έναντι τρίτων και την καταβολή του τυχόν υπολοίπου στα δικαιούμενα πρόσωπα. 
Το στάδιο της εκκαθάρισης μεσολαβεί αναγκαστικά μεταξύ της διαλύσεως του νομικού προσώπου και της πλήρως εξαφανίσεως της προσωπικότητάς του.
Η διάταξη ΑΚ 72 έχει ως σκοπό την προστασία των δανειστών του νομικού προσώπου οι οποίοι θα ικανοποιηθούν από την περιουσία του.
Η εκκαθάριση δεν μπορεί να αποκλεισθεί ακόμα και αν η περιουσία του νομικού προσώπου περιέρχεται στο δημόσιο.
Η διάταξη αναφέρεται κυρίως στα σωματεία, τα ιδρύματα και τις ερανικές επιτροπές διότι τα λοιπά ΝΠΙΔ προβλέπουν ειδικές διατάξεις όπως για την αστική εταιρεία της ΑΚ 784 προβλέπει η ΑΚ 777 κοκ.
Για την εφαρμογή της διατάξεως απαιτείται η με νόμιμο τρόπο διάλυση του νομικού προσώπου. Ειδικούς λόγους διαλύσεως προβλέπει ο ΑΚ, για τα σωματεία ΑΚ 103 επ., για το ίδρυμα ΑΚ 117 επ., για τις ερανικές επιτροπές ΑΚ 124 επ.
Μέχρι να περατωθεί η εκκαθάριση το νομικό πρόσωπο θεωρείται κατά πλάσμα του νόμου ότι υπάρχει για τις ανάγκες της εκκαθαρίσεως. Αυτό σημαίνει ότι διατηρεί την επωνυμία και την έδρα του, την εμπορική του ιδιότητα και υπόκειται σε πτώχευση και έχει την ικανότητα να είναι διάδικος. Έχει ικανότητα δικαίου η οποία όμως περιορίζεται στις αναγκαίες για την εκκαθάριση πράξεις.
Από την έναρξη της εκκαθάρισης σκοπός του νομικού προσώπου δεν είναι αυτός που ορίζεται από τη συστατική πράξη αλλά αυτός της εκκαθαρίσεως.
Πράξεις των εκκαθαριστών που δεν εξυπηρετούν τον σκοπό της εκκαθάρισης δεν δεσμεύουν το νομικό πρόσωπο. Οι πράξεις αυτές δεν μπορούν να εγκριθούν από το νομικό πρόσωπο γιατί θεωρείται ότι το νομικό πρόσωπο δεν έχει τη σχετική ικανότητα δικαίου.
Το νομικό πρόσωπο διοικείται πλέον από τον εκκαθαριστή.
Δεν καθορίζεται από το νόμο το χρονικό διάστημα της εκκαθαρίσεως οπότε διαρκεί ωσότου εκπληρωθεί ο σκοπός της εκκαθάισης. 
Με την περάτωση της εκκαθάρισης, επέρχεται το τέλος του νομικού προσώπου και εκλείπει η νομική του προσωπικότητα οπότε και τυχόν αγωγή εναντίον του απορρίπτεται.
Αν μεταγενέστερα ανευρεθεί περιουσία που ανήκει στο νομικό πρόσωπο, οι εργασίες της εκκαθάρισης συνεχίζονται από τον εκκαθαριστή ή όποιον ορίσει το δικαστήριο. Στην περίπτωση αυτή επέρχεται αναβίωση του νομικού προσώπου για τις ανάγκες της εκκαθαρίσεως.

ΑΡΘΡΟ 73
ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΩΝ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

Αν ο νόμος ή η συστατική πράξη ή το καταστατικό δεν ορίζουν διαφορετικά ή το αρμόδιο όργανο δεν αποφάσισε διαφορετικά, η εκκαθάριση γίνεται από εκείνους που έχουν την διοίκηση του νομικού προσώπου. Αν δεν υπάρχουν, ο πρόεδρος των πρωτοδικών διορίζει έναν ή περισσότερους εκκαθαριστές.
 
