Τρίτη 5 Ιουνίου 2012

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΙΝΤΕΡΝΕΤ



ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ:                        1-159 σελ
                                     &          336-364 σελ




1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α  ………..3-4
ΔΙΚΑΙΟ- ΗΘΙΚΗ - ΕΘΙΜΟΤΥΠΙΑ

I.     ΕΝΝΟΙΑ ΔΙΚΑΙΟΥ
Δικαιο  είναι το σύνολο των ετερονομων κανονων που ρυθμιζουν με τροπο υποχρεωτικο την κοινωνικη συμβιωση των ανθρωπων
Ετερονομοι είναι οι κανονες που θεσπιζονται από το κρατος συμφωνα με ορισμενη διαδικασια και δεν τις ρυθμιζουν οι ανθρωοπι τις σχεσεις τους από μονοι τους
Υποχρεωτικη ρυθμιση σημαινει οτι η μη συμορφωση τους επιφερει κυρωσεις
Κανονες που ρυθμιζουν την συμβιωση εννοουμε κανονες που ρυθμιζουν την εξωτερικη συμπεριφορα
II.   ΚΑΝΟΝΕς ΗΘΙΚΗΣ
Κανονες ηθικης είναι αυτονομοι κανονες που ρυθμιζουν τον εσωτερικο κοσμο του ατομου
Οι κανονες ηθικης εχουν τα εξης χαρακτηριστικα:
1.     Είναι κανονες αυτονομοι και πηγαζουν από την συνειδησης ατομου ενώ κανονες δικαου είναι ετερονομοι
2.     Οι κανονες απευθυνονται στον εσωτερικο κοσμο ενώ κανονες δικαιου ρυθμιζουν εξωτ συμπεριφορα
3.     Οι κανονες ηθικης δεν ρυθμιζουν εξαναγκαστικα την συμπεριφορα αντιθετα με τους  κανονες δικαιου η μη συμμορφωση τους στους κανονες ηθικης δεν επιφερει κυρωσεις
Παρα τις διαφορες υπαρχει στενη σχεση μεταξυ των 2 κανονων ένα μεγαλο  μερος των κανονων δικαιου επηρεαζεται από τους κανονες ηθικης και όταν αυτοι παραπεμπουν σε κανονες ηθικης γινονται εμμεσα και κανονες δικαιου
III. ΚΑΝΟΝΕς ΕΘΙΜΟΤΥΠΙΑς
Κανονες εθιμοτυπιας είναι οι μη υποχρεωτικοι κανονες που αφορουν την κοινωνικη συμπεριφορα των ανθρωπων
Οι κανονες αφορουν μεν την εξωτερ συμπεριφορα όπως και οι κανονες διακιου αλλα όπως οι κανονες ηθικης δεν είναι υποχρεωτικοι. Η παραβαση τους εχει συνεπει την κοινωνικη αποδοκιμασια
Ορισμενες φορες κανονες δικαιου παραπεμπουν σε τροπους ενεργειας που επιβληθηκαν στις συναλλαγες οποτε αυτοι οι τροποι παιρνουν την μορφη κανονα δικαιου πχ συναλλακτικα ηθη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β……..…6-13
ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΔΙΚΑΙΟΥ

I.         ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ
1.     Εσωτερικο Δικαιο είναι το σύνολο κανονων που ρυθμιζουν τις εννομες σχεσεις των ανθρωπων που ζουν σε ένα κρατος
2.     Διεθνες Δικαιο είναι το σύνολο κανονων που ρυθμιζουν τις εννομες σχεσεις των ανθρωπων πουεκτεινονται περα από τα ορια επικρατειας ενός κρατους
II.       ΚΛΑΔΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
1. Δημοσιο Δικαιο είναι το σύνολο κανονων που ρυθμιζουν αφενος την οργανωση και λειτουργια του κρατους και αφετερου τις σχεσεις του κρατους με τους πολιτες
Οργανωση και λειτουργια του κρατους εννοουμε το ιδιο τα κρατος και των νομικων προσωπων δημοσιου δικαιου που ασκουν κρατικη εξουσια
Σχεσεις κρατους –πολιτων είναι εκεινες πο το δημοσθιο ή οι φορεις του εμφανιζονται ως φορεας εξουσιας δηλ ως προωσοπο που ασκει εξουσια και οι πολιτες πρεπει να υπακουσουν πχ φορολογια ποινες εγκληματων , στρατευση
Κυριοι κλαδοι Δημοδιου δικαιου:
a)     Συνταγματικο δικαιο=σύνολο κανονων που προβλεπουν την μορφη πολιτευματος θετουν βασικες αρχες οργανωσης και λειτουργίας του κρατους και καθοριζουν τα ατομικα διακιωματα πολιτων
b)     Διοικητικο δικαιο=είναι το σύνολο κανονων που ρυθμιζουν την οργανωση και λειτουργια των δημοσιων υπηρεσιων
c)     Ποινικο δικαιο= είναι το σύνολο των κανονων που προβλεπουν ποιες πραξεις είναι αξιοποινες και ποιες ποινες επιβαλλονται για τις πραξεις αυτες
d)     Δικονομικο δικαιο=είναι το σύνολο των κανονων που καθοριζουν αφενος την οργανωση και λέιτουργια των δικαστηριων και αφετερου τη διαδικασια που ακολουθειται ενωπιον των δικαστηριων για την σωστή απονομη δικαιοσυνης
Ο κλαδος αυτος υποδιειαρειται σε :
§   Αστικο δικονομικο δικαιο (πολιτικη δικονομια)
§   ποινικο δικονομικο δικαιο (ποινικη δικονομια)
§   Διοικητικο   δικονομικο δικαιο (διοικητικη δικονομια)
2. Ιδιωτικο Δικαιο είναι το σύνολο των κανονων που ρυθμιζουν τις σχεσεις προσωπων ισων μεταξυ τους  δηλ ρυθμιζει σχεσεις μεταξυ ιδιωτων φυσικων ή νομικων προσωπων – σχσεις ιδιωτων με το κρατος όταν όμως αυτό δεν εμφανιζεται ως φορεας εξουσιας
Κανονες ιδιωτι δικαιου είναι οι κανονες που ρυθμιζουν την πωληση το δανειο τη συμβαση εργασιας αλλα και σχεσεις που εμπλεκεται το κρατος ως ιδιωτης πχ ενοικιαση ακινητου να στεγασει τις υπηρεσιες του
Κυριοι κλαδοι Δημοδιου δικαιου:
a)     Αστικο δικαιο= ρυθμιζει τις εννομες σχεσεις ολων των προσωπων που ενεργουν ως ιδωτες δηλ σχεσεις προσωπων προς αλλους και σε πραγματα
Το αστικο δικαιο αποτελει το γενικο ιδιωτ δικαιο σε αντιθεση με αλλους κλαδους που αποσπασθηκαν από το αστικο δικαιο και αποτελουν το ειδικο δικαιο


Το Αστικο δικαιο διαιρειαται σε 5 μερη:
a.     Γενικες αρχες= περιεχει γενικους κανονες που εφαρμοζονται σε εννομες αστικες σχεσεις αλλα και σε άλλες εννομες σχσεις που ρυθμιζονται από αλλους κλαδους δικαου
b.     Ενοχικο δικαιο= περιεχει κανονες που ρυθμιζουν τις ενοχικες σχεσεις
c.      Εμπραγματο δικαιο= περιεχει κανονες που ρυθμιζει τις σχεσεις προσωπων με τα πραγματα πχ κυριοτητα , ενεχυρο
d.     Οικογενειακο δικαιο=περιεχειι κανονες που ρυθμιζουν τις οικογενειακες εννομες σχεσεις πχ γαμο, διαζυγιο,
e.     Κληρονομικο δικαιο= περιεχει κανονες που ρυθμιζουν την τυχη της περιουσιας ενός ατομου μετα θανατο του πχ διαθηκη
b)    Εμπορικο δικαιο ειανι οκλαδος του ιδιωτ δικαιου που αφορα και ρυθμιζει το εμποριο
Κυριοι κλαδοι εμπορικου δικαιου:
a.     Γενικο εμπορικο δικαιο=περιεχει κανονες για την κτηση ιδιοτητας εμπορων και εμπορικες πραξεις
b.     Δικαιο εμπορικων εταιρειων=περιεχει κανονες ρυθμισης τα σχετικα με εμπορικες εταιρειες
c.     Δικαιο αξιογραφων=περιεχει κανονεςπου αναφερεται στα αξιογραφα πχ συναλλαγματικη , επιταγη
d.     Πτωχευτικο δικαιο=περιεχει κανονες που αναφερεται στην πτωχευση των εμπορων
e.     Ασφαλιστικο δικαιο=περιεχει κανονες που αναφερεται στην ιδιωτικη ασφαλιση
f.      Ναυτικο δικαιο=περιεχει κανονες που αναφερεται στην κτηση και εκμεταλευση πλοιων και τις θαλλασιες μεταφορες
g.     Αεροπορικο δικαιο=περιεχει κανονες που αναφερεται στις αεροπορικες μεταφορες
c)     Εργατικο  δικαιο είναι το σύνολο των κανονων που ρυθμιζουν τις σχεσεις που διαμορφωνονται από την παροχη εξαρτημενης εργασιας
Κυριοι κλαδοι εργατικου δικαιου:
a.     Ατομικο εργατικο δικαιο=ρυθμιζει την σχεση εξαρτημενης εργασιας πχ συμβασης δικαιωματα και υποχρεωσεις εργαζομενου και εργοδοτη
b.     Συλλογικο εργατικο δικαιο=ρυθμιζει τις συλλογικες συμβασεις εργασις , τις συλλογικες διαφορες εργασιας και στην οργανωση και λειτουργια συνδικαλ οργανωσεω
Το εργατικο δικαιο παρουσιαζει ταση δημοσιοιποιησης γιατι το κρατος για προστασια των εργαζομενων ή του κοινωνικου συνολου  Επεμβαινει στη ρυθμιση πολλλων θεματων στο συλλογικο εργατικο δικαιο αρα πολλοι κανονες εργατικου δικαιου είναι κανονες δημοσιου δικαιου
d)     Δικαιο πνευματικης ιδιοκτησιας  είναι το σύνολο των κανονων που ρυθμιζει τα δικαιωματα των ατομων ως δημιουργων πνευματικων εργψν
III.     ΚΛΑΔΟΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ

1.     Δημοσιο Διεθνες Δικαιο= περιεχει κανονες που ρυθμιζουν τις σχεσεις μεταξυ κρατων

2.     Ιδιωτικο Διεθνες Δικαιο= περιεχει κανονες που καθοριζουν το εσωτερικο δικαιο που θα εφαρμοσθει για να ρυθμιστει μια εννομη σχεση που συνδεονται περισσοτερα απο ένα κρατη

3.     Διεθνες Ποινικο Δικαιο= περιεχει κανονες που ρυθμιζουν την ποινικη ευθυνη των κρατων και προβλεπουν ποινες για πραξεις που διαταρασουν τις παγκοσμιες αρχες του δικαιου πχ γενοκτονια

4.     Δικαιο Ευρωπαικης Ενωσης= περιεχει κανονες που διεπουν την δομη τις αρμοδιοτητες την λειτουργια ΕΕ και τις σχεσεις της με τα κρατη μελη με τους πολιτες ΕΕ και με 3ες χωρες 
Το Δικαιο Ευρωπαικης Ενωσης είναι κατ κυριο λογο δημοσιο δικαιο σε υπερεθνικο επιπεδο. Πολλοι κανονες του αναφερονται στο ιδιωτικο δικαιο πχ εμπορικο και εργατικο δικαιο

a)    Πρωτογενες Κοινοτικο Δικαιο= περιεχει κανονες που δημιουργησε ή τροποποιησε τις ευρωπαικες κοινοτητες . σε αυτό το δικαιο ανηκουν οι 3 ιδρυτικες συνθηκες των ευρωπαικων κοινοτητων , οι συνθηκες προσχωρησης των χωρων στην ΕΕ, η ενιαια ευρωπαικη πραξη, συνθηκη μααστριχ, συνθηκη αμστερνταμ, συνθηκη νικαιας
Η ενιαια ευρωπαικη πραξη και η συνθηκη μααστριχ, αποτελουν σταθμους της εξείξης της ΕΕ
Η συνθηκη αμστερνταμ δεν συγκρινεται με τις 2 παραπανω γιατι δεν περιεχει βαρυνουσας σημασιας θεματα και παραλειπει βασικες μεταρυθμισεις που είναι αναγκαιες για την σημερινη ΕΕ
b)    Παραγωγο Κοινοτικο Δικαιο= περιεχει  πραξεις των ασκουντων την νομοθετικη εξουσια οργανων της ΕΕ οι οποιες εκδιδονται συμφωνα με διαδικασιες του πρωτογενους κοιντ δικαιου
Το ευρωπ κοινοβουλιο μαζι με το συμβουλιο , ‘η το συμβουλιο ή η επιτροπη εκδιδει κανονισμους και οδηγιες λαμβανουν αποφασεις και διατυπωνουν συστασεις ή γνωμες:
a.     Κανονισμοι: Τα χαρακτηρικα τους είναι:
§ εχουν γενικη ισχυ  για όλα τα κρατη μελη
§ είναι δεσμευτικοι προς όλα τα μερη  και η τηρηση τους είναι υποχρεωτικη ολων των διαταξεων τους και όχι μονο μερους αυτων
§ ισχυουν αμεσα δεν χρειαζεται η παρεμβαση του νομοθετικου οργανου του κρατους. Οι κανονισμοι δεν δεσμευουν απλως τα κρατη αλλα θεμελιωνουν αμεσα τις υποχρεωσεις και τα δικαιωματα των πολιτων
§ οι κανονισμοι δημοσιευονται στην επισημη εφημερισα της ΕΕ και αρχιζουν να ισχυουν οποτε οριζεται αλλιως την 20η μερα της δημοσιευσης




b.     Οδηγιες :  Τα χαρακτηρικα τους είναι:
§ Δεσμευουν το κρατος στο οποιο απευθυνινται και όχι σε ολα τα κρατη μελη
§ Δεσμευει το κρατος που απευθυνεται μονο ως προς το αποτελεσμα  αφηνοντας το κρατος να επιλεηξει τον τυπο και θα μεσα πο τα επιτευχθει αυτό το αποτελεσμα
§ Οφειλουν να πραγματοπιησουν το απποτελεσμα εντος χρονικης προθεσμιας 
§ Τα κρατη  όμως κατά την πραγματοποιση της οδηγιας μπορουν να λαμβανουν υπ οψιν τις εθνικες ιδιαιτεροτητες
§ Αυτή η νομοθετικη διαδικασια πραγματοποειατι σε 2 σταδια:
§ 1ο σταδιο σε κοινοτικο επιπεδο= το αποτελεσμα που επιδιωκει η οδηγια σε συγκεκριμενο κρατος καθοριζεται με δεσμευτικο τροπο με ορισμενη προθεσμια
§ 2ο σταδιο σε εθνικο επιπεδο= το καθορισμενο από το κοινοτικο δικαιο μεταγερεται σε εθνικο δικαιο με εκδοση σχετικων διαταξεων . το κρατος επιλεγει τον τυπο και τα μεσα για την επιτευξη της οδηγιας και δεν ενδιαφερει την ΕΕ αν το κρατος θα εκδοσει νομο ή προεδρικο διαταγμ α για να επιτυχει το αποτελεσμα
§ οι οδηγιες δημοσιευονται στην επισημη εφημερισα της ΕΕ και αρχιζουν να ισχυουν οποτε οριζεται αλλιως την 20η μερα της δημοσιευσης ή από την κοινοποιηση τους
c.     Αποφασεις :  Τα χαρακτηρικα τους είναι:
§ Η αποφαση δεσμευει μονο τους αοποδεκτες που μπορει Να είναι κρατος μελος ή φυσικο ή νομικο προσωπο (ιδιωτες , εταιρειες)
§ Η αποφαση εχει ατομικη ισχυ   ( σε αυτό διαφερει από τον κανονισμο)
§ Η αποφαση είναι δεσμευτικη προς όλα τα μερη της (σε αυτό διαφερει από την οδηγια που επιδιωκει τον σκοπο μονο)
§ οι αποφασεις κοινοπιουνται προς τους αποδεκτες  και ετσι αποκτουν ενεργεια
d.     συστασεις ή γνωμες: Τα χαρακτηρικα τους είναι:
§ Οι συστασεις εχουν σκοπο να συστησουν στον αποδεκτη τους την τηρηση μιας ορισμενης συμπεριφορας
§ Οι γνωμες αποτελουν διατυπωση  εκτιμησης  συνθυκων ή περισταικων
§ Αποδεκτες συστασεων και γνωμων είναι κυριως κρατη-μελη αλλα και φυσικα προσωπα ή νομικα
§ Συστασεις και γνωμες δεν εχουν δεσμευτικο χαρακτηρα αρα δεν δημιοργουν νομικες υποχρεωσεις για τους αποδεκτες τους


ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ…. ….. 18-27
ΠΗΓΕΣ ΔΙΚΑΙΟΥ

I.         ΝΟΜΟΣ
1.     Εννοια:
ΝΟΜΟς= είναι ο γραπτος κανονας δικαιου που θεσπιζεται από την πολιτεια 
2.     Διακρισεις
a)     Ουσιαστικος νομος= πραξη πολιτειας με την οποια θεσπιζεται κανονας δικαιου ανεξαρτητα από   ποιο οργανο προερχεται
b)     Τυπικος νομος= προερχεται από νομοθετικο οργανο δηλ βουλη και προεδρο δημοκρατιας και για την θεσπιση του τηρηθηκαν οι διαδικασιες κατά το συνταγμα
Η διαφορα μεταξυ ουσιαστικου και τυπικου νομου είναι :
Στο μεν ουσιατικο αποβλεπουμε στο περιεχομενο του δηλ αν περιεχει κανονα δικαιου ενώ στον τυπικο αποβλεπουμε στον τυπο με τον οποιο εμφανιζεται η πολειτειακη επιταγη
Συνηθως ο τυπικος νομος είναι και ουσιαστικος πχ συνταγμα , αστικος κωδικας αλλα και νομος που τροποποιησε τον αστικο κωδικα για να εφαρμοστει η συνταγματικη αρχη για την ισοτητα των 2 φυλλων
Υπαρχουν περιπτώσεις που ενας νομος είναι τυπικος χωρις να είναι και ουσιαστικος και το αντιθετο
Πηγη δικαιου ειναι μονο ο ουσιατικος νομος δηλ εκεινος που περιεχει κανονα δικαιου ανεξαρτητα αν είναι παραλληλα και τυπικος

3.     Εναρξη ισχυος του νομου
Πρεπει να διακρινουμε την εναρξη αν είναι τυπικη ή ουσιατικης ισχυος του . Η διακριση όμως αυτή τοτε μονο γινεται, όταν προκειται για τυπικο νομο με τον οποιο εχει θεσπιστει ουσιαστικος κανονας δικαιου
a)    Τυπικη ισχυς νομου= αρχιζει με την δημοσιευση στο ΦΕΚ και ετσι διαπιστωνεται αν ενας νομος είναι νεοτερος από καποιο άλλο γιατι καταργει παλαιο
b)    Ουσιαστικη ισχυς νομου= αρχιζει 10 μερες μετα  την δημοσιευση στο ΦΕΚ εφοσον ο νομος δεν οριζει δοιφορετικα. Δεν  λογιζεται στις 10 μερες η μερα δημοσιευσης και ληγει όταν ληξει η 10η μερα στο διαστημα από την δημοσιευση του. Μεχρι   την ενερξη της ιχυος του ο νομος βριισκεται σε ουσιαστικη αδρανεια

4.     Καταργση νομου
Ο νομος καταργειαται με νεοτερο νομο. Με δεδομενο οτι κανονες δικαιου περιλαμβανονται στους νομους και τα εθιμα  θα μπορουσε ο νομος να καταργηθει και από εθιμο  όμως εχει οριστει ρητα οτι το εθιμο δεν καταργει τον νομο. Ρητη είναι η καταργηση όταν ο νεοτερος νομος περειεχει ειδικη διαταξη που καταργει τον παλαιο. Σιωπηρη είναι η καταργση που γινεται με νεοτερο νομο όταν το περειεχομενο του νεου είναι αντιθετο ή ασυμβιβαστο με τον παλαιο

5.     Αναδρομικη δυναμη
Με ρητη διαταξη ΑΚ ο νομος οριζει για το μελλον και δεν εχει αναδρομικη ισχυ(εφαρμογη σε σχεσεις που δημιουργηθηκαν πριν την θεσπιση)κατ εξαιρεση μπορει να εχει αναδρομικη ισχυ αν ο νομος το οριζει ρητα ή συναγεται από το περειχομενο του (πχ ερμηνευτικος νομος ισχυει από όταν ισχυει και ο νομος που ερμηνευει)

II.       ΕΘΙΜΟ
1.     Εννοια
ΕΘΙΜΟ είναι ο αγραφος κανονας δικαιου που διαμορφωνεται από την μακροχρονια και ομοιομορφη τηρηση συμπεριφορας από τα ατομα της κοινωνιας με την πεποιθηση οτι η τηρηση αυτή αποτελει περιεχομενο υποχρεωτικου κανονα δικαιου. Στοιχεια του εθιμου είναι τα εξης:
§ Τηρηση ορισμενης συμπεριφορας μακροχρονια και ομοιομορφα
§ Πεποιθηση εκεινων που τηρουν την συγκεκριμενη συμπεριφορα οτι είναι υποχρεωμενοι να την τηρουν γιατι υπαρχει σχετικη επιταγη του δικαιου
Τα εθιμα του ΑΚ είναι εκεινα που διαμορφωθηκαν μετα την ισχυ του ΑΚ γιατι με ρητη διαταξη νομου εχουν  καταργηθει οσα ισχυει μεχρι τοτε
2.     Διακρισεις
§ Γενικο εθιμο=είναι αυτό που ισχυει σε ολη την χωρα  πχ αδερφος δεν μπορουσε να παντρευτει αν ειχε ανυπαντρες αδερφες
§ Τοπικο εθιμο= είναι αυτό που ισχυει σε ορισμενη περιοχη πχ σε νησια κληρονομουσε ο πρωτοτοκος
§ Ειδικο εθιμο= είναι αυτό που ισχυει σε κυκλο ανθρωπων πχ δεοντολογια ιατρων
3.     Εναρξη ισχυος του εθιμου
Ισχυει από την στιγμη που δημιουργηιθηκε
4.     Καταργηση εθιμου
Καταργειται με νεοτερο νομο ρητα ή σιωπηρα ή με την δημιουργια νεου εθιμου

III.     ΟΙ ΓΕΝΙΚΑ ΠΑΡΑΔΕΓΜΕΝΟΙ ΚΑΝΟΝΕς ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ
Από το συνταγμα καθιερωνεται ως πηγη δικαιου οι γενικα παραδεγμενοι κανονες διεθνους δικαιου και αποτελουν αμεση πηγη δικαιου γιατι εντασσονται στο ελληνικο δικαιο και υπερισχυουν χωρις καμια άλλη πραξη από την πολιτεια.
Οι κανιονες αυτοι προσδιοριζονται από την θεωρια του δημοσιου διεθνους δικαιου και είναι τα γενικα διεθνη εθιμα και οι γενικες αρχες δικαιου που είναι αναγνωρισμενες από το κρατος πχ κανονες διεξαγωγης πολεμου και κανονες ευθύνης κρατους γιοα παρανομες πραξεις του
Σε περιπτωση αμφισβητησης αποφαινεται το ανωτατο ειδικο δικαστηριο κατά το συνταγμα

IV.      ΟΙ ΚΥΡΩΜΕΝΕς ΜΕ ΝΟΜΟ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙς
Οι διεθνεις συμβασεις από την επικυρωση τους με νομο απότελουν αναποσπαστο  μερος εσωτερικου ελληνικου δικαιου και υπερισχυουν από κάθε άλλη διαταξη νομου. Επικυρωση σημαινει ψηφιση τυπικου νομου από την βουλη και η επικυρωση του από τον προεδρο δημοκρατιας με πραξη
Ττοια νομοθετικα κειμενα είναι αφενος οι διεθνεις συμβασεις που με αυτές ιδρυθηκαν οι διεθνεις οργανισμοι ΟΗΕ και οι διεθνεις συμβσεις που ψηφιστηκαν από διεθνεις οργανισμους  ΟΗΕ

V.        ΚΑΝΟΝΕς ΔΙΚΑΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗς
1.     Κανονες Του Πρωτογενους Κοινοτικου Δικαιου
Οι κανονες αυτοι εγιναν εσωτερικο δικαιο από την στιγμη που η ελλαδα προσχωρησε στη ΕΕ ή κυρωθηκαν οι συνθηκες οι συνθηκες που τροποιησαν τις ιδρυτικες συνθηκες