---------------------------------------------------------------------------------------------------------

Η διάταξη αυτή αναφέρεται στα πρόσωπα που διενεργούν την εκκαθάριση. Είναι καταρχήν αυτά που ορίζονται από το καταστατικό ή τη συστατική αχή, μετά οι διοικούντες και αν δεν υπάρχουν οι εκκαθαριστές που διορίζονται από το δικαστήριο.
Εκκαθαριστές μπορούν να διοριστούν και πρόσωπα που δεν είναι μέλη Δ.Σ.
Η επιλογή των εκκαθαριστών απόκειται στην απόλυτη κρίση του δικαστή.
Ο εκκαθαριστής μπορεί να αποποιηθεί το διορισμό του.
Αρμόδιο δικαστηριο είναι το μονομελές πρωτοδικείο της έδρας του νομικού προσώπου.
Σε επείγουσα περίτπωση ο διορισμός του εκκαθαριστή μπορεί να γίνει με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.
Η ιδιότητα του εκκαθαριστή είναι δικαίωμα προσωποπαγές και δεν μεταβιβάζεται στους κληρονόμους του.

ΑΡΘΡΟ 74
ΝΟΜΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗ

Ο εκκαθαριστής ενεργεί ως διοικητής του νομικού προσώπου. Η εξουσία του περιορίζεται στις ανάγκες της εκκαθάρισης.

------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Η ΑΚ 74 ρυθμίζει τη νομική θέση του εκκαθαριστή.  Αυτή είναι ίδια με αυτή του διοικητή του νομικού οργάνου πριν από τη διάλυσή του  περιοριζόμενη στις πράξεις εκείνες που είναι αναγκαίες για το σκοπό της εκκαθαίσεως. 
Αυτός εκπροσωπεί δικαστικώς και εξωδίκως το υπό εκκαθάριση νομικό πρόσωπο, δεν εκπροσωπεί όμως τους πιστωτές του νομικού προσώπου.
Η υποκατάσταση απαγορεύεται εκτός αν αυτή έχει επιτραπεί στην συστατική πράξη ή το καταστατικό ή το αρμόδιο όργανο που όρισε τον εκκαθαριστή.
Όταν οι εκκαθαριστές είναι πολλοί οι αποφάσεις λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων ΑΚ 65 εδ. β.
Στις περιπτώσεις της ΑΚ 66 ο εκκαθαριστής δεν έχει δικαίωμα ψήφου.
Τα δικαιώματα που παρέχονται από το νόμο στον εκκαθαριστή δεν περιορίζονται από το καταστατικό ή τη συστατική πράξη ή με πράξη της Γ.Σ. ή του Δ.Σ. Αν τεθούν περιορισμοί αυτοί είναι ανίσχυροι. Αντίθετα είναι ισχυρές οι διατάξεις του καταστατικού που αναφέρονται στον τρόπο εκποιήσεως των πραγμάτων.
Η εξουσία του διαχειριστή περιορίζεται στις ανάγκες της διαχειρίσεως. Κατά συνέπεια δεν επιτρέπονται πράξεις που δεν συνδέονται με τον σκοπό της εκκαθάρισης.
Διάταξη του καταστατικού που επεκτείνει την εξουσία του εκκαθαριστή είναι ανίσχυρη. Μπορεί να επιχειρήσει νέες δικαιοπραξίες που όμως είναι χρήσιμες για την εκκαθάριση.
Οι πράξεις που επιχειρήθηκαν καθ'  υπέρβαση της εξουσίας που παρέχεται από το νόμο στον εκκαθαριστή είναι άκυρες.  Έγκριση των πράξεων αυτών από το νομικό πρόσωπο δεν είναι δυνατή γιατί δεν έχει τη σχετική ικανότητα. Η προστασία των καλόπιστων για το αν κάποια πράξη είναι εκκαθαρίσεως ή όχι χωρεί κατά τις ΑΚ 68 εδ. τελευταίο και ΑΚ 229, 231.

ΑΡΘΡΟ 75
ΕΥΘΥΝΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΕΝΑΝΤΙ ΔΑΝΕΙΣΤΩΝ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

Ο εκκαθαριστής ευθύνεται να αποζημιώσει τους δανειστές του νομικού προσώπου για κάθε υπαίτια παράβαση των υποχρεώσεών του. Περισσότεροι εκκαθαριστές ευθύνονται εις ολόκληρον.

------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Προϋποθέσεις ευθύνης του εκκαθαριστή έναντι των δανειστών: (α) Παράβαση των υποχρεώσεων που έχει απέναντι στους δανειστές. Τέτοιες υποχρεώσεις του εκκαθαριστή ορίζονται στις διατάξεις ΑΚ 1916 επ.  οι οποίες εφαρμόζονται ανάλογα και στην εκκαθάριση του διαλυθέντος νομικού προσώπου  πχ αν αγνόησε αναγγελία δανειστή. Αντίθετα δεν γεννιέται τέτοια ευθύνη του εκκαθαριστή αν αυτός παραβεί υποχρεώσεις που έχει μόνο απέναντι στο νομικό πρόσωπο και από τις οποίες ζημιώθηκαν οι δανειστές (β) Η παράβαση να είναι υπαίτια.  Αρκεί και ελαφρά αμέλεια. Κατά συνέπεια οι δανειστές δεν δικαιούνται σε περίπτωση που ζημιώθηκαν να στραφούν κατά του εκκαθαριστή από την ανυπαίτια πράξη του (γ) Από την παράβαση να επήλθε ζημία σοτυς δανειστές. Η ευθύνη του εκκαθαριστή δεν είναι αδικοπρακτική. Επομένως ως προς την παραγραφή εφαρμόζεται η ΑΚ 249 και όχι η ΑΚ 937. Η ΑΚ 75 εφαρμόζεται και στην ΕΠΕ.
Αν από πταίσμα του εκκαθαριστή ορισμένοι δανειστές δεν ικανοποιήθηκαν ή δεν ικανοποιήθηκαν πλήρως μπορούν να στραφούν και κατά του εκκαθαριστή αλλά και κατά δικαιούχων τα οποία έπρεπε να λάβουν το υπόλοιπο με αποτέλεσμα να καταστούν πλουσιότερα σε βάρος δανειστών (ΑΚ 904) με την αγωγή του αδικαιολόγητου πλουτισμού.
Οι περισσότεροι εκκαθαριστές ευθύνονται εις ολόκληρον. Επομένως οι δανειστές που ζημιώθηκαν μπορούν να στραφούν εναντίον οποιουδήποτε εκκαθαριστή. Δεν υπέχει όμως ευθύνη ο εκκαθαριστής που δεν έλαβε μέρος στη ζημιογόνο πράξη.  Ο εκκαθαριστής που κατέβαλε τη ζημιά μπορεί να στραφεί κατά των λοιπών που ευθύνονται κατά ίσα μέρη (ΑΚ 487).
Ο εκκαθαριστής για ζημιές που προκάλεσε στο νομικό πρόσωο ευθύνεται κατά την ΑΚ 714.
Τα δικαιούχα πρόσωπα του διαλυθέντος νομικού προσώπου που ζημιώθηκαν από τις πράξεις του εκκαθαριστή, μπορούν να στραφούν κατά αυτού μόνο εφόσον συντρέχουν οι όροι ΑΚ 914 και 919.

ΑΡΘΡΟ 76
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

Η εκκαθάριση γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τη δικαστική εκκαθάριση κληρονομίας, που εφαρμόζονται αναλόγως.