2.     Κανονες Του Παραγωγου Κοινοτικου Δικαιου
Η ελλαδα προσωρησε στην ΕΕ δηλ κοινοτητα με δυαντοτητα παραγωγης κανονων δικαιου, εχουν αμεση ισχυ αρα  αποτελουν πηγη δικαιου όχι μονο οι κανονες πρωτογενους κοιν δικαιου αλλα και πολλοι κανονες παραγωγου κοιν δικαιου
a)     Κανονισμοι= είναι δεσμευτικοι ωςπρος όλα τα μερη τους και εχουν γενικη και αμεση ισχυ σε κάθε κρατος μελος
b)     Οδηγιες= προσφερονται για την εναρμινιση των νομοθεσιων . τα κρατη μελη δεσμευονται μονο από τους στοχους που θετουν οι οδηγιες και λαμβανονται και οι εθνικες ιδιαιτεροτητες
Διακρινονται :
§ Αν το κρατος μελος εχει λαβει τα απιτουμενα νομοθετικα μτετρα  για να προσαρμοσει την οδηγια στην εθνικη νομοθεσια για να παραγει αμεσα αποτελεσματα αφου είναι εσωτερικο δικαιο πλεον
§ Αν μια οδηγια δεν εχει μεταφερθει στο εθνικο δικαιο  το ευρωπ δικαστηριο δεχεται με παγια νομολογια οτι ο πολιτης μπορει να την επικαλεστει αμεσα την οδηγια αυτή στα εθνικα δικαστηρια Οι προυποθεσεις για να αποκτησουν οι διαταξεις μιας οδηγιας αμεση ισχυ είναι οι εξης:
§ Οι διαταξεις της οδηγιας να καθοριζουν δικαιωματα πολιτων με σαφη τροπο
§ Η επικληση του συγκεκριμενου διακιωματος να μην εξαρταται από αιρεση ή μετρο του κρατους
§ Να εχει ηδη παρελθει η προθεσμια μεταφορας στο εθνικο δικτυο
§ Να μην παρεχεται στον εθνικο νομοθετη κανενα περιθωριο εκτιμησης ως προς την διαμορφωση του περιεχομενου της οδηγιας
Το ευρωπ δικαστηριο  εχει αποδεχθει το αμεσο αποτελεσμα των οδηγιων μονο στις σχεσεις μεταξυ  πολιτων και  κρατους και μονο όταν το αποτελεσμα είναι προς οφελος πολιτη
Αντιθετα εχει απορριφθει το αμεσο αποτελεσμα οδηγιων σε σχσεις μεταξυ πολιτων 
Με τηνπαροδο προθεσμιας να ενταχθει η οδηγια τα κρατικοα οργανα εχουν υποχρεωση να ερμηνευουν και να εφαρμοζουν στο εθνικο πειπεδο συμφωνα με την οδηγια
c)     Αποφασεις
Απευθυνονται σε κρατος-μελος και το υποχρεωνουν σε ορισμενη συμπεριφορα από την οποια απορρεουν δικαιωματα ιδιωτων και παραγουν αμεσα εννομα αποτελεσματα για πολιτες ΕΕ, αν συντρεχουν οι παραπανω προυποθεσεις που απαιτουνται για την παραγωγή εννομων αποτελεσματων από μια οδηγια. Οι  πολιτες μπορουν ναπροσφυγουν στα εθνικα δικαστηρια και να ζητησουν εννομη προστασια ως προς τα περεχομενα σε αυτους με αποφαση δικαιωματα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ……….28-29
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

I.         ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ είναι το σύνολο των δικαστικων απιοφασεων με τις οποιες λυνονται συγκεκριμενα νομικα προβληματα
Δεν  είναι πηγη δικαιου συμβαλει όμως στην διαπλαση του με τους εξης τροπους:
§ Ερμηνευοντας τις διαταξεις των νομων
§ Καλυπτοντας κενα του νομου όταν διαμορφωνει νεους θεσμους δηλ εξω από την υπαρχουσα νομοθετικη ρυθμιση πχ αποδυναμωση δικαιωματος πλημελης εκπληρωση παροχης
§ Δινοντας ορισμενο περιεχομενο σε αοριστες νομικες εννοιες πχ χρηστα ηθη,  καλη πιστη
Όταν σειρα δικαστικων αποφάσεων κρινει κατά ομοιομορφο τροπο συγκεκριμενο νομικο θεμα προκειται για παγια νομολογια η οποια δεν δεσμευει τα δικαστηρια  στο μελλον . η παγια νομολογια ανωτ δικαστηριων όμως δημιουργει δεσμευση στα κατωτερα δικαστηρια πχ παγια νομολογιοα αρειου παγου

II.       ΝΟΜΙΚΗ  ΕΠΙΣΤΗΜΗ είναι η θεωρητικη μελετη του δικαιου και δεν αποτελει κανονα δικαιου
Η αποστολη της είναι:
§   Η επεξεργασια των ισχυοντων κανονων δικαιου , ερμηνεια κανονων δικαιου κριτικη και υποδειξη τροπων καλυψης νομοθετικων κενων
§   Ενασχοληση με θεματα νομοθετικης πολιτικης δηλ μελετη κοινωνικων δεδομενων , κριτικη ισχυουσας νομοθετικης ρυθμισης επισημανση ανακγκης τροποιησης της και διατυπωση προτασεων για θεσπιση νεων κανονων που κρινονται ως  πιο καταλληλοι


ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε……….30-34
ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟΥ

I.         ΕΝΝΟΙΑ
ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟΥ είναι οι ετερονομ οι κανονες που ρυθμιζουν κατά τροπο υποχρεωτικο την κοινωνικη τους συμβιωση των ανθρωπων . οι κανονες δικαιου περιεχονται στους νομους και τα εθιμα

II.       ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ

1.     Κανονες Δικαιου Γενικοι Και Ειδικοι
Κανονες Δικαιου Γενικοι=ρυθμιζουν γενικα τις καταστασεις και τις σχεσεις ολων των προσωπων χωρις διακρισεις πχ το αστικο δικαιο μεσα στο ιδιωτικο δικαιο είναι γενικο δικαιο
Κανονες Δικαιου   Ειδικοι=ρυθμιζουν με ιδιατερο τροπο ορισμενες κατηγοριες εννομων σχεσεων πχ το εργατικο δικαιο μεσα στο ιδιωτικο δικαιο είναι ειδικο δικαιο δηλ ιατομα με εξαρτημενη εργασια

2.     Κανονες Ενδοτικου Και Αναγκαστικου Δικαιου
Κανονες Ενδοτικου   Δικαιου=  εφαρμοζονται μονο αν δεν αποφασισαν διαφορετικα τα 2 μερη    πχ καταβολη ενοικιου σε συμφωνημενη ή συνιθισμενη ημερομηνια . αν δεν συμφωνηθει κατι τετοιο καταβαλλεται κατά την ληξη της μισθωσης= περιεχει ενδοτικο δικαιο γιατι τα μερη καθοριζουν την ημερομηνια
Κανονες   Αναγκαστικου Δικαιου=εφαρμοζονται αναγκαστικα ανεξαρτητα από την θεληση των μερων και δεν αποκλειονται από την ιδωτικη βουληση πχ για εγκυρη μεταβιβαση ακινητου απιτειται συμβολαιογραφικη πραξη και ειναι ακυρη αν γινει ιμονο διωτικο συμφωνητικο

III.     ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΔΙΚΑΙΟΥ

1.     Αυθεντικη  Ερμηνεια είναι εκεινη που γινεται από τον ιδιο τον νομοθετη με άλλο νομο που λεγεται ερμηνευτικος πχ νομος για επιδομα ενεργων  και ερμηνευτικος γιααναδρομηκη ισχυ

2.     Επιστημινικη  Ερμηνεια γινεται από τους νομικους ειτε από δικαστες ειτε θεωρητικους επιστημονες και διακρινονται σε :

a)     ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ειναι εκεινη που βασιζεται στο γραμμα του νομου δηλ  των λεξεων του κανονα δικαιου  και γινεται βασει των κανονων γραμματικης και γλωσσολογιας

b)     ΛΟΓΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ για την ερμηνεια αυτή χρησιμοποιουνται ορισμενα επιχειρηματα:

a.     Το κατά διαστολη επιχειρημα: σημαινει οτι εφοσον ο νομος οριζει ρητα για το α θεμα συναγεται οτι για το β αντιθετο θεμα ισχυει το αντιθετο πχ ανικανοι και ικανοι για καταλογισμο ευθυνων
b.     Το κατά μειζονα λογο  επιχειρημα: σημαινει οτι όταν ο νομος απαγορευει το λιγοτερο αρα απαγορευει και το περισσοτερο πχ ανηλικος που συμπληρωσε τα 15 ετη θελει συναινεση ενώ   ανηλικος κατω 15 ετων απαγορευεται να καταρτιζει συμβαση 
c.     Το  επιχειρημα εκ του μειζονος το ελλασσον: σημαινει οτι αν ο νομος επιτρεπει το περισσοτερο αρα επιτρεπει και το λιγοτερο πχ αν τοκος επιτρεπτος 8% αρα και ο 5%
d.     Το επιχειρημα εκ της σιωπης του νομου: σημαινει οτι η αληθεια ενός συμπερασματος στηριζεται στην σιωπη του νομου για το συγκεκριμενο θεμα πχ αν παιδι χωρις γαμο μπορει να  αναγνωριστει από πατερα ή παππουδες αλλα ο νομοθετης δεν λεει για θειους  αρα  τους αποκλειει

c)     ΤΕΛΕΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ είναι η ερμηνεια που αποβλεπει στο σκοπο που επιδιωκει ο κανονας δικαιου και για την αναζητηση του σκοπου χρησιμοποιουνται διαφορα στοιχεια πχ προισχυον δικαιο προπαρασκευαστικες εργασιες για τον συγκεκριμενο νομο , η φορμη που εδωσε λαβη για την θεσπιση του. Τα ειδη της τελεολογικης ερμηνειας είναι:

a.         ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ χρησιμοποιειται όταν ο νομοθετης εκφραστηκε στενοτερα ή ευρυτερα από οτι ηθελε. Τα   ειδη της διορθωτικης ερμηνειας είναι:
§   Διασταλτικη ερμηνεια γινεται όταν ο εκφραστηκε στενοτερα   από οτι ηθελε ακολουθωντας αυτή την ερμηνεια επεκτεινεται η συγκεκριμενη ρυθμιση και σε εκεινες τις περιπτώσεις που ανταποκρινονται στο πνευμα του νομου πχ αλοδαπος απολαμβανει τα αστικα δικαιωματα του ημηδαπου αρα στην λεξη αλλοδαπος περιλαμβανεται και η αλλοδαπη
§   Συσταλτικη ερμηνεια γινεται όταν ο εκφραστηκε   ευρυτερα από οτι ηθελε ακολουθωντας αυτή την ερμηνεια περιοριζεται η συγκεκριμενη ρυθμιση και σε εκεινες τις περιπτώσεις που ανταποκρινονται στο πνευμα του νομου πχ αναφορα σε κοινο εμπραγματο δικαιωμα δεν αναφερει κινητο ή ακινητο και η ερμηνεια το καθοριζει μονο το δικαιωμα επι ακινητου και όχι επι κινητων

b.         ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ καλυπτονται κενα που υπαρχουν στον νομο. Κενα υπαρχουν στον στομο στις εξης περιπτώσεις:


Κενα υπαρχουν στον στομο στις εξης περιπτώσεις:

§   Όταν ο νομοθετης αν και γνωριζε μια περιπτωση δεν την θεσπισε. Πχ πραγματα λογιζονται και οι φυσικε δυναμεις ή ενεργειες δηλ ηλεκτρικο ρευμα και δεν αναφερει την ατομικη ενεργεια ή τον μαγνητισμο
§   Όταν ο νομοθετης δεν σκεφτηκε καποια περιπτωση πχ κακη εκπληρωση παροχης ή αποξενωση ενός δικαιωματος
§   Όταν ο νομοθετης δεν μπορουσε να εχει υποψιν του μια περιπτωση γιατι εμφανιστηκε μετα την θεση σε ισχυ του συγκεκριμενου νομου πχ νομος παλαιος οριζε τις ωρες απασχολησης για τρενα λεωφορεια και δε οριζει για τις αεροπορικες μεταφορες γιατι δεν ειχαν καθιερωθει
Η συμπληρωματικη ερμηνεια γινεται με την αναλογια:
Αναλογια είναι η εφαρμογη ενός κανονα δικαιου που τεθηκε μεν για ορισμενη περιπτωση αλλα χρησιμοποιεται και σε αλλη περιπτωση που δεν προβλεπεται από τον νομο παρουσιαζει ομοιοτητες με την πρωτη πχ νομος δεν οριζε τιποτα για αεροπορικες μεταφορες μεχρις οτου οριστηκε νομοθετικα γιατι ειχε ομοιτητες με τιςοδικες , πλοιων κτλ












2. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΩΝ ΕΝΝΟΜΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ………… 43-44
ΓΕΝΙΚΑ

      I.    ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΔΙΚΑΙΟΥ
Η Ικανότητα να είναι κανείς υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων
Υποκείμενα έννομων σχέσεων είναι τα πρόσωπα  τα οποία είναι Υποκείμενα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων γιατί από κάθε έννομη Σχέση πηγάζουν δικαιώματα και Υποχρεώσεις

    II.    ΕΙΔΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ 
1.    Φυσικά πρόσωπα
Όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως Ηλικίας , φύλου , ιθαγένειας
2.    Νομικά πρόσωπα
Ενώσεις προσώπων που επιδιώκουν ορισμένο σκοπό ‘η σύνολα περιούσιας που έχουν ταχθεί για ορισμένο σκοπό, τηρώντας τους όρους του νόμου , αυτοτελή προσωπικότητα(νομική) δηλ είναι Υποκείμενα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων-
αυτά ονομάζονται Νομικά πρόσωπα γιατί δεν είναι όπως ο άνθρωπος αλλά την νομική τους υπόσταση την παίρνουν από τον νόμο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ……………45-61

ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ


          I.    ΑΡΧΗ ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ
1.Έναρξη φυσικού προσώπου
Αρχίζει να υπάρχει μόλις γεννηθεί ,αν γεννηθεί ζωντανό αποτελεί αφετηρία και για την προσωπικότητα του
μόλις βγει από το μητρικό σώμα αποκτά Ικανότητα δικαίου έστω και αν αναπνεύσει έστω μια στιγμή ή ανεξάρτητα αν γεννήθηκε βιώσιμο ή όχι
Άρθρο 36ΑΚ λέει ότι παιδί που δεν έχει γεννηθεί αλλά κυοφορείται θεωρείται ως προς τα δικαιώματα που του υπάγονται σαν να ήταν γεννημένο από την στιγμή της σύλληψης του (για  κληρονομικές σχέσεις Άρθρο 1814 & 1820 ΑΚ  πχ άνδρας που πέθανε με άφησε έγκυο γυναίκα η κληρονομιά του ανήκει ¼ στη γυναίκα και ¾ στο παιδί αν γεννηθεί ζωντανό και αποκλείονται λοιποί συγγενείς, αν γεννηθεί νεκρό τότε γυναίκα ½ και γονείς και αδέρφια του θανόντος το άλλο 1/2 , αν γεννηθεί ζωντανό και μετά πεθάνει ,τότε η κληρονομιά που του ανήκει  ¾ πηγαίνουν στην μητέρα του και όχι σε λοιπούς συγγενείς )
2.Τέλος φυσικού προσώπου
Το τέλος φυσικού προσώπου Άρθρο 35ΑΚ επέρχεται με τον θάνατο του με χρόνο που καθορίζεται από την ιατρική επιστήμη
3.Απόδειξη αρχής και τέλους φυσικού προσώπου
A. Γενικά
Άρθρο 37ΑΚ κάποιος που ισχυρίζεται ότι κάποιος ζει πέθανε ή πέθανε νωρίτερα ΄η αργότερα από κάποιον άλλο πρέπει να το τεκμηριώσει –αυτό γίνεται με τρόπο όπως σχετική ληξιαρχική πράξη που στηρίζεται σε ιατρική βεβαίωση (εκμισθωτής πέθανε και ο γιος του ζητάει τα ενοίκια από τον μισθωτή ,για να πάρει τα μισθώματα πρέπει να αποδείξει ότι ο εκμισθωτής πέθανε και ότι αυτός είναι ο κληρονόμος του)
B. Τεκμήρια
-αν κάποιος πεθάνει θάνατος είναι βέβαιος όμως γιατί συνέβη σε αεροπορικό δυστύχημα και δεν βρέθηκε πτώμα και δεν υπάρχουν μάρτυρες  θεωρείται ότι ο θάνατος έχει αποδειχθεί Άρθρο 39ΑΚ.ετσι καθιερώνεται τεκμήριο θανάτου και επιτρέπεται η σύνταξη ληξιαρχικής πράξης θανάτου σύμφωνα με έκθεση αρχής
-αν κάποιος πεθάνει θάνατος είναι βέβαιος όμως γιατί συνέβη σε μάχη και δεν είναι δυνατή η χορήγηση ιατρικής βεβαίωσης εκδίδεται ληξιαρχική πράξη θανάτου με βάση τους μάρτυρες
-αν κάποιος δεν είναι βέβαιος ότι πέθανε κινείται διαδικασία κηρύξεις του σε αφάνεια
-αν κάποιοι πέθαναν ταυτόχρονα και δεν μπορεί να αποδειχθεί ποιος πέθανε νωρίτερα από κάποιον άλλο τότε καθιερώνεται τεκμήριο συναποβιωσης Άρθρο 38ΑΚ  - αυτό είναι μαχητό και μπορεί να ανατραπεί αν κάποιος φέρει μάρτυρες και αποδείξεις  (για  κληρονομικές σχέσεις δηλ κληρονόμοι ζεύγους χωρίς παιδία αν αποδείξουν ποιος πέθανε ποιο μπροστά για να πάρουν και το ½ μερίδιο από τον άλλο του ζεύγους)
4.Aφάνεια
A.     Γενικά
Αν θάνατος πολύ πιθανός αλλά χωρίς να είναι και βέβαιος (επειδή αυτή η αβεβαιότητα βλάπτει τα συμφέροντα κάποιων) αρχίζει διαδικασία κήρυξης προσώπου σε αφάνεια Άρθρο 40-50ΑΚ   
B.     Προϋπόθεσης κηρύξεις αφάνειας
Για να κηρυχθεί εν πρόσωπο σε αφάνεια πρέπει ο θάνατος του να είναι πολύ πιθανός όταν α) να εξαφανίσθηκε ενώ βρισκόταν σε κίνδυνο ζωής  (πόλεμος –ναυάγιο ) και πέρασε 1 χρόνος που αγνοείται  από την στιγμή κίνδυνου Άρθρο 41ΑΚ   β) να απουσιάζει πολύ καιρό χωρίς ειδήσεις  πρέπει να έχουν περάσει 5 έτη από την Αποστόλη και όχι από την λήψη της τελευταίας είδησης  Άρθρο 41ΑΚ   
C.     Διαδικασία κηρύξεις αφάνειας
Οποιοσδήποτε εξαρτά δικαιώματα από τον θάνατο συγγενούς (σύζυγος-παιδία) μπορεί να υποβάλει στο δικαστήριο αίτηση για κηρύξει του σε αφάνεια –εκδικάζεται στο μονομελές πρωτοδικείο της τελευταίας κατοικίας ή διαμονής του εξαφανισμένου ή αν δεν υπάρχει της πρωτεύουσας του κράτους  (δικάζει κατά της εκούσιας δικαιοδοσίας)
Διαδικασία ρυθμίζεται από τις διατάξεις Άρθρο 42-47ΑΚ   και ΚπολΔ  783
Η αφάνεια κηρύσσεται με δικαστική απόφαση
D.     Αποτελέσματα κηρύξεις αφάνειας
Με την δημοσίευση στον τύπο Άρθρο  47ΑΚ  σε συνδυασμό με Άρθρο 43.1 ΑΚ της αμετάκλητης δικαστικής απόφασης (να μην μπορεί να προσβληθεί με κανένα ένδικο μέσο ) την κηρύσσεται η αφάνεια δημιουργείται τεκμήριο θανάτου του άφαντου που ισχύει για όλους. (δηλ στο εξής μπορούν να ασκηθούν όλα τα δικαιώματα που εξαρτώνται από τον θάνατο του άφαντου σαν να είχε αποδειχθεί (ακολουθεί  κληρονομική διάδοχη, λήγει η γονική μέριμνα του άφαντου) τα Αποτελέσματα κηρύξεις της αφάνειας αρχίζουν από το χρονικό σημείο που άρχισε η αφάνεια Άρθρο  48ΑΚ  (εξαιρεση αποτελει ότι με την κηρύξει της αφάνειας δεν λύεται ο γάμος γιατί πρέπει να γίνει αίτηση διαζυγίου Άρθρο 1440ΑΚ)
Το τεκμήριο θανάτου του άφαντου μπορεί να ανατραπεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση που να άρει την κηρύξει της αφάνειας Άρθρο  46ΑΚ   
E.     Επανεμφάνιση του άφαντου
 Αν μετά την κηρύξει του σε αφάνεια εμφανισθεί ο άφαντος έχει δικαίωμα να τηρηθεί Άρθρο  46-49-50 ΑΚ  και Άρθρο  1883ΑΚ να ανακτήσει την περιούσια του από αυτούς που του πήραν λόγω της αφάνειας . (εξαίρεση αποτελεί αν εκδοθεί διαζυγιο, αυτό δεν μπορεί να αναιρεθεί  –πρέπει να ξαναπαντρευτεί την σύζυγο )   

        II.    ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ
1.    Όνομα
Το  όνομα που περιλαμβάνει το επώνυμο και το κύριο όνομα χρησιμεύει ως διακριτικό μέσο για την νομική εξατομίκευση του ανθρώπου
Ο καθορισμός του κύριου ονόματος γίνεται από τον γονέα που έχει την επιμέλεια του παιδιού (κατά κανόνα 2 οι γονείς άρα επιλογή και από τους 2 αν υπάρχει διαφωνία το λύνει το δικαστήριο Άρθρο  1512ΑΚ
Το επώνυμο αποκτάται με τους εξής τρόπους :
Α) τα παιδία με γάμο γονιών παίρνουν επώνυμο σύμφωνα με την κοινή αμετάκλητη δήλωση τους πριν τον γάμο τους Άρθρο  1505.1 ΑΚ (παίρνουν επώνυμο πατέρα ή μητέρας ή συνδυασμός και των 2 για όλα τα παιδία από ίδιους γονείς Άρθρο  1505.2 ΑΚ -αν γονείς δεν δηλώσουν ποιο επώνυμο επιθυμούν τότε τα παιδία παίρνουν το επώνυμο του πατέρα τους Άρθρο  1505.3 ΑΚ)
Β) τα παιδία χωρίς γάμο γονιών παίρνουν επώνυμο μητέρας Άρθρο  1506.1ΑΚ –αν αναγνωριστεί από πατέρα τότε προστίθεται στο όνομα του παιδιού με δήλωση στο ληξιαρχείο και το επώνυμο του πατέρα 1506.3ΑΚ
Γ) το παιδί που υιοθετείται παίρνει το επώνυμο του θετού γονέα Άρθρο  1563 ΑΚ
Δ) Τα έκθετα παιδία αποκτούν όνομα και επώνυμο με διοικητική πράξη ,ο ληξίαρχος κατά την σύνταξη της ληξιαρχικής πράξης του δίνει όνομα –επώνυμο-όνομα πατρός –όνομα μητρός)
Ε) το επώνυμο γυναίκας δεν μεταβάλλεται με τον γάμο Άρθρο  1388.1 ΑΚ σε κοινωνικές σχέσεις και συναίνεση του συζύγου μπορεί να το προσθέτει στο δικό του 
2.    Φύλο
Αποτελεί και αυτό μέσο για τον προσδιορισμό της ταυτότητας του προσώπου .Άρθρο 4.2ΣΥΝΤ την αρχή της ισότητα των 2 φυλών
3.    Ιθαγένεια
Είναι ο νομικός σύνδεσμος 1 προσώπου με μια ορισμένη πολιτεία .τα θέματα ρυθμίζονται από τον Κώδικα ελληνικής Ιθαγένειας
4.    Ηλικία
Η συμπλήρωση ορισμένης ηλικίας θεωρείται από τον νόμο κριτήριο ότι το άτομο έχει αποκτήσει μια πνευματική ωριμότητα και ικανότητα  για δικαιοπραξία ή αδικοπραξία ,ικανότητα για κατάρτιση σύμβασης εργασίας Άρθρο  136 ΑΚ ικανότητα για υιοθεσία Άρθρα  1543,1582  ΑΚ  ,ικανότητα για συναίνεση σε  υιοθεσία Άρθρο  1555 ΑΚ
5.    Υγεια
Η σωματική αναπηρία όπως και η ψυχική ΄ή διανοητική διαταραχή  είναι δυνατόν να επιδράσουν στην ικανότητα του προσώπου για δικαιοπραξία ή για αδικοπραξία
6.    Θρησκεία
Ελευθέρια θρησκευτικής συνείδησης και στη Ελευθέρια λατρείας πριν τροποποιηθεί ΑΚ επηρέαζαν αρκετά θέματα οικογενειακού δικαίου. Σήμερα η επίδραση είναι πολύ περιορισμένη και παντρεύονται με πολιτικό γάμο ή και με γάμο της θρησκείας τους Άρθρο  1471 ΑΚ
7.    Τιμή
Είναι κοινωνική άξια και υπόληψη που αποδίδεται σε κάθε πρόσωπο και προστατεύεται με ειδικές διατάξεις του ΑΚ (Άρθρο 57Ακ αναφορά στο δικαίωμα της προσωπικότητας Άρθρο 57Ακ αναφορά σε δυσφημιστικές διαδόσεις )
8.    Συγγένεια
Είναι ο δεσμός που συνάδει 2 ή περισσότερα πρόσωπα μεταξύ τους. Διακρίνεται σε εξ αίματος Άρθρο  1461 ΑΚ (2 πρόσωπα που το ένα κατάγεται από το άλλο γονέας –παιδί είτε και τα 2 κατάγονται από ένα τρίτο πρόσωπο αδέρφια )και εξ αγχιστείας Άρθρο  1462 ΑΚ (είναι σχέση που συνάδει τους εξ αίματος συγγενείς του ενός με τον άλλον σύζυγο –πχ γονείς και αδέρφια της Α είναι συγγενείς εξ αγχιστείας με τον σύζυγο της Α)