------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Η εκκαθάριση της περιουσίας του νομικού προσώπου γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τη δικαστική εκκαθάριση της κληρονομίας, οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως. Σχετικές διατάξεις ΑΚ 1916 επ. Δεν εφαρμόζονται όμως οι ΑΚ 1913-1915.
Ο εκκαθαριστής μέσα σε ένα μήνα από τη στιγμή που αποδέχτηκε το λειτούργημά του πρέπει να δημοσιεύσει στον τύπο τη διάλυση του νομικού προσώπου και πρόσκληση στους δανειστές του διαλυθέντος νομικού προσώπου να αναγγείλουντις απαιτήσεις τους (ΑΚ 1916), οι οποίοι οφείλουν να αναγγελθούν μέσα σε τέσσερις μήνες από την τελευταία δημοσίευση (ΑΚ 1917 παρ. 1).
Μετά την παρέλευση της προθεσμίας για αναγγελία πρέπει να συντάξει απγραφή της περιουσίας (ΑΚ 1917 παρ. 2). Τα ακίνητα εκποιούνται με πλειστηριασμό εκτός αν το δικαστήριο ορίζει διαφορετικά.
Αν από την απογραφή προκείπτει ότι δεν υπάρχει αρκετό ενεργητικό για την πληρωμή των υποχρεώσεων ο εκκαθαριστής έχει υποχρέωση πριν εξοφλήσει οποιοδήποτε δανειστή να ζητήσει από το δικαστήριο να ρυθμίσει τη σύμμετρη πληρωμή όλων των δανειστών (ΑΚ 1920), Δεν θίγονται όμως οι υποθήκες και τα ενέχυρα που έχουν συσταθεί πριν τη διάλυση του νομικού προσώπου.
Οι δανειστές υπό αίρεση κατατάσσονται με την αίρεση αυτή.
Τους δανειστές που δεν αναγγέλθηκαν εμπρόθεσμα ο εκκαθαριστής θα τους ικανοποιήσει μετά την εξόφληση αυτών που αναγγέλθηκαν και εφόσον απομείνει ενεργητικό (ΑΚ 77). 
Ο εκκαθαριστής έχει το δικαίωμα να λάβει ανάλογη αμοιβή (ΑΚ 1919). Το δικαίωμα για την αμοιβή είναι απαλλατριωτό από το οποίο μπορεί να παραιτηθεί ο εκκαθαριστής.
Ο εκκαθαριστής έχει υποχρέωση να λογοδοτήσει (ΑΚ 1918) και ευθύνεται για κάθε αμέλεια απέναντι στο υπό εκκαθάριση νομικό πρόσωπο, τους δανειστές του και στα πρόσωπα στα οποία θα περιέλθει η περιουσία (ΑΚ 77).
Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαη της αιτήσεως για την αμοιβή του εκκαθαριστή είναι το μονομελές πρωτοδικείο της έδρας του νομικού προσώπου.

ΑΡΘΡΟ 77
ΤΥΧΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΔΙΑΛΥΣΗ

Η περιουσία νομικού προσώπου που διαλύθηκε, αν ο νόμος ή η συστατική πράξη ή το καταστατικό δεν ορίζει διαφορετικά, ή το αρμόδιο όργανο δεν αποφάσισε διαφορετικά, περιέρχεται στο δημόσιο. Το δημόσιο έχει την υποχρέωση να εκπληρώσει το σκοπό του νομικού προσώπου με την περιουσία αυτή.

----------------------------------------------------------------------------------------------------------

Η διάταξη ρυθμίζει την τύχη της περιουσίας του νομικού προσώπου που διαλύθηκε. Μετά το τέλος της εκκαθαρίσεως, αν για την τύχη της περιουσίας δεν υπάρχει νομοθετική ρύθμιση όπως στα σωματεία ΑΚ 106 τότε η περιουσία του νομικού προσώπου περιέρχεται στο δημόσιο.
Τα πρόσωπα στα οποία, από το νόμο ή το καταστατικό ή από απόφαση της γενικής συνελεύσεως περιέρχεται η περιουσία του  νομικού προσώπου έχουν ενοχική απαίτηση κατά του υπό εκκαθάριση νομικού προσώπου και δεν είναι καθολικοί διάδοχοι αυτού με την έννοια της ΑΚ 1710.
Το ίδιο ισχύει και για το δημόσιο το οποίο καθίσταται δανειστής με την αναβλητική αίρεση ότι από την εκκαθάριση θα μείνει ενεργητικό.
Η μεταβίβαση των περιουσιακών σοιχείων στα δικαιούχα πρόσωπ γίνετια με την οικεία κατά περίπτωση μεταβιβαστική πράξη όπως επί ακινήτων απαιτείται συμβολαιογραφικό έγγραφο και μεταγραφή.
Τα ως άνω δικαιώματα είναι απαλλοτριωτά.
Με τη μεταβίβαση της περιουσίας στο δικαιούχο παύει να υπάρχει οριστικά το νομικό πρόσωπο.
Το δημόσιο εφόσον περιέλθει σε αυτό η περιουσία του νομικού προσώπου έχει την υποχρέωση να εκπληρώσει το σκοπό του νομικού προσώπου αλλά κανείς δεν μπορεί να εξαναγκάσει το δημόσιο να το κάνει. 