9.    Κατοικία
A.     Έννοια και σημασία της κατοικίας
-Κατοικία είναι ο τόπος στον οποίο 1 πρόσωπο εγκαταστάθηκε με την πρόθεση να τον κάνει μόνιμο κέντρο των βιοτικών του σχέσεων  Άρθρο  51 ΑΚ
-Κατοικία έχει σημασία  σε πολλά θέματα αστικού δικαίου πχ από την Κατοικία καθορίζεται ο τόπος εκπλήρωσης της παροχής  Άρθρο  320-321ΑΚ (σε περίπτωση δανείου του Α από τον Β οφείλει ο Α να τα καταβάλει στο τόπο κατοικίας του Β αν δεν έχει ορισθεί διαφορετικά)
-Κατοικία έχει σημασία  σε πολλά θέματα πολιτικής δικονομίας γιατί πχ από την Κατοικία του εναγομένου (μηνυμένος) προσδιορίζεται το αρμόδιο κατά τόπο δικαστήριο για εκδίκαση των αγωγών που στρέφονται κατά αυτού Άρθρο 22 ΚπολΔ ()
B.     Διακρίσεις
Α) =εκούσια =είναι αυτή που έχει επιλέγει ελευθέρα από 1 πρόσωπο
Απαραίτητα στοιχεία για να αποκτήσει 1 άτομο εκούσια Κατοικία είναι τα εξής:
Α.α=πραγματικη εγκατάσταση  σε ορισμένο τόπο
Α.β=προθεση του ατόμου να κάνει τον τόπο αυτό μόνιμο κέντρο των βιοτικών του σχέσεων 
Β) =νόμιμη ή αναγκαια=είναι  εκείνη που προσδιορίζεται από τον νόμο.
Τέτοια Κατοικία έχουν:
Β.α.=οι διορισμένοι σε ισόβια δημόσια υπηρεσία τον τόπο που υπηρετούν Άρθρο 54 ΑΚ
Β.β =οι ανήλικοι που τελούν υπό γονική μέριμνα την Κατοικία των γονέων τους ή του γονέα που ασκεί την επιμέλεια του Άρθρο  56.1ΑΚ
Β.γ =οι ανήλικοι που τελούν υπό επιτροπεία την Κατοικία του επίτροπου τους  Άρθρο  56.2ΑΚ
Β.δ=εκεινοι που τελούν υπό πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση την Κατοικία του δικαστικού συμπαραστάτη τους Άρθρο  56.2ΑΚ
C.     Ειδική Κατοικία
Κάθε άνθρωπος έχει μόνο μια Κατοικία .λόγω της άσκησης επαγγέλματος του λογίζεται ως Ειδική Κατοικία του προσώπου ο τόπος που ασκεί το επάγγελμα του Άρθρο 51.3ΑΚ
Πχ κάποιος με κατάστημα σε Αθηνά –πατρα-θες/νικη, μένει με την οικογένεια του και είναι η Κατοικία του  στην Αθηνά αλλά έχει  ειδικές κάτοικε στην θες/νικη και στην Πάτρα 
D.     Διαφορά κατοικίας από διαμονή
Η Κατοικία διαφέρει από την την διαμονή γιατί διαμονή είναι ο τόπος όπου το άτομο βρίσκεται προσωρινά χωρίς την πρόθεση της μόνιμης εγκατάστασης σε αυτόν (σε διακοπές διαμονή στην Ύδρα 20 ημέρες )

      III.    ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΠΩΝ
1.    Προστασία της προσωπικότητας
A.     Έννοια δικαιώματος στην προσωπικότητα
Δικαίωμα στην προσωπικότητα σημαίνει το Δικαίωμα στα αγαθά εκείνα που είναι Απαραίτητα για την ύπαρξη του ανθρώπου όπως η ζωή , η υγειά, η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητα, η τιμή , η απόλυτη περιοχή της προσωπικότητας
Το δίκαιο αναγνωρίζει και προστατεύει το δικαίωμα στην προσωπικότητα
Ο ΑΚ εκτός της γενικής διάταξης του Άρθρου 57 ΑΚ (προστασία προσωπικότητας εφόσον γίνεται παράνομη προσβολή της από άλλον-εξύβριση χρησιμοποίηση χωρίς άδεια των φωτογραφιών ενός ατόμου σε έντυπα κτλ) περιλαμβάνει και ειδικές διατάξεις των άρθρων 58-59ΑΚ ρυθμίζει ως αυτοτελή δικαιώματα το Δικαίωμα στο όνομα, και στα προϊόντα διανοίας λόγω της μεγάλης πρακτικής τους σημασίας
Η Προστασία της προσωπικότητας είναι κατοχυρωμένη και από το σύνταγμα  (Άρθρα 2.1 –5.1-7.2-9.1-9.2-19 συντ προστασία αξίας του ανθρώπου σε πρωταρχική υποχρέωση τις πολιτείας και προστατεύουν την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητα του και ασφαλίζουν την ιδιωτική και οικογενειακή τους ζωή, απόρρητο των επικοινωνιών του και το δικαίωμα στην σωματική και ψυχική του ακεραιότητα
Ειδικά προστατεύεται η μνήμη προσώπου που έχει πεθάνει
B.     Περιεχόμενο προστασίας
Σε περίπτωση παράνομης προσβολής της προσωπικότητας του ατόμου έχει τις εξής αξιώσεις:
Α) =αξίωση για άρση της προσβολής Άρθρο 57.1 ΑΚ (ζητείται αποκατάσταση πραγμάτων στην κατάσταση που ήταν πριν την προσβολή πχ αν πρόσωπο σε έντυπο ζητείται να αποσυρθεί από την κυκλοφορία το έντυπο)
Β) =αξίωση να μην επαναληφθεί η προσβολή στο μέλλον Άρθρο 57.1 ΑΚ (ζητείται η μη επανάληψη της προσβολής στο μέλλον πχ. Να μην ξανακυκλοφορησει το έντυπο )
Γ) =αξίωση για αποζημίωση Άρθρο 57.2 ΑΚ  (όταν η παράνομη προσβολή είναι αιτία πρόκλησης περιουσιακής ζημίας και επαγγελματικής του πίστης πχ γιατρός που δυσφημίστηκε ζημιώθηκε η περιούσια του )
Δ) =αξίωση για ικανοποίηση ηθικής βλάβης  Άρθρο 59 ΑΚ (ζητείται η αποκατάσταση ζημίας που δεν είναι περιουσιακή αλλά προκαλείται από τον ψυχικό πόνο που αισθάνεται κανείς μετά την προσβολή πχ έντυπο που αναφέρεται στην ιδιωτική ζωή ηθική βλάβη είναι η στεναχώρια γιατί κλονίστηκε η κοινωνική του υπόσταση- εξύβριση –δυσφήμιση ηθική βλάβη είναι η στενοχώρια)
Η ηθική βλάβη μπορεί να ικανοποιηθεί με τους εξής τρόπους :
Δ.α= πληρωμή χρηματικού ποσού, που δεν θεωρείται ότι αποτελεί αποκατάσταση της ζημίας γιατί η ψυχική ταλαιπωρία δεν αποτιμάται σε χρήμα
Δ.β =με δημοσίευμα , δηλ επανόρθωση αυτών των δημοσιευμάτων με σχετική δημοσίευση στον τύπο
Δ.γ =με οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις , πχ αίτηση συγγνώμης, απόδοση ή καταστροφή των προσβλητικών έγγραφων , φωτογραφιών κτλ. 
C.     Προστασία μνήμης προσώπου που έχει πεθάνει
Σε περίπτωση παράνομης προσβολής μνήμης προσώπου που έχει πεθάνει :αξίωση για άρση της προσβολής ,  να μην επαναληφθεί η προσβολή στο μέλλον , για αποζημίωση περιουσιακής ζημίας και αξίωση για αποκατάσταση ηθικής βλάβης  ,έχουν η σύζυγος ,οι κληρονόμοι και ορισμένοι στενοί συγγενείς από διαθήκη Άρθρο 57.2 ΑΚ 
2.    Προστασία του ονόματος
A.     Έννοια δικαιώματος στο όνομα
Το δικαίωμα του προσώπου στο όνομα του αναφέρεται τόσο στο επώνυμο όσο και στο κύριο όνομα .από τον νόμο προστατεύεται και το ψευδώνυμο  αν η χρησιμοποίηση του είναι τέτοια ώστε να έχει γίνει διακριτικό γνώρισμα του προσώπου
Η προσβολή του ονόματος μπορεί να γίνει με τους εξής τρόπους:
Α)= με αμφισβήτηση  του ονόματος από άλλον πχ όταν αποκαλείται κάποιος με άλλο όνομα ή όταν αφαιρείται η πινακίδα που φέρει το όνομα 1 ατόμου με τον ισχυρισμό ότι δεν του ανήκει το όνομα
Β)= με παράνομη χρήση του ονόματος από άλλον εκτός αν πρόκειται για συνωνυμία

B.     Περιεχόμενο προστασίας
Εκείνος που προσβάλλεται στο δικαίωμα να φέρει ένα όνομα έχει τις εξής αξιώσεις:
Α)= αξίωση για άρση της προσβολής Άρθρο 58.1ΑΚ (πχ σε περίπτωση αφαίρεσης πινακίδας που φέρει το όνομα κάποιου προσώπου ζητείται να επανατοποθετηθεί –αν αφανίζεται ο Α με το όνομα του Β ζητείται να πάψει να εμφανίζεται με αυτό το όνομα)
Β) =αξίωση να μην επαναληφθεί η προσβολή στο μέλλον Άρθρο 58.1 ΑΚ (ζητείται η μη επανάληψη της προσβολής στο μέλλον πχ. Να μην ξανααφαιρεθει πινακίδα , να μην ξαναεμφανισθεί ο ο Α με το όνομα του Β)
Γ) =αξίωση για αποζημίωση Άρθρο 58.2 ΑΚ  (όταν η παράνομη προσβολή είναι αιτία πρόκλησης περιουσιακής ζημίας και επαγγελματικής του πίστης πχ γιατρός που ζημιώθηκε η περιούσια του με την αφαίρεση πινακίδας  )
Δ) =αξίωση για ικανοποίηση ηθικής βλάβης  Άρθρο 59 ΑΚ (ζητείται η αποκατάσταση ζημίας που δεν είναι περιουσιακή αλλά προκαλείται από τον ψυχικό πόνο που αισθάνεται κανείς μετά την προσβολή ονόματος 
3.    Προστασία στα προϊόντα διανοίας
A.     Έννοια δικαιώματος στα προϊόντα διανοίας
Είναι το αποκλειστικό δικαίωμα που αναγνωρίζεται στον πνευματικό δημιουργό και είναι συνυφασμένο με το έργο του
προϊόντα της διανοίας είναι τα έργα συγγραφέων ,μουσικών, ζωγράφων ευρεσιτεχνίες
Τα αυλα αυτά αγαθά αποτελούν κατά κάποιο τρόπο κτήμα του δημιουργού του και το δικαίωμα δε , πάνω στα αγαθά αυτά ονομάζεται , -ανάλογα με τα προστατευόμενα αγαθά- δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας (δικαίωμα που η έννομη τάξη απονέμει στο δημιουργό ενός πνευματικού έργου πάνω στο έργο αυτό πχ βιβλιο,μουσικη σύνθεση πίνακας  ) ή  δικαίωμα βιομηχανικής ιδιοκτησίας (σύνολο αυλων Αγάθων που αφορούν τις συναλλαγές πχ ευρεσιτεχνία ,διακριτικός τίτλος ,σήμα )
B.     Περιεχόμενο προστασίας
Σε περίπτωση που ένα πρόσωπο προσβάλλεται σε ένα από τα προϊόντα της  διανοίας  του   έχει τις εξής αξιώσεις:
Α) =αξίωση για άρση της προσβολής  (ζητείται αποκατάσταση πραγμάτων στην κατάσταση που ήταν πριν την προσβολή πχ  ζητείται σταμάτημα αναδημοσίευσης ή σταμάτημα οικειοποίησης πατρότητας του βιβλίου ή της μουσικής σύνθεσης )
Β) =αξίωση να μην επαναληφθεί η προσβολή στο μέλλον (ζητείται η μη επανάληψη της προσβολής στο μέλλον πχ. Να μην ξαναγινεί επανακυκλοφορία βιβλίου χωρίς άδεια του συγγραφέα ή  να μην ξαναγινεί  οικειοποίησης πατρότητας του βιβλίου)
Γ) =αξίωση για αποζημίωση (όταν η παράνομη προσβολή είναι αιτία πρόκλησης περιουσιακής ζημίας πχ από στέρηση πληρωμής συγγραφικών δικαιωμάτων του  )
-Στον ΑΚ είναι περιορισμένη η προστασία στα δικαιώματα της διανοίας υπάρχουν ειδικοί νόμοι που όμως δεν περιέχουν ολοκληρωμένο σύστημα αστικών κυρώσεων Σήμερα για τα δικαιώματα της διανοίας  μόνο ο ισχύον νόμος για την πνευματική ιδιοκτησία προβλέπει πλήρες σύστημα κυρώσεων κατά συνέπεια , σε άλλα θέματα οι κυρώσεις πρέπει να στηριχθούν σε γενικότερες διατάξεις και κυρίως στο Άρθρο 60 ΑΚ
4.    Προστασία του ατόμου από την συλλογή και επεξεργασία δεδομένων

-Στην εποχή μας δεν αρκούν οι γενικές διατάξεις για προστασία της προσωπικότητας και για την προστασία του ατόμου από την πληροφορική και έτσι επιβάλλεται να υπάρχουν και ειδικές ρυθμίσεις ουσιαστικές και δικονομικές για την προστασία του ατόμου από τις θεωρητικά και πρακτικά απεριόριστες δυνατότητες συσσώρευσης πληροφοριών .

-έτσι θεσπίστηκε ο Ν 2472/1997 για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

-Ο νόμος αυτός με τον οποίο εναρμονίσθηκε η ελληνική νομοθεσία με την κοινοτική οδηγία 95/46 αποτελεί συγκεκριμενοποίηση του ευρύτερου κανόνα της προστασίας της προσωπικότητας.

Με τον νόμο 2472/1997 προστατεύονται πλέον με ειδικό τρόπο σύγχρονες εκφάνσεις του δικαιώματος της προσωπικότητας που προκύπτει από την ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας άλλα δεν είναι επαρκής και για τα μελλοντικά προβλήματα που θα προκύψουν.
Στην πρόσφατη αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 προστέθηκαν 3 σημαντικά άρθρα που αποτελούν μια ενότητα που έχει άμεση σχέση με την προστασία προσωπικών δεδομένων:
Άρθρο 5Α: προβλέπει ρητά το γενικό και απεριόριστο δικαίωμα πρόσβασης στη πληροφόρηση, για κάθε πολίτη με όριο τα ζητήματα εθνικής ασφάλειας, άμυνας και τον σεβασμό των δικαιωμάτων τρίτων. 
Άρθρο 9Α: απαγορεύει τη συλλογή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων δηλ κατοχυρώνει την προστασία της προσωπικότητας έναντι του δικαιώματος της πληροφόρησης
Άρθρο 101Α: η συλλογή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων γίνεται με τους αυστηρούς όρους των διατάξεων του διεθνούς δικαίου καθώς και του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου και υπό την θεσμική εγγύηση ανεξάρτητης αρχής που συγκροτείται με το Άρθρο αυτό .
Η Αρχή προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα  κατοχυρώθηκε συνταγματικά το 2001 αποτελεί δημόσια Αρχή και έχει ως Αποστόλη την εφαρμογή του Νόμου 2472/1997 και των άλλων ρυθμίσεων που αφορούν την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς και της ενάσκησης των αρμοδιοτήτων που της ανατιθονται κάθε φορά άρθρο 15 Νόμου 2472/1997
Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων προσωπικού Χαρακτήρα  επιδιώκει:
-Στον σεβασμό και στην προστασία των δικαιωμάτων του ατόμου και του δημοκρατικού πολιτεύματος
-Στην αναβάθμιση της Προστασίας των Δεδομένων προσωπικού Χαρακτήρα ως άξιας καθ αυτή στα πλαίσια του κράτους- δικαίου
-Στην προαγωγή της αμοιβαίας συνεργασίας ατόμου με διοίκηση και ιδιωτικές επιχειρήσεις.
-Στην συνεχή προληπτική , κατασταλτική και διαρθρωτική δράση για την προστασία των Δεδομένων προσωπικού Χαρακτήρα


ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ…..……64-78

ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ


      I.    ΕΝΝΟΙΑ

Ενώσεις προσώπων που επιδιώκουν ορισμένο σκοπό ‘η σύνολα περιούσιας που έχουν ταχθεί για ορισμένο σκοπό, τηρώντας τους όρους του Νόμου , αυτοτελή προσωπικότητα(νομική) δηλ είναι υποκείμενα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων-
Τα  νομικά πρόσωπα έχουν εξισωθεί με τα φυσικά πρόσωπα δίνοντας τους ικανότητα δικαίου δηλ είναι υποκείμενα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων και όχι τα πρόσωπα που το απαρτίζουν ή το διοικούν
Η ικανότητα δικαίου των νομικού προσώπου δεν φτάνει μέχρι του σημείου να μπορεί το νομικό πρόσωπο να μετέχει σε έννομες σχέσεις που προϋποθέτουν την ιδιότητα φυσικού προσώπου Άρθρο 62 ΑΚ πχ νομικό πρόσωπο δεν μπορεί να υιοθετείται  ούτε να κληρονομείται

    II.    ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
1.    Νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου
Ιδρύονται με πράξη του κράτους κυρίως με Νόμο για να ασκήσουν δημόσια εξουσία. Ρυθμίζονται κατά βάση από τους ιδρυτικούς τους νόμους .  Είναι πχ Δήμοι ,Κοινότητες , ΟΓΑ, ΙΚΑ , ΑΕΙ, ΤΕΙ
2.    Νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου
Ιδρύονται από ιδιώτες  επιδιώκοντας ιδιωτικούς σκοπούς και διέπονται από κανόνες του Ιδιωτικού δικαίου. Διακρίνονται σε:
Νομικά Πρόσωπα Αστικού δικαίου (σωματείο ,ίδρυμα, επιτροπή εράνων, αστική εταιρεία που έχει αποκτήσει νομική προσωπικότητα ) και σε 
Νομικά Πρόσωπα Εμπορικού δικαίου (ομόρρυθμη εταιρεία Ο.Ε, Ετερόρρυθμοι εταιρεία Ε.Ε , εταιρεία Περιορισμένης  Ευθύνης  ΕΠΕ, Ανώνυμη εταιρεία  ΑΕ, Συνεταιρισμός)  
3.    Νομικά Πρόσωπα μικτής φύσης ‘η διφυούς χαρακτήρα
Ανήκουν τα Νομικά Πρόσωπα που έχουν μορφή ΝΠΙΔ ,  ιδρύονται όμως από το κράτος για εξυπηρέτηση δημόσιου συμφέροντος , δηλ είναι ΝΠ που παράλληλα με την ιδιωτική τους δραστηριότητα :  είτε τους έχει ανατεθεί να ασκούν διοίκηση (τράπεζα Ελλάδας εκδίδει τραπεζογραμμάτια διαχειρίζεται επίσημα συναλλαγματικά αποθέματα και ασκεί προληπτική εποπτεία στα πιστωτικά ιδρύματα –αγροτική τράπεζα διαχειρίζεται χρηματικά ποσά και ταυτόχρονα έχει την εποπτεία και τον έλεγχο των γεωργικών συνεταιρισμών ) είτε  αποτελούν στην ουσία δημόσιες επιχειρήσεις (ΔΕΗ-ΟΤΕ-ΕΡΤ)
Αυτά τα νομικά πρόσωπα επειδή διέπονται από κανόνες ιδιωτικού δικαίου αλλά και πω κανόνες δημόσιου δικαίου ονομάζονται ΝΠ μικτής φύσης ή ΝΠ διφυούς χαρακτήρα

  III.    ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
1.    Γενικές διατάξεις Αστικού  Κώδικα  που διέπουν τα νομικά πρόσωπα Αστικού δικαίου:
A.         Σύσταση  νομικού προσώπου
Για την σύσταση  κάθε νομικού προσώπου σύμφωνα με τον νόμο  Άρθρο 63 ΑΚ απαιτείται :
-συστατική ή ιδρυτική πράξη δηλ πράξη που περιέχει την θέληση των προσώπων για την ίδρυση του και
-καταστατικό ή οργανισμός δηλ πράξη που έχει τους όρους λειτουργίας και διοίκησης του Ν.Π
-τόσο για την συστατική ή ιδρυτική πράξη όσο και για το καταστατικό ή οργανισμός απαιτείται  Έγγραφο  Άρθρο 63 ΑΚ
B.     Ικανότητα νομικού προσώπου
-Ικανότητα δικαίου : το δίκαιο αναγνωρίζει στο νομικό πρόσωπο ικανότητα δικαίου εξομοιώνοντας το με φυσικό πρόσωπο χωρίς  όμως την ικανότητα έννομων σχέσεων που προϋποθέτουν ιδιότητα φυσικού προσώπου Άρθρο 62 ΑΚ πχ να υιοθετηθεί ή να κληρονομηθεί
-ικανότητα για δικαιοπραξία : το νομικό πρόσωπο εκτός από ικανότητα δικαίου  έχει και δική του βούληση που την εκδηλώνει μετά όργανα που το διοικούν , κατά συνέπεια το ΝΠ έχει ικανότητα για δικαιοπραξία που την ασκεί με τα όργανα του
-ικανότητα για αδικοπραξία:  το νομικό πρόσωπο ευθύνεται για τις παράνομες πράξεις των οργάνων του , κατά συνέπεια το ΝΠ έχει ικανότητα για αδικοπραξία 
C.     Επωνυμία και έδρα νομικού προσώπου
Όπως το φυσικό έτσι και το ΝΠ έχει ένα όνομα .Το όνομα του φυσικού προσώπου λέγεται Επωνυμία. Αντίστοιχη της κατοικίας του φυσικού προσώπου είναι η έδρα που ΝΠ. έδρα του ΝΠ είναι ο τόπος που λειτουργεί η διοίκηση του Άρθρο 64 ΑΚ
D.     Διοίκηση νομικού προσώπου
Η διοίκηση νομικού προσώπου που αποτελείται από 1 ή περισσότερα άτομα αφενός φροντίζει  για την διεκπεραιώσει των υποθέσεων του  και αφετέρου αντιπροσωπεύει δικαστικά το ΝΠ δηλ ενώπιον δικαστηρίου και εξώδικα καταρτίζοντας ως όργανο του ΝΠ όλες τις δικαιοπραξίες του ΝΠ με τους τρίτους.
Αν διοίκηση είναι πολυμελές όργανο τότε οι αποφάσεις της αν δεν ορίζεται κάτι άλλο (σε συστατική ή ιδρυτική πράξη ή στο καταστατικό ή οργανισμό του ΝΠ) λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων 51% Άρθρο 65ΑΚ
E.     Δικαιοπραξίες νομικού προσώπου
Το νομικό πρόσωπο έχει την ικανότητα για δικαιοπραξία . αυτή η βούληση  του ΝΠ εκδηλώνεται με τη διοίκηση του Νπ που είναι όργανο του.
Άρα οι δικαιοπραξίες που επιχειρεί η διοίκηση μέσα στα όρια εξουσία της, υποχρεώνουν το ΝΠ  σε δικαιώματα και υποχρεώσεις (υπέρ και σε βάρος του ΝΠ,) Άρθρο 70ΑΚ
Για να δημιουργηθεί ευθύνη του ΝΠ , από τις δικαιοπραξίες του οργάνου που το διοικεί , πρέπει το όργανο να δικαιοπρακτει αφενός με την ιδιότητα του αυτή δηλ στο όνομα και  για λογαριασμό του ΝΠ και αφετέρου μέσα στα όρια της εξουσίας του (εξουσία αυτή προσδιορίζεται από τη συστατική ή ιδρυτική πράξη ή από το κατάστικτο ή τον οργανισμό του ΝΠ) . Ο προσδιορισμός αυτός ισχύει και για τους τρίτους Άρθρο 70ΑΚ
Πχ 1. αν ΕΣ μισθώνει ή αγοράζει κτίριο για στέγαση γραφείου ΝΠ και η σύμβαση καταρτίζεται μεταξύ του ΕΣ και του ιδιοκτήτη ακινητου,και δεν πληρώσει το ΕΣ τότε γίνεται αγωγή κατά του ΝΠ και όχι κατά συγκεκριμένων προσώπων που αποτελούν το ΕΣ
Πχ 2. αν το ΕΣ του ΝΠ προσλάβει  υπάλληλο και δεν τον πληρώσει η αγωγή που θα κάνει ο υπάλληλος θα στραφεί κατά του ΝΠ και όχι κατά των προσώπων του ΕΣ που τον προσέλαβαν
F.     Ευθύνη  νομικού προσώπου από παράνομες πράξεις των οργάνων του
Το νομικό πρόσωπο  έχει ευθύνη  για  παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του εφόσον συντρέχουν οι εξής προυποθεσεις :
Α: Η πράξη ή η παράλειψη του οργάνου του ΝΠ να δημιουργεί υποχρέωση για αποζημίωση
Β: Η πράξη ή η παράλειψη να προέχετε από όργανο που αντιπροσωπεύει το ΝΠ (πχ στο σωματείο όργανα εκείνα που η θέση τους προβλέπεται και προσδιορίζεται απευθείας από την συστατική πράξη ‘η το καταστατικό )
Γ: Η πράξη ή η παράλειψη του παραπάνω οργάνου να έγινε κατά την εκτέλεση του καθηκόντων που του είχαν ανατεθεί  Άρθρο 71.1ΑΚ
Παράλληλα με το υπαίτιο ΝΠ ευθύνεται και το υπαίτιο πρόσωπο εις ολόκληρων Άρθρο 71.1ΑΚ
(πχ σωματείου  ανέθεσε στο νόμιμο εκπρόσωπο του για την οίκον ενίσχυση του σωματείου. αυτός προβάλλοντας διαφορετικούς σκοπούς ατού σωματείου εξαπάτησε κάποιον και του απέσπασε χρηματα,όταν το κατάλαβε ο δωρητής έκανε αγωγή και ζήτησε τα χρήματα του πίσω από το ίδιο το σωματείο ,αλλά και από τον εκπροσωπώ του σωματείου που του ανατέθηκαν αυτά τα καθήκοντα εις ολόκληρων και για 1 φορά θα αποζημιωθεί )
G.     Προστασία νομικού προσώπου
Τα Άρθρα 57-60 ΑΚ αν και αναφέρονται στην προστασία προσώπων είναι για προστασία φυσικών προσώπων εντούτοις χρησιμοποιούνται και για την προστασία νομικών προσώπων. Η προστασία νομικού προσώπου προστατευτευεται όπως και το φυσικό πρόσωπο στο όνομα του δηλ την Επωνυμία του καθώς και  εν γένει στην προσωπικότητα του που περιλαμβάνει την καλή του φήμη , την πίστη και τα υπόλοιπα αγαθά που συγκροτούν την προσωπικότητα αρκεί βέβαια να μην πρόκειται για αγαθά που η προστασία του προϋποθέτει την ιδιότητα του ανθρώπου. Αν προσβάλλονται τα παραπάνω αγαθά του το ΝΠ δικαιούται αποκατάσταση της ηθικής του βλάβη
H.     Τέλος νομικού προσώπου
a)    Διάλυση νομικού προσώπου
Η διάλυση νομικού προσώπου επιφέρει λήξη της δραστηριότητα του , το τέλος του όμως δηλ η εξαφάνιση του επέρχεται με την περάτωση της εκκαθάρισης
Την διάλυση του νπ επιφέρουν ορισμένοι λόγοι που ορίζονται στον ακ και διαφέρουν ανάλογα με το είδος του νπ.
b)    Εκκαθάριση νομικού προσώπου
Εκκαθάριση νομικού προσώπου είναι η κατάσταση στην οποία βρίσκεται αυτοδικαίως το νπ μετά την διάλυση του και κατά την οποία τακτοποιούνται οι περιουσιακέ του σχέσεις δηλ διαπιστώνονται τα χρέη του και ικανοποιούνται κατά το δυνατό από το προϊών της ρευστοποίησης
Οσο διαρκεί η εκκαθάριση το νπ λογίζεται πως υπάρχει αλλά μόνο για τις ανάγκες της εκκαθάρισης , όχι για άλλη δράση άρθρο 72 ακ.
Η περιούσια που έμεινε μετά την εκκαθάριση ,αν ούτε ο νόμος ούτε συστατική ή ιδρυτική πράξη ή το καταστατικό ή ο οργανισμός του νπ δεν προέβλεψε και δεν αποφάσισε σχετικά το αρμόδιο όργανο του , περιέρχεται στο δημόσιο άρθρο 77 ακ.)










   IV.    ΣΩΜΑΤΕΙΟ
1.    Έννοια
σωματείο είναι ένωση 20 τουλάχιστον προσώπων που επιδιώκει σκοπό μη κερδοσκοπικό Άρθρο 78ΑΚ.
Μη κερδοσκοπικός σκοπός δεν είναι μόνο ο ιδεολογικός δηλ καλλιτεχνικός, πνευματικός , φιλανθρωπικός αλλά και ο οικονομικός  δηλ επαγγελματικά σωματεία  με σκοπό την προστασία και προαγωγή των οικονομικών ή επαγγελματικών συμφερόντων των μελών τους (πχ.επαγγελματικα σωματεία εργαζόμενων και σωματεία εργοδοτών)
2.    Προϋπόθεσης σύστασης
Για να αποκτήσει η ένωση των 20 τουλάχιστον προσώπων που επιδιώκει μη κερδοσκοπικό σκοπό  ,προσωπικότητα να γίνει δηλ υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων απαιτούνται τα εξής:
A.     Συστατική πράξη
Είναι η συμφωνία μεταξύ των 20 τουλάχιστον προσώπων για την ίδρυση του σωματείου
καταρτίζεται εγγράφως Άρθρο 63ΑΚ και υπογράφεται από τα πρόσωπα που αποφάσισαν την ίδρυση του σωματείου (ιδρυτικά μέλη ).
B.     Καταστατικό
Στο καταστατικό που συντάσσεται επίσης εγγράφως καθορίζονται η Επωνυμία, η έδρα , ο σκοπός του σωματείου , οι όροι λειτουργίας του κτλ Άρθρο 80ΑΚ
C.     Αίτηση στο δικαστήριο
Οι ιδρυτές ή η προσωρινή διοίκηση του σωματείου υποβάλλουν αίτηση στο Μονομελές πρωτοδικείο της περιφέρειας στην οποία το σωματείο θα έχει την έδρα του για να αρχίσει η διαδικασία για την έγγραφη του σωματείου στο βιβλίο σωματείου
Στην αίτηση επισυνάπτονται η συστατική πράξη ,Έγγραφο με τα ονόματα των μελών της διοίκησης ,και το καταστατικό με τις υπογραφές των μελών και με χρονολογία Άρθρο 79ΑΚ
D.     Δικαστική απόφαση
πρέπει να εκδοθεί απόφαση Μον πρωτοδικείου που να δέχεται αίτηση και να διατάσει αφενός την δημοσίευση στον τύπο περίληψης καταστατικού με τα ουσιώδη στοιχεία του και αφετέρου την έγγραφη του σωματείο στο βιβλίο σωματείων Άρθρο 81ΑΚ.
Το δικαστήριο εκδίδει την απόφαση του αφού πρώτα εξακριβώσει ότι τηρήθηκαν οι όροι που απαιτεί ο νόμος για την σύσταση του σωματείου και ο σκοπός του  να μην είναι παράνομος ή ανήθικος . το δικαστήριο προβαίνει σε έλεγχο νομιμότητας. Ο έλεγχος σκοπιμότητας αποκλείεται γιατί αντίκειται στο συνταγματικό δικαίωμα του συνεταιρίζεστε
E.     Έγγραφη του σωματείου στο βιβλίο σωματείων
Η έγγραφη του σωματείου στο βιβλίο σωματείων γίνεται στο πρωτοδικείο μόλις η δικαστική απόφαση γίνει τελεσίδικη  και με την έγγραφη το σωματείο αποκτά νομική προσωπικότητα δηλ αρχίζει να υπάρχει ως νομικό πρόσωπο Άρθρο 83Αk
3.    Οργάνωση κι λειτουργία σωματείου αναγκαία όργανα του σωματείου είναι Α&Β:

A.     Διοίκηση

Η διοίκηση μπορεί να είναι μονομελής ή πολυμελής (ΔΣ) και είναι το εκτελεστικό όργανο του σωματείο που φροντίζει για τις υποθέσεις του εκπροσωπώντας το δικαστικά ή εξώδικα(πχ αν σωματείο θέλει να νοικιάσει γραφεία το μισθωτήριο θα το υπογράψει το ΔΣ ή ο πρόεδρος του ΔΣ αν το προβλέπει έτσι το καταστατικο=εξωδικη εκπροσώπηση ενώ αν δεν καταβάλει το σωματείο τα μισθώματα και του κάνουν αγωγή στο δικαστήριο θα πάει το ΔΣ ή ο πρόεδρος του ΔΣ αν το προβλέπει έτσι το καταστατικο=Δικαστικη εκπροσώπηση)
B.     Συνέλευση
Η συνέλευση των μελών αποτελεί το ανώτατο όργανο του σωματείο και ασχολείται με υποθέσεις που δεν υπάγονται σε αλλά όργανα , αλλά και έχει την εποπτεία και τον έλεγχο των οργάνων της διοικησηςκαι μπορεί να τα παύει οποτεδήποτε. Το καταστατικό προβλέπει τις αρμοδιότητες της συνέλευσης και τον τρόπο λειτουργίας της. Αρμοδιότητες της συνέλευσης αν το καταστατικό δεν ορίζει διαφορετικά είναι η εκλογή διοίκησης απόφαση για είσοδο ή αποβολή μέλους, τροποποίηση καταστατικού, διάλυση σωματείου 93ΑΚ
C.     Αλλά όργανα σωματείου
Άλλα όργανα του σωματείου όπως πχ εξελεγκτική επιτροπή, πειθαρχικό συμβούλιο είναι δυνατόν να προβλέπονται από το καταστατικό
4.    Δικαιώματα και υποχρεώσεις μελών του σωματείου
Όλα τα μέλη του σωματείου έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις Άρθρο 89ΑΚ. Ιδιαίτερα δικαιώματα απονέμονται ή αφαιρούνται είτε αν προβλέπεται από το καταστατικό είτε αν υπάρχει συναίνεση όλων των μελών. Η ιδιότητα μέλους αν δεν προβλέπεται από το καταστατικό δεν επιδέχεται αντιπροσώπευση ,δεν μεταβιβάζεται ούτε κληρονομείται Άρθρο 91ΑΚ
5.    Παύση ιδιότητας μέλους του σωματείου
Η ιδιότητα του μέλους παύει στις εξής περιπτώσεις:
Α) με την αποχώρηση του μέλους Άρθρο 87ΑΚ
Β) με την αποβολή του μέλους που ορίζονται από το καταστατικό για ορισμένα παραπτώματα ή για περιπτώσεις σοβαρών παραβάσεων σωματειακών υποχρεώσεων αναξιοπρεπούς συμπεριφοράς και το αποφάσισε η συνέλευση των μελών του σωματείου Άρθρο 88.1ΑΚ
Γ) με τον θάνατο του μέλους
Δ) αυτοδικαίως εξαιτίας διάφορων ειδικών λόγων που αναφέρονται στο καταστατικό πχ. Αλλαγή επαγγέλματος, αλλαγή κατοικίας
Ε) με την διάλυση του σωματείου
6.    διάλυση του σωματείου
Το σωματείο διαλύεται στις εξής περιπτώσεις:
Α) αυτοδικαίως δηλ δεν απαιτείται ούτε απόφαση συνέλευσης μελών ούτε δικαστική απόφαση στις εξής περιπτώσεις: α) όταν προβλέπεται από το καταστατικό πχ όταν περάσει χρονικό όριο για τον οποίο συστάθηκε 1 σωματείο Άρθρο 104.1ΑΚ –β)όταν τα μέλη του σωματείου μείνουν λιγότερα από 10 μέλη  Άρθρο 104.2ΑΚ
Β) με απόφαση της συνέλευσης των μελών που λαμβάνεται με ειδική απαρτία και αυξημένη πλειοψηφία (συνδυασμός Άρθρων  103 + 99 ΑΚ)
Γ) με τελεσίδικη απόφαση του Μον Πρωτοδικείου μετά  από αίτηση της διοίκησης του σωματείου ή του 1/5 των μελών του ή της εποπτεύουσας αρχής στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος πχ εκπλήρωση του σκοπού, επιδίωξη σκοπού διαφορετικού από τον αρχικό βάσει καταστατικού Άρθρο 105 ΑΚ
Η περιούσια του σωματείου που διαλύθηκε διατίθεται όπως ορίζει ο νόμος ή το καταστατικό ή η συστατική πράξη ή όπως αποφάσισε το αρμόδιο όργανο πχ ότι θα περιέλθει σε άλλο σωματείο που επιδιώκει τον ίδιο ή παρεμφερή σκοπό , αν δε ορίζεται με τους παραπάνω τρόπους τότε πάει στο δημόσιο που έχει υποχρέωση να εκπλωσει τον σκοπό του σωματείου με την περιούσια αυτή Άρθρο 77ΑΚ .Η περιούσια δεν διανέμεται ποτέ στα μέλη του Άρθρο 106 ΑΚ. Μετά την διάλυση ακολουθεί η εκκαθάριση στην οποία εφαρμόζονται οι γενικές διατάξεις εκκαθάρισης των ΝΠ

     V.    ΙΔΡΥΜΑ
1.    Έννοια
Ίδρυμα είναι μια περιούσια που ορίσθηκε για να εξυπηρετηθεί ορισμένος σκοπός Άρθρο 108ΑΚ
Πχ ο Α διαθέτει με δικαιοπραξία εν ζωή μέρος της περιούσια του για νοσοκομειακή μονάδα στον τόπο του, ο Α διαθέτει με διαθήκη την περιούσια του για την δημιουργία ιδρύματος χορήγησης υποτροφιών σε φοιτητές για μετεκπαίδευση στο εξωτερικό
2.    Προϋποθέσεις σύστασης για να αποκτήσει το Ίδρυμα προσωπικότητα απαιτούνται τα εξής:
A.     Ιδρυτική πράξη
Ιδρυτική πράξη μπορεί να είναι είτε δικαιοπραξία εν ζωή που πρέπει όμως να γίνει με συμβολαιογραφικό έγγραφο είτε με διαθήκη Άρθρο 109 ΑΚ. πρέπει να καθορίζεται ο σκοπός ιδρύματος και η περιούσια που αφιερώνεται Άρθρο 110.1 ΑΚ
B.     Οργανισμός
Με τον Οργανισμό του ιδρύματος καθορίζονται η επωνυμία , έδρα και οι όροι λειτουργίας και διοίκησης του ιδρύματος . Ο οργανισμός μπορεί να περιέχεται στην Ιδρυτική πράξη, ενδεχομένως όμως να ορίζεται και με το προεδρικό διάταγμα που εγκρίνει το Ίδρυμα. 110.2ΑΚ
C.     προεδρικό διάταγμα
Απαιτείται έκδοση προεδρικού διατάγματος που να εγκρίνει την σύσταση του ιδρύματος. Η έκδοση προεδρικού διατάγματος προκαλείται από την αρμοδία αρχή 112ΑΚ Μετά από έλεγχο της νομιμότητας και της σκοπιμότητας δημιουργίας του ιδρύματος. αρμοδία αρχή αν Ίδρυμα έχει κοινωφελή σκοπό είναι το Υπ Οικονομικών και το κατά περίπτωση αρμόδιο Υπουργείο (πχ για υποτροφίες Υπ Οίο και Υπ Παιδείας). Το Ίδρυμα αποκτά νομική προσωπικότητα μόλις δημοσιευτεί το προεδρικό διάταγμα που εγκρίνει την ίδρυση του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης  108ΑΚ
3.    Οργάνωση κι λειτουργία ιδρύματος
Η λειτουργία του ιδρύματος γίνεται σύμφωνα με τον Οργανισμό του και τις γενικές διατάξεις του αστικού κώδικα περί ΝΠ. Σε περίπτωση που ο σκοπός είναι απραγματοποίητος μπορεί να δοθεί σε αυτό άλλος παραπλήσιος σκοπός σύμφωνα με την πιθανότερη θέληση του ιδρυτή του 120ΑΚ.(πχ Ίδρυμα με σκοπό την αρωγή για θύματα πόλεμου του 1913 και έχουν εκλείψει μπορεί με την θέληση του ιδρυτή του να βοηθήσει τα θύματα του 1940
4.    Διάλυση του ιδρύματος γίνεται στις εξής περιπτώσεις:
Α) αυτοδικαίως στις περιπτώσεις που ορίζει η Ιδρυτική πράξη ή ο οργανισμός του 117ΑΚ
Β) με προεδρικό διάταγμα στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος πχ εκπλήρωση του σκοπού του , περκκλιση από τον σκοπό του , παράνομη λειτουργία του 118ΑΚ,

   VI.    ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΡΑΝΩΝ
1.    Έννοια
Είναι μια επιτροπή που αποτελείται από 5 τουλάχιστον πρόσωπα που έχουν σκοπό να συγκεντρώσουν με εράνους , γιορτές ,η αλλά παρόμοια μέσα , χρήματα ή αλλά αντικείμενα  για εξυπηρετήσει ορισμένου δημόσιου ή κοινωφελούς σκοπού 122ΑΚ
2.    Προϋποθέσεις σύστασης για να αποκτήσει η επιτροπή προσωπικότητα απαιτούνται τα εξής:
A.     Συστατική πράξη
Είναι η συμφωνία μεταξύ των 5 τουλάχιστον προσώπων για την ίδρυση της επιτροπής εράνου 63 & 122 ΑΚ
B.     Προεδρικό διάταγμα
Απαιτείται έκδοση προεδρικού διατάγματος που να εγκρίνει την σύσταση της επιτροπής εράνου. Η έκδοση προεδρικού διατάγματος προκαλείται από Υπ Υγείας  Μετά από έλεγχο της νομιμότητας και της σκοπιμότητας . Στο προεδρικό διάταγμα περιέχεται ο οργανισμός της επιτροπής εράνων και ο καθορισμός της έδρας της του έργου της καθώς και το χρονικό διάστημα για την περάτωση του έργου της.  Η επιτροπή εράνου αποκτά νομική προσωπικότητα μόλις δημοσιευτεί το προεδρικό διάταγμα που εγκρίνει την σύσταση της  στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης 
3.    Διάλυση επιτροπής εράνων γίνεται στις εξής περιπτώσεις:
Α) αυτοδικαίως μόλις περάσει άχρονος που τάχθηκε για να περάτωση το έργο της ή όταν περατωθεί το έργο της 124ΑΚ
Β) με προεδρικό διάταγμα στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος πχ μη εκπλήρωση του σκοπού του , παρέκκλιση από τον σκοπό του , παράνομη λειτουργία του 125ΑΚ









  VII.    ΑΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
1.    Έννοια
Αστική είναι η σύμβαση με την οποία 2 ή περισσότερα πρόσωπα αναλαμβάνουν αμοιβαία την υποχρέωση να επιδιώξουν με κοινές εισφορές κοινό σκοπό , ιδίως οικονομικό 741ΑΚ

2.    Προϋποθέσεις απόκτησης νομικής προσωπικότητας
Αστική εταιρεία δεν είναι Νομικό πρόσωπο , αν όμως επιδιώκει οικονομικό σκοπό μπορεί να αποκτήσει νομική προσωπικότητα εφόσον τηρηθούν οι όροι της δημοσιότητας που τάσι ο νόμος για τις Ομόρρυθμες Εμπορικές Εταιρείες 784ΑΚ. Οι όροι αυτοί είναι οι εξής :
Α) καταχώρηση περίληψης εταιρικής σύμβασης που καταρτίζεται εγγράφως σε ειδικό βιβλίο που τηρείται από τον γραμματέα του Πρωτοδικείου της περιφέρειας στην οποία εδρεύει η εταιρεία
Β) τοιχοκόλληση της περίληψης επί 3 μήνες στο ακροατήριο του δικαστηρίου (δημόσιο χώρο Πρωτοδικείου) προσιτό στο κοινό
Την Αστική εταιρεία πρέπει να την διακρίνουμε από τις Εμπορικές Εταιρείες που επιδιώκουν εμπορικό σκοπό και ρυθμίζονται από τις διατάξεις του εμπορικού δικαίου

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α……………81-83

ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ


          I.    ΕΝΝΟΙΑ ΕΝΝΟΜΗΣ ΣΧΕΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Έννομη σχέση είναι κάθε βιοτική σχέση που ρυθμίζεται από το δίκαιο και παράγει έννομα αποτελεσματαπχ σχέση εργοδότη –εργαζόμενου.
Η ρύθμιση μιας έννομης σχέσης από το δίκαιο έχει ως αποτέλεσμα την δημιουργία δικαιωμάτων και υποχρεώσεων και συνήθως απέναντι από ένα δικαίωμα δημιουργείται και μια αντίστοιχη υποχρέωση. Υπάρχουν όμως δικαιώματα που δεν συνδέονται με μια υποχρέωση πχ δικαίωμα κυριότητας δεν αντιστοιχεί σε κάποια υποχρέωση –κάθε υποχρέωση δεν αντιστοιχεί απαραίτητα σε δικαίωμα πχ κάποιος στη διαθήκη του υποχρεώνει τον κληρονόμο του να προβεί σε παροχή σε κάποιο άλλο πρόσωπο.
Το δικαίωμα αποτελεί βασική Έννοια του δικαίου. δικαίωμα είναι η εξουσία που παρέχει το δίκαιο σε ανά πρόσωπο για την ικανοποίηση ενός βιοτικού συμφέροντος που κρίνεται άξιο προστασίας πχ ανήλικο παιδί έχει το δικαίωμα αξίωσης διατροφής γιατί η διαβίωση αποτελεί βιοτικό του συμφέρον

        II.    ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
1.Περιουσιακά – προσωπικά – μικτά
A.     Περιουσιακά αίνε τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται για ικανοποίηση οικονομικού συμφέροντος και χωρίζονται στα εξής :
a.     Ενοχικά είναι το δικαίωμα που παρέχει στο δικαιούχο την εξουσία να απαιτήσει από κάποιον άλλο μια παροχή και πηγάζουν συνήθως από συμβάσεις (πχ δικαίωμα πωλητή να ζητήσει το τίμημα αντικειμ πώλησης)
b.     Εμπράγματα είναι το δικαίωμα που παρέχει  εξουσία άμεση και εναντίον όλων πάνω στο πράγμα (πχ με το δικαίωμα κυριότητας ο κύριος κάτοχος έχει άμεση εξουσία πάνω σε πράγμα και μπορεί να στραφεί εναντίον όλων που θέλουν να διαταράξουν αυτή την κυριότητα )
c.     κληρονομικά είναι το δικαίωμα που έχει ένα πρόσωπο πάνω στην περιούσια κάποιου που πέθανε (πχ κληρονόμος απαιτεί παράδοση κληρονομιάς)
B.     Προσωπικά αίνε τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται για ικανοποίηση ηθικού συμφέροντος και είναι τα εξής:
Στο δικαίωμα στην προσωπικότητα και στο  οικογενειακό δικαίωμα δηλ εκείνα που απορρέουν από τις οικογενειακές σχέσεις (πχ δικαιώματα που πηγάζουν από το γάμο)
C.     Μικτής φύσης δικαιώματα αίνε τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται για ικανοποίηση ηθικού και οικονομικού συμφέροντος μαζί . Μικτής φύσης είναι το δικαίωμα στα προϊόντα της διανοίας (δικαίωμα ενός προσώπου πάνω στα πνευματικά του δημιουργήματα πχ δικαίωμα συγγραφέα να μην επιτρέψει δημοσίευση βιβλίου του). Από τα μικτά δικαιώματα απορρέουν εξουσίες ηθικές (δικαίωμα συγγραφέα να του αναγνωρίζουν την πατρότητα του βιβλίου του ) αλλά και περιουσιακές (δικαίωμα συγγραφέα για εξασφάλιση Οικονομικών ωφελειών από την κυκλοφορία  βιβλίου του)
2.Εξουσιαστικά και διαπλαστικά
A.     Εξουσιαστικά είναι τα δικαιώματα που αναγνωρίζουν στον φορέα τους την δυνατότητα είτε να τα εξουσιάζει (πχ κυριότητα) είτε να επεμβαίνει στην προσωπική σφαίρα αλλού προσώπου (πχ γονική μέριμνα) και διακρίνονται στα εξής:
a.     Απόλυτα είναι τα δικαιώματα που στρέφονται κατά πάντων (πχ δικαίωμα κυριότητας )
b.     Σχετικά είναι τα δικαιώματα που στρέφονται κατά ορισμένου μόνο προσώπου και το υποχρεώνουν να τηρήσει ορισμένη συμπεριφορά (πχ σε Ενοχικά δικαιώματα το δικαίωμα πωλητή να στραφεί κατά αγοραστή και να απαιτήσει το τίμημα)
B.     διαπλαστικά είναι τα δικαιώματα που παρέχουν στον φορέα τους την δυνατότητα να προβαίνει μονομερώς στη σύσταση, αλλοίωση, κατάργηση έννομης σχέσης ή δικαιώματος (πχ δικαίωμα κατάληψης αδέσποτου κινητού πράγματος άρα κτήση κυριότητας από εκείνον που το κατέλαβε- πχ διαζύγιο επιφέρει κατάργηση έννομης σχέσης γάμου)



ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β………………85-87

ΑΞΙΩΣΗ ΚΑΙ ΕΝΣΤΑΣΗ

          I.    ΣΧΕΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΞΙΩΣΗΣ
Η αξιωση αποτελει ειδος δικαιωματος και είναι το δικαιωμα να απαιτησει καποιος από αλλον μια πραξη ή μια παραλειψη 247ΑΚ
1. Το δικαίωμα είναι ευρυτερη εννοια από την αξιωση δηλ από ένα δικαιωμα μπορει να απορρεουν πολλες αξιωσεις αλλα και από ένα δικαιωμα μπορει να μην απορρει καμια αξιωση  [πχ το δικαιωμα στην προσωπικοτητα (απολυτο δικαιωμα) αν δεν προσβληθει δεν γεννα δικαιωμα αξιωσης ενώ αν προσβληθει γενναει δικαιωματα αξιωσης όπως αξιωση να παψει η προσβολη, αξιωση να μην επαναληφθει στο μελλον, αξιωση αποζημιωσης]
Τα απολυτα δικαιωματα γεννουν αξιωσεις ενώ τα διαπλαστικα δεν γεννουν αξιωσεις
2. το δικαιωμα υποκειται σε αποσβεστικη ή αποκλειστικη προθεσμια , ενώ η αξιωση παραγραφεται. Ειδικοτερα:
αποσβεστικη ή αποκλειστικη προθεσμια είναι το χρονικο διαστημα μεσα στο οποιο πρεπει να ασκηθει ένα δικαιωμα,  γιατι αν δεν ασκηθει μεσα στην προθεσμια αυτή επερχεται η αποσβεση του .
παραγραφη είναι η εξασθενηση της αξιωσης δηλ αν ο δικαιουχος της αξιωσης δεν την ασκησει μεσα σενα χρονικο διαστημα ο νομος δινει τι δικαιωμα στον υποχρεο να αρνηθει να εκπληρωσει την παροχη του

        II.    ΣΧΕΣΗ ΑΞΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΑΓΩΓΗΣ –η Αγωγή έχει 2 έννοιες :
1.    Αγωγή με την ουσιαστική έννοια του όρου
Αγωγή με την ουσιαστική έννοια του όρου και αξίωση συμπίπτουν
2.    Αγωγή με την δικονομική έννοια του όρου
Αγωγή με την δικονομική  έννοια του όρου είναι το δικαίωμα που έχει 1 πρόσωπο να ζητήσει από την πολιτεία δικαστική προστασία
Αγωγές με την δικονομική  έννοια του όρου διακρίνονται ως εξής:
Α) αναγνωριστική Αγωγή : με αυτήν επιδιώκεται η αναγνώριση της ύπαρξης ή της  ανυπαρξίας μιας έννομης σχέσης (πχ αγωγή Α κατά Β με την οποία ζητείται μεταξύ αυτών να αναγνωρισθεί καταρτίσθηκε σύμβαση μίσθωσης ακινήτου- αγωγή μητέρας κατά φίλου της για να αναγνώριση πατρότητας παιδιού εφόσον δεν υπάρχει γάμος)
Β) καταψηφιστικη αγωγή: με αυτήν επιδιώκεται να υποχρεωθεί 1 πρόσωπο σε πράξη ή παράλειψη (πχ αγωγή του Α κατά του Β για πληρωμή χρημάτων που δανείστηκε ο Β από Α)
Γ) διαπλαστική αγωγή: με αυτήν επιδιώκεται η δημιουργία αλλοίωσης ή κατάργησης έννομης σχέσης με την άσκηση διαπλαστικού δικαιώματος (πχ αγωγή διαζυγίου το δικαίωμα κάθε συζύγου να ζητήσει την λύση του γάμου με διαζύγιο είναι διαπλαστικό για την κατάργηση της υφισταμένης έννομης σχέσης του γάμου )
      III.    ΕΝΣΤΑΣΗ
Η ένσταση είναι και αυτή 1 δικαίωμα που αντιτάσσεται κατά αλλού δικαιώματος και παραλύει την ενέργεια του ,δηλ χρησιμεύει ως μέσο άμυνας κατά εκείνου που ασκεί άλλο δικαίωμα πχ ο Α δάνεισε στον Β λεφτά και του έκανε αγωγή για δεν του τα έδωσε σε 1 έτος , ο Β  κάνει ένσταση γιατί λέει ότι του τα εξόφλησε ήδη- ο Α δάνεισε στον Β λεφτά και του έκανε αγωγή γιατί πέρασαν 23 χρόνια και δεν του τα έδωσε και ο Β κάνει ένσταση γιατί πέρασε το χρονικό όριο παραγραφής δανείου)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ……………..88-89