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Θέματα Συνταγματικού Δικαίου (ΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΕΝ ΠΕΦΤΟΥΝ ΣΤΙΣ ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ, ΚΟΙΤΑΞΤΕ ΘΕΩΡΙΑ)


Φεβρουάριος 1998:

Ζήτημα Α :

Ο αρχηγός του πρώτου κόμματος που συγκέντρωσε 150 έδρες καλείται...

...από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας που του δίνει διερευνητική εντολή. Μετά την παρέλευση τριημέρου του δηλώνει ότι εξασφάλισε την υποστήριξη ενός ακόμα βουλευτού άλλου κόμματος και μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση που θα λάβει ψήφο εμπιστοσύνης. Οφείλει κατά το Σύνταγμα να τον διορίσει Πρωθυπουργό; 

Ζήτημα Β :

1) Τι γνωρίζετε για την απόπειρα του Ελευθ. Βενιζέλου να αναθεωρήσει το Σύνταγμα το 1920;

2) Ποια μέσα διαθέτει η κυβέρνηση για να επισπεύσει την ψήφιση των νόμων από την Βουλή;

Ζήτημα Γ :

1) Το έθνος ως πηγή εξουσιών υπό το δικτατορικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου.

2) Επιτρέπει το Σύνταγμα τους αναδρομικούς νόμους;

---------------------------------------------------------------------------------------

Ιούλιος 1999:

1. Περί των εσωτερικών και εξωτερικών στοιχείων της τυπικής αντισυνταγματικότητας των νόμων.

2. Η διάλυση της βουλής εξαιτίας κυβερνητικής αστάθειας.

3. Είναι επιτρεπτή η αναθεώρηση των παραγράφων 2 και επόμενα του άρθρου 110 του Συντάγματος; [ Δύο από τα τρία θέματα ]

-------------------------------------------------------------------------------------

Οκτώβριος 1999:

1.

α) Κίνημα 1 Μαρτίου 1935 και άμεσες συνέπειες.

β) Σύστημα μιας βουλής και δύο βουλών.

2.

α) Κίνημα 10 Οκτωβρίου 1935 και άμεσες συνέπειες.

β) Ποιος και πως ελέγχει την αντισυνταγματικότητα των νόμων στην Ελλάδα;

3. Ομοσπονδία κρατών και ομοσπονδιακό κράτος.

Σημείωση : Κατά 99% στις εξετάσεις συνταγματικού δικαίου τίθεται θέμα από τη συνταγματική ιστορία και δεν επιτρέπεται χρήση Συντάγματος. Τα θέματα αυτού του Ιουλίου αποτελούν εξαιρετική περίπτωση λόγω του ότι η χειμερινή εξεταστική διεξήχθη από 1η - 10η Ιουλίου 99.

--------------------------------------------------------------------------------------------

Ιανουάριος 2001:

Πρακτικό

Ο Πρωθυπουργός της χώρας απουσιάζει στο εξωτερικό, όπου προσβάλλεται από ανίατη ασθένεια. Οι θεράποντες ιατροί αδυνατούν να προβλέψουν το χρόνο επανάληψης των καθηκόντων του. Ποια η διαδικασία που θα ακολουθηθεί;

Θεωρία

Α) Προνόμια και ασυλίες του ΠτΔ
Β) Ποια η συμβολή των 3 επαναστατικών συνταγμάτων (Άστρους, Επιδαύρου και Τροιζήνας) στη διαμόρφωση του σημερινού συντάγματος;

------------------------------------------------------------------------------------

Σεπτέμβριος 2001:

Πρακτικό

Εκλογέας καταγγέλλει την εκλογή υποψηφίου στο βουλευτικό αξίωμα διότι δεν είναι εγγεγραμμένος στους εκλογικούς καταλόγους της περιφέρειας. Σχολιάστε.