ΚΤΗΣΗ – ΑΛΛΟΙΩΣΗ – ΑΠΩΛΕΙΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ


          I.    ΚΤΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ σημαίνει σύνδεση του δικαιώματος με ορισμένο πρόσωπο που λέγεται υποκείμενο φορέας του δικαιώματος και διακρίνεται ως εξής:
1.    Πρωτότυπη κτήση
Είναι η κτήση δικαιώματος όταν το δικαίωμα που αποκτάται είναι ανεξάρτητο από το 1075ΑΚ δικαίωμα αλλού προσώπου (πχ εύρεση και κτήση εγκαταλελειμμένου βιβλίου και το κρατάει)
2.    Παραγωγή κτήση
Είναι η κτήση δικαιώματος όταν το δικαίωμα που αποκτάται στηρίζεται στο δικαίωμα που είχε άλλο πρόσωπο δηλ ο προηγούμενος δικαιούχος (πχ πώληση-μεταβίβαση κυριότητας αυτοκίνητου)

         II.    ΑΛΛΟΙΩΣΗ  ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ Η αλλοίωση δικαιώματος δηλ η μεταβολή του είναι 2 ειδών :
1.    Υποκειμενική αλλοίωση
υπάρχει Υποκειμενική αλλοίωση του δικαιώματος όταν αλλάζει το πρόσωπο του δικαιούχου ή του υπόχρεου (πχ ο Α υπόχρεος όφειλε στονΒ από δάνειο πέθανε ,άρα αλλαγή υπόχρεου είναι οι κληρονόμοι του Α δηλ ο Γ άρα Γ οφείλει στον Β-- ο Α υπόχρεος όφειλε στονΒ από δάνειο, πέθανε  ο Β ,άρα αλλαγή δικαιούχου είναι οι κληρονόμοι του Β δηλ ο Δ άρα Δ δικαιούται από τον Α )
2.    Αντικειμενική αλλοίωση
υπάρχει Αντικειμενική αλλοίωση του δικαιώματος όταν αλλάζει το περιεχόμενο του δικαιώματος (πχ ο Α όφειλε στον Β μισθούς 800 και του έδωσε 400 άρα άλλαξε περιεχόμενο δικαιώματος δηλ απαιτεί και του χρωστάει μόνο 400)

       III.    ΑΠΩΛΕΙΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ Η απώλεια δικαιώματος δηλ η λύση του δεσμού που υπάρχει μεταξύ δικαιώματος και φορέα του  και είναι 2 ειδών :
1.    απώλεια με τη θέληση του δικαιούχου
απώλεια του δικαιώματος που θα γίνει με την θέληση του δικαιούχου ονομάζεται διάθεση του δικαιώματος (πχ ο Α μεταβιβάζει την κυριότητα αυτοκίνητου στον Β, ο Α χάνει με την θέληση του το δικαίωμα της κυριότητας  )
2.    απώλεια χωρίς τη θέληση του δικαιούχου
απώλεια του δικαιώματος που θα γίνει χωρίς  την θέληση του δικαιούχου επέρχεται με διάφορους τρόπους όπως πχ με το θάνατο του δικαιούχου, με την ολική καταστροφή του αντικειμένου του δικαιώματος (πχ με τον θάνατο του Α χάνεται το δικαίωμα στο όνομα του και στην προσωπικότητα του---με την ολική καταστροφή  του στερεοφωνικού του Α χάνεται το δικαίωμα της κυριότητας του Α πάνω στο στερεοφωνικό λόγω ολικής καταστροφής)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ……………….91-94

ΑΣΚΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ  ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ

          I.    ΑΣΚΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ
Η άσκηση δικαιώματος είναι η χρησιμοποίηση της εξουσίας που περιέχεται σε αυτό από τον δικαιούχο του. Περιλαμβάνει :
Α) την απόλαυση των ωφελειών που περιέχονται στο δικαίωμα(πχ Α κύριος ιδιοκτήτης ενός αγρού με ωφελεία την καλλιέργεια και λήψη καρπών- Α κύριος ιδιοκτήτης οικίας με ωφελεία την ιδιοκατοίκηση ή εκμίσθωση )
Β) την διάθεση δικαιώματος (πχ Α κύριος ιδιοκτήτης ενός αγρού το μεταβιβάζει στον Β )
Γ) την προστασία του δικαιώματος δηλ την ενέργεια κάθε αναγκαίας πράξης σε περίπτωση προσβολής του  (πχ προσβολή δικαιώματος κυριότητας αγρού από Β ενώ ο Α κύριος ιδιοκτήτης του αγρού λόγω καταπάτησης από Β ). Η προστασία δικαιώματος μπορεί να είναι ένδικη ή αυτοδύναμη
        II.    ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ
1.    Γενικά
Ο δικαιουχος ενός δικαιωματος είναι μεν ελευθερος να ασκει το δικαιωμα του σε ολη του την εκταση , ο νομοθετης όμως θετει καποιο σοβαρο φραγμο απαγορευοντας την ασκηση του δικαιωματος αυτου όταν αυτή η εκταση ξεπερνα φανερα τα ορια που επιβαλλονται από την καλη πιστη , ή τα χρηστα ηθη , ή τον κοινωνικο ή οικονομικο σκοπο του δικαιωματος 281ΑΚ .
Κατά αυτόν τον τροπο η ασκηση του δικαιωματος βρισκεται κατω από τον ελεγχου του δικαστηριου, και αυτό γινεται γιατι τα δικαιωματα παρεχονται για την εννομη ταξη και αρμονικη ρυθμιση κοινωνικης ζωης αρα φυσκο είναι η ιδια εννομη ταξη να θελει την γενικη εποπτεια ετσι ώστε να μην διαταρασεται με την ασκηση τους η ομαλη κοινωνικη συμβιωση
2.    Προϋποθέσεις καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος
Για να θεωρηθει η ασκηση ενος δικαιωματος καταχρηστικη πρεπει να συντρεχουν οι εξης   2  προυποθεσεις:
1.    Η ασκηση του δικαιωματος να υπερβαινει τα ορια που επιβαλλονται από την καλη πιστη , ή τα χρηστα ηθη , ή τον κοινωνικο ή οικονομικο σκοπο του δικαιωματος
Τα κριτηρια που προσδιοριζουν τα ορια, περαν των οποιων η ασκηση αυτή ειναι καταχρηστικη είναι τα εξης:
a.     Η καλη πιστη δηλ ευθυτητα και εντιμοτητα μεταξυ συναλλαγων (πχ απολυση λογω εκδικησης , υψωση τοιχου για να εκνευρισει γειτονα)
b.     Τα χρηστα ηθη δηλ είναι περι ηθικης και ιδιαιτερα περι κοινωνικων ηθικων  αποψεων του μεσου κοινωνικου ανθρωπου (πχ απολυση εργαζομενου λογω ασθενειας ή εξωση ενοικιαστη ενώ είναι κατακοιτος)
c.     Ο κοινωνικος σκοπος του δικαιωματος δηλ είναι η κοινωνικη λειτουργια που κατά την εννομη ταξη εκπληρωνει το δικαιωμα (πχ απολυση εργαζομενης λογω κακης υγειας ‘η λογω νομιμης συνδικαλιστικης δρασης)
d.     Ο οικονομικος σκοπος του δικαιωματος προκυπτει από τα γενικοτερα οικον συμφεροντα που εχει σκοπο να εξυπηρετησει η εννομη ταξη με την αναγνωριση τουσυγκεκριμενου δικαιωματος (πχ εξωση ενοικου, -ενώ υπαρχει εγγυητης για πληρωμη ενοικιων- ο λόγος είναι οτι θελει νέο ενοικιαστη για να αυξησει το ενοικιο )
2.    Η υπερβαση των οριων που επιβαλλονται από την καλη πιστη , ή τα χρηστα ηθη , ή τον κοινωνικο ή οικονομικο σκοπο του δικαιωματος να είναι προφανης
Τοτε μονο είναι προφανης η υπερβαση όταν η ασκηση του δικαιωματος ερχεται σε εμφανη και αναμφισβητιτη αντιθεση με τα ορια που θετει η καλη πιστη , ή τα χρηστα ηθη , ή τον κοινωνικο ή οικονομικο σκοπο του δικαιωματος
3.    Έννομες συνέπειες καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος
Σύμφωνα με το 281ΑΚ απαγορεύεται η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος. Αυτό σημαίνει ότι αυτό αποτελεί παράνομη πράξη κατά συνέπεια :
Α) αν η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος γίνεται με δικαιοπραξία πχ καταγγελία σύμβασης , εργασίας δηλ απόλυση εργαζόμενου η δικαιοπραξία αυτή είναι άκυρη
Β) αν η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος γίνεται με υλικές ενέργειες όπως πχ κατασκευή υψηλού τοίχου για ενόχληση του γείτονα μπορεί ο γείτονας να ζητήσει την παύση κατασκευής και παράλειψη και στο μέλλον
Γ) αν η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος γίνεται με έγερση αγωγής έξωσης κατά μισθωτή ενοικιαστή ενώ είναι κατάκοιτος η αγωγή απορρίπτεται
-Να σημειωθεί ότι σε περίπτωση που εκτός από το παράνομο συντρέχουν και οι άλλες Προϋπόθεσης της αδικοπραξίας τότε εκείνος που καταχρηστικά ασκεί το δικαίωμα οφείλει αποζημίωση στον θιγόμενο πχ παράλειψη προαγωγής υπάλληλου του οφείλουν αποζημίωση
4.    Μέσα άμυνας του θιγόμενου από την καταχρηστική άσκηση δικαιώματος
εκείνος που βλάπτεται από την καταχρηστική άσκηση δικαιώματος μπορεί να αμυνθεί είτε με έγερση αγωγής είτε με προβολή ένστασης (πχ 1 ο Α βλάπτεται από ψηλό τοίχο μπορεί να κάνει αγωγή κατά του Β που τον έχτισε και να ζητήσει το γκρέμισμα του και να μην ξαναγινεί στο μέλλον- πχ 2 ο Α κάνει αγωγή έξωση στον Β αλλά είναι κατάκοιτος και αποκρούει την αγωγή προβάλλοντας ένσταση καταχρηστική άσκηση δικαιώματος και ζητάει την παραμονή του στο σπίτι του Α

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε…………………95-104

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ  ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ

Αναγκη προστασιας ενός δικαιωματος προκυπτει μονο όταν αυτό προσβληθει . Η προστασια είναι κατά κανονα ενδικη (δικαστικη) κατ εξαιρεση όμως επιτρεπεται και η αυτοδυναμη
          I.    ΕΝΔΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
1.    Γενικά
Ενδικη προστασια είναι αυτή που παρεχει η πολιτεια με τα δικαστηρια της και ρυθμιζεται από το δικονομικο δικαιο –εκεινου που του προσβαλεται το δικαιωμα ασκει αγωγη και ζητα από το αρμοδιο δικαστηριο την εκδοση καταλληλης αποφασης. Αν ο δικαιουχος προεβαινε σε αυτοδυναμη προστασια τοτε θα ειχαμε το δικαιο του ισχυροτερου και θα κατελυε η εννοια της εννομης Πολιτειας.η απονομη της δικαιοσυνης γινεται από τα δικαστηρια τα οποια διακρινονται σε: ποινικα που επιδιωκουν την διωξη και τιμωρια παραβατων των ποινικων νομων και τα διοικητικα που επιδιωκουν την επιλυση διαφορων μεταξυ διοικησης και διοικουμενων πχ διαφορες για οφειλες φορου και τα πολιτικα για την επιλυση ιδιωτικων διαφορων. Οι κανονες που καθοριζουν τα οργανα και τον τροπο λυσης ιδιωτικων διαφορων περιλαμβανονται στην Πολιτικη Δικονομια ή αλλιως  Αστικο Δικονομικό Δικαιο
2.    Διακρίσεις των πολιτικών δικαστηρίων
Από τον κωδικα πολιτικης δικονομιας καθιερωνεται ο κανονας των 2 βαθμων δικαιοδοσιας. Συμφωνα με τον κανονα αυτό για κάθε διαφορα παρεχεται από τον νομο δυνατοτητα αρχικης δικαστικης κρισης και μετα από ασκηση εφεσης γινεται ελεγχος της α/βαθμιας κρισης από β/θμιο δικαστηριο.Με βαση την αρχη αυτή τα δικαστηρια διακρινονται ως εξης:
A.     Α/βαθμια δικαστήρια είναι εκεινα που εισαγονται για πρωτη φορα οι υποθεσεις
Ο νομος κανει κατανομη των ιδιωτικων διαφορων  στα παρακατω δικαστηρια αναλογα το κριτηριο και την σπουδαιοτητα του αντικειμενου της διαφορας. Η σπουδαιοτητα του αντικειμενου της διαφορας εξαρταται κατά κανονα από την αξια του αντικειμενου και κατ εξαιρεση από την φυση της διαφορας.
a)     Ειρηνοδικεια είναι αρμοδια να δικαζουν:
Ø Ολες τις διαφορες που μπορουν να αποτιμηθουν σε χρηματα και η αξια δεν υπερβαινει τα 12.000€
Ø Διαφορες απλες και επειγουσες ανεξαρτητα από την αξια αντικειμενου της διαφορας πχ αγροτικες διαφορες, διαφορες που αφορουν ζημιες σε δεντρα διαφορες χρησης τρεχουμενου νερου

b)     Μονομελη Πρωτοδικεια είναι αρμοδια να δικαζουν:
Ø Ολες τις διαφορες που μπορουν να αποτιμηθουν σε χρηματα και η αξια δεν υπερβαινει τα 12.000€ - 80.000€
Ø Ορισμενες κατηγοριες διαφορων που η αξια υπερβαινει τις 80.000€ πχ μισθωτικες διαφορες, εργατικεςς διαφορες που προκυπτει από σχεση εργασιας αυτοκινητικες διαφορες δηλ αξιωσεις αποζημιωσης από αυτοκινητικα ατυχηματα
c)     Πολυμελη Πρωτοδικεια είναι αρμοδια να δικαζουν ολες τις διαφορες που δεν είναι αρμοδια τα προηγουμενα παραπανω δικαστηρια 
B.     Β/βαθμια δικαστήρια είναι αρμοδια να εκδικαζουν εφεσεις κατα των αποφασεων των α/βαθμιων δικαστηριων
a)     Πολυμελη Πρωτοδικεια είναι αρμοδια να δικαζουν εφεσεις κατα των αποφασεων των Ειρηνοδικειων της Περιφερειας τους
b)    Εφετεια  είναι αρμοδια να δικαζουν εφεσεις κατα των αποφασεων των Μονομελων  και Πολυμελων Πρωτοδικειων της Περιφερειας τους (14 εφετεια)
C.     Αρειος πάγος
Είναι το ανωτατο δικαστηριο , δεν είναι Α/βαθμιο ή ο Β/βαθμιο δικαστήρια και δεν εξεταζει το πραγματικο μερος των υποθεσεων παρα μονο την νομικη ορθοτητα των αποφάσεων των αλλων δικαστηριων. Δικαζει αναιρεσεις αποφάσεων οποιουδηποτε πολιτικου δικαστηριου και εχει την δυνατοτητα να εξαφανισει την προσβαλλομενη αποφαση για νομικα μονο σφαλματα και όχι για σφαλματα που αναφερονται στην ουσιαστικη εκτιμηση αποδεικτικων μεσων και την διαπιστωση πραγματικων γεγονοτων
3.    Πορεία της δικης στο α/βαθμιο δικαστήριο για να παρασχεθεί η ένδικη προστασία ακολουθείται σειρά δικαστικών πράξεων που αποτελούν την δική:
A.     Έγερση αγωγής
Η 1η πραξη της δικης είναι η εγερση αγωγης δηλ διαδικαστικης πραξης με την οποια ζητειται παροχη εννομης προστασιας με εκδοση ευνοικης δικαστικης αποφασης . εναγων αυτος που εγειρει αγωγη και εναγομενος εκεινος κατά του οποιου  στρεφεται η αγωγη. Αγωγη υποβαλλεται με εγγραφο (δικογραφο) [εναγων αναφερεται στα πραγματικα περιστατικα  πανω στα οποια στηριζεται το δικαιωμα που του προσβαλλε ο εναγομενος] και κατατιθεται στο δικαστηριο και γνωστοποειται στον εναγομενο (πχ αγωγη Α κατά Β για χρηματα που του χρωσταει
B.     Άμυνα εναγόμενου  
κατά την διαδικασια που ακολουθει το δικαστηριο είναι δυνατον ο εναγομενος:
a)     να αρνηθει την βαση της αγωγης δηλ να ισχυρισθει οτι δεν εγιναν ετσι τα γεγονοτα και κατά συνεπεια δεν γεννηθηκε ποτε επιδικο δικαιωμα (πχ ο Β ισχυριζεται οτι ποτε δεν δοθηκε δανειο σε αυτόν από τον Α )
b)     να προβαλλει ενσταση δηλ ενσταση είναι ένα μεσο αμυναςμε το οποιο ο εναγομενος παραδεχεται πως συντρεχουν οι προυποθεσεις για να γεννηθει η κρισιμη εννομη σχεση αλλα επικαλειται και αλλους λογους που εμποδισαν την γεννηση του επιδικου δικαιωματος ειτε το κατελυσαν από την γεννησης του  πχ ο Β ισχιριζεται οτι όταν εγινε συμβαση δανειου δεν ηταν ανικανος ο ιδιος να κανει διακαιοπραξια αρα είναι ακυρη η συμβαση ==εχει ηδη εξοφληθει το δανειο αρα δεν υπαρχει αξιωση για αποδοση του δανειου  
C.     Απόδειξη
Για να σχηματισει γνωμη το δικαστηριο για την αληθεια ή μη των ισχυρισμων των  2 διαδικων κατά την διαρκεια της δικης λαμβανονται υπ οψιν αποδεικτικα μεσα (εγγραφα-πραγματογνωμονες , μαρτυρες). Αντικειμενο αποδειξης δεν είναι όλα τα πραγματικα γεγονοτα που επικαλουνται οι διαδικοι παρα μονο εκεινα που εχουν ουσιωδη επιρροη στην εκβαση της δικης δηλ εκεινα που εχουν δημιουργησει ή αποσβεσει ‘η εμποδισει  το επιδικο δικαιωμα
D.     Έκδοση δικαστικής απόφασης
Το δικαστήριο αφού κρίνει ποιοι από του ισχυρισμούς των διαδίκων αληθεύουν εκδίδει την κατάλληλη απόφαση δηλ δέχεται ή απορρίπτει την αγωγή
4.    Ένδικα Μέσα
Αν η απόφαση δεν κρίνεται ικανοποιητική από τον ενάγοντα ή τον εναγόμενο μπορεί να προσβληθεί με Ένδικα Μέσα σε ανώτερο δικαστήριο –αποφάσεις α/βαθμιων δικαστηρίων προσβάλλονται με έφεση στο β/βαθμιο δικαστήριο –αποφάσεις των α/βαθμιων και β/βαθμιων  δικαστηρίων προσβάλλονται με αναίρεση στον αρειο πάγο ζητώντας την εξαφάνιση ή μεταρρύθμιση της έτσι ώστε να υπάρξει ορθότερη απονομή της δικαιοσύνης
5.    Αναγκαστική εκτέλεση
Η εκδοση δικαστικης αποφασης παρεχομενη εννομη προστασια θα ηταν πολλες φορες χωρις αποτελεσμα αν δεν υπηρχε η αναγκαστικη εκτελεση, η οποια γινεται από ογανα της πολιτειας και αναγκαζει τον εναγομενο να συμμοργωθει με την αποφαση. Για χρηματικες απαιτησεις γινεται κατασχεση περιουσιας ,από τα χρηματα που εισπρατονται από την πωληση της περιουσιας αυτης δινονται στον εναγοντα, και  ικανοποιειται η αξιωση του 
6.    Ασφαλιστικά μέτρα
Λογω της μεγαλης βραδυτητας στην απονομη δικαισυνης δημιουργησε την αναγκη για παροχη και αλλης μορφης δικαστικης προστασιας που παρεχεται σε συντομο χρονικο διαστημα αλλα είναι προσωρινο και δεν επηρεαζει την κυρια υποθεση , το οποιο είναι η διαδικασια ασφαλιστικων μετρων που είναι μια συντομη διαδικασια που προβλεπει ο νομος για επειγουσες περιπτώσεις και για αποτροπη επικειμενου κινδυνου. Σκοπος της είναι η εξασφαλιση ή η διατηρηση ενός δικαιωματος ή η ρυθμιση μιας καταστασης (πχ ο Α κοβει καρπους από το κτημα του Β , ο Β του κανει αγωγη για διαταραξη της κυριοτητας και επειδη είναι χρονοβορα γινεται λήψη ασφαλιστικων μετρων για προσωρινη διευθετηση των διαφορων για αποφυγη συγκρουσεων)

        II.    ΑΥΤΟΔΥΝΑΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ σε ορισμενες περιπτώσεις επιτρεπεται από τον νομο η αυτοδυναμη προστασια του δικαιωματος  δηλ η ενεργεια από τον  ιδιο τον δικαιουχο του δικαιωματος ολων εκεινων των αναγκαιων πραξεων που απαιτουνται για τηνπροστασια του.   Οι εξαιρετικες αυτές περιπτώσεις είναι οι εξης:
1.    Αυτοδικία
Αυτοδικια είναι η ικανοποιηση από τον ιδιο τον δικαιουχο αυτοδυναμα χωρις την βοηθεια της αρχης 282ΑΚ. Αυτοδικια επιτρεπεται μονο οταν συντρεχουν οι παρακατω προυποθεσεις:
A.     Να υπαρχει αξιωση ιδιωτικου δικαιου, που να μπορει να επιδιωχθει με αγωγη
B.     Η βοηθεια της αρχης να μην μπορει να φτασει εγκαιρα πχ αστυνομια
C.     Από την αναβολη να υπαρχει κινδυνος να ματαιωθει ή να δυσκολευτει σημαντικα η πραγματωση της αξιωσης. Η υπαρξη τετοιου κινδυνου κρινεται αντικειμενικα
Αυτοδικια για να είναι επιτρεπτη και για να μην  θεωρηθει ως αδικη πραξη πρεπει να χρησιμοποιουνται από τον δικαιουχο τα μεσα που είναι απολυτως αναγκαια για την ικανοποιηση της αξιωσης του.
Στην περιπτωση που δεν συντρεχουν οι παραπανω προυποθεσεις και τα αναγκαια μεσα τοτε η πραξη κρινεται παρανομη και ο αυτοδικος εχει υποχρεωση αποζημιωσης (πχ  ο Α εκλεψε το πορτοφολι του Β , ο Β του το  πηρε παλι και τον εδειρε  όμως , γιαυτο θα πρεπει να αποζημιωσει ο Β τον Α για τις σωματικες βλαβες που του προκαλεσε) 
2.    Άμυνα
Αμυνα ειναι η υπερασπιση που επιβαλλεται σε καποιον για να αποτρεψει παρουσα και αδικη επιθεση εναντιον του ιδιου ή σε τριτον 284ΑΚ. Αμυνα  για να μην αποτελει παρανομη πραξη πρεπει να  συντρεχουν οι παρακατω προυποθεσεις:
A.     Επιθεση δηλ ανθρωπινη ενεργεια που προσβαλλει προσωπα (νομικο ή φυσικο) ή τα εννομα αγαθα του (περιουσια ,τιμη, ελευθερια ,σωματικη ακαιρεοτητα)
B.     Επιθεση παρουσα δηλ επιθεση να εχει αρχισει και να μην εχει τελειωσει
C.     Επιθεση αδικη δηλ ενεργεια επιτιθεμενου να είναι αντιθετη προς την εννομη ταξη
D.     Η ενεργεια του αμυνομενου πρεπει να συνιστα πραξη υπερασπισης δηλ αποκρουσης επιθεσης αν γινει το αντιθετο τοτε προκειται για αντεπιθεση
E.     Η ενεργεια του αμυνομενου να στρεφεται κατά του επιτιθεμενου και όχι κατά τριτου
F.     Η υπερασπιση να ειναι επιβαλλομενη.
Το αν σε κάθε περιπτωση η υπερασπιση είναι επιβαλομενη ή συνιστα υπερβαση κρινεται αντικειμενικα. Η υπερβαση από τον αμυνομενο των οριων αμυνας συνιστα επιθεση και ο αρχικα επιτιθεμενος εχει το δικαιωμα ανταμυνας (πχ ο Α μαλωνει με τον  Β και τον σπρωχνει, ο Β βρισκομενος σε αμυνα χειροδικει , αν όμως ο Β του προκαλεσει βαριες κακωσεις με σουγια τοτε ο Β εχει υπερβει τα ορια αμυνας και η πραξη του είναι επιθεση )
Στην περιπτωση που δεν συντρεχουν οι παραπανω προυποθεσεις αμυνα ή υπαρχει υπερβαση οριων της αμυνας  τοτε η πραξη αμυνομενου κρινεται παρανομη και ο αμυνομενος εχει υποχρεωση αποζημιωσης στον επιτιθεμενο (πχ  στο παραπανω παραδειγμα ο Α θεμελιωνει και αξιωνει αποζημιωση από τον Β )
3.    Κατάσταση ανάγκης
Κατασταση αναγκης υπαρχει όταν καποιος υποχρεωθει να προκαλεσει ζημια ή αναγκαζεται να βλαψει καποιον για να αποτρεψει κινδυνο που απειλει για να αποφυχθει δυσαναλογα μεγαλυτερη ζημια σε αυτόν επιχειρησε την καταστροφη ή σε αλλον 258ΑΚ
Η βλαβη ‘η  η  καταστροφη πραγματος για να μην αποτελει παρανομη πραξη πρεπει να  συντρεχουν οι παρακατω προυποθεσεις:
A.     Κινδυνος δηλ κατασταση που απειλη να επιφερει βλαβη σε αγαθο .Ο κινδυνος μπορει να προερχεται από φυσικα αιτια (πχ παραβιαζει ξενη καλυβα για να σωθει από χιονοστοιβαδα) ή από τι ιδιο το πραγμα που καταστρεφεται (πχ σκοτωνει λυσσασμενο σκυλο που τον καταδιωκει) ή από ανθρωπινη ενεργεια (σπαζει τζαμαρια και μπαινει σε πολυκατοικια για να σωθει από παραφρωνα που τον καταδιωκει)
B.     Επικειμενος κινδυνος  δηλ ο κινδυνος είναι επικειμενος όταν η ζημια είναι πολύ πιθανη και ανά μενεται σε συντομο χρονικο διαστημα
C.     Καταστροφη ή βλαβη ξενου πραγματος
D.     Καταστροφη ή βλαβη ξενου πραγματος που είναι αναγκαια για την αποτροπη του επικειμενου κινδυνου
E.     Απειλη ζημιας δυσαναλογα μεγαλυτερης από αυτην που προκληθηκε με την καταστροφη ξενου πραγματος πχ ανθρωπινη ζωη εχει αξια μεγαλυτερη από την αξια ενός πραγματος
Αν όμως και σε περιπτωση που συντρεχουν οι προυποθεσεις καταστασης αναγκης  παρεχεται στο δικαστηριο η ευχερεια να υποχρεωσει εκεινον που προκαλεσε την ζημια να καταβαλλει  στο ζημιωθεντα ευλογη αποζημιωση  286ΑΚ
Σε περιπτωση που δεν συντρεχουν οι προυποθεσεις καταστασης αναγκης η καταστροφη ή βλαβη ξενου πραγματος είναι παρανομη  και εκεινος που προκαλεσε την ζημια εχει υποχρεωση να αποζημιωσει πληρως  τον ζημιωθεντα [πχ καταστροφη ξενου πραγματος  που δεν ηταν αναγκαια για αποτροπη επικειμενου κινδυνου (πχ νομιζε οτι τον κυνηγουσε λυσσασμενος σκυλος)]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ……………107-112