Θεωρία

Α) Έννοια του όρου Σύνταγμα
Β) Τα χαρακτηριστικά της τριετίας 1917-1920

-----------------------------------------------------------------------------------------

Σεπτέμβριος 2003:

Θέμα 1ο

Α) Σύνταγμα 1927
Β) Εδραίωση και εξέλιξη αντιπροσωπευτικού συστήματος

Θέμα 2ο

Α) Άμεσες αρμοδιότητες εκλογικού σώματος
Β) Συνταγματικά αίτια εθνικού διχασμού

Θέμα 3ο

Στις εκλογές το κόμμα Α συγκέντρωσε 149 έδρες ,το Β 120, το Γ 17, το Δ 14. Ο αρχηγός του κόμματος Α ζητά από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να τον διορίσει Πρωθυπουργό Τι πρέπει να κάνει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας; (να θεωρήσετε γνωστό ότι κανένας από τα υπόλοιπα κόμματα δεν διατίθεται να συνεργαστεί με τον αρχηγό του κόμματος Α) Σε τι ενέργειες θα προβεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έως την ορκωμοσία και γιατί;

(το 3ο θέμα είναι υποχρεωτικό και επιλέγετε το ένα από τα 2 πρώτα

-----------------------------------------------------------------------------------

Φεβρουάριος 2004:

Θέμα 1ο

α) Ο λαός ως στοιχείο του κράτους.
β) Πού οφείλεται κατά την γνώμη σας η επιλογή του Γεωργίου Γλύξμπουργκ του Α' ως βασιλιά μετά την κατάργηση της δυναστείας του Όθωνα;

Θέμα 2ο

α) Η αρχή της ισότητας της ψήφου
β) Η συζήτηση για την εγκαθίδρυση της αβασίλευτης δημοκρατίας ενώπιον της Δ' Συντακτικής Συνέλευσης.

Θέμα 3ο

Μετά την παραίτηση δύο κυβερνήσεων ερωτάται τι μπορεί να πράξει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ποια η ακολουθητέα διάταξη;

---------------------------------------------------------------------------------------

Σεπτέμβριος 2004:

Θέμα 1ο

α) Τι σημαίνει ο όρος "Σύνταγμα";
β) Συγκρίνατε το πολίτευμα του Καποδίστρια και το πολίτευμα του Όθωνα.

Θέμα 2ο

α) Τι είναι τα όργανα του κράτους και ποιες οι κυριότερες διακρίσεις τους;
β) Συγκρίνατε την ανάδειξη του Όθωνα και του Γεωργίου Α' ως βασιλιά.

Θέμα 3ο

Ποια είναι η ποινική ευθύνη του Προέδρου της Δημοκρατίας κατά το ισχύον ελληνικό δίκαιο;

----------------------------------------------------------------------------------

Ιανουάριος 2005:

ΘΕΜΑ 1

Α) Το σύνθετο κράτος.
Β) Το κίνημα στο Γουδί.

ΘΕΜΑ 2

Α) Προσόντα εκλογέα.
Β) Το Σύνταγμα του 1927.

ΘΕΜΑ 3

Μετά τις εκλογές ο αρχηγός του σχετικώς πλειοψηφίσαντος στη Βουλή κόμματος ζητά από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να τον διορίσει Πρωθυπουργό. Δύναται να έχει την αξίωση αυτή; Τι διαδικασία θα ακολουθηθεί; 

-----------------------------------------------------------------------------------------

Σεπτέμβριος 2011 (Δημητρόπουλος):

Α) Γενική Συνταγματική Θεωρία

1. Κρίση και κριτική του αντιπροσωπευτικού συστήματος.

α) Rousseau
β) Έννοια και μορφές της κρίσης
γ) "Εξουσία της ψήφου"

2. Η έκτατη κανονιστική εξουσιοδότηση.

Β) Οργάνωση και λειτουργία του κράτους

1.Συνταγματικές εγγυήσεις, δικαιώματα και ευθύνη των δημοσίων υπαλλήλων.