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ


          I.    ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ

1.    Έννοια

Αν ο δικαιουχος μιας αξιωσης δεν την ασκησει μεσα σε ορισμενο χρονικο διαστημα , ο νομος δινει το δικαιωμα στον υποχρεο να αρνηθει να εκπληρωσει την παροχη του. Αυτή η εξασθενιση της αξιωσης λεγεται παραγραφη . Εξασθενιση αξιωσης σημαινει οτι ο υποχρεος εχει δικαιωμα να αρνηθει να εκπληρωσει την υποχρεωση του.
Η παραγραφη προτεινεται με ενσταση δηλ είναι θεμα ευσυνιδισιας υποχρεου να την προβαλει για να απαλλαγει από την υποχρεωση του. Το δικαστηριο αυτεπαγγελτα δεν την λαμβανει υποψιν του παρα μονο αν προταθει (πχ ο Α δανειζει στον Β και δεν στρεφεται δικαστικα για 20 ετη, τοτε παραγραφεται αν στραφει μετα 20 ετη μπορει ο Β να κανει ενσταση για παραγραφη
Η παραγραφη είναι θεσμος δημοσιας ταξης  οι κανονες που οριζουν τα της παραγραφης δεν μπορουν να μεταβληθουν με συμφωνια των ενδιαφερομενων μερων. Κάθε δικαιοπραξια που θετει ορους και χρονικα ορια διαφορετικα από τους κανονες της δημοσιας ταξης είναι ακυρη . (πχ ο Α δανειζει στον Β και υπογραφουν συμβολαιο οτι η παραγραφη θα γινει σε 25 ή 15 ετη  όμως είναι ακυρη η συμφωνια αυτη ) 
2.    Χρόνος παραγραφής
Ο Χρόνος παραγραφής των αξιώσεων είναι κατά κανόνα 20 έτη 249ΑΚ.
Προβλέπεται όμως από τον νόμο και συντομότερος Χρόνος παραγραφής για ορισμένες αξιώσεις πχ αξίωση από μισθούς, μισθώματα ενοικίων, τόκους παραγράφονται σε 5 έτη 250ΑΚ.
Στα παραπάνω παραδείγματα η αξίωση του Α από το δάνειο παραγράφεται σε 20 έτη ενώ η αξίωση του Α για μισθούς σε 5 έτη. Ο υπολογισμός του χρόνου της παραγραφής γίνεται όπως προβλέπουν οι γενικοί κανόνες για τον υπολογισμό των προθεσμιών
3.    Έναρξη παραγραφής
Η παραγραφη αρχιζει από τοτε που γεννηθηκε η αξιωση και είναι δυνατη η δικαστικη της επιδιωξη 251 ΑΚ (ΠΧ Ο Α οφειλε στον Β στις 01/01/2002 να εξοφλησει χρεος 800ε , στις 02/01/2002 γεννηθηκε η αξιωση από τον Β κατά του Α και είναι δυνατη η δικαστικη επιδιωξη του να εγειρει αγωγη κατά του Α και να αξιωσει τα χρηματα του )
Εξαιρεση  στον κανονα , που οριζει τις προυποθεσεις εναρξης παραγραφης περιεχεται στο νομο ειδικα για αξιωσεις που υποκεινται σε 5ετη παραγραφη 253ΑΚ , σε αυτές τις περιπτώσεις η παραγραφη αρχιζει μολις ληξη το ετος μεσα στο οποιο συμπιπτει η ενερξη παραγραφης (αν καποιος πληρωνονταν κάθε 1η του μηνα και δεν πληρωθηκε στις 1 μαιου 2002, για καταβολη μισθου γεννηθηκε και εγινε δικαστικα επιδιωξιμη από 2 μαιου 2002  η παραγραφη της αξιωσης συμφωνα με την εξαιρεση αρχισε από τις 01/01/2003)
4.    Αναστολή παραγραφής
A.     Έννοια
Αναστολη παραγραφης σημαινει τον μη υπολογισμο στο χρονο παραγραφης, ορισμενου χρονικου διαστηματος, στο οποιο συμβαινει ένα συγκεκριμενο γεγονος και συνιστα λογω παραγραφης. Η παραγραφη συνεχιζεται οταν παψει η αναστολη , δεν συμπληρωνεται όμως πριν περασουν 6 μηνες από την αρση του ανασταλτικου γεγονοτος 257ΑΚ. Πρεπει να τονισθει οτι για την συμπληρωση του χρονου παραγραφης συνυπολογιζεται και ο χρονος παραγραφης που ειχε διαρρευσει μεχρι την επελευση (ερχομος) του ανασταλτικου γεγονοτος
B.     Διακρίσεις
a)    Απόλυτη Αναστολή
Απολυτη είναι η αναστολη όταν η παροδος του χρονου παραγραφης εμποδιζεται , σε οποιοδηποτε χρονικο σημειο της κι αν συμβει το ανασταλτικο γεγονος
Ο νομος οριζει τις περιπτώσεις απολυτης αναστολης των αξιωσεων που είναι οι εξης:
Μεταξυ συζυγων κατά την διαρκεια του γαμου
Μεταξυ γονεων και τεκνων κατά την διαρκεια ανηλικοτητας
Μεταξυ επιτροπων και επιτροπευομενων κατά την διαρκεια της επιτροπειας
Μεταξυ υπηρετων και κυριων κατά την διαρκεια της υπηρετικης σχεσης όχι περα  από 15 ετη
Ο δικαιολογητικος λόγος της καθιερωσης των παραπανω λογων απολυτης αναστολης είναι οτι η στενη σχεση που συνδει υποχρεο με τον δικαιουχο δεν πρεπει να διαταρρασεται από τυχον ασκηση αγωγης(πχ ο Α χρωστουσε στην Β χρηματα στις 01/01/1980 , στις 02/01/1980 αρχισε η παραγραφη της αξιωσης , στις 02/01/1990 (αξιωση παραγραφης 10ετη) παντρευονται μεταξυ του και χωριζουν 9 χρονια μετα δηλ 02/01/1999 αρα αναστολη παραγραφης για 9 ετη λογω γαμου και συνεχιση μετα για την συμπληρωση 20ετων η αξιωση παραγραφης τελειωνει 02/01/2009 )
b)    Αναστολή συμπλήρωσης
Αναστολη συμπληρωσης σημαινει οτι εμποδιζεται η συμπληρωση της παραγραφης , επειδη το ανασταλτικο γεγονος συναιπεσε μεσα στο τελευταιο 6μηνο του χρονου παραγραφης (πχ αν ο δικαιουχος καποιο χρονιικο διαστημα κατά την διαρκεια του τελευταιου εξαμηνου του χρονου παραγραφης εμποδιστηκε να ασκησει την αξιωση του λογω ανωτερης βιας 255ΑΚ  δηλ ειδικη περιπτωση ανωτερης βιας είναι το δικαιοστασιο. Δικαιοστασιο είναι κάθε πραγματικος λόγος που επιφερει διακοπη δικαστηριων σεισμος, πλημμυρες, πολεμος) Η παραγραφη συνεχιζεται όταν παψει ο λόγος της αναστολης και σε καμια περιπτωση δεν συμπληρωνεται πριν περασουν 6 μηνες 257ΑΚ
5.    Διακοπή παραγραφής
Υπαρχουν ορισμενοι λογοι που διακοπτουν την παραγραφη . αντιθετα με οτι συμβαινει στην αναστολη στην περιπτωση διακοπης παραγραφης ο χρονος παραγραφης που περασε μεχρις οτου συμβει το γεγονος που επιφερει την διακοπη της παραγραφης δεν υπολογιζεται . Από το τελος της διακοπης αρχιζει νεα παραγραφη. Ο χρονος της νεας παραγραφης είναι ιδιος με τον χρονο της παραγραφης που διακοπηκε
Οι σημαντικοτεροι λογοι διακοπης της παραγραφης  ειναι η αναγνωριση της αξιωσης απο τον υποχρεο 260ΑΚ και η εγερση αγωγης 261 ΑΚ.
Η παραγραφη που διακοπηκε με εγερση (ανυψωση) αγωγης αρχιζει και παλι από την τελευταια διαδικαστικη πραξη των διαδικων ή του δικαστηριου ( πχ αγωγη παραγραφης αρχιζει από την άλλη μερα της υποχρεωσης πληρωμης αυτοματα , αν όμως κανει αγωγη μετα 10 μηνες τοτε διακοπτεται η αυτοματη παραγραφη και ξεκιναει νεα με την ημερομηνια που εκανε την αγωγη)

        II.    ΑΠΟΣΒΕΣΤΙΚΗ (ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ) ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ
1.    Έννοια
Αποσβεστική ή αποκλειστική προθεσμία είναι η προθεσμία που τάσσεται από τον νόμο ή τους συμβαλλόμενους για την άσκηση ενός δικαιώματος  101ΑΚ (πχ Αγωγή μέλους σωματείου για ακύρωση απόφασης της συνέλευσης σωματείου μπορεί να εγερθεί μόνο σε 6 μήνες από την απόφαση της συνέλευσης 101ΑΚ )
2.    Διαφορές παραγραφής από Αποσβεστική προθεσμία
Η βασικές διάφορες μεταξύ παραγραφής και αποσβεστικής προθεσμίας είναι οι εξής:
Α) η παραγραφή αφορά αξιώσεις ενώ η Αποσβεστική προθεσμία αφορά δικαιώματα
Β) η άπρακτη πάροδος της αποσβεστικής προθεσμίας έχει ως συνέπεια την απώλεια του δικαιώματος , ενώ η συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής επιφέρει εξασθένιση της αξίωσης και όχι απόσβεση της
Γ) την Αποσβεστική προθεσμία που τάσσεται από τον νόμο την λαμβάνει υποψιών αυτεπαγγέλτως το δικαστήριο δηλ χωρίς να χρειάζεται να προταθεί από τον ενδιαφερόμενο. Την παραγραφή λαμβάνει υποψιών του το δικαστήριο μόνο κατ ένσταση

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α……………….115-117
ΕΝΝΟΙΑ-ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΑΠΟ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

          I.    ΓΕΝΙΚΑ
Το δικαιο ενδιαφερεται για εκεινες τις πραξεις που κατευθυνονται από την βουληση του ανθρωπου και επιφερουν ορισμενη μεταβολη στον εξωτερικο κοσμο. (πχ αγορα πραγματος, γαμος, τραυμοτισμος), ενώ δεν ενδιαφερεται για τις κοινωνικες και φιλικες σχεσεις.
Οι πραξεις που ενδιαφερουν το δικαιο χωριζονται σε 2 κατηγοριες:
1.    Δικαιες ή θεμιτες πραξεις δηλ είναι ο πραξεις που επιτρεπει το δικαιο και επιφερουν εννομα αποτελεσματα(πχ αγορα πραγματος, γαμος, η πιο σημαντικη είναι η δικαιοπραξια
2.    Αδικες ‘η αθεμιτες πραξεις δηλ ειναι οι πραξεις που απαγορευει το δικαιο και αν γινουν συνεπαγονται δυσμενεις συνεπειες για τον δραστη( πχ τραυματισμος)
        II.    ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ
Δικαιοπραξια είναι η δηλωση βουλησησς που, με την συνδρομη, ενδεχομενως και αλλων γεγονοτων κατευθυνεται στην παραγωγή ηθελημενου εννομου αποτελεσματος. (πχ πωληση,μισθωση). Αποτελειται όχι μονο από δηλωση ή δηλωσεις βουλησης αλλα και από αλλα νομικα γεγονοτα που είναι αναγκαια για να επελθει το εννομο αποτελεσμα πχ η συμβαση δανειου εχει βουληση δανειστη, οφειλετη και απαιτειται και πραδοση δανειζομενου ποσου.
Χαρακτηριστικο γνωρισμα της δικαιοπραξιας είναι οτι ταα εννομα αποτελεσματα της είναι ηθελημενα πχ σε διαθηκη το εννομο αποτελεσμα της διαθηκης είναι αυτό που θελησε ο διαθετης

      III.    ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΣΥΝΙΣΤΟΥΝ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΕΣ
1.Οιονεί δικαιοπραξίες
Οιονει δικαιοπραξιες είναι οι πραξεις που αν και περιεχουν δηλωση βουλησης εχουν ως χαρακτηριστικο τους οτι τα εννομα αποτελεσματα τους παραγονται απευθειας από τον νομο και δεν εξαρτωνται από την θεληση αυτων που τις εκαναν πχ εγκατασταση καποιου μονιμα  σε ένα τοπο εχει ως συνεπεια από τον νομο την κτηση κατοικιας ανεξαρτητα αν αυτή η συνεπεια περιεχοταν στην βουληση κατά την εγκατασταση


2.Υλικές πράξεις
Υλικες πραξεις είναι αυτές με τις οποιες ο νομος συνδεει ορισμενα αποτελεσματα παρολο που δεν περιεχουν δηλωση βουλησης.πχ συγγραφη βιβλιου εχουν ως συνεπεια ο δημιουργος να αποκτα το δικαιωμα πνευματικης ιδιοκτησιας

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β.……….……..118-120
ΕΙΔΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΩΝ

          I.    ΜΟΝΟΜΕΡΕΙΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

1.Μονομερής δικαιοπραξία

Είναι η δικαιοπραξία αυτή που περιέχει την βούληση 1 μόνο προσώπου πχ διαθήκη, προκηρύξει ενός βραβείου που θα απονεμηθεί μετά από διαγωνισμό
2.Σύμβαση
Είναι η δικαιοπραξία που περιέχει δηλώσεις 2 ή περισσότερων προσώπων που το καθένα ενεργεί με διαφορετικό συμφέρον συμπίπτουν όμως ως προς το επιδιωκόμενο έννομο αποτέλεσμα (πχ δήλωση αγοραστή(επιθυμεί μεταβίβαση πράγματος – δήλωση πωλητή (επιθυμεί πώληση πράγματος –και οι 2 επιδιώκουν κοινά έννομα αποτελέσματα που είναι η μεταβίβαση της κυριότητας πράγματος ===εργαζόμενος-εργοδότης με κοινό την παροχή εργασίας ) . Η σημαντικότερη διάκριση των συμβάσεων είναι:
A.     Ετεροβαρής σύμβαση
Ετεροβαρής είναι η σύμβαση που δημιουργεί στον 1 από τους συμβαλλόμενους υποχρέωση και στον άλλον δικαίωμα (πχ δωρεά πράγματος ).
B.     Αμφοτεροβαρής σύμβαση
Αμφοτεροβαρής είναι η σύμβαση που δημιουργεί δικαιώματα και υποχρεώσεις υπέρ και σε βάρος και των 2 συμβαλλόμενων (πχ πώληση πράγματος )

        II.    ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΕΣ ΧΑΡΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΠΑΧΘΕΙΣ
χαριστική : είναι η δικαιοπραξία στην οποία η παροχή από 1 συμβαλλόμενο στον άλλον γίνεται χωρίς αντάλλαγμα (πχ δωρεά τηλεόρασης)
επαχθής  : είναι η δικαιοπραξία στην οποία η παροχή από τον 1 συμβαλλόμενο στον άλλον γίνεται με αντάλλαγμα (πχ πώληση τηλεόρασης)

      III.    ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΕΣ ΕΝ ΖΩΗ ΚΑΙ ΑΙΤΙΑ ΘΑΝΑΤΟΥ
δικαιοπραξία Εν ζωή : είναι κάθε δικαιοπραξία εκτός από τις αιτία θανάτου πχ πώληση , μίσθωση , σύμβαση εργασίας
δικαιοπραξία αιτία θανάτου : είναι εκείνη της οποίας τα αποτελέσματα επέρχονται μετά τον θάνατο του προσώπου που την κατάρτισε (πχ διαθήκη =τύχη περιούσιας ενός ατόμου μετά τον θάνατο του )

       IV.    ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΕΣ ΤΥΠΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΤΥΠΕΣ
Τυπική δικαιοπραξία είναι που για την έγκυρη κατάρτιση της χρειάζεται τήρηση ορισμένου τύπου πχ πρέπει να καταρτισθεί εγγράφως και άλλες φορές αρκεί για την κατάρτιση έγκυρης τυπικής δικαιοπραξίας το ιδιωτικό έγγραφο πχ συστατική πράξη και το καταστατικό σωματείου άλλες όμως χρειάζονται συμβολαιογραφικό έγγραφο πχ σύμβαση μεταβίβασης κυριότητας ακίνητου. Στο αστικό κώδικα καθιερώνεται η αρχή του άτυπου των δικαιοπραξιών  158ΑΚ  μόνο κατά εξαίρεση δικαιοπραξίες είναι τυπικές
Άτυπη δικαιοπραξία είναι που για την έγκυρη κατάρτιση της δεν χρειάζεται τήρηση τύπου. Πχ μίσθωση πράγματος ,σύμβαση εργασίας . αν μια Άτυπη δικαιοπραξία περιβληθεί τύπο , κτύπος αυτός έχει μόνο αποδεικτική άξια

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ….……………121-158
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΕΓΚΥΡΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑΣ

          I.    ΓΕΝΙΚΑ
Για την κατάρτιση μιας έγκυρης δικαιοπραξίας πρέπει να συντρέχουν οι εξής ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ:
1.    ικανότητα για δικαιοπραξία
2.    βούληση δηλ θέληση εκείνου που καταρτίζει την δικαιοπραξία
3.    η βούληση εκείνου που καταρτίζει την δικαιοπραξία να μην διαμορφώθηκε κατά τρόπο ελαττωματικό δηλ να μην είναι αποτέλεσμα πλάνης στα παραγωγικά αιτία της βούλησης, απατής ή απειλής
4.    συμφωνία βούλησης και δήλωσης δηλ να ταυτίζεται η βούληση με την δήλωση εκείνου που καταρτίζει την δικαιοπραξία
5.    δήλωση της βούλησης δηλ εξωτερίκευση της βούλησης εκείνου που καταρτίζει την δικαιοπραξία
6.    δήλωση της βούλησης να περιβληθεί τον τύπο που επιβάλλεται από τον νόμο
7.    το περιεχόμενο της δικαιοπραξίας να είναι φυσικό με τον νόμο τα χρηστά ήθη

        II.    ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ
1.    Έννοια
Είναι η ικανότητα 1 προσώπου να καταρτίζει αυτοπροσώπως δικαιοπραξίες . αυτή την ικανότητα έχουν μόνο τα πρόσωπα που διαθέτουν πνευματική ωριμότητα και υγειά .
2.    Διαφορά ικανότητας για δικαιοπραξία από ικανότητα δικαίου και ικανότητα για αδικοπραξία
Η ικανότητα για δικαιοπραξία δεν πρέπει να συγχέεται αφενός με την  ικανότητα δικαίου και αφετέρου με την ικανότητα για αδικοπραξία
Α. ικανότητα δικαίου ‘η δικαιοκτητικη ικανότητα είναι η ικανότητα να είναι κανείς υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων από την αρχή έως το τέλος της ζωής
Β. ικανότητα για αδικοπραξία ή ικανότητα για καταλογισμό είναι η ικανότητα να αντιλαμβάνεται την σημασία των πράξεων του , έτσι ώστε να μπορεί να διακρίνει δίκιο και άδικο, τότε μόνο μπορεί να αποδοκιμαστεί ο δράστης μιας παράνομης πράξης και να του καταλογισθεί ευθύνη όταν είχε την ικανότητα να διακρίνει το δίκαιο από το άδικο
ικανότητα για αδικοπραξία την έχει κάθε πνευματικά ώριμος και υγιής άνθρωπος, το δίκαιο την ικανότητα αυτή την ρυθμίζει αρνητικά , προσδιορίζοντας όχι ποιος είναι ικανός , αλλά ποιοι είναι οι ανίκανοι για αδικοπραξία ή καταλογισμό (ανίκανοι για καταλογισμό= ανήλικος κάτω των 10 ετών 916ΑΚ-εκεινος κατά την επαγωγή της ζημίας αποδεικνύεται ότι δεν είχε συνείδηση των πράξεων του πχ μέθη ή πυρετού, η ψυχική ή διανοητική  διαταραχή που περιόριζε την λειτουργία της κρίσης και της βούλησης του. 915.1ΑΚ
Γ. ανήλικος που έχει συμπληρώσει το 10ο αλλά όχι το 14ο έτος ηλικίας αν αποδειχθεί ότι ενήργησε χωρίς διάκριση 917.1ΑΚ
Δ. Ο κωφάλαλος αν αποδειχθεί ότι ενήργησε χωρίς διάκριση 917.2ΑΚ