α) μονιμότητα
β) υπηρεσιακό συμβούλιο
γ) συνταγματικά δικαιώματα
δ) ευθύνη

2. Το "εθνικό" δημοψήφισμα κατά το άρθρο 44παρ.2 του ισχύοντος Συντάγματος.

α) δεσμευτικότητα
β) κρίσιμο εθνικό θέμα
γ) διαδικασία

Γ) Πρακτικό θέμα

Η Κυβέρνηση λαμβάνει πάρα πολλά αντιλαϊκά μέτρα, επιβάλλει έκτακτους φόρους, ελαστικοποιεί εργασιακές σχέσεις, κλπ. Αν και ορισμένοι βουλευτές της πλειοψηφίας παραιτούνται ή και ανεξαρτητοποιούνται, εντούτοις η κυβέρνηση εξακολουθεί να διατηρεί ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι η αντίδραση ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων και σε σύντομο χρονικό διάστημα ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων εγκαταλείπει την κυβερνητική παράταξη με συνέπεια να δημιουργηθεί μεγάλη, έντονη και προφανής δυσαρμονία της Βουλής προς το λαϊκό αίσθημα όπως αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις. Οι πολιτικοί αρχηγοί της αντιπολίτευσης επισκέπτονται τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και του ζητούν τον διορισμό υπηρεσιακής κυβέρνησης, τη διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη εκλογών.

Ερωτάται:

1) Μπορεί ο ΠτΔ στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του: α) να ζητήσει την παραίτηση της Κυβέρνησης και β) σε περίπτωση άρνησης της να την παύσει;

2) Αν η κυβέρνηση δεχθεί μεν τη διάλυση της Βουλής, επιμείνει όμως να προχωρήσει η ίδια στη διεξαγωγή εκλογών, μπορεί ο ΠτΔ να διορίσει υπηρεσιακή κυβέρνηση;

3) Αν η κυβέρνηση αρνηθεί τη διάλυση της Βουλής, μπορεί ο ΠτΔ να προχωρήσει στη διάλυση για προφανή δυσαρμονία προς το λαϊκό αίσθημα;

------------------------------------------------------------------------------------------

Σεπτέμβριος 2011 (Μαυριάς, Παντελής, Γεραπετρίτης, Βλαχόπουλος):  

*με ελαφρά απόκλιση στη διατύπωση

ΘΕΜΑ Α:

1) Ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων κατά το ελληνικό δίκαιο και οι εξαιρέσεις.

2) Τα δημοψηφίσματα της Ελληνικής Συνταγματικής Ιστορίας

ΘΕΜΑ Β:

1) α. Ποια είναι η συνηθισμένη πλειοψηφία με την οποία λαμβάνει απόφαση η Βουλή
    β. Τι συνεπάγεται της ψήφισης νομοσχέδιου ή πρότασης νόμου σε αρμόδια διαρκή επιτροπή της Βουλής

2) Η καθιέρωση της κοινοβουλευτικής αρχής.

ΘΕΜΑ Γ:

Στις βουλευτικές εκλογές θέτει υποψηφιότητα  Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας, ο οποίος κι εκλέγεται βουλευτής:

α) Είναι συνταγματική η εκλογή του. Αν όχι πάσχουν ακυρότητας οι αποφάσεις που λαμβάνει η Βουλή;

β) Εκλογέας της περιφέρειας, στην οποία εξελέγη ο βουλευτής, μπορεί να προσβάλει την εκλογή του και πως;

------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Φεβρουάριος 2012 (Μαυριάς, Παντελής, Βλαχόπουλος, Γεραπετρίτης, Σπυρόπουλος, Δρόσος, Αντωνίου):

ΘΕΜΑ Α:

1) Η κυριότερη συμβολή του Χαρ. Τρικούπη στην εξέλιξη των συνταγματικών θεσμών στην Ελλάδα.