3.    Ο θεσμός της δικαστικής συμπαράστασης
A.     Γενικά
Υπάρχουν διάφορες κατηγόριες προσώπων ανάλογα με την διακιοπρακτικη τους ικανότητα. Ο θεσμός της δικαστικής συμπαράστασης 1666-1668 ΑΚ ανήκει στο οικογενειακό δίκαιο με Ν 2447/1996 . Η αναφορά στην δικαστική συμπαράσταση κρίθηκε απαραίτητα γιατί  η υποβολή ενήλικων με μια από τις μορφές της  δικαστικής συμπαράστασης έχει άμεση συνέπεια στην ικανότητα του για δικαιοπραξία.
B.     Ποιοι υποβάλλονται σε δικαστική συμπαράσταση
Α. Οποίος λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή σωματικής αναπηρίας αδυνατεί εν λόγω ή εν μέρει να φροντίζει μόνος για τις υποθέσεις του
Β. Οποίος λόγω ασωτίας τοξικομανίας ή αλκοολισμού εκθέτει στον κίνδυνο της στέρησης τον εαυτό του ,τον σύζυγο του, κατιόντες ή ανιόντες συγγενείς του.
Γ. Μπορούν να υποβάλλονται σε μερική επικουρική δικαστική συμπαράσταση με δικαστική απόφαση άτομα που εκτίουν ποινή σε φυλακή τουλάχιστον 2 ετών αλλά μόνο αν το ζητήσουν τα ίδια και μόνο για τις πράξεις που αυτά θα έχουν προσδιορίσει στην αίτηση τους 1688ΑΚ
C.     Διαδικασία
Η υποβολη ενός προσωπου σε δικαστικη συμπαρασταση αποφασιζεται με δικαστικη αποφαση υστερα από αιτηση του ιδιου ή της συζυγου ή των συγγενων ή του εισαγγελεα ή αυτεπαγγελτα από το δικαστηριο.1667ΑΚ Η δυνατοτητα αυτεπαγγελτης κυρηξης δικαστικης συμπαρασρασης βοηθαει στην προστασια εκεινων των ατομων για τα οποια δεν υπαρχει φροντιδα λογω ανυπαρξιας συγγενων ειτε λογω αδιαφοριας.
Δεδομενου οτι ο θεσμος της δικαστικης συμπαραστασης εχει ως βαση τον σεβασμο της προσωπικοτητας και της αξιοπρεπειας του πασχοντος οσο βαρια και αν είναι η παθηση του σχετικα με την διαδικασια της δικαστικης συμπαταστασης προβλεπονται τα εξης:
Ø  Το δικαστηριο για να αποφασισει την υποβολη καποιου σε δικαστικη συμπαρασταση και τον διορισμο δικαστικου συμπαραστατη συνεκτιμα εκθεση κοιν υπηρεσιας σχετικα με την αναγκαιοτητα του μετρου και την καταλληλοτητα του δικαστικου συμπαραστατη που θα διορισει 1674ΑΚ
Ø  Η διεξαγωγη της δικης για την υποβολη καποιου σε δικαστικη συμπαρασταση γινεται κεκλισμενων των θυρων
Ø  Το δικαστηριο πριν αποφασισει την υποβολη ενός προσωπου σε δικ συμπαρασταση επιδιωκει την επικοινωνια με το προσωπο αυτό και να συνεκτιμα την γνωμη του γιατι η δικαστικη αποφαση πρεπει να αποβλεπει στο συμφερον του πασχοντος. 1684ΑΚ
Η δικαστικη αποφαση με την οποια υποβαλλεται ένα προσωπο σε δικαστικη συμπαρασταση διοριζει και τον δικαστικο συμπαραστατη του.
D.     Αποτελέσματα δικαστικής συμπαράστασης
Το δικαστηριο είναι ελευθερο να αποφασιζει την υποβολη ενός προσωπου σε καθεστως στερητικης δικαστικης συμπαραστασης (πληρους ή μερικης) ή σε καθεστως επικουρικης δικ συμπαραστασης (πληρους ή μερικης) ή συνδυασμο των 2
a)Στερητική δικαστική συμπαράσταση
1.Πληρης δηλ ένα προσωπο είναι ανικανο να καταρτιζει αυτοπροσωπως οποιδηποτε δικαιοπραξια. Αντ αυτου δικαιοπρακτει ο δικ συμπαραστατης.
2.Μερικη δηλ ένα προσωπο είναι ανικανο να καταρτιζει αυτοπροσωπως ορισμενων μονο δικαιοπραξιων. Αντ αυτου δικαιοπρακτει ο δικ συμπαραστατης.
b)Επικουρική δικαστική συμπαράσταση
1.    Πληρης δηλ ένα προσωπο για την ισχυ ολων των δικαιοπραξιων που καταρτιζει απαιτειται η συναινεση  του δικαστικου  συμπαραστατη του
2.Μερικη δηλ ένα προσωπο για την ισχυ ορισμενων δικαιοπραξιων που καταρτιζει απαιτειται η συναινεση  του δικαστικου  συμπαραστατη του
c) Συνδυασμός Στερητικής και Επικουρικής δικαστικής
συμπαράστασης
Μπορει το δικαστηριο  να υποβαλλει ένα προσωπο σε συνδυασμο στερητικης και επικουρικης δικαστικης συμπαραστασης οριζοντας ρητα ποιες πραξεις μπορει να καταρτιζει αυτοπροσωπως  και σε ποιες απαιτειται η συναινεση  του δικαστικου  συμπαραστατη του.1679 ΑΚ


E.     Άρση δικαστικής συμπαράστασης
Αν εκλειψουν οι λογοι που την προκαλεσαν  η δικαστικη συμπαρασταση αρεται με δικαστικη αποφαση υστερα από αιτηση προσωπων που θα την ζητησουν οι αυτεπαγγελτα από το δικαστηριο 1681.1 ΑΚ
4.    Κατηγοριες προσώπων ανάλογα με την ικανότητα για δικαιοπραξία
Υπαρχουν 3 κατηγοριες προσωπων απο πλευρας δικαιοπρακτικης ικανοτητας:
Ø  Οι πληρως ικανοι για δικαιοπραξια
Ø  Οι πληρως ανικανοι για δικαιοπραξια
Ø  Οι περιορισμενα  ικανοι για δικαιοπραξια
A.     Πλήρως ικανοί για δικαιοπραξία
Ικανοι για οποιαδηποτε δικαιοπραξια είναι εκεινοι που συμπληρωσαν το 18ο ετος δηλ οι ενηλικοι 127ΑΚ  και δεν συντρεχει κανενας λόγος δικαιοπρακτικης ανικανοτητας
B.     Πλήρως ανίκανοι για δικαιοπραξία διακρινονται σε 2 κατηγοριες:
a)    Απόλυτα ανίκανοι για δικαιοπραξία
δηλ ένα προσωπο είναι ανικανο να καταρτιζει οποιαδηποτε δικαιοπραξια δηλ
Ø  ανηλικοι που δεν εχουν συμπληρωσει το 10ο ετος ηλικιας :
κάθε δικαιοπραξια είναι ακυρη , αλλα
είναι εγκυρη με νομιμους τους αντιπροσωπους τους (γονεις)1510.1 ΑΚ
Ø ή τα ατομα που βρισκονται σε πληρη στερητικη δικαστικη συμπαρασταση :
κάθε δικαιοπραξια είναι ακυρη ,μεχρι να αρθει με δικαστικη αποφαση το καθεστως της πληρους στερητικης δικαστικης συμπαραρστασης   αλλα
είναι εγκυρη όταν αντ αυτου δικαιοπρακτει ο δικ συμπαραστατης
b)    Σχετικά ή παροδικά ανίκανοι για δικαιοπραξία
δηλ ένα προσωπο ενηλικο που δεν εχει τεθει σε καθεστως πληρους  στερητικης δικαστικης συμπαραστασης είναι σχετικά ή παροδικά ανικανο να καταρτιζει μια συγκεκριμενη  δικαιοπραξια δηλ
Ø ενηλικοι που δεν εχουν συνειδηση των πραξεων τους για περιορισμενο χρονικο διαστημα λογω μεθης ,πυρετου ,χρηση ναρκωτικων
Ø ενηλικοι που βρισκονται σε ψυχικη ή διανοητικη διαταραχη που περιοριζει αποφασιστικα την λειτουργια βουλησης τους δηλ εχουν σημαντικη μειωση της ικανοτητας αντικειμενικου ελεγχου της πραγματικοτητας
Είναι ακυρη η διακαιοπραξια οταν αποδειχθει οτι κατά την καταρτιση της συγκεκριμενης δικαιοπραξιας υπηρχε σχετικη ανικανοτητα λογω των παραπανω λογων
Η ρυθμιση αυτή εγινε για εκεινους που ειτε  δεν εχουν προσκαιρη συνειδηση των πραξεων τους ειτε γιατι εχουν ψυχικη νοσο και κανεις δεν τους εβαλε σε καθεστως δικαστικης συμπαραστασης( ειτε από αμελεια ειτε γιατι  κινηθηκε η διαδικασια αλλα δεν εκδοθηκε ακομη η σχετικη δικαστικη αποφαση)
c)     Διαφορά απόλυτης από σχετική ανικανότητα για δικαιοπραξία
Απολυτα ανικανοι για δικαιοπραξια δηλ ένα προσωπο είναι ανικανο να καταρτιζει οποιαδηποτε δικαιοπραξια ,και αν παρολα αυτά καταρτισει τοτε αυτή είναι ακυρη ανεξαρτητα αν στη συγκεκριμενη περιπτωση ειχε συνειδηση της δικαιοπραξιας που καταρτιζε ,ενώ οι
Σχετικα ανικανοι για δικαιοπραξια δηλ είναι προσωπα που είναι ικανα για δικαιοπραξια αλλα είναι ακυρη αν αποδειχθει οτι στη καταρτιση μιας συγκεκριμενης δικαιοπραξιας δεν ειχαν συνειδηση των πραξεων τους ή τελουσαν υποψυχικη ή διανοητικη διαταραχη
C.     Περιορισμένα ικανοί για δικαιοπραξία
Τα ατομα που εχουν περιορισμενη ικανοτητα για δικαιοπραξια ,είναι ικανα να καταρτιζουν δικαιοπραξιες μονο στις περιπτώσεις που οριζει ο νομος ή εφοσον τηρηθουν οι οροι που τασσει ο νομος 133ΑΚ και είναι οι εξης κατηγοριες:
a)    Ανήλικοι που έχουν συμπληρώσει το 10ο έτος ηλικίας
1.    Ανήλικος που έχει συμπληρώσει το 10ο έτος ηλικίας όχι όμως το 18ο ετος είναι ικανο να καταρτιζει τις εξης περιορισμενες δικαιοπραξιες:
Ø  Δικαιοπραξιες που αποκτα μονο εννομο οφελος πχ αποκτηση πραγματος με δωρεα αποκτα δικαιωματα  χωρις να του επιβαλλεται καμια υποχρεωση 134ΑΚ
Ø  Δικαιοπραξιες ως αντιπροσωπος αλλου 213ΑΚ
2.    Ανήλικος που έχει συμπληρώσει το 12ο έτος ηλικίας εχει την ικανοτητα να παρισταται σε δικαστηριο αυτοπροσωπως και να εκφρασει την γνωμη του για την υιοθεσια του 1555.1ΑΚ
3.    Ανήλικος που έχει συμπληρώσει το 14ο έτος ηλικίας μπορει να διαθετει ελευθερα καθε τι που κερδιζει απο την εργασια του(αφου δεν συμπληρωσε το 15ο ετος για συμβαση εργασιας μπορει να κερδιζει από περιστασιακη εργασια ‘η από συμβαση που καταρτισαν οι γονεις του ως νομιμοι αντιπροσωποι του για λογαριασμο του για εργασια που επιτρεπεται σε ανηλικο κατω των 15 ετων) ή που του δοθηκε για να το διαθετει ελευθερα (ρουχα, βιβλια,χρηματα) 135ΑΚ
4.    Ανήλικος που έχει συμπληρώσει το 15ο έτος ηλικίας μπορει να συναψει συμβαση εργασιας ως εργαζομενος αλλα με την γενικη συναινεση των γονιων του (γενικη και όχι ειδικη δηλ δεν χρειαζεται κάθε βδομαδα και για διαφορετικη εργασια να παιρνει συνεχως την αδεια των γονεων του). Αν γονεις δεν δωσουν την σχετικη αδεια για εργασια ανηλικου τοτε μπορει εκεινο να κανει αιτηση στο δικαστηριο και αφου ακουσει ανηλικο και γονεις να κρινει για την χορηγηση σχετικης αδειας
5.    Ανήλικος που  κατ εξαιρεση εχει τελεσει γαμο (εγκριση γαμου με συναινεση μελλονυμφων και γονεων τους αν επιβαλλεται από σπουδαιο λογο) μπορει να επιχειρει μονος του ορισμενες δικαιοπραξιες που οριζει ο νομος 137ΑΚ δηλ δικαιοπραξιες απαραιτητες για την συντηρηση αυτου και της οικογενειας του την βελτιωση της περιουσιας του και για την αντιμετωπιση αναγκων τρεχουσων οικογενειας του, εκπαιδευσης του.
Ακυρη δικαιοπραξια είναι όταν  ατομο με περιορισμενη ικανοτητα για δικαιοπραξια :
Ø καταρτισει δικαιοπραξια που δεν προβλεπεται από τον νομο οτι εχει την ικανοτητα να καταρτισει(πχ πωληση ακινητου απο ανηλικο κατω 16ο ετος –συμβαση εργασιας απο ανηλικο κατω 15ο ετος )
Ø Καταρτισει δικαιοπραξια που επιτρεπεται από τον νομο για την ηλικια του χωρις όμως να τηρησει τους ορους που τασσει ονομος για την εγκυρη καταρτιση της (πχ πωληση ακινητου απο ανηλικο κατω 16ο ετος χωρις την συναινεση γονεων –συμβαση εργασιας απο ανηλικο κατω 15ο ετος χωρις την συναινεση γονεων).
Εγκυρη δικαιοπραξια είναι όταν για  ατομα με περιορισμενη ικανοτητα για δικαιοπραξια  τις καταρτιζουν οι νομιμοι αντιπροσωποι τους δηλ γονεις ή ατομα που εχουν την γονικη μερυμνα του 1510.1 ΑΚ
b)    Άτομα που έχουν τεθεί σε μερική στερητική δικαστική συμπαράσταση
Μερικη δηλ ένα προσωπο είναι ανικανο να καταρτιζει αυτοπροσωπως ορισμενων μονο δικαιοπραξιων οι οποιες προσδιοριζονται στη δικαστικη αποφαση . Για ολες τις υπολοιπες είναι ικανος για δικαιοπραξια
Για να είναι εγκυρες οι ορισμενες αυτές δικαιοπραξιες πρεπει αντ αυτου να  δικαιοπρακτει ο δικ συμπαραστατης.αλλιως
είναι ακυρες  αν τις κανει μονος του παρολο που ειχε πληρη συνειδηση των πραξεων του και η ακυροτητα δεν ανατρεπεται αν δεν εχει αρθει με δικαστικη αποφαση η μερικη στερητικη συμπαρασταση
c)     Άτομα που έχουν τεθεί σε επικουρική δικαστική συμπαράσταση
1.     Πληρης επικουρικη δικαστικη συμπαρασταση δηλ ένα προσωπο για την ισχυ ολων των δικαιοπραξιων που καταρτιζει απαιτειται η συναινεση  του δικαστικου  συμπαραστατη του. Είναι ακυρες  αν τις κανει μονος του παρολο που ειχε πληρη συνειδηση των πραξεων του και η ακυροτητα δεν ανατρεπεται αν δεν εχει αρθει με δικαστικη αποφαση η πληρη επικουρικη δικαστικη συμπαρασταση
2.     Μερικη επικουρικη δικαστικη συμπαρασταση δηλ ένα προσωπο για την ισχυ ορισμενων δικαιοπραξιων που καταρτιζει απαιτειται η συναινεση  του δικαστικου  συμπαραστατη του. Για ολες τις υπολοιπες είναι ικανος για δικαιοπραξια ενω
είναι ακυρες  για τις ορισμενες αν τις κανει μονος του παρολο που ειχε πληρη συνειδηση των πραξεων του και η ακυροτητα δεν ανατρεπεται αν δεν εχει αρθει με δικαστικη αποφαση η μερικη επικουρικη δικαστικη συμπαρασταση
d)    Άτομα που έχουν τεθεί σε συνδυασμό στερητικής και επικουρικής δικαστική συμπαράσταση
Ενα ατομο μπορει να τεθει σε συνδυασμο στερητικης και επικουρικης δικαστικης αποφασης  οταν ειναι μερικη
Με δικαστικη αποφαση οριζονται ποιες δικαιοπραξιες μπορει να καταρτιζει μονος του και ποιες με την συναινεση του δικαστικου συμπαραστατη .
Για ολες τις άλλες δικαιοπραξιες το ατομο είναι πληρως ικανο.
Είναι ακυρες   αν δεν τηρηθουν οι οροι που τεθηκαν απο την δικαστικη αποφαση

e)    Διαφορά α) περιορισμένης ικανότητας για δικαιοπραξία ανήλικων με 10ο έτος ηλικίας από  β) Άτομα που έχουν τεθεί σε μερική στερητική δικαστική συμπαράσταση γ) Άτομα που έχουν τεθεί σε επικουρική δικαστική συμπαράσταση δ) Άτομα που έχουν τεθεί σε συνδυασμό στερητικής και επικουρικής δικαστική συμπαράσταση:
A.     Οι ανω των 10 ετων ανηλικοι είναι κατ αρχην ανικανοι για διακιοπραξια και μονο κατ εξαιρεση εχουν ικανοτητα για δικαιοπραξια στις περιπτώσεις  οριζει ο νομος
B.     Άτομα που έχουν τεθεί σε μερική στερητική δικαστική συμπαράσταση,  Άτομα που έχουν τεθεί σε επικουρική δικαστική συμπαράσταση,  Άτομα που έχουν τεθεί σε συνδυασμό στερητικής και επικουρικής δικαστική συμπαράσταση είναι κατ αρχην ικανοι για δικαιοπραξια,
και μονο κατ εξαιρεση και αναλογα με το καθεστως δικαστικης συμπαραστασης  συμβαινουν τα εξης:
Ø  ορισμενες δικαιοπραξιες να μην επιτρεπεται να τις καταρτισουν αυτοπροσωπως (μερική στερητική δικαστική συμπαράσταση)
Ø  ολες ή  ορισμενες δικαιοπραξιες να μην επιτρεπεται να τις καταρτισουν χωρις την συναινεση του δικαστικου συμπαραστατη τους (επικουρική δικαστική συμπαράσταση)
Ø  ορισμενες δικαιοπραξιες να μην επιτρεπεται να τις καταρτισουν αυτοπροσωπως και ορισμενες δικαιοπραξιες να μην επιτρεπεται να τις καταρτισουν χωρις την συναινεση του δικαστικου συμπαραστατη τους (συνδυασμός στερητικής και επικουρικής δικαστικής συμπαράστασης)

      III.    ΒΟΥΛΗΣΗ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑΣ
Για να καταρτισθει μια δικαιοπραξια απαιτειται βουληση δηλ θεληση ενός προσωπου να παραγει με ορισμενη δηλωση του, συγκεκριμενα εννομα αποτελεσματα.

       IV.    ΒΟΥΛΗΣΗ ΧΩΡΙΣ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΑ
Βουληση χωρις ελλαττωματα σημαινει οτι η βουληση εκεινου που καταρτιζει μια δικαιοπραξια πρεπει να μην εχει διαμορφωθει κατά τροπο ελλατωματικο δηλ να μην είναι αποτελεσμα πλανης στα παραγωγικα αιτια της βουλησης ή απειλης.
1.    Πλάνη στα παραγωγικα αιτια της βουλησης
A.     Έννοια
Πλανη είναι η αγνοια ή η εσφαλμενη γνωση της πραγματικοτητας. Υπαρχουν 2 ειδη πλανης :α) πλανη στα παραγωγικα αιτια βουλησης (πλανη στη βουληση) και β) πλανη στη δηλωση.
Η πλανη που συντελει στην διαμορφωση ελλατωματικης βουλησης είναι η πλανη στα παραγωγικα αιτια βουλησης  δηλ η αγνοια ή η εσφαλμενη γνωση της πραγματικοτητας που εχει ως συνεπεια τον σχηματισμο βουλησης που δεν θα σχηματιζοταν αν το ατομο γνωριζε την πραγματικη κατασταση (πχ ο Α αγορασε το σπιτι του Β πιστευοντας οτι του ειχε εγκριθει το δανειο από την τραπεζα)
B.     Διακρίσεις
Η πλανη στα παραγωγικα αιτια βουλησης διακρινεται σε ουσιωδη και επουσιωδη:
Κατά κανονα η πλανη στα παραγωγικα αιτια βουλησης είναι επουσιωδης γιατι οι παραγοντες που επιδρουν για να παρει ένα ατομο μια αποφαση είναι νομικα αδιαφοροι.
Κατ εξαιρεση όταν η πλανη στα παραγωγικα αιτια βουλησης αναφερεται σε ιδιοτητες του προσωπου ή του πραγματος είναι δυνατο να θεωρηθει ουσιωδης. Αυτή θεωρειται ουσιωδης αν κατά την συμφωνια των μερων ή με βαση την καλη πιστη ή τα συναλλακτικα ηθη οι ιδιοτητες αυτές είναι τοσο σημαντικες για την ολη δικαιοπραξια , ώστε αν το προσωπο γνωριζε την πραγματικη κατασταση , δεν θα επιχειρουσε τη δικαιοπραξια 142ΑΚ (πχ αν Α προσελαβε τον Β γιατι γνωριζε καλα Η/Υ ενώ αυτος δεν ειχε ιδεα (ουσιωδης πλανη στις ιδιοτητες του προσωπου) –πχ  αν Α αγοραζε απο τον Β ένα πινακα που τελικα αποδειχθηκε αντιγραφο (ουσιωδης πλανη στις ιδιοτητες του πραγματος))
C.     Συνέπεια
1.    Ουσιωδης πλανη: αν η πλανη στα παραγωγικα αιτια βουλησης είναι ουσιωδης όπως είναι δυνατον να συμβει σε περιπτώσεις πλανης σε ιδιοτητες προσωπου ή πραγματος τοτε η δικαιοπραξια που καταρτιστηκε λογω αυτης της πλανης δεν είναι ακυρη δηλ παραγει τα εννομα της αποτελεσματα αλλα είναι ακυρωσιμη μπορει να ακυρωθει με δικαστικη αποφαση (πχ αν Α προσελαβε τον Β με συμβαση εργασιας γιατι γνωριζε καλα Η/Υ ενώ αυτος δεν ειχε ιδεα, συμβαση δεν είναι ακυρη αλλα είναι ακυρωσιμη με αγωγη του Α προς τον Β)
Δικαιωμα να εγειρει αγωγη εχει εκεινος που πλανηθηκε ή οι κληρονομοι του και αποσβηνεται μετα παροδο 2 ετων από την καταρτιση της δικαιοπραξιας. Προκειται για αποσβεστικη προθεσμια και αρχιζει την επομενη της καταρτισης και αν η πλανη συνεχιζεται η 2ετια αρχιζει από τοτε που θα καταλαβει την πλανη
Σε καμια περιπτωση όμως δεν επιτρεπεται ακυρωση της δικαιοπραξιας όταν περασουν 20 ετη από την καταρτιση της. Προκειται για αποσβεστικη προθεσμια και αρχιζει την επομενη της καταρτισης
Εκεινος που αξιωνει ακυρωση της δικαιοπραξιας λογω ουσιωδους πλανης εχει υποχρεωση να αποζημιωσει τον αντισυμβαλλομενο για την ζημια που εχει υποστει , επειδη πιστεψε οτι καταρτισε εγκυρη δικαιοπραξια 145 ΑΚ. 
2.    Επουσιωδης πλανη: αν η πλανη στα παραγωγικα αιτια βουλησης είναι επουσιωδης  δεν οδηγει σε ακυρωση της δικαιοπραξιας (πχ ο Α αγορασε το σπιτι του Β πιστευοντας οτι του ειχε εγκριθει το δανειο από την τραπεζα η δικαιοπραξια είναι καθολα εγκυρη και δεν ακυρωνεται γιατι δεν μπορει ο Α να επικαλεστει παραπλανηση από την τραπεζα )
2.    Απατη
A.     Έννοια
Απατη είναι η εκ προθεσεως συμπεριφορα που εχει σκοπο να παραπλανησει ένα προσωπο, ετσι ώστε να οδηγησει σε δηλωση βουλησης, που αλλιως δεν θα εκανε (πχ ο Α πουλησε στον Β οικοπεδο που θα εμπαινε και σε σχεδιο πολεως στην τιμη των 100000€ ενώ η σημερινη του αξια είναι 20000€ χωρις τα σχεδια πολεως== ο Α πουλησε στον Β πινακα δηθεν προτυπο στην τιμη 100000€ ενώ είναι αντιγραφο αξιας 1000€)
Η δικαιοπραξια που καταρτιστηκε λογω αυτης της απατης δεν είναι ακυρη δηλ παραγει τα εννομα της αποτελεσματα αλλα είναι ακυρωσιμη μπορει να ακυρωθει με δικαστικη αποφαση
B.     Προυποθεσεις
Για να ακυρωθει μια δικαιοπραξια λογω απατης πρεπει να συντρεχουν οι εξης προυποθεσεις:
1.Να υπαρχει προθεση εξαπατησης δηλ ένα ατομο εχει επιγνωση της ανακριβειας των γεγονοτων που παρουσιαζει ,θελει να παραπλανησει άλλο προσωπο, ετσι ώστε να το οδηγησει σε ορισμενη δηλωση βουλησης ( πχ ο Α όταν πουλησε στον Β οικοπεδο ειπε ψεματα οτι θα εμπαινε και σε σχεδιο πολεως)
2.Να προκληθηκε πραγματικα η παραπλανηση δηλ λογω της απατης που επιχειρηθηκε από ένα προσωπο πραγματοποιηθηκε από άλλο προσωπο η δηλωση βουλησης που ηθελε ο δραστης της απατης. ( πχ λογω της απατης του Α, ο Β αγορασε το οικοπεδο σε τιμη για εντος σχεδιου πολεως)
C.     Συνέπειες
Όταν συντρεχουν οι παραπανω προυποθεσεις η δικαιοπραξια είναι ακυρωσιμη .
Εκεινος που εξαπατηθηκε εχει δικαιωμα να ζητησει ακυρωση της δικαιοπραξιας και μπορει να εγειρει αγωγη κατά του αντισυμβαλλομενου που τον εξαπατησε. Το δικαστηριο αφου ερευνησει τα πραγματικα περιστατικα θα εκδοσει δικαστικη αποφαση για να κυρηξει ακυρη την δικαιοπραξια λογω απατης.
Δικαιωμα να εγειρει αγωγη εχει εκεινος που απατηθηκε ή οι κληρονομοι του και αποσβηνεται μετα παροδο 2 ετων από την καταρτιση της δικαιοπραξιας. Προκειται για αποσβεστικη προθεσμια και αρχιζει την επομενη της καταρτισης και αν η απατη  συνεχιζεται η 2ετια αρχιζει από τοτε που θα καταλαβει την απατη
Σε καμια περιπτωση όμως δεν επιτρεπεται ακυρωση της δικαιοπραξιας όταν περασουν 20 ετη από την καταρτιση της. Προκειται για αποσβεστικη προθεσμια και αρχιζει την επομενη της καταρτισης (αν ο Β ανακαλυψει 22 ετη μετα οτι ο πινακας ηταν αντιγραφο η αδικοπραξια δεν μπορει να ακυρωθει )
Εκεινος που αξιωνει ακυρωση της δικαιοπραξιας λογω απατης εχει υποχρεωση να ζητησει αποζημιωση από εκεινον που διεπραξε την απατη   149 ΑΚ. 
3.    Απειλή
A.     Έννοια
Απειλη είναι η ασκηση ψυχολογικης βιας δηλ η δημιουργια φοβου σε ένα προσωπο, λογω εξαγγελιας κακου που εξαρταται από την βουληση εκεινου που το εξαγγελει. Στοχος της είναι το προσωπο αυτό να προβει σε συγκεκριμενη δηλωση βουλησης.( πχ ο Α απειλησε τον Β οτι αν δεν του πουλησει το σπιτι του στην τιμη των 20000 ενώ η πραγματικη αξια ηταν 100000 θα τον σκοτωνε και ο Β αναγκαστηκε να του το πουλησει με συμβαση πωλησης στην τιμη των 20000)
Η δικαιοπραξια που καταρτιστηκε λογω αυτης της απατης δεν είναι ακυρη δηλ παραγει τα εννομα της αποτελεσματα αλλα είναι ακυρωσιμη μπορει να ακυρωθει με δικαστικη αποφαση
B.     Προυποθεσεις
Για να ακυρωθει μια δικαιοπραξια λογω απειλης πρεπει να συντρεχουν οι εξης προυποθεσεις:
1.Η απειλη να ασκηθηκε κατά τροπο παρανομο και αντιθετα προς τα χρηστα (πχ ο Α απειλησε τον Β οτι θα τον σκοτωσει αν δεν πωλουσε  σε χαμηλη τιμη  το σπιτι του (απειλη που ασκειται κατά τροπο παρανομο)- πχ ο Α απειλησε τον Β οτι θα τον καταγγειλει για κλοπη που εκανε ο Β στον Γ αν δεν του εδινε το αυτοκινητο του(απειλη αντιθετη στα χρηστα ηθη))
2.Η απειλη να προκαλει φοβο σε σωφρονα ανθρωπο (πχ ο Α απειλησε τον Β οτι θα τον σκοτωσει
3.Η απειλη να εκθετει σε σπουδαιο και αμεσο κινδυνο την ζωη  , την σωματικη ακεραιοτητα τιμη, ελευθερια  αυτου ή των στενων προσωπων του (πχ ο Α απειλησε τον Β οτι θα τον σκοτωσει αυτόν ή μελος της οικογενειας του αν δεν του χαρισει το οικοπεδο )
4.Λογω της ασκησης της απειλης πρεπει να εξαναγκαστηκε εκεινος που απειληθηκε να προβει στη δηλωση βουλησης που επιθυμουσε εκεινος που τον απειλησε(πχ ο Α απειλησε τον Β οτι θα τον σκοτωσει αν δεν του χαρισει το οικοπεδο και ο Β αναγκαστηκε να το κανει )
C.     Συνέπειες
Όταν συντρεχουν οι παραπανω προυποθεσεις η δικαιοπραξια είναι ακυρωσιμη .
Εκεινος που απειληθηκε εχει δικαιωμα να ζητησει ακυρωση της δικαιοπραξιας και μπορει να εγειρει αγωγη κατά του αντισυμβαλλομενου που τον απειλησε. Το δικαστηριο αφου ερευνησει τα πραγματικα περιστατικα θα εκδοσει δικαστικη αποφαση για να κυρηξει ακυρη την δικαιοπραξια λογω απειλης.
Δικαιωμα να εγειρει αγωγη εχει εκεινος που απειληθηκε και αποσβηνεται μετα παροδο 2 ετων από την καταρτιση της δικαιοπραξιας. Προκειται για αποσβεστικη προθεσμια και αρχιζει την επομενη της καταρτισης και αν η απειλη   συνεχιζεται η 2ετια αρχιζει από τοτε που θα παψει η ασκηση ψυχολογικης βιας
Σε καμια περιπτωση όμως δεν επιτρεπεται ακυρωση της δικαιοπραξιας όταν περασουν 20 ετη από την καταρτιση της. Προκειται για αποσβεστικη προθεσμια και αρχιζει την επομενη της καταρτισης
Εκεινος που αξιωνει ακυρωση της δικαιοπραξιας λογω απειλης εχει δικαιωμα  να ζητησει και  αποζημιωση από εκεινον που διεπραξε τον απειλησε   152ΑΚ. 