2) Ελέγχεται δικαστικώς η τήρηση του συντάγματος ως προς την νομοθετική και αναθεωρητική διαδικασία;

ΘΕΜΑ Β:

1) Σκιαγραφήσατε τις δύο κατά τη γνώμη σας κυριότερες αρμοδιότητες του ΠτΔ που καταργήθηκαν με την αναθεώρηση διαδικασία;

2) Αν παραιτηθεί κυβέρνηση που έχει την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών στη Βουλή, τι θα πράξει ο ΠτΔ; Θα άλλαζε η απάντηση αν η κυβέρνηση αυτή είχε προκύψει μετά από διαδοχικές παραιτήσεις κυβερνήσεων συνεργασίας στις οποίες κανένα κόμμα δεν είχε την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών;

ΘΕΜΑ Γ:

Στο τέλος της τετραετούς βουλευτικής περιόδου η αξιωματική αντιπολίτευση που αποτελείται από 125 βουλευτές προτείνει τη συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής για να διερευνηθούν ευθύνες της κυβέρνησης της προηγούμενης βουλευτικής περιόδου. Μετά την έκδοση του πορίσματος της εξεταστικής επιτροπής, συγκροτείται κοινοβουλευτική επιτροπή για την διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης.

α) Είναι δυνατή η συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής παρά την αντίθεση της κυβερνητικής πλειοψηφίας;

β) Μπορεί η Βουλή εν προκειμένω να ασκήσει ποινική δίωξη;

γ) Αν ασκηθεί ποινική δίωξη σε ποιο δικαστήριο θα δικαστούν και οι συνένοχοι που είναι μη πολιτικά πρόσωπα;

----------------------------------------------------------------------------------------------------------


Ιούλιος 2012 (Μαυριάς, Παντελής, Βλαχόπουλος, Γεραπετρίτης, Σπυρόπουλος, Αντωνίου):
Θέμα Α:

1) Τα βασικότερα χαρακτηριστικά του Συντάγματος του 1864.

2) Τα μέσα άσκησης του κοινοβουλευτικού ελέγχου στο ισχύον ελληνικό δίκαιο.

Θέμα Β:

1) Τα βασικά χαρακτηριστικά της συνταγματικής αναθεώρησης του 2001.

2) Ο λαός ως στοιχείο της έννοιας του κράτους.

Θέμα Γ:

Μετά τη διάλυση της Βουλής και πριν την εκλογή νέας, παραιτείται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Αναδείξατε τις συνέπειες από άποψη Συνταγματικού Δικαίου.

Απαντήστε υποχρεωτικά το 3ο θέμα και σε ένα εκ των δύο πρώτων (με τα 2 υποθέματά τους) κατ’ επιλογή σας. 

---------------------------------------------------------------------------------------------------

Σεπτέμβριος 2012 (Παντελής, Μαυριάς, Βλαχόπουλος, Γεραπετρότης, Σπυρόπουλος, Αντωνίου):

ΘΕΜΑ Α: 

1) Τι σημαίνει ο όρος ειδικό δικαστήριο; Αναφέρατε ποια είναι αυτά στο ισχύον δίκαιο και με σύντομη ανάπτυξη το ρόλο του καθενός.

2) Η δικτατορία του στρατηγού Παγκάλου (1925-1926) 

ΘΕΜΑ Β: 

1) Το συνταγματικό έθιμο

2) Η τήρηση της αναθεωρητικής διαδικασίας από τις συνταγματικές αναθεωρήσεις στην ελληνική συνταγματική ιστορία. 

ΘΕΜΑ Γ: 

Λόγω της αντίδρασης του κόσμου στην οικονομική πολιτική ο ΠτΔ αναλαμβάνει μόνος του τις ακόλουθες πρωτοβουλίες. 

α) Απευθύνει διάγγελμα στον ελληνικό λαό συνιστώντας υπομονή.

β) Διαλύει πρόωρα τη Βουλή για την αντιμετώπιση του κρίσιμου εθνικού θέματος της οικονομίας.

γ) Αναπέμπει στη Βουλή ψηφισμένο νομοσχέδιο επειδή θεωρεί ότι κατά παραβίαση του Συντάγματος ψηφίστηκε με την διαδικασία του κατεπείγοντως.

δ) Εκδίδει προεδρικό διάταγμα που βελτιώνει τη διαδικασία συζήτησης και ψήφισης νομοσχεδίου με οικονομικό περιεχόμενο.