         V.    ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΗΛΩΣΗΣ
Για να καταρτισθει μια εγκυρη δικαιοπραξια  πρεπει η δηλωση του δικαιοπρατουντα να είναι συμφωνη με την βουληση του δηλ να ταυτιζεται η θεληση με την δηλωση εκεινου που καταρτιζει την δικαιοπραξια.
Αν υπαρχει ασυμφωνια μεταξυ της θεληση με την δηλωση τοτε διακρινουμε αν η ασυμφωνια είναι εκουσια ή ακουσια
Αν ασυμφωνια μεταξυ της θεληση με την δηλωση είναι εκουσια τοτε προκειται για εικονικοτητα
Αν ασυμφωνια μεταξυ της θεληση με την δηλωση είναι ακουσια τοτε προκειται για πλανη
1.    Εικονικότητα
A.     Έννοια
Εικονικη είναι η δηλωση βουλησης που γινεται με γνωση του δηλουντα οτι αυτή δεν ανταποκρινεται στην πραγματικη του θεληση. Εικονικη είναι η δηλωση θελησης που δεν εγινε στα σοβαρα , παρα μονο φαινομενικά (ο Α εμφανιστηκε οτι πουλησε στον Β το ακινητο του ενώ στην πραγματικοτητα δεν ηθελε να το πουλησει ή του το χαρισε )
B.     Διακρίσεις υπαρχουν 2 ειδη εικονικοτητας:
1.    Απολυτη εικονικοτητα υπαρχει όταν κατω από την εικονικη δικαιοπραξια δεν καλυπτεται άλλη δικαιοπραξια (ο Α για να μην του κατασχεσουν το ακινητο του πουλησε εικονικα στον Β το ακινητο του)
2.    Σχετικη εικονικοτητα υπαρχει όταν κατω από την εικονικη δικαιοπραξια καλυπτεται άλλη δικαιοπραξια (ο Α δωρησε στον Β το κινητο του ενώ ειπε στους συγγενεις του οτι το πουλησε)
C.     Συνέπεια
1.    Στην Απολυτη εικονικοτητα η εικονικη δικαιοπραξια είναι ακυρη  δηλ δεν παραγει κανενα αποτελεσμα (ο Α για να μην του κατασχεσουν το κινητο του πουλησε εικονικα στον Β το κινητο του)
2.    Στην Σχετικη εικονικοτητα η εικονικη δικαιοπραξια είναι ακυρη  δηλ δεν παραγει κανενα αποτελεσμα η άλλη όμως είναι εγκυρη αν την ηθελαν τα μερη και συντρεχουν οι οροι που απαιτουνται για την συσταση της  (ο Α δωρησε (καλυπτομενη μεν αλλα  εγκυρη) στον Β το κινητο του ενώ ειπε στους συγγενεις του οτι το πουλησε (εικονικη αρα ακυρη)-Εγκυρα ειναι αν εγινε συμβολαιογραφικο εγγραφο για πώληση κινητου ή  δωρεα και παραδοση το κινητου στον Β)
Ο νομος όμως για δωρεα ή πωληση κινητου πραγματος απαιτει συμβολαιογραφικη πραξη για να είναι εγκυρη .
Επισης μπορει να γινει δωρεα και να παραδοθει το κινητο πραγμα στον δωροδοχο και να είναι εγκυρη χωρις  συμβολαιογραφικη πραξη
Αν εικονικη πωληση εγινε ατυπα ή με ιδιωτικο εγγραφο και δεν παραδοθηκε δωρεα τοτε η καλυπτομενη δωρεα είναι ακυρη.
2.    Πλάνη στη δήλωση
A.     Έννοια
Όταν η ασυμφωνια μεταξυ της θελησης και δηλωσης δεν γινεται ενσυνειδητα αλλα είναι  ακουσια τοτε υπαρχει για πλανη στη δηλωση.
Πλανη στη δηλωση υπαρχει όταν εν αγνοια ή εσφαλμενη γνωση της πραγματικοτητας εχει ως συνεπεια δηλωση βουλησης που δεν ανταποκρινονται στην πραγματικη βουληση του δηλουντα
B.     Διακρίσεις υπαρχουν 2 ειδη πλανων στη δηλωση:
1.    Ουσιωδης πλανη: όταν αναφερεται σε σημειο τοσο σπουδαιο για την ολη δικαιοπραξια , ώστε αν το ατομο γνωριζε την πραγματικη κατασταση , δεν θα επιχειρουσε την δικαιοπραξια (πχ ο Α προτεινε με επιστολη στον Β να του πουλησει 5000 κιλα καρπους και καταρτιστηκε συμβαση γι αυτό ενώ πραγματικα ηθελε ο Β να πουλησει στον Α 500 κιλα καρπων(υπαρχει ουσιωδης πλανη, γιατι αν ηξερε τι εγραφε, ποτε δεν θα ηθελε να συναψει τις σχετικες δικαιοπραξιες )
2.    Επουσιωδης πλανη: είναι η πλανη που αφορα σε μικροτερης σημασιας θεματα δικαιοπραξιας(πχ ο Α προτεινε με επιστολη στον Β να του πουλησει 5000 κιλα καρπους και καταρτιστηκε συμβαση γι αυτό ενώ πραγματικα ηθελε ο Β να πουλησει στον Α 4900 κιλα καρπων(δεν υπαρχει ουσιωδης πλανη, γιατι η διαφορα της τιμης που προτεινε από αυτή που σκεφτοταν είναι πολύ μικρη )
C.     Συνέπεια
1.    Ουσιωδης πλανη: Η  δικαιοπραξια που καταρτιστηκε λογω αυτης της πλανης δεν είναι ακυρη δηλ παραγει τα εννομα της αποτελεσματα αλλα είναι ακυρωσιμη μπορει να ακυρωθει με δικαστικη αποφαση
Δικαιωμα να εγειρει αγωγη ακυρωσης εχει εκεινος που πλανηθηκε ή οι κληρονομοι του και αποσβηνεται μετα παροδο 2 ετων από την καταρτιση της δικαιοπραξιας. Προκειται για αποσβεστικη προθεσμια και αρχιζει την επομενη της καταρτισης και αν η πλανη συνεχιζεται η 2ετια αρχιζει από τοτε που θα καταλαβει την πλανη
Σε καμια περιπτωση όμως δεν επιτρεπεται ακυρωση της δικαιοπραξιας όταν περασουν 20 ετη από την καταρτιση της. Προκειται για αποσβεστικη προθεσμια και αρχιζει την επομενη της καταρτισης
Εκεινος που αξιωνει ακυρωση της δικαιοπραξιας λογω πλανης εχει υποχρεωση να αποζημιωσει τον αντισυμβαλλομενο για την ζημια που εχει υποστει , επειδη πιστεψε οτι καταρτισε εγκυρη δικαιοπραξια 145 ΑΚ. 
2.    Επουσιωδης πλανη: δεν οδηγει σε ακυρωση της δικαιοπραξιας

       VI.    ΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ
Δηλωση της βουλησης σημαινει εξωτερικευση της βουλησης εκεινου που καταρτιζει την δικαιοπραξια . η δηλωση βουλησης για να παραγει αποτελεσματα πρεπει να γινει κατά τροπο που οριζει ο νομος.
1.    Μονομερείς δικαιοπραξίες
A.     Μονομερης δικαιοπραξια που περιεχει δηλωση βουλησης που δεν απευθυνεται σε ορισμενο προσωπο (μη απευθυντεα)
Αυτή η δικαιοπραξια αποκτα νομικη ενεργεια από τη στιγμη που η δηλωση της βουλησης εξωτερικευεται (πχ διαθηκη , συσταση ιδρυματος με αδικοπραξια εν ζωη)
B.     Μονομερης δικαιοπραξια που περιεχει δηλωση βουλησης που απευθυνεται σε ορισμενο προσωπο απευθυντεα)
 Αυτή η δικαιοπραξια απευθυνεται σε ορισμενο προσωπο για να παραγει τα εννομα αποτελεσματα της , πρεπει η δηλωση βουλησης να περιελθει στο προσωπο προς το οποιο απευθυνεται , ανεξαρτητα αν το προσωπο αυτό ελαβε ή δεν ελαβε γνωση του περιεχομενου της (πχ ο Α απολυει τον Β και καταγγελει την συμβαση εργασιας (μονομερης δικαιοπραξια  προς ορισμενο προσωπο)  , του στελνει επιστολη της απολυσης και παραγει τα αποτελεσματα της όταν ο Β λαβει την επιστολη που την περιεχει (δεν παιζει κανενα ρολο αν ο Β ελαβε γνωση του περιεχομενου της επιστολης))
Ανακληση δεσμευσης δηλωσης βουλησης δεν γινεται αν περιελθει σε αυτόν που απευθεινεται
Ανακληση δεσμευσης δηλωσης βουλησης γινεται ειτε πριν περιελθει σε αυτόν που απευθηνεται ή ταυτοχρονα με την αρχικη δηλωση
Αν εκεινος που προβαινει σε δηλωση βουλησης πεθανει ή γινει ανικανος για δικαιοπραξια μετα την δηλωση βουληση του εστω και αν δεν  εχει περιελθει σε αυτόν που απευθεινεται η δηλωση του παραμενει ισχυρη
2.    Συμβάσεις
Συμβαση είναι η δικαιοπραξια που περιεχει δηλωσεις βουλησης 2 ή περισσοτερων  προσωπων , που το καθενα ενεργει με διαφορετικο συμφερον , αλλα συμπιπτουν ως προς το επιδιωκομενο εννομο αποτελεσμα.
Στην καταρτιση μιας συμβασης είναι δυνατο να υπαρχουν τα εξης σταδια:  
A.     Στάδιο των διαπραγματεύσεων
Σταδιο διαπραγματευσεων  γινονται συζητησεις για την καταρτιση συμβασης. Στο σταδιο αυτό ληγει ειτε με καταρτιση προσυμφωνου ειτε με καταρτιση οριστικης συμβασης.
Επειδη σε αυτό το σταδιο δημιουργούνται σχεσεις εμπιστοσυνης μεταξυ των μερων , αυτά οφειλουν να συμπεριφερονται συμφωνα με την καλη πιστη ή τα συναλλακτικα ηθη. Οποιος κατά το σταδιο αυτό προξενησει ζημια είναι υποχρεωμενος ακομα και αν δεν καταρτιστηκε η συμβαση να την ανορθωσει.Προκειται για την ευθυνη στις διαπραγματευσεις (πχ ο Α θα αγοραζε ένα ακινητο από τον Β και ενώ ειχε και άλλες προτασεις πληρωσε και ερευνησε για το ακινητο αυτό ,και όταν επρεπε να καταρτιστει το συμβολαιο ο Β δεν εμφανιστηκε ποτε)
Το σταδιο τελειωνει ειτε με την συναψη προσυμφωνου ειτε με την καταρτιση οριστικης συμβασης. 
B.     Στάδιο κατάρτισης προσύμφωνου
Προσυμφωνο είναι η συμβαση με την οποια τα μερη αναλαμβανουν υποχρεωση να συναψουν ορισμενη αλλα συμβαση που είναι η οριστικη. Το προσυμφωνο υποκεινται στον τυπο που οριζει ο νομος για την συμβαση που πρεπει να συναφθει.(Ο Α και ο Β καταρτισαν προσυμφωνο πωλησης διαμερισματος δηλ συμβολαιογραφικο εγγραφο ετσι ώστε στην οριστικη συμβαση να τηρηθει ο ιδιος τυπος δηλ συμβολαιογραφικο εγγραφο )
C.     Στάδιο κατάρτισης της οριστικής σύμβασης
Η οριστικη συμβαση καταρτιζεται με την συμπτωση των αντιθεμενων δηλωσεων βουλησης κατά κανονα 2 μερων που επιδιωκουν την παραγωγή εννομου αποτελεσματος. Οι δηλωσεις συμπιπτουν χρονικα , συνηθως η μια προηγειται της αλλης , αυτή που προηγειται λεγεται προταση ενώ εκεινη που ακολουθει αποδοχη
a)    Πρόταση
Η προταση για να είναι ισχυρη πρεπει να είναι σαφως διατυπωμενη ετσι ώστε να αρκει η δηλωση ΄΄αποδεχομαι ΄΄ αυτου στον οποιο  απευθυνεται για να καταρτισθει η συμβαση
Εκεινος που εκανε την προταση δεσμευεται για χρονικο διαστημα  μεσα στο οποιο μπορει να την αποδεχτει αυτος που σε αυτόν εγινε η προταση. Αυτό καθοριζεται ή κρινεται από τις περιστασεις το χρονικο διαστημα που χρειαζεται για να σκεφτει πριν προβει σε σχετικη δηλωση αποδοχης.
b)    Αποδοχή
Αποδοχη είναι η δηλωση βουλησης για την συναψη συμβασης με την οποια δηλωνει οτι συμφωνει για την καταρτιση της συμβασης.
Η αποδοχη της προτασης πρεπει να περιελθει σε εκεινον που εκανε την προταση σε συγκεκριμενο χρονικο διαστημα ,αν δεν υπαρχει προθεσμια πρεπει να περιμενει ως την στιγμη που πρεπει να περιμενει 189ΑΚ.
Αν η αποδοχη της προτασης σταλει αμεσα αλλα φτασει εκπροθεσμα σε αυτόν που ειχε προτεινει ,ισχυει, εκτος αν αυτος ειδοποιησει αμεσως για την καθυστερηση τον αποδεχομενο 190ΑΚ . Σε αυτή την περιπτωση η δηλωση αποδοχης αποβαλλει  κάθε ενεργεια. ()
Αν η δηλωση αποδοχης αποσταλει καθυστερημενα τοτε θεωρειται σαν νεα προταση για καταρτιση συμβασης 191.1 ΑΚ. (πχ ο Α θελησε να πουλησει στον Β , ο Β ειπε θα του απαντησει σε 15 μερες αλλα απαντησε και δεχθηκε σε 2 μηνες, αυτό θεωρειται νεα προταση του Β προς τον Α)
Δηλωση αποδοχης με τροποποιησεις θεωρειται σαν αποποιηση με νεα προταση.
 (πχ ο Α θελησε να πουλησει στον Β στη τιμη 2000 το αυτοκινητο του , ο Β ειπε οτι το αγοραζει για 1500 , αυτό θεωρειται αποποιηση της προτασης του Α και νεα προταση του Β προς τον Α)
c)     Χρόνος κατάρτισης της σύμβασης
Η συμβαση καταρτιζεται μολις η αποδοχη περιελθει σε εκεινον που εκανε την προταση 192ΑΚ. Για να θεωρηθει οτι η συμβαση εχει καταρτισθει , πρεπει η προταση και η αποδοχη να καλυπτονται αμοιβαια ,δηλ  να υπαρχει συμφωνια μερων πανω σε όλα τα σημ,εια της συμβασης ουσιωδη και επουσιωδη . αν δεν υπαρχει τετοια συμφωνια η συμβαση θεωρειται οτι δεν καταρτισθηκε.
      VII.    ΤΗΡΗΣΗ ΤΥΠΟΥ
1.    Γενικά
Η δηλωση βουλησης πρεπει να περιβληθει τον τυπο που επιβαλεται από τον νομο.
Ο αστικος κωδικας ακολουθει την αρχη του ατυπου των δικαιοπραξιων.Για την καταρτιση όμως εγκυρης διακαιοπραξιας  χρειαζεται να περιβληθει τον τυπο που επιβαλεται όταν ρητα το οριζει ο νομος όπως μεταβιβαση κυριοτηταςς ακινητου απαιτειται συμβολαογραφικο εγγραφο. 369 &1033 ΑΚ. Για ολες τις άλλες περιπτώσεις η δικαιοπραξια είναι εγκυρη χωρις να χρειαζεται να τηρηθει οποιοσδηποτε τυπος.
Σκοποι της καθιερωσης του τυπου για ορισμενες περιπτώσεις δικαιοπραξιων είναι οι εξης:
Ø  Προστασια συναλλασομενων από επιπολαιες αποφασεις
Ø  Διευκολυνση της αποδειξης της καταρτισης μιας δικαιοπραξιας
Ø  Προστασια των τριτων , γιατι δινεται δημοσιοτητα στη καταρτιση δικαιοπραξιας και πληροφορουνται και οι τριτοι.
2.    Είδη τύπου
A.     Συστατικός και αποδεικτικός τύπος
a)Συστατικός τύπος
Είναι ο τυπος που η τηρηση του αποτελει απαραιτητο στοιχειο για την εγκυρη καταρτιση μιας δικαιοπραξιας. Πχ συμβολαιογραφικο εγγραφο
Στις περιπτώσεις που απαιτειται συστατικος τυπος η μη τηρηση του επιφερει ακυροτητα της δικαιοπραξιας(πχ μεταβιβαση ακινητου χωρις συνταξη συμβολαιογραφικου εγγραφου είναι ακυρη)  Ειδη συστατικου τυπου:
1.    Ιδιωτικο εγγραφο: για το κυρος ιδιωτικου εγγραφου απαιτειται ιδιοχειρη υπογραφη . Προβλεπεται από τον νομο πχ για συσταση συστατικης πραξης και του καταστατικου σωματειου , για την καταρτιση της συμβασης εγγυησης
Δεν αποτελει εγκυρο ιδιωτικο εγγραφο τα εγγραφα της τεχνολογιας όπως fax=τηλεομοιοτυπο telex=τηλετυπο  e-mail = ηλεκτρονικου εγγραφου γιατι δεν φερουν ιδιοχειρη υπογραφη του εκδοτη.
Λογω ραγδαιας αναπτυσσομενης τεχνολογιας και των  κοινωτικων οδηγιων εξομοιωνονται οι ηλεκτρονικες υπογραφες με τις ιδιοχειρες εφοσον συντρεχουν αυστηρες πεουποθεσεις , προκειμενου να κατοχυρωθει η αυθεντικοτητα της προελευσης και η ασφαλεια του ηλεκτρονικου εγγραφου e-mail. Αν κατά συνεπεια , αν λογω συνδρομης των συγκεκριμενων διατυπωσεων εχει επελθει η εξομοιωση της ηλεκτρονικης υπογραφης με την ιδιοχειρη τοτε το ηλεκτρονικο εγγραφο θα εχει το κυρος και την αποδεικτικη δυναμη του ιδιωτικου εγγραφου με ιδιχειρη υπογραφη. 
2.    Συμβολαιογραφικο εγγραφο: συντασσεται από συμβολαιογραφο ,η συνταξη του προβλεπεται από τον νομο (πχ για την μεταβιβαση ακινητου , για καταρτιση δωρεας, για ιδρυτικη πραξη ιδρυματος εν ζωη)
3.    Δηλωση ενωπιον δημοσιας αρχης: σε ορισμενες περιπτώσεις ο νομος επιβαλλει να γινεται δηλωση βουλησης ενωποιον ορισμενης δημοσιας αρχης ,η οποια συντασει με αυτην ένα εγγραφο που λεγεται εκθεση πχ δηλωση μελλονυμφων για επωνυμο παιδιων δηλωση αποποιησης κληρονομιας.
b)αποδεικτικός τύπος
Είναι ο τυπος που τηρειται για να διευκολυνεται η αποδειξη της καταρτισης μιας δικαιοπραξιας και των ορων της.
Για να εχει αποδεικτικη δυναμη ένα  ιδιωτικο εγγραφο απαιτειται ιδιοχειρη υπογραφη εκδοτη.
Ο αποδεικτικος τυπος δεν αποτελει αναγκαιο στοιχειο για την εγκυροτητα της δικαιοπραξιας. (πχ μισθωτηριο που συντασεται μεταξυ συμβαλλομενων)
B.     Τύπος που επιβάλλεται από τον νόμο και τύπος που επιβάλλεται από συμφωνία των συμβαλλόμενων
A.     Τυπος που επιβαλλεται από τον νομο: αυτος είναι συστατικος, η μη τηρηση του επιφερει ακυροτητα της διακιοπραξιας
B.     Τυπος που επιβαλλεται από συμφωνια των συμβαλλομενων: εξαρταται από την συμφωνια των συμβαλλομενων αν θα είναι συστατικος ή αποδεικτικος

    VIII.    ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑΣ ΣΥΜΦΩΝΟ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ ΚΑΙ ΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ
1.    Περιεχόμενο δικαιοπραξίας σύμφωνο με το νόμο
A.     Κάθε δικαιοπραξια που αντιβαινει σε απαγορευτικη διαταξη του νομου είναι ακυρη. (Πχ δικαιοπραξια που αποκλειει πραγραφη ή καθοριζει χρονο παραγραφης , δικαιοπραξια που αποκλειει την καταγγελια συμβασης εργασιας ορισμενου χρονου για σπουδαιο λογο )
B.     Είναι ακυρη και κάθε δικαιοπραξια που, αν και δεν αντιβαινει σε απαγορευτικη διαταξη του νομου , είναι αντιθετη στο ολο πνευμα του νομου δηλ επιχειρειται με αυτην καταστρατηγηση μιας απαγορευτικης διαταξης νομου.(πχ αν συμβαλλομενοι δεν αποκλεισουν την καταγγελια συμβασης αλλα συμφωνησουν οτι η καταγγελια θα επιτεπεται μονο για ορισμενους λογους ενεργουν κατά καταστρατηγηση του νομου)
2.    Περιεχόμενο δικαιοπραξίας σύμφωνο με τα χρηστά ήθη
Κάθε δικαιοπραξια που αντιβαινει στα χρηστα ηθη είναι ακυρη.
Ο προσδιορισμος των διακιοπραξιων που αντιβαινουν στα χρηστα ηθη αφηνεται στα δικαστηριο. Με βαση την νομολογια κατατασσονται ως εξης:
A.     Δικαιοπραξιες που επιδιωκουν ανηθικο αποτελεσμα :ο Α δινει χρηματα στον Β για να δυσφημισει τον Γ
B.     Δικαιοπραξιες με τις οποιες υποσχεται ένα προσωπο σε άλλο ανταλλαγμα για τηρηση μιας συμπεριφορας συμφωνης με τον νομο και τα χρηστα ηθη: ο Α δινει χρηματα στον Β για να μην διαπραξει ένα εγκλημα
C.     Δικαιοπραξιες με τις οποιες δεσμευεται υπερβολικα η ελευθερια ενός προσωπου : ο Α δινει χρηματα στον Β για να αλλαξει θρησκευμα
D.     Αισχροκερδεις δικαιοπραξιες:ο νομος αναφερεται ειδικα στις αισχροκερδης δικαιοπραξιες με την οποια καποιος εκμεταλευομενος την αναγκη την αδιαφορια και την απειρια αλλου , πετυχαινει να παρει για καποια παροχη , περιουσιακα ωφεληματα που βρισκονται σε φανερη δυσαναλογια με την παροχη.(ο Α πουλαει στον Β λογω αναγκης ένα κτημα σε χαμηλη τιμη- ο Α δανειστηκε από τον  Β λογω αναγκης χρηματα με υπερογκο τοκο. )



























Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου